Η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας σχετικά με τις δημοτικές εκλογές στον Δήμο Αμαρίου και την ανάδειξη του Παντελή Μουρτζανού στο αξίωμα του δημάρχου, σύμφωνα με την οποία δικαιώθηκε, καθώς το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο έκρινε ότι δεν είχε κώλυμα συμμετοχής στην εκλογική διαδικασία του περασμένου Μαΐου, σε αντίθεση με το Διοικητικό Πρωτοδικείο Χανίων, το οποίο λαμβάνοντας υπόψη τα ζητήματα εκλογιμότητας που προβλέπονται για τους δημόσιους λειτουργούς, αξιωματικούς, δικαστικούς κλπ. σε σχέση με τη συμμετοχή τους στις βουλευτικές εκλογές, τον είχε κηρύξει έκπτωτο, αποτελεί πλέον νομολογία για τα ζητήματα παρεμφερών κωλυμάτων υποψηφίων στις Αυτοδιοικητικές εκλογές.
Κι αυτό διότι, έως σήμερα υπήρχε νομικό κενό στην εκλογική νομοθεσία για τα κωλύματα των υποψηφίων δημάρχων και οι όποιες αποφάσεις ελαμβάνοντο, ήταν με βάση όσα ισχύουν για τους υποψηφίους βουλευτές. Σε αυτήν εξάλλου τη νομοθεσία στηρίχθηκε και η κρίση και η απόφαση του εκλογοδικείου Χανίων για την έκπτωση του Παντελή Μουρτζανού από τη θέση του δημάρχου, ο οποίος ως αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. δεν είχε συμπληρώσει τον απαιτούμενο χρόνο από την παραίτησή του έως την υποβολή της υποψηφιότητάς του.
Η υπόθεση δεν είχε νομικό προηγούμενο και απασχόλησε επί μακρόν το Συμβούλιο της Επικρατείας, που εν τέλει ξεκαθάρισε πως τα εκλογικά κωλύματα είναι διαφορετικά στην περίπτωση των υποψηφίων βουλευτών και διαφορετικά στην περίπτωση των υποψηφίων δημάρχων.
«Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας αποτελεί μία νομική δικαίωση για την πλευρά μας και θέτει τέρμα στην πολύμηνη δικαστική διαμάχη που ταλαιπώρησε το Αμάρι. Από την πρώτη στιγμή ο κ. Μουρτζανός είχε λάβει τις νομικές διαβεβαιώσεις ότι δεν αντιμετωπίζει θέμα εκλογικού κωλύματος, παρά το ότι επρόκειτο για δυσχερές νομικό ζήτημα και δεν υπήρχε νομικό προηγούμενο. Αν και αμφισβητηθήκαμε στο τέλος δικαιωθήκαμε. Ωστόσο η απόφαση του ΣΤΕ αποτελεί μεγάλης σημασίας δικαστική απόφαση, καθότι νομολογεί για πρώτη φορά και ξεκαθαρίζει το τοπίο των εκλογικών κωλυμάτων. Αυτό σημαίνει ότι πλέον η απόφαση αυτή θα αποτελεί νομικό προηγούμενο για την ερμηνεία παρεμφερών περιπτώσεων» δήλωσε ο δικηγόρος Ρεθύμνου, Μανώλης Πετρακάκης που μαζί με τη συνάδελφό του Νάντια Σκανδάλη (δικηγόρος Αθηνών) παραστάθηκαν στα διοικητικά δικαστήρια για τον κ. Μουρτζανό, ενώ στο ΣΤΕ παραστάθηκε ο δικηγόρος Αθηνών Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος (δικηγόρος Αθηνών).
Το σκεπτικό της απόφασης
Αποσπασματικά, το σκεπτικό της απόφασης του ΣτΕ, αναφέρει:
«Στην κρινόμενη υπόθεση οι αναιρεσείοντες προβάλλουν στο δικόγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως ότι το νομικό ζήτημα, που τίθεται με προβαλλόμενο λόγο αναιρέσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 14, παρ. 1, περ. α’ και παρ. 7 του Ν. 3852/2010 και ειδικότερα αν η έννοια της «υπηρεσίας στα όρια του Δήμου» περιορίζεται στα όρια του Δήμου, όπου βρίσκεται η έδρα της υπηρεσίας των αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας ή καλύπτει και το σύνολο των Δήμων στους οποίους εκτείνεται η καθ’ ύλην αρμοδιότητά τους, και ότι για το ζήτημα αυτό, που σχετίζεται με την ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων αυτών, δεν υπάρχει νομολογία κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 53 του Π.Δ. 18/1989, όπως ισχύει. Σύμφωνα με την τελευταία διάταξη του άρθρου 53 παράγραφος 3, παραδεκτώς ασκείται η κρινόμενη αίτηση για τον εκτεθέντα λόγω αναιρέσεως και είναι περαιτέρω εξεταστέα, δεδομένου ότι για το ζήτημα αυτό, που όπως προβάλλεται, αφορά τις ανωτέρω διατάξεις του Ν. 3852/2010 δεν υφίσταται νομολογία κατά τα οριζόμενα στην προπαρατεθείσα σχετική διάταξη του π. δ/τος 18/1989.
