Σε δεινή οικονομική κατάσταση βρίσκεται ο μητροπολιτικός Δήμος Ρεθύμνου, αφού η κρίση και η παρατεταμένη ύφεση έχει πλήξει σε μεγάλο βαθμό και τα ταμεία των ΟΤΑ. Η υποχρηματοδότηση που έχει ξεκινήσει από το 2009 έχει προκαλέσει αλυσιδωτά προβλήματα στους Δήμους, αφού οι περικοπές αντί να περιορίζονται διαρκώς αυξάνονται. Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης φαίνεται πως είναι οι μεγάλοι χαμένοι της οικονομικής κρίσης με τις μεγαλύτερες απώλειες σε σχέση με όλους τους υπόλοιπους δημόσιους οργανισμούς. Θεσμοθετημένοι πόροι της Τ.Α. καθυστερούν σημαντικά και όμως την ίδια στιγμή οι Δήμοι -κατά κύριο λόγο- είναι εκείνοι που καλούνται να γίνουν το «ανάχωμα» για τους πολίτες απέναντι στην οικονομική και κοινωνική κρίση.
Συγκεκριμένα από τη μια οι περικομμένες σε ποσοστό 60% κρατικές επιχορηγήσεις την τελευταία επταετία και η καθυστέρηση καταβολής τους εκ μέρους της πολιτείας και από την άλλη η ασυνέπεια των ίδιων των πολιτών απέναντι στις υποχρεώσεις τους στο Δήμο ελέω κρίσης, έχουν δημιουργήσει ένα οικονομικό αδιέξοδο με ότι αυτό συνεπάγεται για τη λειτουργία του Δήμου, αλλά και την καθημερινότητα των πολιτών.
Απαραίτητα έργα και παρεμβάσεις αναγκαστικά μένουν πίσω λόγω έλλειψης πόρων και που όμως είναι αναγκαία για να μπορέσει να λειτουργήσει η πόλη και να εξυπηρετήσει τους δημότες και τους επισκέπτες της.
Από την άλλη η καθυστέρηση καταβολής της ΣΑΤΑ για τα σχολεία, δημιουργεί προβλήματα, καθώς οι σχολικές επιτροπές δεν μπορούν να προχωρήσουν στην προκήρυξη του σχετικού διαγωνισμού για τις εργασίες συντήρησης στα συγκροτήματα που έχουν μελετηθεί, αν πρώτα δεν υπάρχουν στα δημοτικά ταμεία τα χρήματα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι παρεμβάσεις να καθυστερούν σημαντικά και να μην είναι εφικτό να υλοποιηθούν στη διάρκεια της καλοκαιρινής περιόδου, οπότε και τα σχολεία θα είναι κλειστά.
Ειδικότερα για το 2016 ο Δήμος Ρεθύμνου έχει λάβει μέχρι στιγμής από το κράτος την επιχορήγηση της ΚΑΠ, η οποία καταβάλλεται μηνιαίως για τις λειτουργικές δαπάνες του Δήμου και την πληρωμή του προσωπικού του, ενώ μέχρι το τέλος του έτους το κράτος όφειλε να καταβάλλει στα δημοτικά ταμεία 2.075.000 ευρώ.
Αναλυτικά, από την ΣΑΤΑ, που αφορά τα κρατικά κονδύλια για το τεχνικό πρόγραμμα έχουν φτάσει στην δημοτική αρχή μόλις 63.000 ευρώ για τον μήνα Ιανουάριο από το σύνολο των 765.000 ευρώ που προβλέπονται για όλο το έτος. Η ΣΑΤΑ που αφορά τις συντηρήσεις – επισκευές των σχολείων που ανέρχεται σε 150.000 ευρώ δεν έχει ακόμα καταβληθεί. Οι οφειλές του κράτους από τα παρακρατηθέντα ανέρχονται περίπου σε 1 εκ. ευρώ και πιο συγκεκριμένα σε 973.000 ευρώ, κονδύλια τα οποία επίσης προορίζονται για την υλοποίηση τεχνικών έργων. Αξίζει να σημειωθεί ότι τη χρονιά που πέρασε τα χρήματα αυτά καταβλήθηκαν στην εκπνοή του χρόνου.
Η μη έγκαιρη καταβολή των κρατικών επιχορηγήσεων έχει ως αποτέλεσμα το τεχνικό πρόγραμμα του Δήμου να υστερεί σημαντικά, αφού η απουσία κονδυλίων περιορίζει τις δυνατότητες αλλά και τον προγραμματισμό που έχει γίνει από την Τεχνική Υπηρεσία, η οποία παρ’ ότι αποδεκατισμένη καταβάλλει προσπάθειες για να ανταποκριθεί στις καθημερινές ανάγκες των πολιτών.
