Στις μεγάλες αλλαγές που συντελούνται διεθνώς τα τελευταία χρόνια περιλαμβάνεται η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού, η επιμήκυνση του προσδόκιμου ζωής, η βελτίωση της υγείας όλων των ηλικιακών ομάδων και η μεγαλύτερη ταξιδιωτική μετακίνηση από χώρα σε χώρα για τουρισμό.
Όλες αυτές οι αλλαγές, μαζί με την άνοδο του ΑΕΠ των περισσότερων χωρών, έχουν συντελέσει στη ραγδαία ανάπτυξη του τουρισμού τρίτης ηλικίας, που πλέον αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της τουριστικής βιομηχανίας σε πολλές αναπτυσσόμενες και αναπτυγμένες χώρες.
Σύμφωνα με μελέτη του οργανισμού έρευνας και ανάλυσης Διανέοσις, στην Ευρώπη το ποσοστό των ταξιδιών που θα αντιστοιχεί σε ηλικιωμένους αναμένεται να αυξηθεί από 15% το 2010 σε 26% το 2030 και 32% το 2050. Μέχρι το 2050, το ένα τρίτο της συνολικής τουριστικής δαπάνης στην Ευρώπη θα προέρχεται από άτομα που θα έχουν υπερβεί το 65ο έτος της ηλικίας τους.
Πολλές μελέτες υπογραμμίζουν ότι οι ηλικιωμένοι σήμερα έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά από ό,τι στο παρελθόν: είναι πιο υγιείς, ξοδεύουν περισσότερα χρήματα, ταξιδεύουν πιο συχνά και διαμένουν περισσότερες ημέρες σε προορισμούς σε μεγαλύτερες αποστάσεις από τον τόπο διαμονής τους. Τα άτομα τρίτης ηλικίας απαιτούν υπηρεσίες καλής ποιότητας, λόγω προγενέστερων ταξιδιωτικών εμπειριών, έχουν δηλαδή σαφέστερη αντίληψη του τι σημαίνει ποιότητα.
Όπως αναφέρεται στη μελέτη, μια ειδική μορφή τουρισμού που προτιμούν κυρίως οι ηλικιωμένοι είναι ο τουρισμός μακράς διαρκείας διαμονής (long-stay tourism), με την αγορά ή μακροχρόνια ενοικίαση δευτερογενούς κατοικίας. Το 7,3% των ενηλίκων κατοίκων της Ευρώπης δηλώνει πως επιθυμεί να μεταναστεύσει στο εξωτερικό μετά τη συνταξιοδότηση του. Στις περιπτώσεις αυτές, καθίσταται προφανές ότι οι ηλικιωμένοι χρειάζονται μικρότερα σπίτια σε διαφορετική τοποθεσία, που να προσφέρει όμως τις αναγκαίες γι’ αυτούς υποδομές και υπηρεσίες (συγκοινωνίες, περίθαλψη, κ.ά.).
Ήδη, πολλές χώρες έχουν αναπτύξει μεγάλα οικιστικά προγράμματα για την ικανοποίηση της αυξανόμενης ζήτησης για δευτερογενή κατοικία.
Η Ελλάδα θα μπορούσε να διεκδικήσει έσοδα δεκάδων δισ. ευρώ ετησίως από την ανάπτυξη των συγκεκριμένων κατηγοριών τουρισμού, αφού διαθέτει όλα τα φυσικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά, προκειμένου να μετατραπεί σε ιδανικό προορισμό τουρισμού μακράς διαρκείας και κυρίως παραχείμασης, με πολλαπλά οφέλη για την ελληνική οικονομία. Ο τουρισμός τρίτης ηλικίας και ο τουρισμός υγείας αποτελούν μια μεγάλη αγορά και ταυτόχρονα μια μεγάλη ανεκμετάλλευτη ευκαιρία για τη χώρα μας.
Το γεγονός αυτό επιβάλλει τον επανασχεδιασμό της τουριστικής βιομηχανίας και των διεθνών δικτύων μεταφορών, αλλά και των ιατρικών μονάδων που θα πρέπει να διευρύνουν και να εξειδικεύσουν το φάσμα των παρεχόμενων υπηρεσιών τους σε υπηρεσίες υγείας. Οι υπηρεσίες υγείας θα πρέπει να είναι σε θέση πρωτίστως να καλύψουν τις ανάγκες έκτακτων ιατρικών περιστατικών, αλλά και την παροχή ιατρικοκοινωνικής φροντίδας στους χρόνιους πάσχοντες τουρίστες. Επιπλέον, στο πλαίσιο του τουρισμού υγείας, θα πρέπει να παρέχονται εξειδικευμένες υπηρεσίες και προϊόντα που να καλύπτουν τη ζήτηση από άτομα τρίτης ηλικίας για ιατρικό τουρισμό επιλογής, για ιαματικό τουρισμό και για σύγχρονο τουρισμό ευεξίας.