Επειδή, το Σύνταγμα του έτους 1975, όπως ισχύει μετά την αναθεώρηση ορισμένων διατάξεών του με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ’ Αναθεωρητικής Βουλής (Α’ 84/17.4.2001), στο μεν άρθρο 52 ορίζει ότι: «Η ελεύθερη και ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης, ως έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας, τελεί υπό την εγγύηση όλων των λειτουργών της Πολιτείας, που έχουν υποχρέωση να τη διασφαλίζουν σε κάθε περίπτωση…», στο δε άρθρο 56 αυτού προβλέπει λεπτομερώς τα κωλύματα εκλογιμότητας των βουλευτών ως εξής: «1. Έμμισθοι δημόσιοι λειτουργοί και υπάλληλοι, άλλοι υπάλληλοι του δημοσίου υπηρετούντες στις ένοπλες δυνάμεις και στα σώματα ασφαλείας, υπάλληλοι οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, ορίζονται τα εξής: «Άρθρο 11 Αποστολή 1. Η Ελληνική Αστυνομία είναι Σώμα Ασφαλείας, με τοπική αρμοδιότητα σε όλη την Επικράτεια… Άρθρο 40 Μεταβατικές Διατάξεις 1. Μέχρι την έκδοση των κανονιστικών πράξεων με τις οποίες θα καθοριστούν η οργάνωση, η λειτουργία και οι αρμοδιότητες των Υπηρεσιών, που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, οι Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας εξακολουθούν να λειτουργούν σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, εφόσον αυτές δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος νόμου».
Επειδή, με το άρθρο 14 παρ. 1 του ν. 3852/2010 προβλέπεται απόλυτο κώλυμα εκλογής σε αιρετό αξίωμα της τοπικής αυτοδιοίκησης, για τα πρόσωπα των περιπτώσεων α’ έως και δ’ της παραγρ. 1, μεταξύ δε αυτών και για τους αξιωματικούς των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας, εφόσον πριν από την ημέρα της ανακήρυξης των υποψηφίων δεν παραιτηθούν από τη θέση τους. Περαιτέρω, με την παραγρ. 7 του ιδίου άρθρου προβλέπεται ειδικό τοπικό κώλυμα εκλογής για τα πρόσωπα της περιπτώσεως α’ της παραγράφου 1 του ως άνω άρθρου, μεταξύ των οποίων και για τους αξιωματικούς των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας, σε Δήμους, στα διοικητικά όρια των οποίων υπηρέτησαν κατά το χρονικό διάστημα των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών πριν από την ημερομηνία ανακήρυξης των υποψηφίων. Ενόψει δε του ότι η πρόβλεψη κωλυμάτων και ασυμβιβάστων περιορίζουν την άσκηση του παθητικού εκλογικού δικαιώματος επιβάλλεται η στενή ερμηνεία των σχετικών διατάξεων (βλ. ΣΕ 3270-71/2014, 2166/2004, 3323/2003, 2430/2000. Έτσι, όπως συνάγεται από το γράμμα της διατάξεως του άρθρου 14 παρ. 7 του ως άνω νόμου, το ως άνω ειδικό τοπικό κώλυμα εκλογής υφίσταται για εκείνον τον αξιωματικό των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας ο οποίος κατά το ως άνω χρονικό διάστημα των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών πριν από την ημερομηνία ανακήρυξης των υποψηφίων υπηρέτησε σε αντίστοιχη υπηρεσία με έδρα εντός των διοικητικών ορίων του Δήμου στον οποίο υποβάλλει υποψηφιότητα. Δεν συντρέχει δε κώλυμα εκλογής για τα προαναφερόμενα πρόσωπα στην περίπτωση που η έδρα της υπηρεσίας στην οποία