Η Ανοικτή Επιστήμη δεν είναι τελικά στις μέρες μας στην υπηρεσία της έρευνας και της γνώσης, καθώς η πληροφορία δεν διαχέεται όπως θα έπρεπε, με αποτέλεσμα να μην έχει πρόσβαση σε αυτήν το σύνολο των πολιτών, ερευνητών ή μη. Το θέμα αυτό αποτελεί ζητούμενο για τον Σύνδεσμο Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών, καθώς καταβάλλονται προσπάθειες στην κατεύθυνση να χαραχθεί μια εθνική στρατηγική για την Ανοικτή Επιστήμη, ούτως ώστε και η Ελλάδα να εναρμονιστεί κάποια στιγμή με το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.
Αυτή ήταν μία από τις σημαντικότερες επισημάνσεις που έγιναν χθες κατά την πρώτη ημέρα των εργασιών του 25ου πανελλήνιου συνεδρίου Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών, που διεξάγεται στο «Σπίτι του Πολιτισμού» στην παλιά πόλη και ολοκληρώνεται σήμερα.
Όπως εξήγησε μιλώντας στους εκπροσώπους του Τύπου η Βιβλιοθηκονόμος από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και συντονίστρια της μόνιμης Επιτροπής Ηλεκτρονικών Πηγών του Συνδέσμου Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών, Λία Ολλανδέζου, στην ελληνική πραγματικότητα όταν αναφερόμαστε στην Ανοικτή Επιστήμη, μιλάμε στην ουσία για τον τρόπο διάχυσης της πληροφορίας, είτε αυτή πρόκειται για κείμενα και δημοσιεύσεις, είτε για δεδομένα.
Σήμερα λοιπόν προσπαθώντας η Ελλάδα να ακολουθήσει το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, είναι προς την κατεύθυνση να χαράξει μια εθνική στρατηγική για την Ανοικτή Επιστήμη. Και αυτό προκειμένου όλα τα ακαδημαϊκά και ερευνητικά ιδρύματα να μπορούν να υιοθετήσουν -όπως είπε- τις αρχές της Ανοικτής Επιστήμης, ώστε όλες οι δημοσιεύσεις και τα δεδομένα που παράγονται στα ιδρύματα και στα ερευνητικά κέντρα να είναι διαθέσιμα προς το κοινό και τους άλλους ερευνητές και γενικά να είναι διαθέσιμα και ανοικτά για να μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν, να επαναξιολογηθούν με σκοπό να υπάρχει διάχυση της πληροφορίας.
Και ενώ όλα αυτά σήμερα θα έπρεπε να είναι ήδη σε ισχύ στην χώρα μας, τελικά αυτό δεν συμβαίνει. Όπως ανέφερε μάλιστα η κα Ολλανδέζου, στην Ελλάδα περίπου το 80% των δημοσιεύσεων που παράγουν οι Έλληνες ερευνητές είναι κλειστές, που σημαίνει ότι το σύστημα είναι κλειδωμένο και έτσι δεν υπάρχει πρόσβαση.
«Για να έχεις πρόσβαση σε αυτό το υλικό θα πρέπει να το αγοράσεις. Δηλαδή, μόνο εάν έχει χρήμα θα μπορείς να δεις και κάπως έτσι δημιουργούνται και οι λεγόμενες κοινωνικές ανισότητες, όσον αφορά στην πρόσβαση στην γνώση. Δηλαδή, η γνώση πια είναι ένα προϊόν, στο οποίο έχει πρόσβαση μόνο η «ελίτ», δηλαδή, αυτοί που μπορούν να πληρώσουν. Ωστόσο, αυτό που πρεσβεύουν οι αρχές της Ανοικτής Επιστήμης και πιο συγκεκριμένα οι αρχές της ανοικτής πρόσβασης είναι το υλικό να είναι ανοικτό, ώστε να μην χρειάζεται ο ερευνητής να πληρώσει για να δημοσιεύσει.
