Αντί λοιπόν να το δουν όλοι οι «εμπλεκόμενοι» με το μάτι του εφήμερου, αφού σε εφημερίδα ήταν γραμμένο και να σταθούν στο κεντρικό ζήτημα που πραγματευόταν, δηλαδή στο εξαιρετικό των εκδηλώσεων, αλλά και στα προβλήματα που αντιμετώπισαν, το μετέφρασε κάθε ένας κατά το δοκούν και αντέδρασε ανάλογα.
Αρχικά, μου τηλεφώνησε ο οργανωτής των «Ημερών» και μου ζήτησε «να διευκρινίσω ότι το άρθρο ήταν δική μου πρωτοβουλία και όχι υποκινούμενο καθ οιονδήποτε τρόπο». Λες και μπορούσα να υποκινηθώ και να γράψω για να στηρίξω τις όποιες «αλλότριες σκοπιμότητες». Ούτε το έχω κάνει στο παρελθόν, ούτε θα το κάνω στο μέλλον, αυτό το υπόσχομαι σε όλους όσους με διαβάζουν.
Το ξεπέρασα, αλλά δέκα λεπτά αργότερα έλαβα ένα τηλεφώνημα από ένα «δηλωμένο» αντίπαλο της «Νέας Αντίληψης». Αυτός μου έδωσε θερμά συγχαρητήρια, «για τη μεταστροφή μου» και για τα γραφόμενά μου, στο ζήτημα αυτό. Με καλωσόρισε στην ομάδα των «απέναντι» και με παρακίνησε να συνεχίσω την «ορθή πορεία» που υιοθέτησα, με αφορμή το άρθρο μου. Λες και στάθηκα απέναντι στη Δημοτική ομάδα που αποτελεί μέτρο σύγκρισης σε πανελλήνιο επίπεδο για τα Δημοτικά ζητήματα, που έκανε το Ρέθυμνο ΠΟΛΗ και που το έβγαλε από τη μιζέρια που το είχε καταδικάσει η «Διαχείριση» της προηγούμενης Δημοτικής Αρχής. Άλλωστε την ομάδα αυτή στήριξα όσο μπορούσα, στο παρελθόν για τους λόγους αυτούς, τη στηρίζω σήμερα και θα τη στηρίξω στο μέλλον. Χωρίς, φυσικά να απαλλοτριώνω το δικαίωμά μου στην κριτική της, όταν κατά την άποψή μου γίνεται κάτι λάθος. Του τα ανέφερα όλα αυτά και εξ όσων αντιλήφθηκα, έκλεισε το τηλέφωνο, «ολίγον θυμωμένος».
Πριν προλάβω να συνέλθω, με πήρε τηλέφωνο φίλος, «Συρριζαίος» στις πολιτικές του προτιμήσεις, και με συνεχάρη για το άρθρο μου που είχε δει στο Facebook και για την «σωστή επίθεση» που έκανα στην ΚΕΔΗΡ και την Πρόεδρο της. Εγώ, το Facebook το θεωρώ κατάσκοπο της προσωπικής μας ζωής και το αποφεύγω, όσο μπορώ περισσότερο. Το χρησιμοποιώ αποκλειστικά για να «ενημερώνομαι» για τις δραστηριότητες ορισμένων φίλων μου που επιμένουν να «εκτίθενται» μόνο στο μέσον αυτό. Φυσικά δε, δεν ανέβασα το άρθρο μου εκεί. Αλλά έγινε και αυτό, αφού ο ηλεκτρονικός τρόπος αναμετάδοσης και διάδοσης μιας είδησης, ενός κουτσομπολιού ή μιας «φούσκας» έχει γίνει κανόνας στις ημέρες μας και «ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον». Όσο για την επίθεση, κάθε άλλο παρά τέτοια ήταν. Την πρόεδρο της ΚΕΔΗΡ, τη θεωρούσα και τη θεωρώ πάντα φίλη μου. Αλλά, διατηρώ για τον εαυτό μου το δικαίωμα να σχολιάζω, όσα εκτιμώ ότι είναι άξια σχολιασμού και να κρίνω, όσα κατά τη γνώμη μου, πρέπει να επισημανθούν. Και με τον τρόπο αυτό να αναζητώ την ανανέωση και τις φρέσκες ιδέες, που επιμένω ότι χρειάζονται σε αρκετούς «πολιτιστικούς» τομείς. Οι δε «Ημέρες του Ρεθύμνου» μόνο φρέσκες και αξιόλογες ιδέες είχαν, στη φετινή τους διοργάνωση. Αυτά ανέφερα στο φίλο μου, που έκλεισε επίσης το τηλέφωνο μάλλον λίγο απογοητευμένος, από την τροπή της συζήτησης.