υπηρέτησαν κείται εκτός των διοικητικών ορίων του Δήμου, στον οποίο υποβάλλουν υποψηφιότητα, αντίθετα με όσα ορίζονται για τις βουλευτικές εκλογές στο άρθρο 56 παρ. 3 του Συντάγματος, δεδομένου ότι ο νομοθέτης ακολούθησε διαφορετική διατύπωση για το κώλυμα των υποψηφίων για την τοπική αυτοδιοίκηση, δεν είναι δε δυνατή, όπως προαναφέρθηκε η αναλογική εφαρμογή των ισχυόντων για τους υποψηφίους βουλευτές, λόγω της στενής ερμηνείας των διατάξεων που προβλέπουν κωλύματα εκλογής. Εξάλλου, εφόσον στη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 1 περ. α’ και παρ. 7 εδαφ. τελευταίο περιλαμβάνεται ειδική ρύθμιση για τα κωλύματα εκλογιμότητας των αξιωματικών των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας δεν είναι δυνατή η καθιέρωση συντρέχοντος κωλύματος με βάση τη διάταξη της περίπτ. ε’ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 3852/2010, η οποία αφορά τους υπαλλήλους του Δημοσίου με οποιαδήποτε σχέση εργασίας. Κατά τη γνώμη όμως της Συμβούλου Α.-Μ. Παπαδημητρίου και του Παρέδρου Γ. Ζιάμου το κώλυμα εκλογιμότητας που θεσπίζεται με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 7 του άρθρου 14 του ν. 3852/2010 εκτείνεται όχι μόνο στα διοικητικά όρια του Δήμου στον οποίο βρίσκεται η έδρα της υπηρεσίας των ανωτέρω προσώπων αλλά και στα διοικητικά όρια όλων των Δήμων, στους οποίους, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες νομοθετικές διατάξεις, εκτείνεται και ασκείται η καθ’ ύλην αρμοδιότητα των προσώπων αυτών.
Στην υπό κρίση περίπτωση, με την 14/2014 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρεθύμνου ανακηρύχθηκε, ως επιτυχών συνδυασμός, ο συνδυασμός «Αμάρι-Νέα Πορεία» με επικεφαλής τον Παντελή Μουρτζανό, ο οποίος ανακηρύχθηκε Δήμαρχος του Δήμου Αμαρίου. Με την από 13.6.2014 ένστασή τους ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ρεθύμνου οι αναιρεσίβλητοι, ζήτησαν την ακύρωση της αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρεθύμνου, κατά το μέρος που με αυτήν ανακηρύχθηκε ο πρώτος Δήμαρχος του Δήμου Αμαρίου, την ακύρωση της αποφάσεως που αφορά την εκλογή του συνόλου του συνδυασμού «Αμάρι-Νέα Πορεία», και την ακύρωση και επανάληψη της εκλογικής διαδικασίας, κατά το άρθρο 51 του ν. 3852/2010, στο σύνολο των εκλογικών τμημάτων του ανωτέρω Δήμου. Ειδικότερα, οι ενιστάμενοι προέβαλαν ότι στο πρόσωπο του πρώτου αναιρεσείοντος συνέτρεχαν σωρευτικά τα οριζόμενα στην περ. α’, της παρ. 1 σε συνδυασμό με την παρ. 7, του άρθρου 14, του Ν. 3852/2010 και στην περ. ε’, της παρ. 1 του ίδιου άρθρου, κωλύματος εκλογιμότητας, διότι, υπηρέτησε υπό την ιδιότητα του αξιωματικού σώματος ασφαλείας, από 17.7.2012 έως 1.3.2013, στα διοικητικά όρια των Δήμων της Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνης, μεταξύ των οποίων και ο Δήμος Αμαρίου και από 2.3.2013 έως 26.4.2014 στα διοικητικά όρια των Δήμων της Περιφέρειας Κρήτης, ήτοι εντός του κρίσιμου χρονικού διαστήματος των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών πριν από την ημερομηνία ανακήρυξης των υποψηφίων.
Αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως στηρίζεται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 14 παρ. 1 περ. α’ και παρ. 7 του ν. 3852/2010. Και τούτο διότι, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην προηγούμενη σκέψη το ειδικό τοπικό κώλυμα εκλογής που προβλέπεται από το άρθρο 14 παρ. 7 του ν. 3852/2010 υφίσταται για εκείνον τον αξιωματικό των σωμάτων ασφαλείας, ο οποίος κατά το χρονικό διάστημα των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών πριν από την ημερομηνία ανακήρυξης των υποψηφίων υπηρέτησε σε υπηρεσία με έδρα εντός των διοικητικών ορίων του Δήμου στον οποίο υποβάλλει υποψηφιότητα. Εφόσον, ο πρώτος από τους αιτούντες υπηρέτησε από 17.7.2012 έως 1.3.2013 ως Διευθυντής της Αστυνομικής Διεύθυνσης Ρεθύμνης, δηλαδή σε υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας με έδρα τον Δήμο Ρεθύμνης δεν συνέτρεχε στο πρόσωπό του το προβλεπόμενο από το άρθρο 14 παρ. 1 και 7 του ν. 3852/2010 κώλυμα εκλογιμότητας για τον Δήμο Αμαρίου στον οποίο υπέβαλε υποψηφιότητα και εξελέγη. Κατά τη γνώμη όμως της Συμβούλου Α.-Μ. Παπαδημητρίου και του Παρέδρου Γ. Ζιάμου εφόσον το δικάσαν δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο αναιρεσείων με την ιδιότητα του αξιωματικού της Ελληνικής Αστυνομίας υπηρέτησε από 17.7.2012 έως 1.3.2013 ως Διευθυντής της Αστυνομικής Διεύθυνσης Ρεθύμνης και άσκησε τις κατά νόμο αρμοδιότητες του Διευθυντή της Αστυνομικής Διεύθυνσης Ρεθύμνης σε όλη τη διοικητική περιφέρεια του Νομού Ρεθύμνης, δηλαδή σε όλους τους Δήμους του Νομού Ρεθύμνης, μεταξύ των οποίων και στον Δήμο Αμαρίου συνέτρεχε στο πρόσωπό του το προβλεπόμενο από το άρθρο 14 παρ. 1 και 7 του ν. 3852/2010 κώλυμα εκλογιμότητας και επομένως ορθώς ακυρώθηκε η ανακήρυξη του αναιρεσείοντος ως Δημάρχου του Δήμου Αμαρίου Ρεθύμνης».
Και καταλήγει το σκεπτικό της απόφασης ως εξής:
«Ενόψει των ανωτέρω πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και ν’ αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. Περαιτέρω, με την ένστασή τους οι αναιρεσίβλητοι είχαν επίσης προβάλει ότι, α) συνέτρεχε στο πρόσωπο του πρώτου αναιρεσείοντος το προβλεπόμενο από το άρθρο 14 παρ. 7 του ν. 3852/2010 κώλυμα εκλογιμότητας, διότι είχε υπηρετήσει από 2.3.2013 έως 26.4.2014 ως βοηθός του Γενικού Αστυνομικού Διευθυντή της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Περιφέρειας Κρήτης και β) το προβλεπόμενο από την περιπτ. ε της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 3852/2010 κώλυμα εκλογιμότητας ως εκ του ότι ως υπάλληλος του Δημοσίου είχε ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου οργανικής μονάδας επιπέδου Διεύθυνσης στην Περιφερειακή Ενότητα Ρεθύμνης και Γενικής Διεύθυνσης στην Περιφέρεια Κρήτης μέσα στο δεκαοκτάμηνο πριν από τη διενέργεια των επίμαχων δημοτικών εκλογών εφόσον είχε υπηρετήσει ως Διευθυντής στην Αστυνομική Διεύθυνση Ρεθύμνης κατά το χρονικό διάστημα από 17.7.2012 έως 2.3.2013 και ως βοηθός Γενικού Αστυνομικού Διευθυντή Περιφέρειας Κρήτης κατά το χρονικό διάστημα από 2.3.2013 έως 27.4.2014.
Οι ανωτέρω όμως ισχυρισμοί είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι διότι, όπως ήδη έχει εκτεθεί, το κώλυμα εκλογιμότητας της παρ. 7 του άρθρου 14 του ν. 3852/2010 αφορά τους αξιωματικούς των σωμάτων ασφαλείας, οι οποίοι υπηρέτησαν σε υπηρεσία με έδρα εντός των διοικητικών ορίων του Δήμου στον οποίο υποβάλλουν υποψηφιότητα, ενώ κατά τα ήδη εκτεθέντα στη σκέψη 5 της παρούσης αποφάσεως ενόψει της ειδικής ρυθμίσεως για τα κωλύματα εκλογιμότητας των αξιωματικών των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας δεν είναι δυνατή η καθιέρωση συντρέχοντος κωλύματος με βάση την περίπτ. ε’ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 3852/2010, η οποία αφορά τους υπαλλήλους του Δημοσίου με οποιαδήποτε σχέση εργασίας. Περαιτέρω, λαμβανομένου υπόψη ότι η υπόθεση δεν χρήζει διευκρινίσεως κατά το πραγματικό, πρέπει να εκδικασθεί η ένσταση των αναιρεσιβλήτων-ενισταμένων και ν’ απορριφθεί ως βάσιμη».