Γεννήθηκα και μεγάλωσα (1932-1951) στην Κρήτη στο χωριό Ασή Γωνιά, περίοδος σκληρής δοκιμασίας (αν αφαιρέσεις το σύγχρονο κράτος του Ελευθερίου Βενιζέλου) πολιτικές δολοπλοκίες, δικτατορία Μεταξά, Β’ Παγκόσμιος πόλεμος, κατοχή, αντίσταση, απελευθέρωση, «εμφύλιος», αποκατάσταση της Δημοκρατίας.
Μια δύσκολη εποχή, οικογένειες με πολλά μέλη (πέντε και πάνω από δέκα), μα υπήρχε εμπιστοσύνη μεταξύ των ανθρώπων. Έβρισκες ανθρώπους και αυτό ήταν ένα στοιχείο αρκετό να κρατήσει τον κόσμο πιο ανθρώπινο -παρά τη φτώχεια και τις δυσκολίες- με χωρίς σοβαρές παρεκτροπές και όταν παρουσιαζόταν κάτι στραβό επενέβαιναν, υπήρχε ο πρόεδρος της Κοινότητας, ο παππάς, ο δάσκαλος, ο αγροφύλακας και άλλες ισχυρές προσωπικότητες και προλάβαιναν τα χειρότερα. Τώρα αυτά υπάρχουν; Νομίζω καθόλου, ούτε στη σκέψη κανενός. Κοιτάζει καθένας τον εαυτούλη του.
Από τις πολυμελείς οικογένειες πολλά μέλη έφυγαν για το εξωτερικό (Αμερική, Αυστραλία, Ευρώπη) και άλλα για Αθήνα και άλλες περιοχές εντός της επικράτειας για μια καλύτερη ζωή. Το Λεκανοπέδιο της Αττικής «πλημμύρισε» από Κρητικούς. Και εδώ τα πράγματα ήταν δύσκολα για τους πολλούς, δουλειά έβρισκες το περισσότερο στην οικοδομή και τα νταμάρια, εργασία σκληρή. Όμως ο κόσμος της Κρήτης εδώ είναι όλοι αδέρφια και πάνω απ’ όλα η Κρήτη με τους ήρωές της και την ιστορία της.
Εγώ έφτασα στην Αθήνα αρχές 1952. Δυστυχώς ή ευτυχώς ο Κρητικός, φύση ελεύθερος άνθρωπος, ανυποχώρητος για ίση μεταχείριση, για δικαιοσύνη, ελευθερία, δοκιμάζεται, περνά δύσκολες μέρες, μα μένει όρθιος, είναι γερή ράτσα, αντέχει, προοδεύει, δημιουργεί και αυτό ενοχλεί, με αποτέλεσμα με μηχανορραφίες, δολοπλοκίες σε βάρος του να περνά μαρτύρια. Οι περισσότεροι, εμείς που επιζήσαμε στο Λεκανοπέδιο της Αττικής είμαστε «ήρωες». Και ήρθε η ώρα που πήραμε την σύνταξή μας και ερχόμαστε τα καλοκαίρια στα χωριά μας και για να βοηθήσουμε με τον οβολό μας την τοπική αγορά. Όμως εμείς οι επαναπατριζόμενοι του εσωτερικού συναντάμε ένα άλλο κόσμο, ευτυχώς ελάχιστο αλλά παράλογο, άπληστο, άδικο, για μας επικίνδυνο. Η γη μας, τα δέντρα μας, τα θέλουν όλα δικά τους. Σπάζουν λουκέτα, ανοίγουν περιφράξεις, αν έχουμε και κανένα δωμάτιο και δίνομε εμπιστοσύνη, εκεί να δεις «τήρηση» υπεσχημένων. Η φωνή ενός γέρου: «Άκου φίλε μου χωριανός που γνωρίζει λεπτομέρειες μπαίνει στη διπλανή ιδιοκτησία κατά τρόπο ελεεινό και φτιάχνει σχέδια για να κλέψει (χωρίς ίχνος ηθικής και δικαίου) μέρος της ιδιοκτησίας προς όφελος του δικού του πελάτη ιδιοκτήτη. Είναι αυτός υπεύθυνος πολίτης και μάλιστα επιστήμονας για μια ανθρώπινη κοινωνία ή ηθικός αυτουργός για ελεεινή πράξη; Οι άνθρωποι αυτοί μετακινούν σύνορα, φυτεύουν δέντρα πάνω σε σύνορα, περιφράξεις ιδιοκτησιών για να κλέψουν μια σπιθαμή γης, καταστρέφουν δέντρα, απειλούν ακόμη και με εκπαιδευμένα σκυλιά. Έτσι λερώνεται ο τόπος της δόξας, του πολιτισμού, της ομορφιάς. Λερώνεται η Κρήτη. Από αυτές τις μικρές πράξεις προέρχονται όλα τα δεινά (επικίνδυνες προστριβές). Καμιά κοινωνία δεν μπορεί να σταθεί, αν οι άνθρωποι που την αποτελούν δεν υπολογίζουν, δεν σέβονται ο ένας τον άλλο, δεν παίρνουν θέση δίκαιη με τη δική τους καθημερινή συμπεριφορά».
Μα θα μου πείτε υπάρχει κράτος. Μα εμείς όλοι είμαστε το κράτος. Και όταν εγώ, ο διπλανός μου, ο παραδιπλανός μου, κοιτάζομε οτιδήποτε άλλο εκτός να διορθώσουμε τους εαυτούς μας, εθελοτυφλούμε. Αν δεν τηρούμε τους άγραφους νόμους (περισσότερο) της ηθικής και του δικαίου, τ’ άλλα είναι περιττά και καταλήγουμε σ’ ένα κόσμο όλο απειλής και ανασφάλειας, μια κοινωνία ζούγκλας. Λύση: Μια αστυνομία αντικειμενική με διευρυμένες εξουσίες, καλά αμειβόμενη και σκληρά εργαζόμενη.
«Ως χωριέν άνθρωπος, όταν άνθρωπος ή» (πόσο χαριτωμένο πράγμα είναι ο άνθρωπος, όταν είναι άνθρωπος). Μένανδρος.
Υστερόγραφο: Αυτά που αναφέρω δεν έχουν συμβεί όλα σ’ ένα χωριό χωρίς να υπάρχει και τέτοια περίπτωση και ακόμη περισσότερα.