Το πιο παράδοξο όμως σε όλη αυτή την ερευνητική διαδικασία, είναι ότι αυτός που γράφει μια δημοσίευση, την γράφει δωρεάν, όπως δωρεάν γίνεται και η αξιολόγηση αυτής της εργασίας και μετά έρχεται ο εκδότης και την παίρνει και εν συνεχεία την πουλάει. Άρα, στην ουσία οι ερευνητές είναι κάτι σαν «φθηνά εργατικά χέρια» στο όλο σύστημα της ερευνητικής παραγωγής», σχολίασε χαρακτηριστικά η Λία Ολλανδέζου.
Επιπλέον, η κα Ολλανδέζου αναφέρθηκε και στην προσπάθεια που καταβάλλεται από την ακαδημαϊκή κοινότητα, ώστε να έρθει πιο κοντά με τις τοπικές κοινωνίες και στον τομέα αυτό. «Διότι μπορούμε -όπως είπε- να μιλάμε για επιστημονική έρευνα και να μην εκλαϊκευμένη για να την αντιληφθεί ο πολύς κόσμος, αλλά μέσα από κάποια «κανάλια» και φιλτραρίσματα, η έρευνα αυτή θα πρέπει να είναι προσβάσιμη σε όλο τον κόσμο και ειδικά όταν παράγεται με δημόσιο χρήμα. Αυτό που παράγεται με δημόσιο χρήμα θα πρέπει να διατίθεται μετά πίσω, δηλαδή, να γίνεται ένας κύκλος σαν ανατροφοδότηση, δίνω – παίρνω».
Η σημασία του Συνεδρίου
Το φετινό συνέδριο -που είναι το 25ο κατά σειρά με θέμα «Ακαδημαϊκές Βιβλιοθήκες και Ανοικτή Επιστήμη»- διοργανώνεται από την Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κρήτης και τελεί υπό την αιγίδα της Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνου και του Δήμου Ρεθύμνου.
Τα εν λόγω συνέδρια, σύμφωνα με τους ειδικούς, θεωρούνται ως ένας από τους σημαντικότερους θεσμούς για τις ελληνικές ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες και μία από τις σπουδαιότερες εκδηλώσεις στο χώρο των ελληνικών βιβλιοθηκών, καθώς καλύπτει θέματα υπηρεσιών και τεχνολογιών πληροφόρησης, αυτοματισμού και εξοπλισμού βιβλιοθηκών, καθώς και πηγών πληροφόρησης και συνδρομών.
Κατά τη διάρκεια των εργασιών του συνεδρίου, βιβλιοθηκονόμοι, μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας και προμηθευτές που δραστηριοποιούνται στο χώρο, έχουν την ευκαιρία να διευρύνουν τις γνώσεις τους, να επικοινωνήσουν με συναδέλφους τους, να ανταλλάξουν ιδέες και εμπειρίες και να ενημερωθούν για τις εξελίξεις στο χώρο των βιβλιοθηκών, καθώς και για νέα προϊόντα και υπηρεσίες.
Για τον ρόλο που έχει διαδραματίσει η βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κρήτης στον σύνδεσμο των Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών και στην καθιέρωση του εν λόγω συνεδρίου, αναφέρθηκε μεταξύ άλλων ο αναπληρωτής διευθυντής της βιβλιοθήκης του πανεπιστημιακού ιδρύματος του νησιού και πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής του συνεδρίου, Μανόλης Κουκουράκης.
Ο κ. Κουκουράκης τόνισε μεταξύ άλλων και τα εξής: «Ο σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών έχει κοινοπρακτικές συνδρομές, δηλαδή, κοινή πρακτική για όλα τα ιδρύματα σε ένα πολύ μεγάλο όγκο ξενόγλωσσων περιοδικών και βάσεων δεδομένων, περισσότερο από 15 χιλιάδες τίτλους επιστημονικών περιοδικών και πολλούς τίτλους βιβλίων. Σε αυτά έχουν πρόσβαση τα μέλη της ελληνικής ερευνητικής ακαδημαϊκής κοινότητας μέσω των συνδρομών που έχει ο Σύνδεσμος. Άλλωστε, η Βιβλιοθήκη μας πρωτοπόρησε και στην δημιουργία του αυτού του Συνδέσμου, αλλά και στην δημιουργία του συνεδρίου, που φέτος διεξάγεται για 25η φορά».
