Ιδού η απάντηση: Σήμερα οι τράπεζες, δε λειτουργούν. Δηλαδή, δεν δανείζουν χρήματα, διότι δεν διαθέτουν. Κατά συνέπεια ούτε η Οικονομία λειτουργεί. Για να λύσει το πρόβλημα αυτό, η Κυβέρνηση προτίθεται να διοχετεύσει στις τράπεζες, με δανεισμό, πολλά χρήματα. Το συνολικό ποσό, ίσως φτάσει και τα 50 δισ. ευρώ. Με τον τρόπο αυτό, οι τράπεζες θα ξαναπαίξουν το ρόλο τους στην ενίσχυση και την ανάκαμψη της Οικονομίας, ισχυρίζεται ο Υπουργός Οικονομικών. Ο Σύριζα ΕΚΜ, αντίθετα, υποστηρίζει ότι η Κυβέρνηση κάνει δώρο τα χρήματα της ανακεφαλαιοποίησης στους τραπεζίτες. Υποστηρίζει επίσης ότι η τελική λύση πρέπει να είναι η εθνικοποίηση του συνόλου του τραπεζικού τομέα, για να τεθεί αυτός, «στην υπηρεσία του Λαού». Όπως είναι για παράδειγμα στην υπηρεσία του Λαού, οι διάφοροι «Φωτόπουλοι», όταν απειλούν να κατεβάσουν τους διακόπτες της ΔΕΗ. Γιατί οι τράπεζες έχουν μείνει χωρίς χρήματα; Που βρίσκεται η αλήθεια και τι σημαίνει για την επιχειρηματικότητα της Χώρας, αλλά και για όλους μας, ένας υγιής τραπεζικός τομέας; Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. Τι είδους επιχείρηση είναι μια τράπεζα; Είναι ένας οικονομικός οργανισμός που κερδίζει, αγοράζοντας και πουλώντας χρήματα. Για να μη πάμε πίσω, στη Μεσοποταμία του 2000 προ Χριστού οπότε άρχισε το νταλαβέρι με τα πρώτα νομίσματα και τις πρώτες τράπεζες, ας σταθούμε στην Ελλάδα του 4ου Αιώνα π.Χ. Τότε ως τράπεζες, λειτουργούσαν τα μεγάλα Ιερά, οι Ναοί, δηλαδή. Η φύλαξη των χρημάτων και των πολύτιμων αντικειμένων στους Ναούς, συνήθως ήταν δωρεάν. Εκεί συγκέντρωναν τον πλούτο των κατοίκων των γύρω περιοχών, προσφέροντας ασφάλεια στις καταθέσεις τους, άτοκα. Τις καταθέσεις αυτές τις χρησιμοποιούσαν για έντοκο δανεισμό. Για παράδειγμα, γνωρίζουμε ότι το Ιερό της Δήλου δάνειζε τα γύρω νησιά.
Το 454 π.Χ, 13 πόλεις-κράτη δανείστηκαν χρήματα από τη Δήλο. Δύο πόλεις-κράτη, δεν μπόρεσαν ποτέ να τα αποπληρώσουν, ενώ από τις υπόλοιπες, οι οκτώ ζήτησαν και πέτυχαν, αυτό που αποκαλείται σήμερα επαναδιαπραγμάτευση χρέους. Ξέρουμε επίσης ότι στην Αθήνα του 4ου αιώνα π.Χ, για δάνεια μεγάλης διάρκειας το επιτόκιο ήταν γύρω στο 10%. Για «κεφάλαια κίνησης», ανέβαινε γύρω στο 12%. Από τότε, υπήρχαν επίσης και τα «Θαλασσοδάνεια». Ήταν δάνεια υψηλού ρίσκου με μεγάλα επιτόκια, σε πλοιοκτήτες που έκαναν εμπόριο στη Μεσόγειο, με τα σκάφη τους. Τα πλοία είχαν πάρα πολλές πιθανότητες να ναυαγήσουν και να μην επιστρέψουν και συνεπώς να μην αποπληρώσουν το ληφθέν δάνειο. Εξ ου και ο όρος που παρέμεινε μέχρι τις ημέρες μας. Άλλωστε οι περισσότεροι από εμάς, με την ευφορία που μας διακατείχε την περασμένη εικοσαετία, όλο και κανένα «Θαλασσοδάνειο» χρωστάμε σήμερα, ως ναυαγισμένοι οικονομικά. Ανέκαθεν λοιπόν, οι τράπεζες δάνειζαν ιδιώτες, επιχειρήσεις και Κράτη χωρίς να είναι Κρατικές και γενικά αποτελούσαν όπως και σήμερα, ένα από τους κύριους πυλώνες της Οικονομίας. Οι τράπεζές μας, τα περασμένα 20 χρόνια, για να παίξουν το ρόλο τους αγόραζαν χρήματα