Η κατάργηση της υποχρέωσης δημοσίευσης στον έντυπο Τύπο όλων των στοιχείων που αφορούν τις δημόσιες συμβάσεις (διακηρύξεις, προκηρύξεις κ.λπ.) και η ανάρτησή τους μόνο στο διαδίκτυο, κάτι που δρομολογεί η κυβέρνηση με νομοσχέδιο που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα, δημιουργεί ένα εξαιρετικά αρνητικό προηγούμενο τόσο σε σχέση με δυο βασικές αξιακές αρχές, τη διαφάνεια και τη χρηστή δημόσια διοίκηση, όσο όμως και σε σχέση με το μέλλον των περιφερειακών εφημερίδων και των εργαζομένων σε αυτές.
Η κατάργηση της υποχρέωσης δημοσίευσης στον έντυπο Τύπο των δημόσιων συμβάσεων κατά πρώτο και κύριο λόγο πλήττει τις δυο παραπάνω βασικές αρχές, τις οποίες μάλιστα πολύ συχνά επικαλείται η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα. Διότι πρόκειται για ένα ευαίσθητο θέμα, αυτό των δημοσίων δαπανών και το δικαίωμα όλων ανεξαιρέτως των πολιτών να ενημερώνονται σχετικά. Ο περιορισμός των δημοσιεύσεων αποκλειστικά στο διαδίκτυο, περιορίζει ταυτόχρονα και την ενημέρωση του συνόλου των πολιτών. Γεγονός που σημαίνει περιορισμό της διαφάνειας και του ελέγχου της λειτουργίας της Δημόσιας Διοίκησης και κατ’ επέκταση η εφαρμογή ενός τέτοιου νόμου εγείρει ζήτημα της ίδιας της ποιότητας της δημοκρατίας μας.
Παράλληλα, οι περιφερειακές εφημερίδες στις οποίες επί δεκαετίες καταχωρούνταν οι δημοσιεύσεις, θα οδηγηθούν σε αφανισμό με τη σημαντική οικονομική ζημιά που θα υποστούν. Ένας κλάδος που ήδη υφίσταται σοβαρό πρόβλημα. Ο περιφερειακός Τύπος τα τελευταία χρόνια της οικονομικής κρίσης έχει υποστεί τεράστιο πλήγμα. Η ψήφιση του νομοσχεδίου που επιχειρεί η κυβέρνηση, θα συρρικνώσει ακόμα περισσότερο τις περιφερειακές εφημερίδες, θα δημιουργήσει εκατοντάδες νέους ανέργους. Κάτι τέτοιο, είναι φυσικό να βρίσκει κάθετα αντίθετους όχι μόνο τους ιδιοκτήτες, αλλά και τους εργαζόμενους στον επαρχιακό Τύπο.
Ο Σύνδεσμος Ημερήσιων Περιφερειακών Εφημερίδων (ΣΗΠΕ) δια του προέδρου του και εκδότη της εφημερίδας «Ρεθεμνιώτικα Νέα», Μανώλη Χαλκιαδάκη, επισημαίνει το πλέγμα των αρνητικών παραμέτρων που επιφέρει η επιχειρούμενη κατάργηση υποχρέωσης δημοσίευσης των δημόσιων συμβάσεων και καταρρίπτει τη δήθεν ωφέλεια που «αντισταθμίζει» ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Εξ άλλου στο πλαίσιο της Δημόσιας Διαβούλευσης κατέθεσε σχετικό υπόμνημα με τεκμηριωμένες θέσεις και επιχειρήματα του κλάδου για τις συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης.
