Δυσμενείς προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση της χώρας, τους επόμενους μήνες, εκφράζουν νοικοκυριά, καταναλωτές και επιχειρήσεις. Παρά την βελτίωση του οικονομικού κλίματος που καταγράφεται σε έρευνα του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (Ι.Ο.Β.Ε.), η καταναλωτική εμπιστοσύνη επιδεινώνεται, οι αρνητικές εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για τις τρέχουσες πωλήσεις τους αμβλύνονται ελαφρά, ο φόβος της ανεργίας μεγαλώνει, ενώ σε υψηλά επίπεδα διατηρείται το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα».
Ειδικότερα, δύο στους τρεις πολίτες αναμένουν ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής τους κατάστασης και μόλις το 6% προβλέπει βελτίωση. Σχετικά με τις προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση της χώρας, το 70% των πολιτών προβλέπει μικρή ή αισθητή επιδείνωση, όταν το 9% κρίνει το αντίθετο.
Πολύ υψηλό παραμένει το ποσοστό των πολιτών που προβλέπει ότι η ανεργία θα αυξηθεί αισθητά τους προσεχείς δώδεκα μήνες, καθώς το 80% των νοικοκυριών προβλέπει ότι η ανεργία θα αυξηθεί ελαφρά ή αισθητά και ένα 9% αναμένει σταθερότητα.
Την ίδια ώρα, στο 62% ανέρχεται το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν ότι «μόλις τα βγάζουν πέρα», ενώ το αντίστοιχο εκείνων που αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους αυξάνεται στο 14% (από 9%). Το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι αποταμιεύει λίγο ή πολύ μειώνεται στο 7% (από 9%), ενώ τέλος, αμετάβλητο στο 17% διατηρείται το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι έχουν χρεωθεί.
Αποτέλεσμα της συγκεκριμένης οικονομικής κατάστασης, είναι το 73% των νοικοκυριών στην Ελλάδα να μην θεωρεί καθόλου πιθανή την αποταμίευση το επόμενο 12μηνο.
Απαισιόδοξοι είναι οι καταναλωτές και για τις τιμές των προϊόντων, με το ποσοστό εκείνων που προβλέπουν αύξηση τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό αυξάνεται στο 39% (από 32%), ενώ όσοι αναμένουν σταθερότητα τιμών περιορίζονται στο 34% (από 40%) των ερωτηθέντων.
Πάντως, το Ι.Ο.Β.Ε. καταγράφει σημαντική βελτίωση στο οικονομικό κλίμα, καθώς ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος στην Ελλάδα βελτιώθηκε τον Φεβρουάριο και διαμορφώθηκε στις 94,8 μονάδες, από 92,6 μονάδες τον προηγούμενο μήνα, επίδοση που είναι η υψηλότερη των τελευταίων 5½ ετών.
Ανά τομείς, τα συμπεράσματα της έρευνας έχουν ως εξής:
– Στη Βιομηχανία, οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη της παραγωγής και οι εκτιμήσεις για το τρέχον επίπεδο παραγγελιών και ζήτησης κερδίζουν έδαφος, με το δείκτη για τα αποθέματα να παραμένει αμετάβλητος.
– Στις Υπηρεσίες, οι εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για την τρέχουσα δραστηριότητά τους βελτιώνονται, όπως και, οριακά, εκείνες για την τρέχουσα ζήτηση και οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους.
– Στο Λιανικό Εμπόριο, οι δυσμενείς εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις περιορίζονται, όπως συμβαίνει και με τις αρνητικές προβλέψεις για τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές τους, με το δείκτη όμως των εκτιμημένων αποθεμάτων να διευρύνεται.
– Στις Κατασκευές, οι αρνητικές προβλέψεις για το πρόγραμμα εργασιών των επιχειρήσεων παραμένουν στα ίδια επίπεδα, ενώ ο δείκτης για την απασχόληση ενισχύεται εκ νέου και ωθεί το δείκτη ανοδικά.
– Στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, οι προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού και για την οικονομική κατάσταση της χώρας, καθώς και οι αντίστοιχες για την εξέλιξη της ανεργίας το επόμενο 12μηνο παραμένουν σχεδόν αμετάβλητες, ενώ οι προθέσεις για αποταμίευση επιδεινώνονται.