Κάθε βράδυ οι άξιες νοικοκυρές του Αμαρίου όπου και το συμπόσιο, αράδιαζαν στα τραπέζια σειρές από φαγιά και φαγάκια, όλα μαγειρεμένα με τέτοια αγάπη και μεράκι, που σάστιζε ο νους και αγαλλίαζε η σαρξ (η γλυκύτατη σαρξ δε από το τηγανητό κουνέλι αρωματισμένο με λεμονόφυλλα έγινε ανάρπαστη από τους συνδαιτυμόνες). Και πάντα στο τέλος, αφού είχαμε αποφάει, έβγαινε, μαζί με την τσικουδιά, και η σφακιανή πίτα είτε με μέλι θυμαρίσιο, είτε με χαρουπόμελο.
Βρέθηκα επίσης και στην Agreco, στην περίφημη φάρμα Δασκαλαντωνάκη του ομώνυμου ξενοδοχειακού ομίλου, όπου, μετά από μια περιήγηση στο νερόμυλο για το αλεύρι, στον ξυλόφουρνο για το ψωμί, στο πατητήρι για το κρασί, στα πλούσια μποστάνια, χωράφια και ελαιώνες του αγροκτήματος, στα κρι κρι και στα ελάφια, εκτέθηκα και πάλι στην υπερβολή της κρητικής φιλοξενίας. Με τον ήλιο να δύει πάνω από τη γη του κτήματος έτσι όπως κατηφόριζε στη θάλασσα, ο larger than life Δημήτρης Καλαϊτζιδάκης μας έστησε γλέντι κρητικό με φαγητά μαγειρεμένα με διαολεμένο κέφι και με υλικά αποκλειστικά από τη φάρμα. Κι αφού πέρασε όλη η γκάμα της πλούσιας γαστρονομικής Κρήτης από μπροστά μας, στο τραπέζι μας έφτασε μεγαλοπρεπές αρνί αντικριστό, ψημένο δηλαδή σε κομμάτια γύρω από τη φωτιά, όπως και κουνέλι στον φούρνο με αρωματικά, τα οποία μας αποτελείωσαν. Και βέβαια στο τέλος, μετά από πολλά άλλα γλυκά, ήρθαν μαζί με την τσικουδιά και οι σφακιανές πίτες με γλυκό κυδώνι και κουκουνάρι. Αφήσαμε αναστεναγμό βαθύ και εγκαταλειφθήκαμε στη γλυκιά υπερβολή της Κρήτης.
Αναδημοσίευση από την «Real News»