Παράλληλα σε ό,τι αφορά τα έσοδα του Δήμου από ιδίους πόρους (έσοδα, τακτικά και έκτακτα, του Δήμου, από τους δημότες, τα τέλη των λογαριασμών για παράδειγμα, είτε από το κράτος) αυτά κυμαίνονται σε ποσοστό 35-40% για το πρώτο εξάμηνο του έτους, που σημαίνει ότι οι απώλειες είναι μικρές σε σχέση με ότι έχει προϋπολογιστεί για τον μισό χρόνο, ωστόσο διευκρινίζεται ότι ο προϋπολογισμός του 2016 έγινε με βάση το 2015, οπότε και τα δεδομένα ήταν αρνητικά λόγω των capital controls και της αδυναμίας των πολιτών να ανταποκριθούν άμεσα στις υποχρεώσεις τους.
Σε σχέση με τις υποχρεώσεις των πολιτών απέναντι στον Δήμο (αφορούν τα δημοτικά τέλη, τα τέλη παρεπιδημούντων, ακαθάριστα, κλήσεις τροχαίας, πρόστιμα, παλιές οφειλές κτλ.), μέχρι σήμερα έχει εισπραχτεί περίπου το 48% αυτών που είχαν προϋπολογιστεί, δηλαδή σχεδόν τα μισά, γεγονός που ικανοποιεί σημαντικά την οικονομική υπηρεσία, που ευελπιστεί ότι η επίτευξη των στόχων θα είναι εφικτή στο τέλος του έτους.
Σε σχετικές δηλώσεις του ο αντιδήμαρχος Οικονομικών Στέλιος Σπανουδάκης ανέφερε: «Κρίνω ότι η πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού του Δήμου Ρεθύμνης για το Α’ εξάμηνο είναι αρκετά ικανοποιητική. Στο σκέλος των προϋπολογισθέντων εσόδων έχει εισπραχθεί πάνω από το 45%, ποσοστό που θα ήταν μεγαλύτερο αν είχαν εισρεύσει στο Δημοτικό Ταμείο οι κρατικές επιχορηγήσεις, τις οποίες θα έπρεπε να είχε στείλει ήδη το κεντρικό κράτος. Όσο αφορά στο σκέλος των δαπανών, το ποσοστό υλοποίησης βρίσκεται χαμηλά, στο 25%, ποσοστό όμως που θα βελτιωθεί το αμέσως επόμενο διάστημα, καθώς είναι σε εξέλιξη πολλοί διαγωνισμοί, που το επόμενο τρίμηνο θα συμβασιοποιηθούν. Βέβαια αναφορικά με τις δαπάνες να επισημανθεί ότι έχει εξοφληθεί σχεδόν το σύνολο των τιμολογίων που έχουν έρθει στο Δήμο».
Υποστελεχωμένες δημοτικές υπηρεσίες
Σε αυτή την κατάσταση της οικονομικής κατάρρευσης έρχεται να προστεθεί και η υποστελέχωση των υπηρεσιών, αφού το «πάγωμα» των προσλήψεων σε συνδυασμό με τις συνταξιοδοτήσεις ή τις οικειοθελείς αποχωρήσεις δημιουργούν ένα εκρηκτικό περιβάλλον και καθιστούν αδύνατη την ομαλή λειτουργία του δημοτικού συστήματος. Προβλήματα έλλειψης προσωπικού παρουσιάζουν σχεδόν όλες οι δημοτικές υπηρεσίες. Χαρακτηριστική είναι η εικόνα που υπάρχει στην Τεχνική Υπηρεσία, η οποία έχει κυριολεκτικά αποδεκατιστεί, αφού αποχώρησαν τέσσερις μηχανικοί, ενώ μια διοικητική υπάλληλος προσπαθεί να φέρει σε πέρας μια σειρά από γραφειοκρατικές διαδικασίες. Και αυτό σε ένα νευραλγικό τμήμα του Δήμου, το προσωπικό του οποίου έχει να αντιμετωπίσει τεχνικά ζητήματα που έχουν να κάνουν με την καθημερινότητα του πολίτη, αλλά και έναν προγραμματισμό έργων και δράσεων για τη νέα χρηματοδοτική περίοδο που είναι σε εξέλιξη. Η απουσία του απαραίτητου προσωπικού έχει επιπτώσεις, καθώς παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των ίδιων των αιρετών αλλά και των υπαρχόντων υπαλλήλων η δουλειά δεν μπορεί να ολοκληρωθεί εγκαίρως με ότι αυτό συνεπάγεται για τον δημότη αλλά και για την εύρυθμη λειτουργία της πόλης. Αντίστοιχη είναι η εικόνα και στην Οικονομική Υπηρεσία. Οι όποιες συμβάσεις πεντάμηνες κλπ., δίδουν απλά μια προσωρινή ανάσα, χωρίς να εξυπηρετούν ή να επιλύουν ένα πρόβλημα που είναι ζωτικής σημασίας για τη λειτουργία του δημοτικού συστήματος και την εξυπηρέτηση των δημοτών.