Ψυχολογικό «πάγωμα» προκάλεσε στην τοπική οικονομία ο πόλεμος που μαίνεται εδώ και δύο εβδομάδες στην Ουκρανία. Στις τάξεις των επαγγελματιών και των επιχειρήσεων επικρατεί αναστάτωση και αγωνία με φόντο έναν νεφελώδη (έως και σκοτεινό) ορίζοντα. Κύριο θέμα συζήτησής τους είναι το τι μέλλει γενέσθαι. Κανείς όμως δεν μπορεί να δώσει σαφή απάντηση. Τα έξοδα «τρέχουν», «φουσκώνουν» και τα απότοκα των ανατιμήσεων μετακυλίονται αυτομάτως στα νοικοκυριά. Οι πρόσθετες επιβαρύνσεις θα πλήξουν και θα συρρικνώνουν έτι περαιτέρω την αγοραστική δύναμη του συνόλου της κοινωνίας.
Κανείς δεν μπορεί να είναι αισιόδοξος, αφού όλοι περιμένουν επιδείνωση της κατάστασης, αλλά κι όξυνση και πολλαπλασιασμό των υπαρχόντων (μεγάλων και σοβαρών) προβλημάτων, πόσο μάλλον όσο συνεχίζονται οι εχθροπραξίες.
Οι λογαριασμοί ΔΕΚΟ, που μέσα σε ένα χρόνο τριπλασιάστηκαν, πολύ δύσκολα αποπληρώνονταν ως σήμερα. Σκεφτείτε αύριο, καθώς το ενεργειακό κόστος έχει εκτοξευθεί στα ύψη, Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα επιχείρησης στο Ρέθυμνο: από τα 1.000 ευρώ που πλήρωνε πέρσι για το ηλεκτρικό, εφέτος χρειάζεται 3.000 ευρώ!
Τίποτα δεν μοιάζει ικανό να βάλει «φρένο» και ν’ ανακόψει όλη αυτή την ξέφρενη πορεία της ακρίβειας. Έχει ενδιαφέρον, βεβαίως, να δούμε εάν θα προχωρήσει η πρόταση – σκέψη των Βρυξελλών για την έκδοση κοινού ευρωομολόγου-μαμούθ για τη χρηματοδότηση της αμυντικής και ενεργειακής ανεξαρτησίας της Ένωσης, υπό το βάρος των σαρωτικών επιπτώσεων της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Πηγές του πρακτορείου Bloomberg ανέφεραν ότι το σχέδιο αναμένεται να παρουσιαστεί στους ηγέτες των 27 κρατών-μελών στην έκτακτη σύνοδο κορυφής των Βερσαλλιών, στις 10 και 11 Μαρτίου.
Χθες, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την εισαγωγική του ομιλία στο υπουργικό συμβούλιο επανέλαβε τη δέσμευση της κυβέρνησης ότι «η στήριξη επιχειρήσεων, νοικοκυριών και αγροτών θα συνεχιστεί όσο διαρκεί η ενεργειακή αναστάτωση. Το επόμενο δεκαήμερο, μάλιστα, πιστεύω ότι θα είμαστε σε θέση, με τους συναρμόδιους Υπουργούς, να ανακοινώσουμε και να δρομολογήσουμε ένα πλήρες πρόσθετο πρόγραμμα στήριξης, αξιοποιώντας τόσο εθνικούς όσο και ευρωπαϊκούς πόρους».
Η Κρήτη έτσι κι αλλιώς, ως νησιωτική περιοχή, έρχεται αντιμέτωπη με επιπλέον οικονομικές υποχρεώσεις: οι αυξημένες τιμές στα μεταφορικά (ναύλα και καύσιμα), τις πρώτες ύλες κι εν τέλει στα αγαθά είναι συγκοινωνούντα δοχεία με άμεσους αποδέκτες τους καταναλωτές. Πίσω από όλα αυτά, γνώστες της αγοράς διαβάζουν – θεωρώντας ως δεδομένο – τη μείωση της ζήτησης αρκετών προϊόντων ελλείψει χρημάτων.
Εν αναμονή των επίσημων ευρωπαϊκών και κυβερνητικών αποφάσεων – ανακοινώσεων, απ’ το Επιμελητήριο Ρεθύμνου τονίζεται για πολλοστή φορά – με μεγαλύτερη έμφαση και επίταση – η ανάγκη άμεσης λήψης μέτρων ελάφρυνσης και τόνωσης των επιχειρήσεων.