Κατ’ αρχήν, όπως ο ΣΗΠΕ τονίζει, το νομοσχέδιο αυτό δεν είναι προαπαιτούμενο της Τρόικα, όπως ίσως θα υπέθετε κανείς: «Ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Οι κανονισμοί και οι κοινοτικές οδηγίες περί δημοσίων συμβάσεων προτρέπουν σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη δημοσιότητα και όχι περιστολή της όπως έχουμε στην προκειμένη περίπτωση», απαντά ο πρόεδρος του Συνδέσμου, Μανώλης Χαλκιαδάκης, ο οποίος τονίζει τι διακυβεύεται πρωτίστως με την κατάργηση των δημοσιεύσεων, λέγοντας:
«Ο βασικός λόγος, τουλάχιστον για τη δική μας θεώρηση, είναι ότι με τις μεθοδεύσεις αυτές πλήττονται οι βασικές αρχές της διαφάνειας, της νομιμότητας και της χρηστής διοίκησης και διευκολύνεται η σύναψη των δημοσίων συμβάσεων στο σκοτάδι ή έστω στο ημίφως. Και επίσης παραβιάζεται το δικαίωμα των πολιτών στην πληροφόρηση για θέματα που επηρεάζουν τη ζωή και την καθημερινότητά τους».
Και για όσους θα έσπευδαν να χαρακτηρίσουν υποκριτικό το γεγονός ότι ο ΣΗΠΕ προτάσσει ως επιχείρημα το ζήτημα της διαφάνειας θεωρώντας ότι το ζητούμενο για τις περιφερειακές εφημερίδες και τον ΣΗΠΕ είναι μόνο η οικονομική ζημιά που θα υποστούν, απαντά: «Όσοι γνωρίζουν τον τρόπο που σκεφτόμαστε και λειτουργούμε στον ΣΗΠΕ, δεν ξαφνιάζονται επειδή προτάσσουμε το επιχείρημα αυτό», προσθέτοντας ότι προφανώς και δεν μπορεί να αγνοηθεί και το οικονομικό ζήτημα που δημιουργείται. «Φυσικά δεν υποτιμούμε το οικονομικό θέμα. Σ’ αυτές τις πολύ δύσκολες εποχές η απώλεια ενός θεσμοθετημένου επί δεκαετίες πόρου, θα οδηγήσει στο κλείσιμο ή στη συρρίκνωση ακόμη και μεγάλων και ιστορικών εφημερίδων της περιφέρειας με προφανείς δραματικές επιπτώσεις στην απασχόληση όλων των ειδικοτήτων εργαζομένων στον χώρο. Μπορούμε άραγε να το αγνοήσουμε αυτό;»
Ο πρόεδρος του ΣΗΠΕ, αντικρούοντας την άποψη που ενδεχομένως έχει κάποιος ότι στη σημερινή ψηφιακή εποχή η δημοσίευση δημόσιων διακηρύξεων στον Τύπο είναι περιττή, απαντά: «Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με τη γνωστοποίηση μιας εκδήλωσης ή με ένα οποιοδήποτε δελτίο τύπου. Μιλάμε για δημόσιες συμβάσεις με αυστηρό τυπικό, με προθεσμίες και με όρους και προϋποθέσεις εγκυρότητας σε κάθε στάδιο. Και πρέπει να συμφωνήσουμε ότι η απλή ανάρτηση στο διαδίκτυο δεν πληροί τα εχέγγυα δημοσιότητας που απαιτούνται για την εγκυρότητα της όλης διαδικασίας. Είναι μια «αφηρημένη» γνωστοποίηση ενδεχομένως σε μηδενικό αριθμό παραληπτών, που δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δημοσίευση με βεβαία χρονολογία στον Τύπο».
Ούτε η γραφειοκρατία ούτε το κόστος περιορίζονται με την κατάργηση της υποχρέωσης δημοσίευσης στον έντυπο Τύπο των δημόσιων συμβάσεων, τονίζει ο κ. Χαλκιαδάκης. «Καμιά γραφειοκρατία δεν περιορίζεται. Οι χρόνοι των δημοπρασιών δεν επηρεάζονται σε τίποτα. Όσο για το περίφημο κόστος των δημοσιεύσεων, αυτό είναι ασήμαντο σε σχέση με τους συνήθως θηριώδεις προϋπολογισμούς των συμβάσεων στις οποίες αναφέρονται. Η επίκληση τέτοιου είδους «επιχειρημάτων» είναι νομίζω αποκαλυπτική για τους πραγματικούς σκοπούς όσων επιδιώκουν χρόνια τώρα την κατάργηση των δημοσιεύσεων αυτών».
