Ο Ακάθιστος Ύμνος, αυτό το μεγάλης πνοής ποιητικό και μουσικό αριστούργημα της παράδοσής μας θα ακουστεί απόψε ακέραιο στους Ιερούς Ναούς της πόλης μας. Η ιδιοτυπία του Ακαθίστου Ύμνου έγκειται στο ότι συνάπτει και συμπλέκει δύο πολύ σημαντικά αλλά και διαφορετικά υμνολογικά συστήματα, τα οποία απετέλεσαν σταθμούς στην ιστορική εξέλιξη της εκκλησιαστικής μας μουσικής και υμνωδίας: το Κοντάκιο και τον Κανόνα.
Το κοντάκιο του Ακάθιστου Ύμνου
Το κοντάκιο αναφέρεται σε μια μεγάλη κατηγορία ύμνων και έχουν συνδεθεί με το όνομα του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού (6ος αι.), ο οποίος λέγεται ότι συνδυάζοντας με τρόπο θαυμαστό την ιδιότητα του ποιητή και του υμνωδού έχει δημιουργήσει περισσότερα από χίλια κοντάκια, γι’ αυτό και έχει επονομαστεί Πίνδαρος της Εκκλησιαστικής μελοποιίας. Ο όρος κοντάκιο πιθανώς σχετίζεται με την ξύλινη βάση, δηλ. το κοντάρι, γύρω από το οποίο τυλιγόταν ο πάπυρος (εξ ου και ο όρος ειλητάριο). Το κοντάκιο του Ακαθίστου, του μοναδικού ακέραιου κοντακίου που έχει διασωθεί στη λειτουργική πράξη είναι ένας αριστουργηματικός ύμνος, ένα λαμπρό ποίημα προς τιμή της Θεοτόκου και αποτελείται: α) από το προοίμιο «τη Υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια…», β) τις 24 ομάδες ύμνων που ονομάζονται οίκοι: (1ος οίκος: «Άγγελος πρωτοστάτης, …. 24ος οίκος: «Ω πανύμνητε μήτηρ», γ) τα εφύμνια: «Χαίρε νύμφη ανύμφευτε» για τους οίκους με άρτιο αριθμό» η «Αλληλούια» για τους οίκους με περιττό αριθμό ως αντιφώνηση του χορού μετά την από τον ιερέα εμμελή απαγγελία κάθε οίκου. Το αρχικό γράμμα της πρώτης λέξης των οίκων είναι ένα από τα 24 γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου. Οι δώδεκα πρώτοι οίκοι (Α-Μ), αναφέρονται στα γεγονότα από τον ευαγγελισμό της Θεοτόκου μέχρι την Υπαπαντή του Χριστού, ενώ οι επόμενοι 12 οίκοι επιχειρούν θεολογικό σχολιασμό και εμβάθυνση στο μέγα αι κορυφαίο μυστήριο της Θείας Σάρκωσης. Το Κοντάκιο του Ακαθίστου ψάλλεται από τον ιερέα στον καθιερωμένο τύπο της εμμελούς απαγγελίας, το λεγόμενο λογαοιδικόν μέλος (όπως, δηλαδή, γίνεται με την ανάγνωση των Αποστολικών και Ευαγγελικών κειμένων).
Σύμφωνα με την ιστορική παράδοση, η δημιουργία του Κοντακίου αυτού σχετίζεται με το γεγονός της πολιορκίας της Κωνσταντινουπόλεως το 646 μ.Χ., επί Αυτοκράτορος Ηρακλείου και της θαυματουργικής και σωτήριας για την Πόλη παρέμβασης της Θεοτόκου. Όμως, αναφορά του γεγονότος αυτού γίνεται μόνο στο Προοίμιο («Τη υπερμάχω …»), το οποίο αντικατέστησε άλλο προγενέστερο.
Παρά τη μεγάλη ποιητική αξία του, ο υμνωδός του Ακαθίστου δεν έχει ακόμα εξακριβωθεί. Εκτός των άλλων έχει αποδοθεί και στον προαναφερθέντα Άγιο Ρωμανό το μελωδό. Είναι όμως άποψη προς την οποία δεν συντάσσονται όλοι οι ερευνητές.
