Στη γενέτειρα των κορυφαίων συνδικαλιστών
Από τη χαραυγή του περασμένου αιώνα οι πρώτες κινητοποιήσεις στο Ρέθυμνο
Η παράτολμη κίνηση δυο χριστιανών λιμενεργατών
Δεν είναι τυχαίο ότι οι πρώτοι συνδικαλιστές διεθνούς εμβέλειας, Καλλιρρόη Σιγανου-Παρρέν, Σταύρος Καλλέργης, Λούης Τίκας (Ηλίας Σπαντιδάκης) κατάγονταν από το Ρέθυμνο.
Στην πόλη αυτή από την χαραυγή της λευτεριάς η διεκδίκηση του εργατικού δικαίου γίνεται με τρόπο δυναμικό.
Ας δούμε μερικούς σημαντικούς σταθμούς.
Γενάρη του 1900 η εφημερίδα «Αναγέννηση» (Υπεύθυνος έκδοσης Ι. Ν. Δάνδολος, διευθυντής και συντάκτης Θεμιστοκλής Γ. Παπαδάκις) υποδέχεται τη νέα χρονιά με το πρόβλημα των δασκάλων που έκαναν γιορτές απλήρωτοι.
Κι ο αρθογράφος δικαίως εξαπολύει μύδρους κατά παντός υπευθύνου, γιατί ενώ άλλοτε, όπως αναφέρει, ακόμα και οι ξένοι διοικούντες αν δεν είχαν δανείζονταν για να πληρώσουν δημοσίους υπαλλήλους και δασκάλους, επί χριστιανικής διοίκησης και με χρήματα που επαρκούν οι δάσκαλοι του Ρεθύμνου έμειναν απλήρωτοι.
Φαίνεται όμως πως η αρμόδια υπηρεσία θα πρέπει να λειτουργούσε εντελώς ανοργάνωτα, καθώς τον Οκτώβρη του 1899 έκανε τη μεγαλύτερη γκάφα από καταβολής δημοσίων υπηρεσιών. Αντί να στείλει τον φάκελο με τους διορισμούς των δασκάλων στον αρμόδιο επόπτη, τον παρέδωσε σε έναν επιβάτη που τον… ξέχασε στο ατμόπλοιο Χ. Δαούτ, που τον ταξίδεψε στην Αφρική. Μόλις έγινε γνωστή η περιπέτεια του φακέλου αναγκάστηκε η Διεύθυνση να εκδώσει νέους διορισμούς. Μέχρι να ενημερωθούν οι διορισθέντες πέρασαν οι μέρες και τα μαθήματα εκείνη τη χρονιά ξεκίνησαν δυο βδομάδες αργότερα.
Καλούσε τέλος ο αρθρογράφος τον αρμόδιο σύμβουλο να πάρει θέση για να πάψουν τα φαινόμενα που πλήρωναν αντί να πληρώνονται οι άμοιροι οι δάσκαλοι.
Το 1919 έχουμε κάποιες κινητοποιήσεις που προσπαθούν οι κρατούντες να μην πάρουμε μεγάλη δημοσιότητα. Είναι η απεργία των λιμενεργατών που χαρακτηρίζονται κι …εκβιαστές από τον αρθρογράφο της εφημερίδας «Κρητική Επιθεώρηση».
Τα πράγματα είχαν ως εξής:
Οκτώβρη του 1919 είχε καταπλεύσει στο λιμάνι μας το ατμόπλοιο «Πόπη» με 1.000 σάκους σιτάρι για τις ανάγκες του τόπου. Μάταια όμως περίμεναν οι ναυτικοί τους λιμενεργάτες να ανέβουν για την εκφόρτωση. Αυτοί με τον επικεφαλής τους Χουσεΐν Καπετάνιο αρνήθηκαν να εργαστούν νύχτα. Λίγο μετά έχουμε και την κινητοποίηση των καπνεργατών και σιγαροποιών του Καπνεργοστασίου Ρεθύμνης.
Σε απεργία προχώρησαν και οι λιμενεργάτες Πανόρμου διεκδικώντας αύξηση ημερομισθίου. Η απεργία αυτή κατεστάλη σε μια μέρα με την επέμβαση της Χωροφυλακής. Η σύλληψη μερικών και η κράτησή τους στη φυλακή συγκράτησε τους υπόλοιπους που αποφάσισαν να σταματήσουν τον αγώνα τους.
