Τη δική της «κρίση» φαίνεται πως περνάει η λαϊκή αγορά και του Ρεθύμνου, με την αγοραστική κίνηση να εμφανίζεται μειωμένη τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με τους παραγωγούς. Η λαϊκή αγορά είναι επηρεασμένη από τη γενικότερη οικονομική κατάσταση που επικρατεί τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, ενώ οι τιμές των προϊόντων ολοένα και μειώνονται, με τους παραγωγούς να μην μπορούν σε πολλές περιπτώσεις να ανταπεξέλθουν στα αυξημένα έξοδα παραγωγής.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο των παραγωγών λαϊκής αγοράς του Νομού Ρεθύμνου, κ. Νίκο Σταυρακάκη, η «δυνατή» μέρα για τη λαϊκή αγορά εξακολουθεί να είναι η Πέμπτη, ενώ οι μειώσεις μισθών και συντάξεων, σε συνδυασμό και με τη μείωση στις τιμές των προϊόντων, έχει δημιουργήσει μια δύσκολη κατάσταση για τους παραγωγούς.
«Οι τιμές είναι πολύ χαμηλές. Όλα είναι κάτω από ένα ευρώ. Αν εξαιρέσουμε τα κεράσια, τα λεμόνια και τα πορτοκάλια τα οποία πιάνουν το 1 ευρώ ή τα 80 λεπτά, οι ντομάτες, τα αγγούρια, τα κολοκύθια όλα είναι κάτω από 80 λεπτά. Τα φασόλια, λόγω εποχής, είναι και αυτά πολύ χαμηλά, συνήθως είχαν 3 ευρώ και τώρα τα βλέπεις στο ενάμιση με δύο ευρώ. Η κίνηση είναι σταθερή. Συνήθως την Πέμπτη έχει πολλή δουλειά, όπως πάντα. Τη Δευτέρα σε μέτρια επίπεδα, ενώ το Σάββατο πλέον δεν έχει καθόλου κόσμο. Ο κόσμος ψωνίζει, αλλά όχι όπως έκανε παλιά. Τώρα παίρνει με μέτρο ό,τι του χρειάζεται, που αυτό είναι και το σωστό βέβαια. Όμως, η μείωση μισθών και συντάξεων, σε συνδυασμό με τη μείωση στις τιμές των προϊόντων, δημιουργεί πρόβλημα αφού το κέρδος δεν είναι μεγάλο», αναφέρει ο ίδιος.
Η διαφορά στις τιμές των προϊόντων που πωλούνται στις λαϊκές αγορές σε σχέση με αυτές των καταστημάτων είναι εμφανής, με τα προϊόντα της λαϊκής αγοράς να εμφανίζονται έως και 30% φθηνότερα έναντι αυτών που βρίσκονται στα ράφια των καταστημάτων. Ωστόσο, όπως αναφέρει ο παραγωγός, κ. Παναγιώτης Ματθαίου, τα προϊόντα που βρίσκονται στους πάγκους υπερτερούν και σε ποιότητα, ακριβώς επειδή το διάστημα που μεσολαβεί από την ώρα της παραγωγής μέχρι την ώρα της πώλησης είναι πολύ μικρό.
«Οι τιμές έχουν πέσει πάρα πολύ, σε σημείο μερικές φορές να μη μπορούμε να ανταπεξέλθουμε. Ο κόσμος ψωνίζει ό,τι μπορεί. Νομίζω ότι έχουμε μεγάλες διαφορές στις τιμές σε σχέση με τα καταστήματα, σε μερικές περιπτώσεις και 30%, αλλά και στην ποιότητα των προϊόντων, αφού εμείς τα παράγουμε και τα πουλάμε φρέσκα, ενώ στα μαγαζιά είναι σίγουρα δύο-τρεις μέρες στα ράφια», επισημαίνει ο ίδιος.
«Βλέπουμε και γιαγιάδες που με δέκα ευρώ στην τσέπη θέλουν να γεμίσουν ένα ολόκληρο καρότσι. Υπάρχει πρόβλημα στην αγορά, γιατί ενώ μπορούμε να παράγουμε φθηνά και ποιοτικά προϊόντα δεν μπορούμε να τα διαθέσουμε προς πώληση στους πάγκους. Δεν υπάρχει αγοραστική δύναμη», λέει χαρακτηριστικά ο αγρότης και παραγωγός, κ. Μανώλης Κυριακόπουλος, ο οποίος προσθέτει αναφορικά με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η λαϊκή αγορά του Ρεθύμνου: «Θεωρώ ότι η λαϊκή έχει κάποια τεχνικά προβλήματα. Ο Έλληνας θέλει να ψωνίζει εύκολα, να μπαίνει σε ένα κατάστημα, να αγοράζει ό,τι θέλει και να φεύγει. Προτιμούν περισσότερο την εύκολη λύση και θεωρώ ότι τα πολυκαταστήματα έχουν πάρει ένα μεγάλο κομμάτι της αγοραστικής δύναμης από τη λαϊκή».
