Η καταστροφή των μοναδικών μνημείων πολιτισμού στο Αφγανιστάν, συμπεριλαμβανομένων των μνημείων των ελληνιστικών χρόνων στη χώρα αυτή, αποφασίστηκε και εκτελέστηκε από τους φανατικούς ισλαμιστές Ταλιμπάν, λίγους μήνες πριν από τη βιβλική καταστροφή των διδύμων πύργων στη Νέα Υόρκη (11 Σεπτεμβρίου 2001).
Συγκεκριμένα, στις 26 Φεβρουαρίου 2001 ανακοινώθηκε από τον ανώτατο ηγέτη των Ταλιμπάν, τον μουλά Μοχάμαντ Ομάρ το διάταγμα για την καταστροφή όλων των προϊσλαμικών αγαλμάτων σ’ όλη την επικράτεια του Αφγανιστάν -μεταξύ των οποίων, βέβαια, συμπεριλαμβάνονται και μοναδικά αριστουργήματα της προϊσλαμικής βουδιστικής και ελληνιστικής τέχνης.
Στο εν λόγω θανατηφόρο για τον πολιτισμό διάταγμα αναφέρεται: «Μετά από διαβουλεύσεις των θρησκευτικών ηγετών του Ισλαμικού Εμιράτου του Αφγανιστάν, επί τη βάσει των θρησκευτικών απόψεων των ουλεμάδων και των υπευθύνων του Ανωτάτου Δικαστηρίου του Εμιράτου, εντέλλεται, όπως όλα τα αγάλματα και όλα τα μη ισλαμικά ιερά που βρίσκονται στα διάφορα μέρη του Εμιράτου καταστραφούν. Τα αγάλματα αυτά υπήρξαν και παραμένουν τα ιερά (σύμβολα) των απίστων και αυτοί οι άπιστοι συνεχίζουν να λατρεύουν και να τιμούν αυτά τα είδωλα. Ο παντοδύναμος Αλλάχ είναι το μόνο αληθινό ιερό και όλα τα ψεύτικα ιερά πρέπει να γίνουν κομμάτια». Ακολούθως, ο Ανώτατος Αρχηγός του Ισλαμικού Εμιράτου του Αφγανιστάν διέταξε όλους τους εκπροσώπους του Υπουργείου της Προώθησης της Αρετής και της Καταστολής της Αμαρτίας (!!!) και τους Υπουργούς Πληροφόρησης και Πολιτισμού να κονιορτοποιήσουν όλα τα αγάλματα.
Σύμφωνα με τις εντολές των ουλεμάδων και του Ανωτάτου Δικαστηρίου του Ισλαμικού Εμιράτου του Αφγανιστάν πρέπει να καταστραφούν, για να μην μπορέσει κανείς να τα λατρεύει ή να τα τιμήσει στο μέλλον. Όταν ζητήθηκε από τον Μουλά Ομάρ να δώσει περαιτέρω εξηγήσεις, απάντησε: «Τα αγάλματα συνδέονται είτε με ειδωλολατρικές δοξασίες, είτε πρόκειται για απλές πέτρες. Στην πρώτη περίπτωση το Ισλάμ επιτάσσει να καταστραφούν, στη δεύτερη δεν έχει καμία σημασία αν τα καταστρέψουμε» και συμπλήρωσε: «η καταστροφή τους δεν είναι τίποτε περισσότερο από …«σπάσιμο πέτρας»(!), αφού «πάνω απ’ όλα τιμούμε το Ισλάμ. Καθήκον μου είναι να εφαρμόσω τις προσταγές του Ισλάμ (που απαγορεύουν τα είδωλα)… Η διαφύλαξη των αγαλμάτων αυτών θα ήταν αντίθετη με το Ισλάμ… ενώ η καταστροφή τους είναι προσταγή του».
Αξίζει να μείνομε για λίγο στην περίπτωση αυτού του σκληρού ηγέτη του φονικού Ισλάμ (ευτυχώς υπάρχει και το μετριοπαθές Ισλάμ, ως αντίβαρο σ’ αυτόν τον αδιανόητο θρησκευτικό φανατισμό. Η περίπτωση του ομιλητή – πρέσβη της επόμενης Τετάρτης είναι χαρακτηριστική). Κατά τον πρόσφατο εμφύλιο πόλεμο ο περί ου ο λόγος Μουλά Ομάρ ήταν ο ανώτατος διοικητής των Ταλιμπάν. Είχε φοιτήσει και εκπαιδευθεί σε θρησκευτικά σχολεία, ενώ ο πόλεμος των μουτζαχεντίν εναντίον των Σοβιετικών (1979 – 1989), ύστερα από την αποχώρηση των σοβιετικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν, αποδείχτηκε γι’ αυτόν μοναδική ευκαιρία (!) για την ανάδειξή του ως το ισχυρότερο πρόσωπο στη διακυβέρνηση του Αφγανιστάν, την προσωποποίηση δηλ. του θρησκευτικού. Είναι ο ιδρυτής του κινήματος των φανατικών ισλαμιστών ηγέτη από το οποίο ξεπήδησαν οι διαβόητοι Ταλιμπάν.
