Του ΚΩΣΤΑ Ε. ΠΑΔΟΥΒΑ*
Παρακολουθώντας δημοσιογραφικά την υπόθεση της συνεχιζόμενης δικαστικής δίωξης του Γερμανού Ακαδημαϊκού δασκάλου και ιστορικού κ. Χάινς Ρίχτερ (Ηinz Richter) με βάση Ελληνικό αντιρατσιστικό νόμο, επειδή στο βιβλίο του με τίτλο: «Η κατάκτηση της νήσου Κρήτης το Μάη του 1941» είναι εμφανής ο στόχος της εξ ίσου κατανομής των ευθυνών επί των γενομένων εγκλημάτων πολέμου μεταξύ των εισβολέων και μετέπειτα κατακτητών Γερμανών του Γ’ Ράιχ (της Βέρμαχτ) στην Κρήτη το 1941 (εγκληματιών πολέμου) και των τοπικών κατοίκων (θυμάτων, αντιστασιακών), διαπιστώνονται αβίαστα προκλητικές καταθέσεις ορισμένων μαρτύρων Ακαδημαϊκών δασκάλων μελών της Ελληνικής Ακαδημαϊκής Κοινότητας.
Στις καταθέσεις τους ενώπιον της ακροαματικής διαδικασίας στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο Ρεθύμνου, περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, οι εξής περίπου μονοσήμαντες τοποθετήσεις τους: « Η Ακαδημαϊκή ελευθερία είναι αδιαπραγμάτευτη», «Η δίωξη σε βάρος του (σ.σ. Ρίχτερ) απειλεί την Ακαδημαϊκή ελευθερία», «Δεν θεωρώ ότι επιχειρεί να αναθεωρήσει προς όφελος του Ναζισμού», «Δεν γίνεται κάθε φορά που ένας Ακαδημαϊκός θέλει να γράψει ένα έργο να προσφεύγει σε νομικό σύμβουλο για να δει αν αυτό είναι δημοσιεύσιμο…», «Ο πνευματικός κόσμος δικαιούται, πρωτίστως, να κρίνει τις σκέψεις και αντιλήψεις του συγγραφέα και όχι η δικαιοσύνη» κ.ά.
Επειδή στις παραπάνω καταθέσεις παρακάμπτονται οι έννοιες της αγωνιστικότητας εξ αιτίας της φιλοπατρίας και της εθνικής συνείδησης των θυμάτων-Ελλήνων και προτάσσονται παντός άλλου οι αντιλήψεις επί της ελευθερίας της σκέψης του Γερμανού συγγραφέα στο πλαίσιο της Ακαδημαϊκής ελευθερίας, είναι προκαταβολικά εθνικά απαράδεκτες, αλαζονικές, παραπλανητικές, και εξαιρετικά ζημιογόνες τέτοιες μαρτυρικές καταθέσεις, για τον απλό λόγο ότι εξασθενίζουν τον κοινωνικό πατριωτικό ιστό των σύγχρονων και των επακόλουθων Ελληνικών κοινωνιών.
Πραγματικά είναι λυπηρό το φαινόμενο να προσέρχονται στο ακροατήριο των δικαστηρίων σύγχρονοι Έλληνες Ακαδημαϊκοί δάσκαλοι, με το πρόσχημα να υπερασπιστούν την ελευθερία των οποιωνδήποτε αντιλήψεων και σκέψεων σε βάρος των θυμάτων των Γερμανών στην Κρήτη (προπαντός τον συνάδελφό τους Γερμανό συγγραφέα), χωρίς να προτάσσονται ταυτόχρονα οι εθελοθυσίες όλων των αγωνιστών στην Κρήτη, που θυσίασαν ότι πολυτιμότερο είχαν (ζωές και περιουσίες) στους εκεί απελευθερωτικούς ηρωικούς αγώνες τους αφήνοντας ενεούς τους λοιπούς πληθυσμούς σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ακόμη επαχθέστερες εθνικά είναι οι καταθέσεις του τύπου «ο πνευματικός κόσμος δικαιούται, πρωτίστως, να κρίνει ή κατακρίνει-καταδικάζει στο όνομα της Ακαδημαϊκής ελευθερίας τις οποιεσδήποτε έγγραφες σκέψεις του συγγραφέα», σε βάρος της αναγνωρισμένης ως επιτυχημένης εθνικής αντίστασης του πληγωμένου Κρητικού λαού και πολύ περισσότερο όταν αφήνονται υπονοούμενα ότι οι ανεξέλεγκτοι αντιστασιακοί αγώνες του λαού αυτού «προκάλεσαν τα αντίποινα» από τους τότε «νεαρούς αλλά σπουδαίους μαχητές Γερμανούς που αποτελούσαν την Ελίτ του τρίτου Ράιχ».
