Της ΣΤΕΛΛΑΣ ΜΑΘΙΟΥΔΑΚΗ
«Σύμμαχος» των βενζινοπωλών και λιγότερο των καταναλωτών, όπως συνέβαινε όλο το προηγούμενο διάστημα, αποδείχτηκε τελικά ο καιρός, καθώς οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες που επικρατούν τις τελευταίες ημέρες και στο Ρέθυμνο, είχαν ως αποτέλεσμα να αυξήσουν -σχεδόν ικανοποιητικά για την εποχή- τις πωλήσεις του πετρελαίου θέρμανσης.
Το ενδιαφέρον που καταγράφηκε κυρίως από τα Χριστούγεννα έως και τα τέλη του χρόνου, χαρακτηρίστηκε ως ζωηρό από τον πρόεδρο της Ένωσης Βενζινοπωλών του Νομού, Ηρακλή Ξυδάκη.
Με βάση τα όσα ανέφερε στα «Ρ.Ν.» ο κ. Ξυδάκης, πέρα από την παγωνιά των ημερών, καθοριστικό ρόλο στην αύξηση της ζήτησης για την προμήθεια πετρελαίου θέρμανσης έπαιξε και η καταβολή των επιδοτήσεων στους δικαιούχους παραγωγούς του Νομού. Όμως, όπως ο ίδιος έσπευσε να διευκρινίσει, ακόμα και αυτό δεν είναι απ’ ότι φαίνεται ικανό για να αναστρέψει το ήδη αρνητικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια στην αγορά.
«Τις τελευταίες ημέρες -τόνισε χαρακτηριστικά- η αγορά κινήθηκε και πολλοί συνάδελφοι – πρατηριούχοι δέχτηκαν αρκετές παραγγελίες για την προμήθεια πετρελαίου θέρμανσης. Βέβαια ο πρώτος και βασικότερος λόγος δεν είναι τόσο οι άσχημες καιρικές συνθήκες που επικρατούν, οι οποίες παίζουν αναμφισβήτητα σημαντικό ρόλο σε αυτό, αλλά τα επιπλέον χρήματα που μπήκαν στην τσέπη τους. Κατά συνέπεια, πιστεύω πως η αύξηση που καταγράφηκε στα πρατήριά μας οφείλεται κυρίως στα χρήματα των επιδοτήσεων, τα οποία έδωσαν μια άλλη ώθηση στην αγορά».
Σε ό,τι αφορά στην τιμή διάθεσης του πετρελαίου θέρμανσης στα πρατήρια του Ρεθύμνου, αυτή κυμαίνεται κατά μέσο όρο από 1.13 έως 1.15 ευρώ το λίτρο. Δηλαδή, παραμένει σχεδόν στα ίδια επίπεδα με αυτή που πωλείτο κατά την έναρξη της περιόδου διάθεσης του εν λόγω αγαθού στην αγορά.
Σε γενικές γραμμές πάντως, τα τελευταία χρόνια η ζήτηση του πετρελαίου θέρμανσης και στο Ρέθυμνο παραμένει σχεδόν στην «κατάψυξη», καθώς λόγω κόστους οι καταναλωτές έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους σε εναλλακτικές μορφές. Ανάμεσα σε αυτές τις μορφές θέρμανσης, περιορισμένο παραμένει το ενδιαφέρον του καταναλωτικού κοινού και για την χρήση ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ στον αντίποδα αύξηση παρατηρείται στην ζήτηση καυσόξυλων.
«Οι εποχές που οι καταναλωτές έδειχναν εμπράκτως το ενδιαφέρον τους για την προμήθεια πετρελαίου θέρμανσης, έχουν περάσει ανεπιστρεπτί», σχολίασε χαρακτηριστικά στην εφημερίδα μας ο πρόεδρος της Ένωσης Βενζινοπωλών Ρεθύμνου, ο οποίος συνεχίζοντας πρόσθεσε πως «ακόμα και η κίνηση που καταγράφεται κατά περιόδους στα πρατήριά μας, δεν θυμίζει σε τίποτα αυτή που υπήρχε τα προηγούμενα χρόνια». Σύμφωνα πάντως με τα όσα υποστηρίζει ο κ. Ξυδάκης ο κλάδος των πρατηριούχων οδηγείται σταδιακά σε μαρασμό, καθώς όπως λέει, φέρεται να «βάλλεται» από παντού.
Ωστόσο, με βάση τα τελευταία στοιχεία της Διεύθυνσης Δασών Ρεθύμνου, καθημερινά η υπηρεσία δέχεται δεκάδες αιτήματα πολιτών για την κοπή δένδρων. Οι αριθμοί μάλιστα δείχνουν ότι μέχρι και τα τέλη του 2019 είχαν κατατεθεί εκατοντάδες αιτήσεις, που σε ποσοστό άγγιζαν ακόμα και το 80% για την κοπή δένδρων.
Υπενθυμίζεται ότι η άδεια που παρέχει το Δασαρχείο σε αυτές τις περιπτώσεις, έχει προθεσμία δύο χρόνων για να υλοποιηθεί, ενώ οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να γνωρίζουν ότι για κάθε κοπή δένδρου που προτίθεται να προχωρήσουν σε συγκεκριμένη έκταση ακόμα και αν είναι ιδιοκτησίας τους, θα πρέπει να εκδίδουν νέα άδεια.
«Τους δίνουμε άδεια για το κόψιμο και για την μεταφορά των δένδρων, διότι χρειάζεται ειδική άδεια και για την μεταφορά των καυσόξυλων, καθώς οποιαδήποτε μεταφορά δασικού είδους χωρίς άδεια, τιμωρείται βάσει νόμου. Επίσης, τα δασικά δένδρα που δεν επιτρέπεται να κόβονται, είναι για παράδειγμα ο δρυς, τα κυπαρίσσια, τα πεύκα και άλλα. Εμείς ωστόσο, δεν έχουμε καμία δικαιοδοσία στις ελιές και στις ήμερες χαρουπιές, αυτές δηλαδή, μπορεί να τις κόψει κάποιος στο χωράφι του, αλλά σε όλα τα δασικά χρειάζεται ειδική άδεια», είχε τονίσει πρόσφατα στην εφημερίδα μας η προϊσταμένη της Διεύθυνσης Δασών Ρεθύμνου.
Σημειώνεται τέλος ότι όσοι εντοπιστούν να παρανομούν υφίστανται τις συνέπειες του νόμου, καθώς αν κατατεθούν μηνύσεις από πλευράς Δασαρχείου, τότε η υπόθεση φτάνει στην Δικαιοσύνη, η οποία αποφασίζει για τις ποινές και τα διοικητικά πρόστιμα που θα τους επιβληθούν. Επίσης σε περίπτωση που εντοπιστούν μαζί με τα καυσόξυλα, αυτά την κατάσχονται και δημοπρατούνται ενώ τα χρήματα από τον πλειστηριασμό δίδονται στο «πράσινο ταμείο».