Διευκρινίζει και υπενθυμίζει ο πρόεδρος του ΣΗΠΕ ότι η κατάργηση των δημοσιεύσεων στον Τύπο επιχειρήθηκε και στο πρόσφατο παρελθόν από διαφορετικές κυβερνήσεις. Ωστόσο τότε δεν υλοποιήθηκε διότι υπήρξε έντονη αντίδραση από βουλευτές όλων των κομμάτων με εντονότερη αυτή των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ (αντιπολίτευση τότε) και εισηγητή κατά του νομοσχεδίου τον Γιώργο Σταθάκη, ο οποίος σήμερα εισηγείται προς ψήφιση το ίδιο νομοσχέδιο. Να σημειωθεί ότι ο κ. Σταθάκης μέχρι πρόσφατα διαβεβαίωνε ότι τίποτα δεν θα άλλαζε στο ισχύον καθεστώς, τουλάχιστον έως ότου γίνει ένας ουσιαστικός διάλογος για την αναζήτηση όρων και προϋποθέσεων για το ζήτημα αυτό.
Λέει χαρακτηριστικά ο κ. Χαλκιαδάκης: «Δεν βρισκόμαστε για πρώτη φορά σήμερα αντιμέτωποι με το ζήτημα αυτό. Πρόσφατες είναι οι δύο τελευταίες απόπειρες, τον Δεκέμβρη του 2013 και τον Αύγουστο του 2014, όταν ειδικά η δεύτερη αποκρούστηκε κυριολεκτικά στο παρά πέντε της ψήφισης. Και αποκρούστηκε με την ομόφωνη γνώμη και ψήφο όλων των κομμάτων και όλων των βουλευτών. Και στις δυο περιπτώσεις πρωτοστάτησαν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ με προεξάρχοντα μάλιστα, κατά διαβολική σύμπτωση, τον τότε εισηγητή της μειοψηφίας και σήμερα εισηγούμενο το νομοσχέδιο υπουργό κ. Γ. Σταθάκη! Δικαιούμαστε νομίζω να ρωτήσουμε τι μεσολάβησε που να δικαιολογεί αυτή τη θεαματική αλλαγή στάσης;»
Καταλήγοντας ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ημερήσιων Περιφερειακών Εφημερίδων (ΣΗΠΕ), επισημαίνει ότι πρόθεση όλων των ενώσεων ιδιοκτητών περιφερειακού Τύπου είναι να συνεχιστεί ο δημόσιος διάλογος με την κυβέρνηση, ο αρμόδιος υπουργός να λάβει υπ’ όψιν του τις προτάσεις που του κατέθεσε ο ΣΗΠΕ ώστε να υπάρξει κοινή λύση στο θέμα. Σε διαφορετική περίπτωση η αντίδραση θα έχει συνέχεια και μάλιστα δυναμική: «Η σπουδή και η ανακολουθία της κυβέρνησης μας ξάφνιασε δυσάρεστα. Ωστόσο, εμείς προσερχόμαστε στο δημόσιο διάλογο με καλή θέληση και με συγκεκριμένες θέσεις. Ήδη καταθέσαμε στο πλαίσιο της διαβούλευσης αλλά και στην κυβέρνηση αναλυτικό Υπόμνημα, στο οποίο περιλαμβάνεται και συγκεκριμένη πρόταση τροποποίησης του επίμαχου άρθρου 61 του νομοσχεδίου. Είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε και κάθε άλλη πρόταση. Αλλά δεν είμαστε σε καμιά περίπτωση διατεθειμένοι να αποδεχτούμε καταστροφικά για τον κλάδο τετελεσμένα.
Σ’ αυτή την περίπτωση όλοι οι φορείς και οι ενώσεις του κλάδου, ιδιοκτήτες, δημοσιογράφοι, τεχνικοί, διοικητικοί και λοιπό προσωπικό, θα αντιδράσουμε συντονισμένα και μαχητικά. Και δεν θα είμαστε μόνοι μας στον αγώνα αυτόν…», τονίζει ο κ. Χαλκιαδάκης.