Ο κανόνας του Ακάθιστου Ύμνου
Με το πέρασμα των χρόνων η χρήση των κοντακίων στη λατρεία της Εκκλησίας μειώθηκε και επικράτησε ο Κανόνας, ένα νέο υμνογραφικό είδος, που από τον 8ο περίπου αιώνα αντικατέστησε στη λειτουργική πράξη το Κοντάκιο.
Ο κανόνας είναι ένα σύστημα τροπαρίων που υποδιαιρείται σε εννέα ενότητες που ονομάζονται ωδές. Το πρώτο τροπάριο κάθε ωδής ακολουθεί τους προσωδιακούς κανόνες της ισοσυλλαβίας και ισοτονίας και ονομάζεται ειρμός. Ο ειρμός (από το ρημ. είρω = δένω, ενώνω, εξ ου συνειρμός) αποτελεί το μουσικό και μετρικό πρότυπο των τροπαρίων που ακολουθούν, τα οποία ονομάζονται προσόμοια (προσομοιάζουν δηλαδή κατά το μέλος και την ποιητική στιχουργία προς τους ειρμούς). Οι ειρμοί λέγονται και καταβασίες, διότι κατά το αρχαίον έθος, οι χοροί κατέβαιναν από τα στασίδια και συγκεντρώνονταν στο μέσο του λαού και στραμμένοι προς την Ωραία Πύλη έψαλλαν τους ειρμούς.
Ο μουσικός πλούτος και η ηχητική ποικιλότητα του είδους αυτού υπήρξε ένας από τους σημαντικούς λόγους της υπερίσχυσής του ως προς το κοντάκιο. Οι περισσότεροι κανόνες έφθασαν σε μας μελοποιημένοι από σπουδαίους μελωδούς του 18ου και 19ου αι. όπως είναι ο Ιωάννης Τραπεζούντιος και ο μαθητής του Πέτρος Λαμπαδάριος, καθώς και ομάδα σημαντικών νεώτερων διδασκάλων της βυζαντινής μας μουσικής.
Τα προσόμοια του Κανόνος του Ακαθίστου, όπως μαρτυρεί η ακροστιχίδα που σχηματίζεται με βάση το πρώτο γράμμα της πρώτης λέξης εκάστου (προσομοίου): «Χαράς δοχείον, σοι πρέπει χαίρειν μόνη, Ιωσήφ», είναι έργο του φημισμένου μελωδού Ιωσήφ του Υμνογράφου (θ’ αι.). Είναι μια σπουδαία μουσική και ποιητική δημιουργία. Ο δημιουργός όμως των ειρμών του Κανόνος του Ακαθίστου Ύμνου δεν είναι ο Ιωσήφ, αλλά ο μεγάλος υμνογράφος της Εκκλησίας μας Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.
Όσοι βρεθούμε στο Μητροπολιτικό μας Ναό απόψε θα έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε το μεν Κοντάκιο απαγγελόμενον εμμελώς (κατά το λογαοιδικόν μέλος) από τον χοροστατούντα Μητροπολίτη μας κ.κ. Ευγένιο και τους ιερείς μας π. Χαράλαμπο και π. Γεώργιο, τον δε περίφημο Κανόνα του Ακαθίστου παραδοσιακά και αριστοτεχνικά ψαλλόμενον από τον Πρωτοψάλτη του Καθεδρικού μας Ναού κ. Ευάγγελο Καπαϊδονάκη και τον χορό των μαθητών του (όλοι τους είναι μέλη της Σχολής της Βυζαντινής Μουσικής της Ι. Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου). Ιδιαιτέρως συνιστούμε την προσοχή στην αντιφωνική υμνωδία του περίφημου προοιμίου: «Τη υπερμάχω στρατηγώ …» στον αργό ή τον αργοσύντομο ρυθμό.
Ο Ε.Κ. θήτευσε για πολλά χρόνια στην Αθήνα και μυήθηκε στα μυστικά της αυθεντικής βυζαντινής μουσικής παράδοσης κοντά σε μεγάλους δασκάλους που άφησαν βαθύ αποτύπωμα στην Ορθόδοξη Εκκλησιαστική Μουσική του 20ου αι. Σε προσεχές μας άρθρο σχεδιάζουμε να αναφερθούμε στα βιώματα και τη μουσική διαδρομή του κοντά σε μεγάλους μαΐστορες της βυζαντινής μουσικής τέχνης.
* Ο Μιχάλης Τζεκάκης είναι πρώην διευθυντής της Δημόσιας και της Πανεπιστημιακής Βιβλιοθήκης Ρεθύμνου