Παράδειγμα πανελλαδικά αποτέλεσε η οργάνωση της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης
Στις συνθήκες που επικρατούσαν τα χρόνια που δημιουργήθηκε στο Ρέθυμνο η Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κρήτης, η οποία μάλιστα έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην μετέπειτα ανάπτυξη των βιβλιοθηκών των ελληνικών πανεπιστημίων, αναφέρθηκε από την πλευρά του ο πρώην Διευθυντής της Βιβλιοθήκης Πανεπιστημιακού Ιδρύματος του νησιού, Μιχάλης Τζεκάκης.
Ο κ. Τζεκάκης επεσήμανε ότι η βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κρήτης, είναι ίσως η μόνη βιβλιοθήκη που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα πριν καν ξεκινήσει την λειτουργία του το Πανεπιστήμιο. «Όλα δηλαδή, έγιναν πριν να έχουμε καθηγητές, σύγκλητο, τμήματα και άλλα. Και αυτό ήταν μια πολύ σωστή ενέργεια που έγινε για πρώτη φορά τότε στην Ελλάδα. Να οργανώσεις δηλαδή, την βιβλιοθήκη και μετά να ξεκινήσεις την λειτουργία του πανεπιστημίου», είπε χαρακτηριστικά.
Ο Μιχάλης Τζεκάκης κάνοντας επίσης μια σύντομη ιστορική αναδρομή, πρόσθεσε: «Το 1975 με όρισαν σαν αρμόδιο για την οργάνωση του βιβλιοθήκης του πανεπιστημίου και τότε στο Ρέθυμνο δεν υπήρχε τίποτα. Ένα χρόνο μετά νοικιάσαμε ένα γραφείο στην λεωφόρο Κουντουριώτου και αυτό ήταν το πρώτο γραφείο του Πανεπιστημίου. Εκεί αρχίσαμε να συλλέγουμε το υλικό της βιβλιοθήκης, το οποίο μεταφέραμε στην συνέχεια στις εγκαταστάσεις του Πανεπιστημίου στα Περβόλια, το οποίο ξεκίνησε την λειτουργία του, το ακαδημαϊκό έτος 1977 – 1978. Τότε ήταν η χρονιά που μεταφέραμε τα βιβλία από το κτίριο της λεωφόρου Κουντουριώτου στα Περβόλια.
Επίσης, θα πρέπει να αναφερθώ και στις επιτυχίες που είχαμε σαν βιβλιοθήκη, οι οποίες ήταν πολλές, διότι μέχρι τότε δεν υπήρχαν κεντρικές βιβλιοθήκες στα πανεπιστήμια και η δική μας (δηλαδή, του Πανεπιστημίου Κρήτης) ήταν η πρώτη συνολική κεντρική βιβλιοθήκη που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα. Αυτό δεν ήταν εύκολο να γίνει στα άλλα πανεπιστήμια, διότι λειτουργούσαν τα σπουδαστήρια, που ήταν «κομμάτια» της βιβλιοθήκης. Η Αθήνα για παράδειγμα, είχε περίπου 100 με 150 σπουδαστήρια, η Θεσσαλονίκη είχε 120 σπουδαστήρια, που σημαίνει ότι η βιβλιοθήκη και η γνώση ήταν κατακερματισμένη.
