Η αρχική έκθεση με τίτλο «Η Αττική γη υποδέχεται τους πρόσφυγες του ’22» είχε παρουσιαστεί το 2006 στον εκθεσιακό χώρο του Ιδρύματος της Βουλής στην Αθήνα. H έκθεση «Η Αττική και η Κρήτη υποδέχονται τους πρόσφυγες του ’22» στο Ρέθυμνο καταγράφει τη διπλή εμπειρία της υποδοχής των προσφύγων του 1922 στην Αττική και την Κρήτη. Στο φωτογραφικό υλικό της, αποτυπώνονται οι πρώτες δύσκολες μέρες της νέας ζωής των προσφύγων, η καινούρια καθημερινότητά τους, καθώς και οι προσπάθειες για αποκατάσταση, ως την τελική ένταξή τους στην τοπική κοινωνία της νέας τους πατρίδας.
Τα «Ρ.Ν.» βρέθηκαν στο Σπίτι του Πολιτισμού προκειμένου να πάρουν μια πρώτη γεύση του περιεχομένου της έκθεσης, λίγο πριν τα επίσημα εγκαίνιά της, το απόγευμα της Κυριακής. «Σε κάθε νομό που μεταφέρεται η έκθεση, σκοπό έχει υλικό κυρίως από τους τοπικούς μικρασιατικούς Συλλόγους», είπε στα «Ρ.Ν.», η Καλλιόπη Τζωρτζάτου, μουσειολόγος, στο τμήμα εκθέσεων του ιδρύματος της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, κατά την ξενάγησή μας στις αίθουσες της έκθεσης, οι οποίες είναι έτοιμες να υποδεχτούν τον κόσμο του Ρεθύμνου, που από την Κυριακή 24 Νοεμβρίου μέχρι τις 27 Δεκεμβρίου, θα θελήσει να δει από κοντά τα σπάνια φωτογραφικά ντοκουμέντα που την κοσμούν.
Οι πρόσφυγες φτάνουν στην Αττική
Η έκθεση φιλοξενείται στις δύο αίθουσες του πρώτου ορόφου του πολιτιστικού χώρου της πλατείας Μικρασιατών. «Η πρώτη αίθουσα αριστερά αφορά την Αττική. Την άφιξη και την εγκατάσταση των προσφύγων άλλα και το πως εξελίσσονται μετά μέσα από την εργασία και την καθημερινή ζωή», ανέφερε σχετικά η Κ. Τζωρτζάτου. Από την απογραφή του 1928 προκύπτει ότι συνολικά 1.221.849 πρόσφυγες διέμεναν εκείνη την περίοδο στον Ελλαδικό χώρο. Όμως τα κύματα προσφύγων από τη Μικρά Ασία έχουν ξεκινήσει μια πενταετία πρωτύτερα το 1922, όταν μετά την Μικρασιατική Καταστροφή του Αυγούστου, τον Οκτώβρη του ίδιου έτους, ξεκινούν οι χιλιάδες αφίξεις ελλήνων προσφύγων, που θα συνεχιστούν μέχρι το 1925. Το 1928 το 30% του πληθυσμού της Αττικής είναι πρόσφυγες, κυρίως από τη Μικρά Ασία αλλά και από τη Θράκη.
