Άμεση είναι η ανάγκη να προχωρήσουν τα απαιτούμενα παράλληλα έργα για να λειτουργήσει το μουσείο της Ελεύθερνας, το κτιριακό συγκρότημα του οποίου έχει ολοκληρωθεί.
Μια σειρά από βασικές εργασίες δεν έχουν περαιωθεί, οι οποίες όμως κρίνονται αναγκαίες και λογικά θα έπρεπε να έχουν τελειώσει, γιατί εκ των πραγμάτων παρακωλύουν την πορεία προς τη λειτουργία του πολυσήμαντου και φιλόδοξου έργου.
Πρόκειται για την απομάκρυνση των μπαζών και τους καθαρισμούς του περιβάλλοντος χώρου του νέου μουσείου, για τη σύνδεση της ύδρευσης και την ηλεκτροδότηση, θέματα που προωθεί η Τεχνική Υπηρεσία του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Η γραφειοκρατία, η οποία ακολουθείται για αυτές τις απλές παρεμβάσεις, έχουν προκαλέσει παύση κάθε εξέλιξης εδώ και περίπου τρεις μήνες, με αποτέλεσμα να έχει σταματήσει η πρόοδος των εργασιών που υπολείπονται και οι οποίες είναι ιδιαίτερα σημαντικές, καθώς αφορούν την τοποθέτηση των προθηκών και του εξοπλισμού και βέβαια τη μεταφορά και την ταξινόμηση μέσα στις αίθουσες των αρχαιολογικών ευρημάτων από τις ανασκαφές.
Θέμα χρημάτων πάντως δεν φαίνεται να υπάρχει, σύμφωνα με τον αρχαιολόγο κ. Νίκο Σταμπολίδη, ο οποίος γνωρίζει, ότι οι πιστώσεις είναι εξασφαλισμένες αλλά δεν γνωρίζει τους λόγους, για τους οποίους έχει καθυστερήσει η διαδικασία τοποθέτησης των συνεργείων καθαρισμού και οι συνδέσεις νερού και ηλεκτρικού ρεύματος.
Ερωτηθείς χθες από την εφημερίδα μας για την στασιμότητα που παρατηρείται μετά την κατασκευή του κτιριακού συγκροτήματος, δήλωσε χαρακτηριστικά, ότι: «δεν πρέπει η θερινή Ραστώνη, να επηρεάζει τις εργασίες του μουσείου. Αυτά τα πράγματα έπρεπε να’ χουν τελειώσει. Όση γραφειοκρατία και να έχουν, ξέρουμε τι συμβαίνει και τι δε συμβαίνει, αλλά αυτά είναι καίρια ζητήματα. Διότι πώς εγώ θα διαπιστώσω εάν το κτίριο που τέλειωσε και πήρε τα χρήματά του ο εργολάβος, ότι λειτουργεί το air-condition, άμα δεν υπάρχει ρεύμα; Πώς θα καταλάβω, ότι τρέχουν οι βρύσες και ότι είναι εντάξει τα εργαστήρια για τη συντήρηση των αρχαιοτήτων, εάν δεν έχει συνδεθεί το νερό; Πώς θα φανεί ουσιαστικά το μουσείο, όταν δεν έχουν απομακρυνθεί τα μπάζα και δεν έχει κλείσει με φράχτη, με περίφραξη ο περιβάλλων χώρος; Δε θα φανεί ποτέ αυτό. Είναι πάρα πολύ σημαντικό να γίνουν αυτές οι διαδικασίες».
Ο ίδιος συμπλήρωσε, ότι: «είναι μικρά προβλήματα, αλλά σημαντικά για την ολοκλήρωση του μουσείου, ωστόσο, δεν είναι δική μου δουλειά και δεν ξέρω πότε και πως θα εξελιχθούν».
Στο μεταξύ όπως μας ενημέρωσε κανονικά προχωρούν οι διαγωνισμοί για την κατασκευή των προθηκών που απαιτούνται για την προβολή των αρχαιολογικών αντικειμένων αλλά και του συνόλου του εξοπλισμού του μουσείου.
Καλώς εχόντων των πραγμάτων, και εφόσον γραφειοκρατικά προχωρήσουν οι τρέχουσες διαδικασίες, οι οποίες καθυστερούν, η λειτουργία του μουσείου της Ελεύθερνας θα είναι γεγονός μέσα στον επόμενο χρόνο.
Το έργο είναι πάρα πολύ σημαντικό, θα συμβάλει στην ανάδειξη του ανασκαφικού έργου και των ευρημάτων που συνθέτουν τον αρχαιολογικό πλούτο και καταδεικνύουν τη σημαντικότητα της πολυετούς προσπάθειας, η οποία συνεχίζεται.
Σύμφωνα με τον κ. Σταμπολίδη, οι ανασκαφές φέτος έχουν ξεκινήσει και εξελίσσονται κανονικά.
Το νέο Μουσείο
Το κτιριακό συγκρότημα του μουσείου περιλαμβάνει ένα πολυχώρο αποθηκών και προβολής των εκθεμάτων με συνολικό εμβαδό 1.630 τ.μ., εκ των οποίων τα 900 τ.μ. περίπου θα είναι ο ένας όροφος με το αίθριο και τα 730 τ.μ. το υπόγειο-αποθήκες. Το μουσείο έχει χωροθετηθεί στο νότιο δυτικό άκρο του αρχαιολογικού χώρου, ώστε ο επισκέπτης να μπορεί να βλέπει τα μνημεία και τις ανασκαφές ανεμπόδιστα, αλλά και τον Ψηλορείτη. Σύμφωνα με τη μελέτη θα είναι απολύτως ενσωματωμένο στο περιβάλλον και θα μοιάζει σαν να αναδύεται από τη γη, περιβαλλόμενο από βράχια και τοπική χλωρίδα.
Επίσης, στο μουσείο θα υπάρχει αίθουσα προβολών και στην είσοδο θα τοποθετηθούν οθόνες αφής, προκειμένου ο επισκέπτης να μπορεί γρήγορα και εύκολα να έχει πληροφορίες για τα εκθέματα.
Την περίοδο αυτή είναι σε εξέλιξη οι διαδικασίες που έχουν να κάνουν με την προμήθεια του εξοπλισμού και των βιτρινών, οι οποίες λόγω των γραφειοκρατικών δεδομένων που απαιτούνται εκτιμάται ότι θα έχουν παραδοθεί σε εννέα περίπου μήνες. Αμέσως μετά θα ακολουθήσουν οι εργασίες της ταξινόμησης και της μεταφοράς των ευρημάτων, οι οποίες θα γίνουν από ειδικούς αρχαιολόγους και συντηρητές.