«Καπάκι», πήρα και ένα μήνυμα στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο από ένα Δημοτικό Σύμβουλο, που μου ανέφερε ξεκάθαρα ότι συμφωνούσε με όλα όσα έλεγα, ειδικά δε για τα ζητήματα της ΚΕΔΗΡ. Φυσικά δεν του απάντησα, ούτε θα του απαντήσω, δεν ήταν άλλωστε ο στόχος του άρθρου μου αυτός. Αφήστε που δε θέλω να εμπλακώ σε «σκοπιμότητες», εν όψει των επερχόμενων Δημοτικών εκλογών.
Και την επόμενη ημέρα, σε συνομιλία που είχα με την Πέπη Μπιρλιράκη, ρωτήθηκα γιατί χρησιμοποίησα το χαρακτηρισμό «Φοβικός Πρόεδρος» και πόσο την αφορούσε αυτό. Της απάντησα φυσικά, ότι δεν την αφορούσε καθόλου, αφού σε άλλον αναφερόμουν. Και στη συζήτηση που κάναμε, της ανέφερα ξανά ότι οι φρέσκες ιδέες λείπουν πια από τις «επίσημες» διοργανώσεις του Δήμου και πρέπει να τις αναζητήσει για να γίνουν τα Πολιτιστικά μας δρώμενα ακόμη καλύτερα. Με την ευκαιρία, εξηγώ επίσης ότι οι «Οικονομικές υπαναχωρήσεις» δεν αφορούν το Δημοτικό Σύστημα, ούτε φυσικά το Δήμαρχο, που προσπάθησε στα μέτρα των δυνατοτήτων που του δίνονται να βοηθήσει με κάθε τρόπο τη διοργάνωση, αλλά αναφέρονται σε «υψηλότερους του Δήμου» θεσμούς. Που υποσχέθηκαν οικονομική συνδρομή, αλλά δεν τήρησαν τις υποσχέσεις που είχαν δώσει.
Και φυσικά, αν δε γινότανε ο Θωμάς Πέπη, αλλά αν υπήρχε στενότερη συνεργασία μεταξύ των δύο, τότε, ναι θα είχαμε ένα καλύτερο «Πολιτιστικό καλοκαίρι», αφού θα περιελάμβανε όλα όσα έγραψα εγώ, αλλά και όσα πρόσθεσε αυτοβούλως ο «Ραδάμανθυς», στο σχόλιό του.
Το «ηθικό δίδαγμα» που μου έμεινε από όλα τα παραπάνω, που ειλικρινώς συνέβησαν όπως τα περίγραψα, ήταν ότι πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στη χρήση του «βήματος» που μας παραχωρείται για να αρθρογραφούμε και να προσπαθούμε, πριν γράψουμε, να εκτιμούμε τις επιπτώσεις των γραφόμενων μας. Αλλά και την ανάγκη να κατανοήσουμε σε όλες τις διαστάσεις της, τη δύναμη των έντυπων και των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης.
Για να μπορούμε πάντα να βοηθούμε με την «πένα μας», στην πρόοδο του «μικρού μας τόπου» και όχι να συμβάλλουμε, άθελά μας, στην υπηρέτηση των όποιων σκοπιμοτήτων μπορεί να έχουν, «σχετικοί και άσχετοι», με εμάς. Χωρίς, παράλληλα να αυτολογοκρινόμαστε, στην προσπάθειά μας «να μη σπάσουμε αυγά». Και πιστέψτε με, η ισορροπία αυτή είναι το πιο δύσκολο ζήτημα, για όσους «εκτίθενται δημοσίως», με την πένα τους και με τα γραφόμενά τους.
Σήμερα, ιδιωτεύει, στο Ρέθυμνο