«Τις πρώτες μέρες άφιξης, οι πρόσφυγες μαζεύονται στα προάστια εκκλησιών ακόμα και στους προαύλιους χώρους και το εσωτερικό της Βουλής των Ελλήνων. Βρίσκουν προσωρινές λύσεις διαμονής γιατί είναι ένα κύμα ανθρώπων που πραγματικά δεν το περίμενε κανένας», ανέφερε, ανάμεσα σε άλλα, η μουσειολόγος του τμήματος εκθέσεων του Ιδρύματος της Βουλής, περιγράφοντας την κατάσταση τις πρώτες μέρες της άφιξης. Αρχικά το κράτος και στη συνέχεια η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων(ΕΑΠ) ανέλαβαν την αστική (παροχή στέγης στις πόλεις), ή αγροτική (παροχή γης στην ύπαιθρο) αποκατάστασή τους. Κι αν οι «αγρότες» πρόσφυγες, ευλόγως, ασχολήθηκαν με την καλλιέργεια και συγκομιδή αγροτικών προϊόντων, οι «αστοί», με εξαίρεση τους πιο εύπορους, απασχολήθηκαν ως εργάτες, πλανόδιοι πωλητές, μικροεπιχειρηματίες, ενώ οι γυναίκες ως εργάτριες και πλύστρες. «Πλέον αρχίζουν να δημιουργούνται κάποιοι προσφυγικοί συνοικισμοί όπως η Νέα Ιωνία, Νέα Φιλαδέλφεια, Κερατσίνι, Δραπετσώνα, Νέα Σμύρνη, Καισαριανή, Βύρωνας, Νίκαια», συνέχισε η ίδια.
Οι ονομασίες του χάρτη της αίθουσας, που είναι με κεφαλαία γράμματα, δείχνουν ακριβώς τις περιοχές όπου υπήρξε μεγαλύτερη συγκέντρωση σε σχέση με τις υπόλοιπες. Στην ίδια αίθουσα άλλωστε, ο επισκέπτης θα έχει την ευκαιρία να δει ανάμεσα σε άλλα εικόνες των πρώτων προσφυγικών συνοικισμών και καταλυμάτων, την σύζυγο Πετυχάκη να διοργανώνει ένα συσσίτιο στο Ρέθυμνο, προσφυγόπουλα σε κατάμεστες σχολικές αίθουσες, αλλά και το σχολείο Έλενας Βενιζέλου, το οποίο βρίσκεται στην Καισαριανή, έναν ομαδικό γάμο με προσφυγοπούλες «όταν πλέον η ζωή έχει αρχίσει να κυλά σε φυσιολογικούς ρυθμούς και αποκτά μια κανονικότητα», καθώς και την ανδρική και γυναικεία ομάδα βόλεϊ του Πανιωνίου, ο οποίος ιδρύθηκε από πρόσφυγες.
Το Ρέθυμνο υποδέχεται τους πρόσφυγες
Ομως πολύ ενδιαφέρον για τον Ρεθεμνιώτη επισκέπτη θα έχει η δεύτερη αίθουσα, η οποία αφορά την παρουσία των προσφύγων συνολικά στην Κρήτη και κυρίως στο Ρέθυμνο. «Μεγάλη Παρασκευή είχε το Ρέθεμνος όταν άρχισαν να καταφθάνουν φουρνιές-φουρνιές τ’ αδέρφια μας οι πρόσφυγες. Στις αφιλόξενες αίθουσες των Τούρκικων σχολείων μωρά, γέροι, ανήμποροι, άρρωστοι, αλληλοβασταζόμενοι, μ’ ένα μπογαλάκι δημιουργούσαν μιαν ατμόσφαιρα πένθους και σπαραγμού», γράφει για την άφιξη των προσφύγων ο Κ. Μαμαλάκης. Στον πρώτο χώρο της αίθουσας βρίσκονται φωτογραφίες από τα λιμάνια του νησιού εκείνη την εποχή «θέλοντας να δείξουμε τί αντίκρισαν πρώτη φορά μπροστά τους ερχόμενοι στις πόλεις του νησιού. Μεγαλύτερη βέβαια συγκέντρωση προσφύγων ήταν στο Ηράκλειο, μετά στα Χανιά, στο Ρέθυμνο και τέλος στο Λασίθι», εξήγησε η κ. Τζωρτζάτου.