Οι προτάσεις για μέτρα «άμεσης προτεραιότητας»
Δεν είναι λίγες οι επιχειρήσεις και στο Ρέθυμνο που βρίσκονται μπροστά στον κίνδυνο παύσης εργασιών. Είναι τέτοιο το λειτουργικό τους κόστος πλέον, που αδυνατούν να τα βγάλουν πέρα. Βρίσκονται σε οριακό σημείο, αντιμετωπίζοντας ζητήματα επιβίωσης. Το διαρκώς αυξανόμενο ενεργειακό κόστος ροκανίζει τα έσοδα και τις αντοχές τους, όπως αναλόγως συμβαίνει και σε κάθε ελληνικό σπίτι.
Ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Ρεθύμνου Γιώργος Γιακουμάκης κατ’ επανάληψη έχει αναφερθεί στους αλλεπάλληλους κραδασμούς (δεκαετία λιτότητας, πανδημία, ενεργειακή κρίση) που έχει δεχθεί το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας, με συνέπεια όπως υπογραμμίζει να απαιτείται ένα ολοκληρωμένο στρατηγικό σχέδιο παραγωγικής ανασύνταξης το οποίο πρέπει να εξειδικευτεί σε περιφερειακό επίπεδο.
Έχει καταθέσει, δε, συγκεκριμένες προτάσεις για μια σειρά ζητημάτων. Πρόκειται για «αναγκαίες», όπως τις χαρακτηρίζει, παρεμβάσεις για την ανάσχεση του κύματος ανατιμήσεων και του ενεργειακού κόστους στην αγορά, για την αντιμετώπιση του επιχειρηματικού χρέους της περιόδου της πανδημίας προς το δημόσιο, και για τις απαιτούμενες ειδικές δράσεις στήριξης σε πληττόμενους κλάδους.
Το Επιμελητήριο Ρεθύμνου μιλά για παρεμβάσεις άμεσης προτεραιότητας που θα πρέπει κατ’ ελάχιστον να περιλαμβάνουν:
Δυνατότητα υπαγωγής, για όλες τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στο καθεστώς μειωμένων χρεώσεων (σε ότι αφορά στο ειδικό τέλος μείωσης εκπομπών αερίων ρύπων-ΕΤΜΕΑΡ).
Αντίστοιχα, άμεση απαλλαγή των βιομηχανικών καταναλωτών (κλάδος μεταποίησης) από τις χρεώσεις ΥΚΩ (Υπ. Κοινής Ωφέλειας) για το διάστημα που η χρέωση κιλοβατώρας υπερβαίνει τον Μ.Ο. του 2020, ή κατ’ ελάχιστον σημαντική μείωση των χρεώσεων ΥΚΩ είτε με μείωση του ποσού της συνολικής επιβάρυνσης, είτε με επιδότηση) – κατά το πρότυπο της μείωσης του ΕΤΜΕΑΡ.
Ειδικά για τους καταναλωτές που λειτουργούν με μέση τάση, ή επαγγελματικούς λογαριασμούς Γ21 και Γ22, προτείνεται επίσης η πρόβλεψη θέσπισης ασφαλίστρου κινδύνου έναντι ακραίων διακυμάνσεων των χρηματιστηριακών τιμών.
Παροχή δυνατότητας στις επιχειρήσεις για την επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής (των λογαριασμών που έχουν ήδη εκδοθεί από τους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας), σε ένα εύρος χρόνου τουλάχιστον εξαμήνου.
Ειδικότερα, ως εκπρόσωποι επιχειρήσεων από την Κρήτη, από το Επιμελητήριο ζητούν την επιτάχυνση των έργων της ενεργειακής σύνδεσης της Περιφέρειας με την Ηπειρωτική Ελλάδα, η οποία θα πρέπει πάση θυσία να ολοκληρωθεί εντός χρονοδιαγράμματος (εντός του 2023), κι αυτό διότι «Η ολοκλήρωση της σημαίνει μεταξύ άλλων την εξοικονόμηση περίπου 400 εκατ. ευρώ (για όλους τους καταναλωτές της χώρας), μέσω των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας».
Αξιοποίηση από τα αρμόδια υπουργεία σε συνεργασία με τις Περιφέρειες όλων των διαθέσιμων πόρων και των χρηματοδοτικών μέσων που διατίθενται από την Ευρωπαϊκή Ένωση για επιδότηση των επιχειρήσεων Μέσης Τάσης για επενδύσεις σε ΑΠΕ και ταυτόχρονη απλοποίηση του θεσμικού πλαισίου για τη λειτουργία του Net Metering για τις ενεργοβόρες επιχειρήσεις.
Τέλος, θεωρείται σημαντική την – «σε μεσοπρόθεσμο διάστημα – εξέταση και πιθανά εισαγωγή αλλαγών στον τρόπο λειτουργίας της χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου η τιμή που πληρώνουν οι καταναλωτές να αντανακλά το πραγματικό μέσο κόστος παραγωγής /διάθεσης του ενεργειακού μείγματος στην χώρα μας».