Η είσοδος του 1920 γίνεται στο ίδιο σκηνικό άθλιας διαβίωσης και στέρησης στη συμπαθή τάξη των λιμενεργατών. Τώρα είχαν κι άλλο μπελά. Δεν πρόλαβαν οι φουκαράδες να πάρουν τη χαρά που ήρθε πλοίο στο λιμάνι με 1.700 σακιά αλεύρι του δημοσίου και ήρθαν οι Τούρκοι συνάδελφοί τους να τους πάρουν τη μπουκιά από το στόμα.
Αυτό δεν το σήκωσαν δυο από αυτούς ο Ιωάννης Παπαδόσηφος και ο Δημήτριος Πετρακάκης και κατήγγειλαν με επιστολή τους στον τύπο τον Χουσεΐν, καπετάνιο του λιμανιού που υποστήριζε τις ενέργειες αυτές προς όφελος των ομοθρήσκων του.
Η καταγγελία αυτή δεν ήταν κάτι τόσο απλό για την εποχή που αναφερόμαστε. Ο κόσμος του λιμανιού είχε τους δικούς του νόμους γι’ αυτό ίσως και οι επιφανείς του τόπου απέφευγαν να περνούν από εκεί για να προστατεύσουν την υπόληψή τους. Φαίνεται όμως πως το έλεγε η ψυχή των δυο επιστολογράφων που πίστευαν πως αν έκαναν αυτή τη δημόσια καταγγελία ίσως να ευαισθητοποιούσαν τους αρμόδιους να πάρουν θέση.
Και πάλι οι δάσκαλοι έρχονται στο προσκήνιο την ερχόμενη χρονιά, 1921, οι οποίοι βιώνουν εργασιακό μεσαίωνα.
Σύμφωνα με τους κανόνες οι δάσκαλοι έπρεπε να υπακούν τυφλά στην εποπτεύουσα αρχή αλλιώς θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν στην καλύτερη περίπτωση τον υποβιβασμό και στη χειρότερη την εξορία…
«Δάσκαλοι υπό διωγμόν» είναι και το κεντρικό σχόλιο της εφημερίδας «Κρητική Επιθεώρηση» πέραν των ευχετηρίων κειμένων λόγω νέου έτους.
Βέβαια μια καταγγελία δεν έφερνε τη δικαίωση αλλά κι ένας ψίθυρος στην απόλυτη σιωπή είναι κάτι από το παντελώς τίποτα.
Σε μετερίζια διαμαρτυρίας ήταν την ίδια περίοδο και οι παλαιοί αγωνιστές, οι οποίοι έπαιρναν από το κράτος μια υποτυπώδη σύνταξη. Πρωτοχρονιά όμως του 21 κόπηκε κι αυτή χωρίς εξήγηση. Κι όταν είδαν οι αρμόδιοι ότι οι παλιοί αγωνιστές δεν εμπαίζονται εύκολα προφασίστηκαν πως για λόγους εκκαθάρισης μητρώων καθυστέρησε η καταβολή της σύνταξης η οποία δεν είχε διακοπεί.
Σε μοίρα μη προνομιούχων εργαζομένων ήταν και οι κληρικοί. Με τα «χερικά» των ενοριτών ζούσαν που δεν είχαν κι αυτοί μεγάλη οικονομική επιφάνεια που θα τους επέτρεπε μεγαλύτερη γενναιοδωρία.
Τελικά φάνηκε ένα φωτεινό σημείο στο μέλλον τους με την ίδρυση του ταμείου σύνταξης κληρικών το 1930. Ο Πολύβιος Τσάκωνας χαιρέτησε από την εφημερίδα του «Εφημερίς των Συζητήσεων» το γεγονός ευχόμενος πάντως να μπορούσε από το ταμείο αυτό να εξασφαλιστεί κι ένας μισθός για τους κληρικούς προκειμένου να απαλλαγούν πια από την μεγάλη αβεβαιότητα της επιβίωσης.
Έχουμε κι άλλες κινητοποιήσεις στο μεταξύ όπως των αγροτών τον Αύγουστο του 1934 στο Πέραμα που διεκδικούσαν την διατήρηση του καθεστώτος των αμβύκων και φορολογικές ελαφρύνσεις.
Πρωτοπόρος αγωνιστικών κινητοποιήσεων ο Γιώργης Βασσάλος
Σ’ αυτούς τους καιρούς της πλήρους αβεβαιότητας έχουμε κινητοποιήσεις που θα δημοσιεύσουμε αναλυτικά σε λίγο καιρό που τελειώνει η έρευνά μας για το εργατικό κίνημα στο Ρέθυμνο.