από δύο πηγές. Τις καταθέσεις μας, με επιτόκια τότε γύρω στο 2% και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία ζητούσε εγγυήσεις και έδινε χρήματα με επιτόκιο, κάτω του 2%. Ταυτόχρονα, το Κράτος, εξέδιδε ομόλογα, που αγόραζαν οι τράπεζες με επιτόκιο γύρω στο 3,5 με 4%. Τα ενεχυρίαζαν στην ΕΚΤ, δανειζόταν χρήματα φθηνά, τα δάνειζαν στο Κράτος και κέρδιζαν από τη διαφορά των επιτοκίων. Χρήματα κέρδιζαν και από τα δάνεια στους ιδιώτες, στους οποίους έκαναν χορηγήσεις με επιτόκια στο επίπεδο των 6-9%. Τι γινόταν τα χρήματα που κέρδιζαν οι τράπεζες; Τα διένειμαν, με τη μορφή μερισμάτων, στους Μετόχους τους, τόσο τους μεγάλους, όσο και όλους εμάς, τους περίπου 600.000 Έλληνες «επενδυτές» που είχαμε τραπεζικές μετοχές. Τα χρησιμοποιούσαν επίσης, για την επέκταση των δραστηριοτήτων τους, στη Βαλκανική. Κάποια στιγμή, έσκασε η φούσκα του Κράτους, κουρεύτηκαν τα ομόλογά του και οι τράπεζες, από τη μία νύχτα στην άλλη, έχασαν τα μισά τους κεφάλαια. Ένα μέρος από τα υπόλοιπα τα έχασαν, από τα λεγόμενα «επισφαλή» δάνεια που όλοι μας δυσκολευόμαστε να πληρώσουμε ή δεν πληρώνουμε σήμερα. Ταυτόχρονα εμείς, αποσύραμε μεγάλο μέρος των καταθέσεών μας, για να τις χρησιμοποιήσουμε για να ζήσουμε ή για να τις βάλουμε στις τράπεζες του εξωτερικού, ή στο στρώμα μας. Έτσι οι τράπεζες, έμειναν κυριολεκτικά ταπί. Τώρα λοιπόν, το Κράτος δανείζεται μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, για να αυξήσει με το αζημίωτο, τα κεφάλαια των τραπεζών. Στην αύξηση θα συμμετέχουν και οι παλαιοί Μέτοχοι, σε ποσοστό τουλάχιστον 10% των απαιτουμένων κεφαλαίων, αλλά το υπόλοιπο 90% θα το βάλει το Κράτος. Έτσι το Κράτος, θα γίνει ο μεγαλύτερος Μέτοχος τους. Για το λόγο αυτό, θα διορίσει επιτρόπους, ώστε να ελέγχει τη λειτουργία τους. Επειδή πάντως, έχει πικρή εμπειρία από τη διαχείριση των Κρατικών τραπεζών του παρελθόντος, τους δίνει και μια πενταετή χάρη για την επιστροφή των χρημάτων που τους δάνεισε. Αν τα επιστρέψουν, αγοράζοντας τις μετοχές που θα έχει αυτό, τότε θα μείνουν ιδιοκτησία των παλαιών μετόχων τους. Αν δεν τα καταφέρουν, το Κράτος θα πουλήσει τις μετοχές σε νέους μετόχους για να πάρει εντόκως πίσω τα χρήματα του και οι παλιοί μέτοχοι, θα χάσουν τις τράπεζες τους. Τόσο απλά είναι τα πράγματα. Και τόσο καθαρά. Και δεν νομίζουμε ότι πρέπει να παραπονείται, ούτε να έχει αντίρρηση κανείς. Περιλαμβανομένου και του Σύριζα ΕΚΜ. Εκτός αν θέλει να συμμετάσχουν στη διάσωση και την επανεκκίνηση τους, οι καταθέτες με τις οικονομίες τους, όπως έγινε στην Κύπρο. Από την αρχαιότητα λοιπόν, οι τράπεζες αποτελούν τον κινητήριο τροχό της Οικονομίας. Ας ελπίσουμε ότι και σήμερα, μετά την ανακεφαλαιοποίηση, θα αρχίσουν ξανά να παίζουν το ρόλο τους. Για το καλό όλων μας και κυρίως της Οικονομίας μας.
Ένα πρόσωπο, χιλιάδες ιστορίες ασχήμιας και βίας!
Το στραπατσαρισμένο πρόσωπο του Κρητικοκαναδού που βρέθηκε αιμόφυρτος και αναίσθητος στο κέντρο του Ηρακλείου την περασμένη εβδομάδα, μετά από καυγά...