Ακριβώς μέσα σ’ αυτό το αποκρουστικό σκηνικό τρόμου και θρησκευτικού φανατισμού, εμφανίζεται η μορφή του μετριοπαθούς Μωαμεθανού και ελληνοσπουδαγμένου αρχαιολόγου Ομάρ Σουλτάν. Η Αφγανική κυβέρνηση καλεί το φοιτητή και φίλο του Μανόλη Ανδρόνικου να αναλάβει καθήκοντα ως υφυπουργός Πολιτισμού, για να ηγηθεί μιας τεράστιας προσπάθειας αναστήλωσης των μνημείων, εντοπισμού και επανάκαμψης των κλεμμένων έργων τέχνης της πολύπαθης αυτής χώρας και επούλωσης των τραυμάτων και των πληγών που άφησε πίσω του ο εμφύλιος σπαραγμός. Και ο κ. Σουλτάν σ’ αυτήν την κρίσιμη ώρα, δεν αρνήθηκε να προσφέρει τις πολύτιμες υπηρεσίες του, να αναλάβει το δύσκολο υφυπουργείο Πολιτισμού και να ηγηθεί μιας τεράστιας πολιτιστικής προσπάθεια. Η πτωχευμένη λόγω της κρίσης Ελλάδα θα ανταποκριθεί γενναιόδωρα στις εκκλήσεις του φίλου Ομάρ Σουλτάν για βοήθεια. «Όταν επέστρεψα από τις ΗΠΑ στο Αφγανιστάν, το αρχαιολογικό μουσείο στην Καμπούλ ήταν κατεστραμμένο. Πολλά σημαντικά μνημεία μας ήταν κατεστραμμένα από τους Ταλιμπάν και τους διαρκείς πολέμους. Ο τόπος καθημαγμένος, ο κόσμος ταλαιπωρημένος και οι νέοι έπρεπε να αποκτήσουν επαφή με τον πολιτισμό τους, τον οποίο ξεχνούσαν, ή δε μάθαιναν καν, εξαιτίας τις εμπόλεμης κατάστασης. Είχα πολύ δουλειά να κάνω», θα πει αργότερα.
Και ναι! Ο ωραίος αυτός άνθρωπος που θα έχουμε την τύχη να ακούσομε ελληνιστί(!!!) την επόμενη Τετάρτη στο Σπίτι του Πολιτισμού έκαμε πραγματικά υπέροχη και θαυμαστή δουλειά.
Όμως πριν κλείσουμε το σημερνό μας άρθρο νιώθουμε την ανάγκη να προσθέσουμε ότι κρούσματα θρησκευτικού φανατισμού και μισαλλοδοξίας δεν μονοπωλούνται μόνο από το φανατικό Ισλάμ. Δεν λείπουν ορισμένες φορές και από το δικό μας «χριστιανικό» χώρο. Και δεν εννοούμε μόνο τη αποκρουστική συμπεριφορά των μελών της διαβόητης Χρυσής Αυγής…
Πρέπει να το πούμε απερίφραστα: σε ό,τι αφορά τη δική μας παράδοση δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία. Το Ευαγγέλιο είναι ξεκάθαρο: «ξένος ἤμην καὶ συνηγάγετέ με». Ξένος για το Ευαγγέλιο είναι ο άλλος, αυτός που δεν προέρχεται από τη δική μας παράδοση… Αυτόν μας ζητά ο Χριστός να περιθάλψουμε παραμερίζοντας τις αναστολές που μας δημιουργεί η διαφορετικότητά του. Οι Έλληνες, ένας επίσης πολύπαθος λαός, όπως οι Αφγανοί. Έχουμε ζήσει και έχουμε γευθεί κατά κόρον το πικρό ποτήρι της ξενιτειάς και έχουμε ένα παραπάνω λόγο να κατανοούμε και να εφαρμόζομε στη ζωή μας την επιταγή του Ι. Χριστού.
* Ο Μιχάλης Ν. Τζεκάκης, είναι πρ. διευθυντής της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης