Στις Μέλαμπες, που ανθεί η παράδοση, κάθε πολιτιστικό γεγονός αποκτά μεγαλύτερη αξία. Αυτό διαπίστωσαν και οι πολυπληθείς επισκέπτες στη βιβλιοπαρουσίαση ενός σημαντικού πνευματικού πονήματος του π. Ευαγγέλου Τσουρδαλάκη, με τίτλο «Οι Άγιοι Τέσσερις Νεομάρτυρες Γεώργιος, Αγγελής, Μανουήλ και Νικόλαος οι εκ Μελάμπων και εν Ρεθύμνη Μαρτυρήσαντες».
Προηγήθηκε εσπερινός στον χώρο που διασώζεται το σπίτι ενός εκ των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων, του Γεωργίου, κι έπειτα, συνοδεία λύρας από νέους καλλιτέχνες, κατευθύνθηκαν αρχές και κοινό στην αίθουσα του Πνευματικού Κέντρου όπου έγινε η παρουσίαση του βιβλίου.
Γνωστός από το πλούσιο έργο του ο π. Τσουρδαλάκης, τίμησε και τιμά τόσο την ιεροσύνη όσο και την εκπαίδευση που υπηρέτησε με τόση αφοσίωση και επιτυχία.
Το βιβλίο του αυτό, που εκδόθηκε από την ενορία Μελάμπων με την ευλογία του Σεβασμιοτάτου Μητροπολίτη Λάμπης Συβρίτου και Σφακίων κ.κ. Ειρηναίου, είχε την τύχη να παρουσιαστεί στη διάρκεια λαμπρής εκδήλωσης στις Μέλαμπες από εξαίρετους ομιλητές όπως ο συγγραφέας και ερευνητής κ. Κωστής Ηλ. Παπαδάκης, θεολόγος, φιλόλογος, ο κ. Ζήνων Ζαννέτος κ.α.
Ο κ. Παπαδάκης, που ήταν και ο κεντρικός ομιλητής, με το χάρισμα του λόγου που διαθέτει, κράτησε αδιάπτωτο το ενδιαφέρον του ακροατηρίου του εστιάζοντας στο Ιστορικό, ή, άλλως, τις συναξαριακές, πληροφορίες, που αφορούν στη ζωή και στο μαρτύριο των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων. Είπε δε, μεταξύ άλλων και τα εξής:
Αναφορά στον κρυπτοχριστιανισμό
«Το γεγονός ότι οι Άγιοι Τέσσερις Νεομάρτυρες (έγγαμοι όλοι τους, με παιδιά, από συγγενικές οικογένειες προερχόμενοι, φέροντες το κοινό οικογενειακό όνομα «Βλατάκης») ήταν κρυπτοχριστιανοί, οδήγησε τον συγγραφέα να κάνει στο βιβλίο του ευρύτατη αναφορά και στο περίφημο αυτό θέμα του κρυπτοχριστιανισμού, μοναδικού στην παγκόσμια Ιστορία των Θρησκευμάτων, που, όσον τίποτε άλλο, αποδεικνύει και αναδεικνύει την ταύτιση τού ελληνισμού με την Ορθοδοξία και τη δύναμη της πίστης του Νεοέλληνα.
Η ηρωική στην εφαρμογή της κρυπτοχριστιανικής τους, μέχρι τη στιγμή εκείνη, ταυτότητας εκδηλώνεται τώρα με τον πλέον επικό τρόπο, με τη λύτρωση που οι Άγιοί μας βιώνανε μέσα από τον ηρωικό αγώνα τους για την πατρίδα, στην πρώτη γραμμή, και την ομολογία του αίματος που ακολούθησε με τη γενναία ομολογία τους: «Εμείς χρισθιανοί γεννηθήκαμενε και χρισθιανοί θ’ αποθάνουμε», ψελλίζοντας, ταυτόχρονα, από μέσα τους, την ώρα εκείνη τού φοβερού μαρτυρίου, την καρδιακή, τη νοερά προσευχή: «Κύριε ελέησον».
Η δύναμη της ομολογίας των Τεσσάρων Νεομαρτύρων, υπήρξε, την ώρα εκείνη συγκλονιστική. Το ηθικό των λοιπών χριστιανών που τους ήξεραν μέχρι τότε Οθωμανούς, Ρετζέπηδες, και τώρα τους έβλεπαν μπροστά στα μάτια τους αληθινούς χριστιανούς και Έλληνες και μάλιστα να ομολογούν ευθαρσώς και ορθόψυχα την πίστη τους στον Χριστό και την πατρίδα και να αψηφούν πλούτη, οικογένειες, αλλά και την ίδια τους τη ζωή, το ηθικό τους, λέγω, τη στιγμή εκείνη, αναπτερώθηκε σε μεγάλο βαθμό, γιατί όλοι μαζί βάσταζαν το μεγάλο όραμα της ελευθερίας της πατρίδος, που ήδη ξεκινούσε και προχωρούσε δυναμικά! Να, λοιπόν, γιατί μόνον τώρα η θυσία των Αγίων θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο και χρησιμότερα αποτελέσματα για την πίστη του Χριστού την αγία και της πατρίδος την Ελευθερία. Και πράγματι, η θυσία των Αγίων μας αναγνωρίστηκε άμεσα, από την πρώτη, κιόλας, στιγμή. τόσο συγκίνησε το χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας των Ρεθυμνίων.
Αγάπη και σεβασμός των χριστιανών
Η αγάπη και ο σεβασμός των χριστιανών προς τους Τέσσερις Μάρτυρές του εκδηλώθηκε άμεσα και ως επιθυμία ανέγερσης ιερού ναού προς τιμήν τους. Ο πόθος, ειδικότερα, κατασκευής ναού στη γενέτειρά τους, τις Μέλαμπες, ήταν από πολύ ενωρίς υπαρκτός και έντονος. Η πρώτη δε γνωστή προσπάθεια των Μελαμπιανών ήταν εκείνη τού 1888 «προς ανέγερσιν ναού περικαλλούς και επαξίου των υπέρ πατρίδος παλαισμάτων και υπέρ της αμωμήτου ημών πίστεως μεγάλης αυτών θυσίας…», όπως σημειώνεται στην ακολουθία του έτους εκείνου (1888) των Αγίων, που εξεδόθη με πρωτοβουλία του σοφού επισκόπου Λάμπης κυρού Ευμενίου Ξηρουδάκη. Η προσπάθεια, όμως, αυτή -λόγω των πολεμικών γεγονότων και ποικίλων δυσκολιών της εποχής- τελεσφόρησε και ευοδώθηκε πολλά χρόνια αργότερα, με τη δημιουργία του σημερινού περικαλλούς ιερού ναού (εγκαινιάστηκε στις 18 Απριλίου 1958, επί μακαριστού επισκόπου Λάμπης και Σφακίων Ισιδώρου), και, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο π. Ευάγγελος, ο ναός αυτός έχει καταστεί σήμερα το επίκεντρο της πνευματικής ζωής του χωριού, που, λόγω της θέσης όπου βρίσκεται, εκεί στην είσοδο του χωριού, προσκτάται και τον ωραίο και, επί πλέον, ευγενικό συμβολισμό ότι οι Άγιοι είναι σαν να υποδέχονται συγχρόνως και να προπέμπουν τον κάθε επισκέπτη τού χωριού.
Μια παντελώς άγνωστη παράμετρος
Όμως, στο θέμα αυτό, του ναού των Αγίων Τεσσάρων Νεομαρτύρων, εντάσσεται και το θέμα των σπιτιών των Αγίων, μια νέα παντελώς άγνωστη για το ευρύ κοινό παράμετρος στο γενικότερο θέμα της μελέτης του βίου των Αγίων. ένα θέμα, βέβαια, που θα μπορούσε να το ανακινήσει προς έρευναν και μελέτη επιτυχώς μόνον η γενέτειρά τους, οι Μέλαμπες.
Σύμφωνα, λοιπόν, με διασταυρωμένες, βάσει της παράδοσης, πληροφορίες, εντοπίστηκαν όλα τα σπίτια των Αγίων στο χωριό και επιθυμία, τώρα, διακαής της Ενορίας είναι τα κτίσματα αυτά να περιέλθουν στην ιδιοκτησία της. Και τι πιο φυσικό, αλήθεια, για την ευσεβή κοινότητα και ενορία από μια τέτοιαν ευλογημένη επιθυμία! Και το χαροποιόν, στην όλη υπόθεση, γεγονός είναι -όπως μας αναγγέλλει η φιλομάρτυς των Μελάμπων Ενορία- η πρόσκτηση, τελικά, των δύο εκ των τεσσάρων εντοπισθεισών οικιών.
Τα κτίσματα της πρώτης οικίας, που βρίσκεται στη γειτονιά -τι απείρου κάλλους, αλήθεια, τοπωνύμιο- στη γειτονιά, λέγω, των «Τεσσάρων Μαρτύρων», η παράδοση, με περαιτέρω διασταύρωση ασφαλών και βέβαιων πληροφοριών, τα αποδίδει στον άγιο Μάρτυρα με το κομμένο χέρι, τον Γεώργιο (μια λεπτομέρεια και αυτή, της αποκοπής, δηλαδή, του αριστερού χεριού του μάρτυρος, που, όπως και τόσες άλλες, το θαυμάσιο αυτό βιβλίο, σύμφωνα με τις υπάρχουσες παραδόσεις, επεξηγεί επακριβώς την αιτία της). Η Ενορία, λοιπόν, με μπροστάρη της τον ιερέα και με την κατανόηση και ευσεβή διάθεση των ιδιοκτητών, τα κτίσματα αυτά της οικίας τού εν λόγω μάρτυρος Γεωργίου, με τον σχεδιασμό και την επίβλεψη τού καλλιτέχνη και γλύπτη Βαγγέλη Ψυλλάκη (σε μια προσφορά ανιδιοτελούς για το χωριό του αγάπης), τα μετέτρεψε από ερείπια κτισμάτων σε έναν πανέμορφο και ευωδιάζοντα πνευματικά χώρο, που μας μεταφέρει πιστά στην εποχή εκείνη, τονίζοντάς μας, περαιτέρω, και την κρυπτοχριστιανική ιδιότητα των Μαρτύρων, έναν χώρο, αλήθεια, που δεν τον χορταίνεις, όχι μόνον αισθητικά αλλά και θρησκευτικά, γνωρίζοντας ότι εδώ, έζησε και ανεστράφη ο ένας εκ των Τεσσάρων Μαρτύρων, ο Γεώργιος. Εστίασα αρκετά στη θαυμάσια αυτήν ιδέα της Ενορίας, που ερμηνεύτηκε ως ιερό καθήκον όλων των κατοίκων του χωριού, προπάντων δε -σύμφωνα με τον παπα-Βαγγέλη- των ίδιων των ιδιοκτητών των εν λόγω κτισμάτων.
Η τέταρτη κάρα
Τελευταίο, εξαιρετικά σοβαρό θέμα, στο οποίο θα ήθελα, σύντομα μεν αλλά και ουσιαστικά, να εστιάσω, είναι και αυτό της τέταρτης ιερής κάρας, που έχει, ως γνωστόν χαθεί από πολύ παλιά και αγνοείται, στις μέρες μας, παντελώς η τύχη της. Χαίρομαι και αποδέχομαι ανεπιφύλακτα και συγχαίρω τον παπα-Βαγγέλη για την εξαιρετικά προσεγμένη, θεολογικά αλλά και ιστορικά, και υπεύθυνη άποψή του στο θέμα αυτό της τέταρτης αγίας κάρας, που αποδεικνύει όσον τίποτε άλλο τον απεριόριστο σεβασμό και την τιμή του στους Γενναίους αθλητές και Μάρτυρες τού χωριού του.
Η σειρά της επιχειρηματολογίας τού π. Ευαγγέλου στο κρισιμότατο και λεπτότατο αυτό θέμα της τέταρτης κάρας είναι εξαιρετικά ισχυρή, προσεγμένη και φροντισμένη, μη επιδεχόμενη, θεολογικά, τουλάχιστον, αμφισβήτηση και δεχόμενη ως μόνον αληθές, στο σοβαρότατο αυτό θέμα, αυτό που λέγει το συναξάρι των Αγίων. Ότι, δηλαδή, η τέταρτη κάρα δωρήθηκε, πράγματι, από τον επίσκοπο Ρεθύμνης (Ιωαννίκιο) σε έναν Ρώσο ναυτικό, που τη μετέφερε μεν με τις δέουσες τιμές στην πατρίδα του, τη Ρωσία, αλλά πού, όμως, κατέληξε τελικά, το συναξάρι, δυστυχώς, δεν το αναφέρει και, παρά τις προσπάθειες που έχουν γίνει εκ των υστέρων, δεν κατέστη δυνατόν το θέμα να φωτισθεί επιπλέον, παραμένοντας έτσι και σήμερα η θέση της άγνωστη και γνωστή «τω Θεώ μόνω».
Μια λαμπρή εκδήλωση
Με τη σειρά του ο επίσης εκλεκτός εκπαιδευτικός, συγγραφέας και ποιητής κ. Ζήνων Ζαννέτος, αναφέρθηκε στην καλλιτεχνική αξιολόγηση των ποιημάτων και διστίχων που έχουν ως θέμα τους Τέσσερις Μάρτυρες.
Σημαντική ήταν στην έκδοση και η συμβολή του μουσικοσυνθέτη Μπάμπη Πραματευτάκη που βοήθησε, με τη γνωστή προθυμία που τον διακρίνει, στην καταγραφή με νότες των μελωδιών που συνοδεύουν τις μαντινάδες κληροδότημα από γενιά σε γενιά, που με την έκδοση αυτή διασώζονται στον αιώνα.
Η εκδήλωση είχε ξεχωριστό ενδιαφέρον επειδή τη χαρακτήρισαν καινοτομίες, που δεν αλλοίωσαν όμως το πνευματικό μέρος, προκαλώντας άριστες εντυπώσεις.
Και αυτό είναι από τα βασικά στοιχεία που έκανε τη βιβλιοπαρουσίαση ένα από τα σημαντικότερα πολιτιστικά γεγονότα του Σαββατοκύριακου, που πέρασε στον νομό μας.