Με άλλους λόγους, είναι ουτοπία να εισάγεται εσκεμμένα ή μη, άμεσα ή έμμεσα, σε εθνικά ή παγκόσμια ακροατήρια, ως υπερέχουσα η Ακαδημαϊκή ελευθερία του αγωνιστικού πνεύματος κάθε απελευθερωτικού αγώνα, παραλείποντας είτε παραγνωρίζοντας την ταυτόχρονη απόδοση ανάλογης τιμής στους αγωνιστές (σε όλους τους Κρητικούς αγωνιστές στην προκειμένη περίπτωση), που με τον μέγα μαζικό ενθουσιασμό και το θείο αγωνιστικό πνεύμα που επικράτησε τότε, αντιμετώπισαν τους εισβολείς, τους αποδεκάτισαν και με πραγματικούς κινδύνους της ζωής και των περιουσιών τους περιέθαλψαν και διέσωσαν ξένα συμμαχικά στρατεύματα (Άγγλων, Αυστραλών, Νεοζηλανδικών) που πολέμησαν στο πλευρό τους.
Πέραν, όμως, των παραπάνω δεοντολογικών υποχρεώσεων των καταθετών-μαρτύρων Ελλήνων Ακαδημαϊκών δασκάλων, κατά την καθ’ όλα εύλογη επιστημονική συμπαράσταση και υποστήριξη της Ακαδημαϊκής ελευθερίας του Γερμανού Ακαδημαϊκού συνάδελφό τους, είναι ακόμη πιο λυπηρό να μην τοποθετούνται ταυτόχρονα και με σαφήνεια επί των ορίων διαχωρισμού μεταξύ κατακτητών και κατακτημένων του καθολικού ανιδιοτελούς καταπιστεύματος: «τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι» (που άφησαν ως παρακαταθήκη οι 300 του Λεωνίδα μετά τον άνισο αγώνα στις Θερμοπύλες), αλλά να δέχονται ή να παραβλέπουν να αιωρείται ή να εξισώνεται η ιδεοληψία του συγγραφέα ότι και οι Γερμανοί εισβολείς πολέμησαν με παρόμοιο ανιδιοτελές εφαλτήριο, γεγονός που αποδεικνύεται και από την ολική αποστασιοποίησή του στο βιβλίο του από κάθε υποχρέωση της χώρας του να χορηγήσει τις δικαιούμενες πολεμικές αποζημιώσεις στην Ελλάδα, οι οποίες διεκδικούνται και δεν παραγράφονται από τη χώρα μας και όχι μόνο. Επιχειρεί να υπονοηθεί κάποιου είδους δικαίωση των θυτών ομοεθνών του για τις πραγματικές και τεκμηριωμένες απάνθρωπες πράξεις τους σε βάρος αθώων πολιτών και των περιουσιών του Κρητικού λαού, επεκτείνοντας τη νοσηρή ιδεοληψία του με απαράδεκτους χαρακτηρισμούς των θυμάτων όπως, ότι εφάρμοζαν «βρώμικους» αντάρτικος αγώνες, βεβηλώσεις στους σωρούς των νεκρών κ.ά. αιτιάσεις εξίσωσης και αποφυγής των αποζημιώσεων.
Γενικότερα, άπαντες οι Έλληνες Ακαδημαϊκοί δάσκαλοι θα έπρεπε να ταχθούν αναφανδόν υπέρ του επιχειρούμενου ιστορικού αναθεωρητισμού στο υπόψη βιβλίο του κ. Ρίχτερ, θέτοντας εκτός της Ακαδημαϊκής ελευθερίας τις ποικίλες «ιδεοληψίες» του συγγραφέα, ακολουθώντας την όλη υπάρχουσα λοιπή σχετική βιβλιογραφία στην οποία απουσιάζουν τέτοιες πρωτοφανείς ανατροπές του Ελληνικού και Διεθνούς δικαίου και για ένα επί πλέον βασικό λόγο. Οφείλουν, ως ταγοί της κορυφαίας και έγκυρης Ακαδημαϊκής κοινότητας, να διδάσκουν με ηχηρότητα το μεγαλείο της Ελληνικής φυλής όπως το συνόψισε ο Αισχύλος: «Ω παίδες Ελλήνων, ίτε, ελευθερούτε πατρίδ, ελευθερούτε δε παίδας, γυναίκας, θεών τε πατρώων έδη, θήκας τε προγόνων, νυν υπέρ πάντων ο αγών», όχι μόνο εντός των αιθουσών διδασκαλίας αλλά και στα οποιαδήποτε δημόσια ακροατήρια, υπηρετώντας επάξια το αρχαιότατο τούτο νόημα της Ακαδημαϊκής ελευθερίας που γεννήθηκε στη χώρα μας.
Γένοιτο!
* Ο Κώστας Ε. Παδουβάς είναι αντιστράτηγος ε.α. ομότιμος πολιτικός μηχανικός ΕΜΠ, συγγραφέας