Την περασμένη Κυριακή πήρα την κυριακάτικη εφημερίδα στα χέρια μου και διαβάζοντας την, εξεπλάγην που ο υπουργός Παιδείας κ. Αρβανιτόπουλος έχει αποφασίσει, με συνοπτικές διαδικασίες, την επιμήκυνση του σχολικού έτους από την επόμενη χρονιά κατά 15 μέρες, γιατί έτσι λέει οι μαθητές στη χώρα μας θα μάθουν περισσότερα και θα κάνουν λιγότερες ώρες φροντιστήριο! Συγκεκριμένα δήλωσε: «Πιστεύω ότι περισσεύουν οι αργίες. Οι μαθητές πρέπει να μάθουν περισσότερα και καλύτερα. Γι’ αυτό χρειάζεται πέραν της εμβάθυνσης του μαθήματος, η επιμήκυνση του σχολικού έτους. Άλλωστε, ιδιαίτερα στο Λύκειο, περισσότερες ημέρες στο σχολείο σημαίνει λιγότερες ώρες στο φροντιστήριο».
Πραγματικά ήθελα να ξέρω αν όλα αυτά που λέει τα πιστεύει, η απλά του είπαν να τα πει. Ήθελα να ξέρω αν έχει πλήρη επίγνωση των προβλημάτων της παιδείας στη χώρα μας. Θα ήθελα επίσης να ξέρω, αν έχει πάει έστω μια φορά για δείγμα σε ένα επαρχιακό σχολείο, για να δει τις συνθήκες δουλειάς των μαθητών και των εκπαιδευτικών και όχι σε αυτά της βιτρίνας, του Κολωνακίου, του Ψυχικού και της Εκάλης.
Το συμπέρασμα από τα λεγόμενα του υπουργού λοιπόν είναι ότι αν αυξήσουμε τις ημέρες του σχολικού έτους, αυτόματα τα παιδιά μας θα γίνουν Αϊνστάιν και προφανώς θα έχουν σίγουρη δουλειά αποφοιτώντας από το πανεπιστήμιο! Ας δούμε όμως μερικές αδιαμφισβήτητες αλήθειες για την εκπαίδευση και τον ίδιο.
Βρισκόμαστε στο μήνα Φεβρουάριο, στα μέσα της σχολικής χρονιάς, και σε πολλά σχολεία σε όλη τη χώρα δεν υπάρχουν ακόμη καθηγητές, για να λειτουργήσουν κανονικά, (στο δημοτικό σχολείο Ανωγείων ακόμα συνεχίζουν την κατάληψη οι γονείς!). Σε σχολείο στο νομό μας πέρυσι έκαναν μάθημα 20-25 μαθητές σε πέντε υπολογιστές και ο διευθυντής του σχολείου αναγκάστηκε να κάνει έκκληση στο διαδίκτυο, σε γνωστούς και φίλους του, να του δώσουν παλιούς υπολογιστές, για να τους επισκευάσει και να μπορούν να κάνουν στοιχειωδώς οι μαθητές μάθημα. Προφανώς ούτε ξέρει τα παραπάνω, και ούτε τον ενδιαφέρει.
Με εντολή της ελληνικής κυβέρνησης το 2003 έγινε σύνταξη μελέτης από το παιδαγωγικό ινστιτούτο και από το Τμήμα Ποιότητας της Εκπαίδευσης με την επιστημονική εποπτεία του κ. Σ. Ν. Αλαχιώτη, προέδρου του Π.Ι. και προέδρου του Τμήματος Ποιότητας της Εκπαίδευσης και τον συντονισμό της κ. Ελένης Καρατζιά-Σταυλιώτη, συμβούλου του Π.Ι. και αναπληρώτριας προέδρου του Τμήματος Ποιότητας της Εκπαίδευσης και του κ. Γεωργίου Δάλκου, παρέδρου με θητεία. Στην ομάδα εργασίας έλαβαν μέρος: Αναστασία Καραγεωργοπούλου, Χρυσούλα Κούτρα, Άννα Σιγανού, Ευστρατία Σοφού και Ιωάννης Τσιρίκος σε χώρες της Ευρώπης, στην Αυστραλία, τον Καναδά, τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και τη Ν. Ζηλανδία, για την οργάνωση του σχολικού χρόνου στην υποχρεωτική εκπαίδευση, και που αναφέρει ότι η χώρα μας έχει τις ίδιες μέρες και ώρες δουλειάς στην εκπαίδευση, με τις προηγμένες χώρες και πολλές φορές περισσότερες απ’ αυτές, ουδόλως τον ενδιαφέρει, για να ψάξει και να δει επιτέλους τι φταίει στ’ αλήθεια και η εκπαίδευση δεν πηγαίνει καλά στην Ελλάδα του 2014.
Ενδεικτικά αναφέρω ότι στην Αυστραλία και στη Ζηλανδία το σχολικό έτος διαιρείται σε τέσσερα τρίμηνα μεταξύ των οποίων παρεμβάλλονται διαστήματα δεκαπενθήμερων διακοπών, ενώ οι καλοκαιρινές διακοπές είναι μεγαλύτερης διάρκειας. Στις Η.Π.Α., στον Καναδά και στην Ιαπωνία το σχολικό έτος διακόπτεται το χειμώνα (γύρω στα τέλη Δεκεμβρίου), την Άνοιξη (Μάρτιο ή Απρίλιο) και το καλοκαίρι (Ιούλιο-Αύγουστο). Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά τη λήξη της χειμερινής περιόδου, σχεδόν όλοι οι μαθητές των ευρωπαϊκών χωρών διακόπτουν τις σχολικές τους δραστηριότητες, για ένα σύντομο χρονικό διάστημα διάρκειας μίας ή δύο ημερών έως και δύο εβδομάδων μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου. Ενώ στη Δανία και στην Ελλάδα δεν προβλέπεται διακοπή των σχολικών δραστηριοτήτων κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου. Επίσης είναι εξαιρετικά σημαντικό να αναφερθεί ότι οι παραπάνω αριθμοί μπορεί να αντιστοιχούν είτε σε ολόκληρες σχολικές ημέρες (all-day schooling) είτε σε μισές (half-day schooling), που σημαίνει ότι μπορεί σε μια χώρα να φαίνονται παραπάνω σχολικές ημέρες, άλλα δεν είναι ακριβώς έτσι, αφού οι σχολικές μέρες είναι μισές.
Στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, όπως διαπιστώνεται από τα στοιχεία που υπάρχουν ο ελάχιστος εβδομαδιαίος διδακτικός χρόνος κυμαίνεται από 22,5 ώρες (Βόρεια Ιρλανδία) έως 40 ώρες (Ιρλανδία) (γενικός μέσος όρος=29 ώρες). Η διάρκεια της διδακτικής περιόδου κυμαίνεται από 35 έως 60 λεπτά. Από τα παραπάνω στοιχεία διαπιστώνεται ότι, όσον αφορά την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, ο ελάχιστος εβδομαδιαίος διδακτικός χρόνος στην Ελλάδα (25 ώρες) συμπίπτει με το μέσο όρο. Αντίθετα, στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, ο αριθμός αυτός (35 ώρες) είναι μεγαλύτερος από το μέσο όρο. Θα πρέπει να αναφερθεί δε ότι ο εβδομαδιαίος διδακτικός χρόνος στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση στην Ελλάδα είναι ο τρίτος μεγαλύτερος από τα 20 πιο προηγμένα κράτη του πλανήτη!
Σε όλα τα παραπάνω αν προσθέσει κάποιος τις απαράδεκτες συνθήκες και τις πολλές φορές, ανύπαρκτες ακόμα και σήμερα υποδομές, στα σχολικά κτήρια, πολλά από τα οποία είναι κτισμένα πριν από 80 χρόνια, ότι ξεπαγιάζουν οι μαθητές στα θρανία λόγω έλλειψης πετρελαίου, την έλλειψη στοιχειώδους γραμματειακής υποστήριξης, και δεκάδες άλλα μικρά και μεγάλα προβλήματα, θα δούμε αντικειμενικά ότι το συνολικό πρόβλημα της παιδείας στην χώρα μας, φαίνεται ξεκάθαρα ότι δεν είναι θέμα έλλειψης διδακτικών ημερών και ωρών, αλλά θέμα ανικανότητας, ενημέρωσης, ιδεών, πρακτικής, υποδομών και υλοποίησης στόχων δυστυχώς, του εκάστοτε υπουργού. Και είναι πέρα για πέρα αληθινό ότι με την εθελοντική εργασία των καθηγητών που γίνονται μπετατζήδες, μπογιατζήδες και οτιδήποτε άλλο δεν βάζει ο ανθρώπινος νους, το ελληνικό σχολείο μπορεί ακόμα και διατηρείται σε κάποιο επίπεδο, όχι μόνο μάθησης, αλλά και εμφάνισης.
Θα ήθελα κάποια στιγμή να ακούσω πραγματικές αλήθειες και όχι αστείες δικαιολογίες, όπως αυτά που είπε ο υπουργός. Όπως, γιατί να είμαστε τρίτοι στον κόσμο στις διδακτικές ώρες; Ναι ας γίνουμε πρώτοι! Αλλά ταυτόχρονα να υπάρξει και ανάλογη επίτευξη επιπέδου σε υποδομές, σχολικών εγχειριδίων και μισθού, στα επίπεδα των υπόλοιπων χωρών κ. υπουργέ! Όχι μόνο λόγια, λόγια, λόγια και ποτέ πράξεις και ουσία. Αλλά τι κάθομαι και λέω, αφού το ζητούμενο 15% του προϋπολογισμού για την παιδεία, από την εποχή των αγώνων του 114, στη δεκαετία του 60, δεν έχει καταφέρει ποτέ να ξεπεράσει στην καλύτερη περίπτωση το 2,92% και ακόμα περιμένει, και απ’ ότι φαίνεται δεν πρόκειται να το φτάσει ποτέ! Όμως ο εκπαιδευτικός ότι και να γίνει θα είναι πάντα εδώ για να προσφέρει και με το παραπάνω, όλα αυτά που επιδεικτικά αγνοεί ή δεν θέλει το κράτος!
Το έχω ξαναγράψει, αλλά μια ακόμα φορά δεν βλάπτει. Ο κοσμήτορας του Χάρβαρντ στις ΗΠΑ τη δεκαετία του 60 Φράνσις Κέπελ είχε πει ότι: «Η εκπαίδευση είναι υπερβολικά σημαντική, ώστε να την αφήσουμε αποκλειστικά στους εκπαιδευτικούς»… Όπως μπορεί να καταλάβει εύκολα ο οποιοσδήποτε, η εκπαίδευση τελικά, άρα και η τεκμηριωμένη άποψη είναι ο φόβος και ο τρόμος των εκάστοτε κυβερνώντων, οι οποίοι απορούν, όπως είχε πει ο Δρ. Χαϊμ Γκίνο, γιατί «Περιμένουμε από τους δασκάλους να φτάσουν ανεπίτευκτους στόχους με ανεπαρκή εργαλεία. Το θαύμα όμως είναι ότι μερικές φορές καταφέρνουν αυτό το αδύνατο εγχείρημα!». Τα συμπεράσματα δικά σας…
* Ο Βαγγέλης Παπαδάκις είναι καθηγητής Φυσικής Αγωγής