Κατά τη διάρκεια του πρώτου διωγμού, στο Ρέθυμνο, εγκαταστάθηκαν λίγες οικογένειες από την Κωνσταντινούπολη και τη Μ. Ασία. Οι πρώτοι που έφτασαν στην πόλη τον Αύγουστο του 1922, προέρχονταν από τον υπό ρωσική κυριαρχία Πόντο. Ως τον Οκτώβριο, καταφθάνουν επίσης 3.000 περίπου Έλληνες από τη Μ. Ασία, αλλά και Αρμένιοι. Ο αριθμός αυτός ήταν πολύ μεγάλος για τη μικρή πόλη. Ρεθυμνιώτες όμως τους συνέδραμαν, μαζί με φορείς της πόλης, όπως ο Σύλλογος Κυριών και το Λύκειο Ελληνίδων.
Κατά την απογραφή του 1923 απογράφηκαν στο νομό Ρεθύμνου 3.396 πρόσφυγες, από τους οποίους οι 2.836 στην πόλη του Ρεθύμνου. Στα τέλη του 1925 αναφέρονται 5.525 πρόσφυγες στο νομό Ρεθύμνου, ενώ στην απογραφή του 1928, 4.344. Από αυτούς οι 2.640 διέμεναν στην πόλη του Ρεθύμνου και 1.372 στους πλησιόχωρους οικισμούς της επαρχίας Ρεθύμνης. Μάλιστα, αποτελούσαν το 25% του συνολικού πληθυσμού της πόλης. Παράλληλα απογράφηκαν 327 πρόσφυγες στον Μαρουλά και 118 στο Άδελε. Η αύξηση του αριθμού των προσφύγων, συγκριτικά με το 1923, οφείλεται στην αγροτική αποκατάσταση προσφύγων έξω από την πόλη, όπου ιδρύθηκαν προσφυγικοί συνοικισμοί όπως επίσης και η Νέα Μαγνησία Μυλοποτάμου.
Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Υγιεινής, Προνοίας και Αντιλήψεως, τον Δεκέμβριο του 1925 στο νομό Ρεθύμνου ο «αστικός» πληθυσμός ανερχόταν σε 615 οικογένειες (2.352 άτομα) και ο «γεωργικός» σε 874 (3.173 άτομα). Οι πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στο Ρέθυμνο προέρχονταν από την Παλαιά και Νέα Φώκαια, τη Σμύρνη, τον Τσεσμέ και άλλους οικισμούς της δυτικής Μικράς Ασίας. Οικογένειες που πρωτο- αφίχθησαν στην πόλη και πορτραίτα των προσφύγων που προσπαθούν μέσω της εργασίας να ενταχθούν στη νέα τους πατρίδα, βρίσκονται αναρτημένα μετά τις φωτογραφίες των λιμανιών. Μεσολαβούν αντίγραφα επισήμων εγγράφων και αποκόμματα εφημερίδων της εποχής, με ιστορική αξία.
Χαρακτηριστικές φιγούρες της πόλης μέσα από τις φωτογραφίες της εποχής
Ανάμεσα στα πορτραίτα μπορεί κανείς να εντοπίσει πολύ χαρακτηριστικές μορφές του μεσοπολεμικού Ρεθύμνου με ιδιαίτερη προσωπικότητα. Ένας από αυτούς, ο Μικρασιάτης Νικόλαος Κουμνιώτης από τη Φώκαια, καραβοκύρης και άριστος γνώστης της τεχνικής του ψαρέματος που στη φωτογραφία αρματώνει το παραγάδι του, ή ο Χατζηπαράσχος που παρασκεύαζε φύλλα κρούστας και κανταϊφιού. Υπάρχει και μια χαρακτηριστική φωτογραφία του Γιάννη Ηρακλή Σκευάκη. Ο Ρεθεμνιώτης Γιάννης Σκευάκης «Πήγε στη Σμύρνη, εργάστηκε στην Ηλεκτρική Εταιρεία και εξελίχθηκε σε ικανότατο στέλεχος. Ήρθε στο Ρέθυμνο το 1922» αναφέρει μεταξύ άλλων γι’ αυτόν ο καθηγητής Κ. Ξεξάκης. Ο Σκευάκης πρωτοστάτησε στη δημιουργία της Ηλεκτρικής Εταιρείας Ρεθύμνου, η οποία ηλεκτροφώτισε την πόλη στα 1925-26. Σιγά- σιγά λοιπόν οι πρόσφυγες εντάσσονται στην Κρήτη και συνεισφέρουν στην καθημερινή κοινωνική και πολιτική ζωή του τόπου. Όπως φαίνεται κι από τις αντίστοιχες φωτογραφίες της τελευταίας ενότητας της έκθεσης ανοίγουν καφενεία, φτιάχνουν εκκλησίες στους συνοικισμούς τους, μαζεύονται για γλέντια με τα παραδοσιακά μικρασιάτικα όργανα, όπως το σαντούρι κι άλλοτε πλάι σ’ αυτό εμφανίζεται και η κρητική λύρα, ένδειξη της παραγωγικής πρόσμιξης των πλούσιων πολιτισμικών στοιχείων μικρασιατών και κρητικών.
Στο τέλος της κουβέντας, η κυρία Τζωρτζάτου επισήμανε τη δυνατότητα παροχής εκπαιδευτικών προγραμμάτων κατά τη διάρκεια της έκθεσης. «Έχουμε μια μουσειολόγο, η οποία τα πρωινά θα κρατάει την έκθεση. Αυτή έχει προετοιμάσει εκπαιδευτικό πρόγραμμα, προσκαλώντας τα σχολεία του Ρεθύμνου να έρθουν και να ξεναγηθούν. Ο ενδιαφερόμενος εκπαιδευτικός μπορεί να απευθυνθεί στο Δήμο Ρεθύμνης, στη γραμματεία της ΚΕΔΗΡ και να ζητήσει να συμμετάσχει στα εκπαιδευτικά προγράμματα που γίνονται εδώ στο Σπίτι του Πολιτισμού», τόνισε καταλήγοντας.
Η έκθεση διοργανώνεται από το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία και το Δήμο Ρεθύμνης σε συνεργασία με το Σύλλογο Ρεθυμνίων Μικρασιατών και το Σύλλογο Ρεθυμνίων Μικρασιατών «Ιωνία». Στο πλαίσιο των εγκαινίων στις 18:00 το απόγευμα θα πραγματοποιηθεί εκδήλωση μνήμης, το πρόγραμμα της οποίας έχει ως εξής :
•«Η Μικρά Ασία στους Αρχαίους και Ρωμαϊκούς χρόνους», Παναγιώτης Παρασκευάς (ιστορικός-σχολικός σύμβουλος Φιλολόγων Ν. Χανίων-συγγραφέας).
• «Η Μικρά Ασία από τα Βυζαντινά χρόνια ως την Ελληνική Επανάσταση του ’21», Βίκυ Κόλλια (φιλόλογος-δημοσιογράφος).
• Ολιγόλεπτο διάλλειμα με παραδοσιακά τραγούδια της Μικράς Ασίας από το Μουσικό Εργαστήρι του Συλλόγου Ρεθυμνίων Μικρασιατών.
• «Η Μικρά Ασία στους απελευθερωτικούς αγώνες και η συμβολή της στη δημιουργία της Νέας Ελλάδας», Παρασκευάς Συριανόγλου (συγγραφέας-μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου Ρεθυμνίων Μικρασιατών).
• «Πατρίδες της μνήμης και του στοχασμού», Γεώργιος Φρυγανάκης (φιλόλογος-συγγραφέας).
Συντονιστής: Αντώνιος Αραμπατζόγλου του Κυριάκου. Μετά το τέλος της εκδήλωσης θα ακολουθήσει η τελετή των εγκαινίων και ξενάγηση στις αίθουσες της έκθεσης.
(Πηγές: Η Ρεθεμνιώτικη πένα και οι πρόσφυγες της Μικρασιατικής καταστροφής, Γιώργος Δ. Φρυγανάκης, Ρέθυμνο 2011/ Αυτοί που έφυγαν, αυτοί που ήρθαν- Απο την Αυτονομία ως την ανταλλαγή, Μαρία Τσιριμωνακη, εκδ. Μίτος).