Εμείς όμως, είπαμε ότι θα συγκεντρώσουμε τα πάντα που έχουν σχέση με την βιβλιοθήκη σε ένα ενιαίο χώρο και τα Περβόλια βοήθησαν σε αυτό. Διότι δεν υπήρχε μεγάλος χώρος και έτσι αναγκαστικά οι καθηγητές όταν άρχισαν να μαζεύονται δεν είχαν χώρο να βάλουν τα δικά τους βιβλία και όλα τα βιβλία ήταν μέσα στην κεντρική βιβλιοθήκη. Το ίδιο είχαμε κάνει και στο Ηράκλειο και αυτό ήταν πολύ πρωτοποριακό.
Άλλωστε, η βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κρήτης, ήταν από τις πρώτες βιβλιοθήκες που ξεκίνησαν την μηχανογράφηση, που επίσης ήταν ένα σύστημα πολύ πρωτοποριακό για την Ελλάδα και που αν μας βοηθούσε τότε το Ι.Τ.Ε. θα ήταν σήμερα το επικρατέστερο σύστημα στην χώρα μας».
Εξάλλου, σύμφωνα με τον κ. Τζεκάκη η βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κρήτης, πρωτοστάτησε τότε και στην διοργάνωση των αντίστοιχων συνεδρίων μαζί με τις βιβλιοθήκες από τα Πανεπιστήμια της Πάτρας και των Ιωαννίνων. «Τα νέα πανεπιστήμια όταν ξεκινούσαν τις βιβλιοθήκες τους πήραν πολλά πράγματα από τα στοιχεία της δικής μας βιβλιοθήκης», σχολίασε χαρακτηριστικά.
«Αγκάθι» στην ανάπτυξη των Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών η έλλειψη οργανισμού λειτουργίας
Και την ώρα που η βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κρήτης -που σημειωτέον είναι ενιαία σε Ρέθυμνο και Ηράκλειο- χαρακτηρίζεται ως πρωτοποριακή και αποτελεί παράδειγμα για όλα τα ελληνικά πανεπιστήμια, δυστυχώς δεν μπορεί πλέον να αναπτυχθεί ακόμα περισσότερο, εξαιτίας του ότι δεν έχει ολοκληρωθεί το θεσμικό πλαίσιο που θα διέπει τις ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες.
Αυτό, όπως εξήγησε ο κ. Τζεκάκης, έχει ως αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι σήμερα στις βιβλιοθήκες να έχουν προσωποπαγείς θέσεις, επειδή δεν υπάρχει ακόμα ο εγκεκριμένος οργανισμός λειτουργίας τους. «Αυτό σημαίνει ότι όταν φεύγουν από την βιβλιοθήκη για κάποιο λόγο, οι θέσεις αυτές χάνονται και άρα χρόνο με τον χρόνο, ενώ η δουλειά της βιβλιοθήκης αυξάνει, το προσωπικό μειώνεται. Αυτό είναι ένα από τα μεγάλα ζητήματα», ανέφερε μεταξύ άλλων ο πρώην διευθυντής της Βιβλιοθήκης του ανώτατου εκπαιδευτικού Ιδρύματος της Κρήτης.
Εξάλλου, κάτι αντίστοιχο δήλωσε στους δημοσιογράφους και ο αναπληρωτής διευθυντής της Βιβλιοθήκης Πανεπιστημίου Κρήτης, Μανόλης Κουκουράκης, αναφερόμενος στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στις μέρες μας οι ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες. «Το θέμα του οργανισμού λειτουργίας των βιβλιοθηκών είναι πολύ σημαντικό και τώρα μόνο η διαδικασία αυτή βρίσκεται σε στάδιο ολοκλήρωσης», τόνισε χαρακτηριστικά.
Και συνεχίζοντας πρόσθεσε πως «Θα θέλαμε να έχουμε αρκετά περισσότερο προσωπικό. Αυτή την στιγμή στο Ρέθυμνο είμαστε 20 άτομα και στο Ηράκλειο 15 και θεωρούμε ότι για να λειτουργήσει σωστά μια βιβλιοθήκη τέτοιας κλίμακας, θα έπρεπε να έχει αρκετά περισσότερο κόσμο, σχεδόν τον διπλάσιο».