Ανδρώνονται όμως από τις καταστάσεις και άνθρωποι με ψυχή που θα γίνουν πρωτοπόροι των αγωνιστικών διεκδικήσεων. Όπως ο Γιώργης Ι. Βασσάλος. Ήταν ο πρώτος πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου που ιδρύθηκε το 1935 από 12 σωματεία πλην των σαπωνεργατών.
Αυτός γεννήθηκε το 1897 στο ιστορικό Μελιδόνι και ανήκε σε μια φτωχή αγροτική οικογένεια που είχε όμως βαθιές ιστορικές ρίζες.
Σαν τέλειωσε το τετρατάξιο σχολείο του χωριού του, εργάστηκε σαν επιπλοποιός στο Ρέθυμνο και το 1915 πήγε στην Αθήνα, όπου εργάστηκε, για ένα μικρό διάστημα, σε ξενοδοχείο.
Από μικρός δηλαδή είχε δοκιμάσει το πικρό ψωμί του μεροκάματου. Στην Αθήνα γνώρισε και τους πρωτοπόρους των συνδικαλιστικών αγώνων κι άρχισε να καλλιεργείται μέσα του ο σπόρος της ανάγκης για κοινωνική δικαιοσύνη.
Γύρισε στο χωριό του το 1917 και κατετάγη στη Χωροφυλακή. Με τη μεσολάβηση του τότε βουλευτή Νίκου Ασκούτση τοποθετήθηκε στη Στρατονομία της 13ης Μεραρχίας.
Έλαβε μέρος στο Μακεδονικό μέτωπο, στην εκστρατεία της Ουκρανίας κι έπειτα πολέμησε στη Μικρά Ασία μέχρι το Καλέ Γκρότο.
Μετά την πτώση του Ελευθερίου Βενιζέλου τον έστειλαν στο Πεζικό, όπου τον βρήκε η κατάρρευση. Από εκεί τον βρίσκουμε στη Θεσσαλονίκη με τον αδερφό του, εργαζόμενο σε αυτοκίνητο. Έτσι έγινε οδηγός.
Το 1924 έφυγε για τον Πειραιά όπου και ξεκίνησε την ενεργό δράση του στο κόμμα που εξέφραζε την ιδεολογία του. Στο Κομμουνιστικό Κόμμα τον οργάνωσε ο χωριανός του Κωστής Βασσάκης.
Λίγο αργότερα επέστρεψε στο Ρέθυμνο κι εδώ με τους Νίκο Τσαλδάρη, Μανόλη Αναγνωστάκη, Ηρακλή Ζώνο, Μιχάλη Γριντάκη, Μανόλη Τζεδάκη, Μανόλη Πλεύρη και Κώστα Κούνουπα συγκροτούν την πρώτη κομμουνιστική οργάνωση στο νομό μας.
Το 1932 διορίστηκε οδηγός στον καταβρεχτήρα του δήμου και στην Πυροσβεστική. Πρωτοστατεί κι εδώ για την ίδρυση του πρώτου σωματείου οδηγών με πρόεδρο τον ίδιο.
Σαν οδηγός άφησε εποχή. Κατάβρεχε το δρόμο καταλαγιάζοντας τη σκόνη, μοίραζε νερό. Και όλοι… έπιναν νερό στ’ όνομά του. Ήταν εξαιρετικά δημοφιλής. Το εγκώμιό του έπλεκαν επαγγελματίες και νοικοκυρές κάθε που περνούσε από τη γειτονιά τους.
– Αυτός είναι ο άνθρωπος που φέρνει τη δροσιά.
– Ο Βασσάλος ο «καταβρεχτήρας».
Κι όταν μοίραζε νερό τον συνόδευε η ευχή «Η ψυχή του να το βρει».
Ιδρύεται το Εργατικό Κέντρο
Ο Γιώργης δεν έπαψε ποτέ ν’ αγωνίζεται για τα δικαιώματα των εργαζομένων. Κι επειδή κάθε ειλικρινής αγωνιστής πιστεύει πάνω απ’ όλα στο «εμείς» προχώρησε με άλλους συνοδοιπόρους του στην ίδρυση του Εργατικού Κέντρου το 1932.
Στο πρώτο εκείνο Διοικητικό Συμβούλιο, πρόεδρος ήταν ο Βασσάλος, αντιπρόεδρος ο Φραγκιάς Βλαχάβας, γενικός γραμματέας ο Αντώνης Τσουράκης, ταμίας ο Τίτος Ριακωτάκης, έφορος Μανόλης Στεφάνου και μέλη Γιώργης Παπαδάκης, Σάββας Τσιμπούκας, Χαράλαμπος Κιαγιάς και Νίκος Μπενής.
Ήρθε όμως η Μεταξική δικτατορία ν’ ανακόψει την πλούσια δράση των πρωτοπόρων αυτών συνδικαλιστών και το 1939 συλλαμβάνει 28 από αυτούς. Μετά από φρικτά βασανιστήρια στα κρατητήρια της Ασφάλειας, έστειλε στην εξορία του Ζώνο, Αναγνωστάκη, Γριντάκη και Σιμιτζή. Οι τρεις πρώτοι πέθαναν στα ξερονήσια και στην Ακροναυπλία από τις κακουχίες.
Στον πόλεμο του ‘40 η πατρίδα θυμήθηκε κι αυτά τα παιδιά της που πλήρωναν το τίμημα της ιδεολογίας τους σε φυλακές και εξορίες.
Ήρθε η Μάχη της Κρήτης να γράψει μια νέα εποποιία. Ο Γιώργης Βασσάλος με τον καταβρεχτήρα του έσπευδε σε κάθε πυρκαγιά και με το τουφέκι στο χέρι πολεμούσε τον εχθρό.
Ακολούθησαν τα χρόνια της Κατοχής. Μέσα στα τόσα της δεινά ήταν και οι αγγαρείες. Ο Βασσάλος επιτάσσεται για να μεταφέρει με την υδροφόρα του δήμου νερό στα Γερμανικά έργα.
Η δράση του στην αντίσταση
Ωστόσο είναι από τους πρώτους που οργανώθηκε στην Αντίσταση. Η πρώτη του αποστολή ήταν να καταστρέψει το αυτοκίνητό του για να μη μεταφέρει νερό και άλλα υλικά στα υπό κατασκευή γερμανικά οχυρά. Στην ομάδα του στο μεταξύ είχε προσχωρήσει κι ένας… Γερμανός αντιφασίστας. Με τη βοήθειά του ο Βασσάλος και οι άλλοι προώθησαν στο στρατόπεδο των Ρώσων και άλλων συμμάχων αιχμαλώτων τρόφιμα που είχαν μαζέψει σε εξαιρετικά τολμηρές επιχειρήσεις.
Ο Γιώργος Βασσάλος διακρινόταν για την τόλμη και τη γενναιότητά του. Δεν δίστασε να διαρρήξει το γραφείο του μηχανικού του δήμου, να πάρει το χάρτη του Ρεθύμνου και να τον παραδώσει στην Οργάνωση για να τον στείλει στη Μέση Ανατολή, όπως είχε διατάξει το εκεί στρατηγείο.
Σύλληψη και στρατόπεδο
Κατακτητές και δοσίλογοι δεν άργησαν να επισημάνουν τη δράση του. Στις 16 Ιουνίου του 1943, συλλαμβάνεται μαζί με τους Γιώργη Γιακουμογιαννάκη, δικηγόρο, Νίκο Ανδρουλιδάκη δικηγόρο, Γιάννη Μαρνιέρο-Δημητρακάκη (Ζαμπράκο), Αντώνη Παπαδάκη, Μανόλη Σπηλιανάκη, Σπύρο Σοφουλάκη, Γιάννη Ευαγγελίδη, επιθεωρητή, Γιώργη Μοράκη, Βασίλη Σπανδάγο, Νίκο Μπιράκη, δικηγόρους, Ματζουράκη και Γιώργη Περακάκη, γιατρό.
Στην ίδια φουρνιά των συλλήψεων ήταν επίσης ο Μύρων Μαθιουδάκης από την Κοξαρέ με άλλους χωριανούς του και από τον Άγιο Σύλα ο Γιάννης Παρασύρης.
Τους μετέφεραν στο Ηράκλειο, χωρίς κανένας να ξέρει ακριβώς ποια θα ήταν η τύχη του. Εκεί άφησαν τους δικηγόρους Νίκο Μπιράκη και Βασίλη Σπανδάγο, τον γιατρό Γιώργη Περακάκη τον επιθεωρητή Γιάννη Ευαγγελίδη και τον Γιάννη Μαρνιέρο. Τους άλλους έστειλαν σε γερμανικά στρατόπεδα, όπου άφησαν την τελευταία τους πνοή, κάτω από τις γνωστές απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης, ο δικηγόρος Γιακουμογιαννάκης, ο Γιάννης Παρασύρης, ο Γιώργης Μοράκης και πολλοί άλλοι πατριώτες.
Ο Γιώργης Βασσάλος κατέληξε στο φρικτό στρατόπεδο του Ματχάουζεν. Ήταν το κεντρικό από το οποίο και γίνονταν οι μεταγωγές σε άλλα στρατόπεδα. Εκεί μέχρι τις 5 του Μάη 1945 έζησε τη φρίκη της ναζιστικής θηριωδίας.
Γύρισε στο Ρέθυμνο, ένα ανθρώπινο ράκος αλλά με ατσάλινη θέληση να ξεκινήσει τη ζωή του από την αρχή. Αλλά λογάριαζε χωρίς τους μισαλλόδοξους παράγοντες που δεν τον άφησαν να πάρει ανάσα. Το αποκορύφωμα ήταν να τον απολύσουν από τον Δήμο το 1948.
Πάντα με το κεφάλι ψηλά
Κι όμως παρά το γεγονός ότι το κορμί του υπέφερε ακόμα από τα κατάλοιπα που είχαν αφήσει τα βασανιστήρια, έκανε κουράγιο και με χίλια βάσανα προσπάθησε να συντηρεί την οικογένειά του. Εκείνος μόνο ήξερε πως μεγάλωσε τα τρία του παιδιά, τον Νίκο, τη Μαρία και τη Στέλλα του.
Την ίδια εποχή που δοσίλογοι και μαυραγορίτες, απολάμβαναν μια άνετη ζωή, εκείνος αναγκάστηκε να πουλήσει τη μικρή περιουσία του, μέχρι και τα χρυσαφικά της ηρωίδας επίσης συντρόφου για να επιβιώσει.
Καμιά δυσκολία δεν τον γονάτισε. Συνέχισε να αγωνίζεται. Κι ήρθε ο καιρός να απολαύσει τους καρπούς του μόχθου του. Αποκατέστησε θαυμάσια τα παιδιά του που όλη η τοπική κοινωνία καμάρωνε και έζησε τα τελευταία του χρόνια με τη Μαρία του και το γαμπρό του τον κ. Μάρκο Παπαδάκη, γνωστό μας από την υπηρεσία του στο ΙΚΑ Ρεθύμνου, για τον οποίο τόσοι συμπολίτες αναφέρουν με ευγνωμοσύνη το όνομά του, καθώς ενθυμούνται πόσο πρόθυμος ήταν πάντα να τους εξυπηρετήσει.
Η περηφάνια του Γιώργη Βασσάλου και η τακτική του να μην επιβαρύνει τους ανθρώπους του με τα προβλήματα της ηλικίας, του στοίχισε τη ζωή. Χωρίς να πει σε κανέναν το πρόβλημά του υπέφερε για μερικές μέρες κι όταν αναγκάστηκε να το αναφέρει ήταν αργά. Πέθανε στις 30 του Μάη 1982, σε ηλικία 85 χρόνων.
Είναι συγκινητικό το γεγονός ότι η μνήμη του παλαίμαχου συνδικαλιστή παρέμενε μέχρι πρότινος άσβεστη στη συνείδηση των Ρεθεμνιωτών που τον γνώρισαν και τον περιέβαλαν με την αμέριστη εκτίμησή τους. Ήταν πραγματικά ένας από τους Ρεθεμνιώτες που τίμησαν με τη θυσία τους τις αξίες για τις οποίες αγωνίστηκαν.
Πηγές:
Παναγιώτη Παρασκευά: Μια πρώτη διερεύνηση της Ιστορίας του Εργατικού Κινήματος στο Ρέθυμνο την περίοδο 1900-1967 «Κρητολογικά Γράμματα» 19/2004
Εύας Λαδιά: Γενάρης του 1900 (Πολιτιστικό Ρέθυμνο)
Εύας Λαδιά: Σημαντικά γεγονότα των δεκαετιών 1920-1930 στο Ρέθυμνο (Πολιτιστικό Ρέθυμνο)
Εύας Λαδιά: Γιώργης Βασσάλος. Από τους ιδρυτές του Εργατικού Κέντρου.
Νίκου Περακάκη: Γιώργης Βασσάλος