Απογοητευτικά είναι τα στοιχεία για τον ελληνικό πληθυσμό που ζει στα όρια της φτώχειας με δεδομένο ότι από το 2009 μέχρι και σήμερα τα ποσοστά αυξάνονται με ραγδαίους ρυθμούς. Η οικονομική κρίση και η ανεργία οδηγούν σε ασφυκτικές συνθήκες διαβίωσης εκατοντάδες νοικοκυριά που καθημερινά διανύουν έναν Γολγοθά για να επιβιώσουν.
Ειδικότερα 1.647.703 πολίτες, δηλαδή το 15% του πληθυσμού για το 2015, βρίσκονται κάτω από το όριο της ακραίας φτώχειας, ενώ το 95% των πολιτών δηλώνει πως «τα βγάζουν πέρα δύσκολα», σύμφωνα με τα στοιχεία που προέκυψαν από τη νέα έρευνα του Ανεξάρτητου μη κερδοσκοπικού οργανισμού «διαNEOσις». Το 2011, το ποσοστό των ανθρώπων που ζούσαν κάτω από τα όρια της φτώχειας ήταν 8,9%, ενώ το 2009 δεν ξεπερνούσε το 2,2%. Το όριο της ακραίας φτώχειας στην Ελλάδα κυμαίνεται από 182 ευρώ τον μήνα για μονομελές νοικοκυριό σε ημιαστικές ή αγροτικές περιοχές που ζει σε ιδιόκτητο σπίτι, μέχρι 905 ευρώ τον μήνα για ζευγάρι με δύο παιδιά που ζει στην Αθήνα και πληρώνει ενοίκιο ή στεγαστικό δάνειο.
Εντυπωσιακά υψηλό το ποσοστό ακραίας φτώχειας στα παιδιά (17,6%) και στους νέους ηλικίας 18-29 ετών (24,4%), ενώ αντίθετα μόνο το 2,7% του πληθυσμού ηλικίας άνω των 65 έχει εισόδημα κάτω από το όριο.
Οι οικογένειες χωρίς παιδιά αντιμετωπίζουν χαμηλότερα ποσοστά ακραίας φτώχειας από ότι οι οικογένειες με παιδιά, όμως οι οικογένειες με τρία παιδιά φαίνεται να βρίσκονται σε καλύτερη θέση από ότι εκείνες με ένα ή με δύο. Οι οικογένειες που μένουν στο νοίκι αντιμετωπίζουν πολύ υψηλότερα ποσοστά ακραίας φτώχειας από ότι εκείνες που διαμένουν σε δικό τους σπίτι, χωρίς στεγαστικό δάνειο (30,5% έναντι 10,8% το 2015).
Η ομάδα που κινδυνεύει περισσότερο από όλες να βρεθεί κάτω από το όριο της φτώχειας είναι, φυσικά, οι άνεργοι. Το ποσοστό της ακραίας φτώχειας στους άνεργους ανέρχεται τα τελευταία χρόνια σε ποσοστά γύρω στο 70-75% -από λιγότερο του 50% το 2011. Στον αντίποδα, οικογένειες δημοσίων υπαλλήλων, εργαζομένων σε ΔΕΚΟ και σε τράπεζες, βρίσκονται στην ακραία φτώχεια σε ποσοστό μικρότερο του 1%. Το ποσοστό για τους συνταξιούχους είναι επίσης πολύ χαμηλό (3,8%).
Για την καταπολέμηση της ακραίας φτώχειας δεν φτάνουν διαρθρωτικές αλλαγές, ένα νέο παραγωγικό μοντέλο ή μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Αυτά είναι απαραίτητα στοιχεία μιας μεσοπρόθεσμης πολιτικής για την καταπολέμηση της γενικότερης οικονομικής δυσπραγίας, της ανεργίας που την προκαλεί και για την ανάπτυξη και την παραγωγή πλούτου, αλλά εν τω μεταξύ οι άνθρωποι που βρίσκονται ήδη κάτω από το όριο της ακραίας φτώχειας χρειάζονται στήριξη άμεσα, επισημαίνεται στη σχετική έρευνα.
Ο μη κερδοσκοπικός Οργανισμός μάλιστα προτείνει τη λήψη άμεσων μέτρων που αφορούν στην επέκταση του τακτικού επιδόματος ανεργίας, την αναβάθμιση του ενιαίου επιδόματος στήριξης τέκνων και την εφαρμογή του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος σε όλη την επικράτεια. Οι λύσεις που προτείνει η «διαΝΕΟσις» έχουν δημοσιονομικό κόστος 2,7 δισ. ευρώ και σύμφωνα με τους υπολογισμούς του θα μειώσουν το ποσοστό των ακραία φτωχών κατά 37%.