Ο πλούτος της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης
Τεράστιας σημασίας όμως, είναι ο πλούτος που διαθέτει στις μέρες μας η Βιβλιοθήκη του πανεπιστημιακού Ιδρύματος της Κρήτης, καθώς έχει περισσότερο από μισό εκατομμύριο τόμους βιβλίων και περιοδικών.
Επίσης, διαθέτει έναν από τους μεγαλύτερους -αναλογικά με το μέγεθος του πανεπιστημίου- και τους καλύτερα οργανωμένους ηλεκτρονικούς καταλόγους στην Ελλάδα, ενώ έχει ψηφιοποιήσει και διαθέτει ελεύθερα στο διαδίκτυο το μεγαλύτερο μέρος των κλειστών συλλόγων της, που αυτή την στιγμή είναι πάνω από 2 εκατομμύρια 300 χιλιάδες ψηφιοποιημένες σελίδες. Το υλικό αυτό, σύμφωνα με τον Μανόλη Κουκουράκη, είναι ελεύθερο για χρήση όχι μόνο για τα μέλη της ερευνητικής κοινότητας, αλλά για οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο σε όλο τον κόσμο.
Επιπλέον, σύμφωνα με τον ίδιο, ο κατάλογος της βιβλιοθήκης είναι πλήρως μηχανογραφημένος και είναι διαθέσιμα όλα τα βιβλία που μπορεί να εντοπίσει κάποιος από οποιοδήποτε σημείο βρίσκεται. «Η βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου μας είναι μια ενιαία κεντρική υπηρεσία και μάλιστα το Πανεπιστήμιο Κρήτης, ήταν το πρώτο στην Ελλάδα που εισήγαγε την οργάνωση της βιβλιοθήκης του ως ενιαίο οργανισμό για όλο το πανεπιστήμιο, δηλαδή και για το Ρέθυμνο και για το Ηράκλειο», ανέφερε.
Αναγκαία η επέκταση της Βιβλιοθήκης στην Πανεπιστημιούπολη Γάλλου
Εν τω μεταξύ, περισσότερο αναγκαία από ποτέ, χαρακτηρίζει ο αναπληρωτής διευθυντής της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης την επέκταση του κτιρίου, στο οποίο φιλοξενείται στις εγκαταστάσεις του Ιδρύματος στου Γάλλου.
Σύμφωνα με τον κ. Κουκουράκη, ήδη έχουν εξασφαλιστεί όλες οι απαιτούμενες εγκρίσεις και όπως ο ίδιος εκτιμά μέχρι τα τέλη του χρόνου θα έχει προκηρυχθεί το έργο, που είναι συνολικού προϋπολογισμού, 7,2 εκατομμυρίων ευρώ και το οποίο αφορά στην επέκταση του κτιρίου της βιβλιοθήκης στο Ρέθυμνο.
«Αυτό είναι απαραίτητο να γίνει, διότι το κτίριο είναι πια ασφυκτικά γεμάτο. Όταν είχε ξεκινήσει αυτό το κτίριο είχε σχεδιαστεί με μια προοπτική είκοσι χρόνων, η οποία πια έχει παρέλθει και επειδή η βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου μας έχει καταξιωθεί στα μάτια της ελληνικής ερευνητικής κοινότητας, δέχεται πάρα πολλές δωρεές από λόγιους Κρήτες και μη, με αποτέλεσμα εκτός από τις αγορές που κάνει και με δωρεές, να έχουν αυξηθεί πάρα πολύ τα μεγέθη των συλλογών. Άρα, χρειαζόμαστε επέκταση του κτιρίου για να μπορούμε να λειτουργούμε με κάποια άνεση», πρόσθεσε μεταξύ άλλων ο Μανόλης Κουκουράκης.
Σημειώνεται ότι η χρηματοδότηση για το έργο της επέκτασης της Βιβλιοθήκης προέρχεται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.