Καταγγελίες για παραεμπόριο στη λαϊκή αγορά
Ένα άλλο ζήτημα που φαίνεται να απασχολεί τους παραγωγούς της λαϊκής αγοράς του Ρεθύμνου θίγει ο πρόεδρος των παραγωγών κ. Νίκος Σταυρακάκης, ο οποίος κάνει λόγο για παντελή έλλειψη ενδιαφέροντος από τον Δήμο και την Περιφέρεια σε σχέση με το φαινόμενο του παραεμπορίου, γεγονός που σύμφωνα με τον ίδιο επιβαρύνει ακόμα περισσότερο την ήδη δύσκολη κατάσταση που επικρατεί. Ο ίδιος καταγγέλλει ότι μέσα στη λαϊκή υπάρχουν παραγωγοί που δεν κατέχουν άδεια, ενώ όπως επισημαίνει δεν γίνονται έλεγχοι.
«Αυτό συμβαίνει με την ανοχή της Περιφέρειας. Η επιτροπή παραεμπορίου έχει συνεδριάσει μία φορά και από τότε ποτέ ξανά. Ο Δήμος και η Περιφέρεια δεν ενδιαφέρονται, ενδεχομένως αυτό να γίνεται και εσκεμμένα για δικούς τους λόγους. Όλο αυτό δημιουργεί πρόβλημα στους τίμιους παραγωγούς, που παράγουν και πουλούν τα προϊόντα τους. Εμείς θέλουμε να γίνεται ένας έλεγχος των θέσεων, να εφαρμοστεί ο νόμος που ορίζει ο καθένας να είναι στη δική του θέση. Αυτό θα είναι καλό αφενός για εμάς τους παραγωγούς, αλλά και για τους καταναλωτές, αφού όσοι ασκούν παράνομο εμπόριο πωλούν αμφιβόλου ποιότητας προϊόντα. Εμείς από την πλευρά μας, είμαστε διαθέσιμοι να συζητήσουμε με τους αρμόδιους φορείς και να καταλήξουμε σε μια καλή λύση για όλους», τονίζει ο ίδιος.
«Το παράνομο εμπόριο πάντα υπήρχε και πάντα θα υπάρχει. Γίνεται αντιληπτό σε όλα τα προϊόντα που υπάρχουν στους πάγκους μας, αλλά θεωρώ ότι στη λαϊκή δεν έχει πολλά περιθώρια. Δε μπορούν να μας ανταγωνιστούν οι παράνομοι έμποροι, γιατί δεν τους αφήνουμε. Εμείς που έχουμε δικά μας προϊόντα, ρίχνουμε τις τιμές τόσο πολύ, ώστε όσοι έρχονται και πουλούν προϊόντα που έχουν αγοράσει, δε συμφέρονται, καθώς πρέπει να βγάλουν το εμπορικό τους κέρδος, οπότε δε μπορούν να ρίξουν τις τιμές. Εδώ έχουμε μεμονωμένα κρούσματα, όχι πολλά», αναφέρει από τη πλευρά του ο κ. Κυριακόπουλος.
Το παράνομο εμπόριο, ωστόσο, σύμφωνα με τους παραγωγούς της λαϊκής αγοράς του Ρεθύμνου, δεν αποτελεί νέο φαινόμενο. Όπως δηλώνουν οι ίδιοι, ο Δήμος θα έπρεπε να έχει συστήσει μια επιτροπή εποπτείας, όπως υπάρχει σε πολλά μέρη της χώρας, ώστε να είναι υπεύθυνη για τον έλεγχο και τα πρόστιμα που επιβάλλονται σε όσους ασκούν παραεμπόριο στους πάγκους της τοπικής λαϊκής αγοράς.
«Το παράνομο εμπόριο υπάρχει, αλλά δε μπορούμε να το σταματήσουμε, καθώς δε μας βοηθάει ο Δήμος σε αυτό. Ο Δήμος δεν έχει ορίσει έναν υπεύθυνο επόπτη λαϊκής, όπως σε όλους τους υπόλοιπους δήμους της χώρας για τους ελέγχους. Εμάς μας έχουν αφήσει στο έλεος του θεού. Το πρόβλημα είναι μεγάλο και κάποια στιγμή θα μας «σβήσουν» οι παράνομοι έμποροι», ξεκαθαρίζει από την πλευρά του ο κ. Ματθαίου.