Δεν είναι η πρώτη φορά που ασχολούμαι επετειακά με τη Μαρία Ηλιάκη.
Ένοιωσα όμως έντονη την ανάγκη ν’ αναπολήσω μαζί σας τον μυθιστορηματικό της βίο για να ξαναθυμηθώ στιγμές που η λεβέντισσα αυτή από τον Καλονύχτη πρωτοστατούσε σε κοινωνικούς αγώνες.
Όταν μάλιστα ο Γιάννης Χαλκιαδάκης ήθελε να περιγράψει τη λεβεντιά της γυναίκας μετά τη Δασκαλοχαρίκλεια έβαζε την Μαρία Ηλιάκη. Και δεν προκαλούσε με τη σύγκριση αυτή, καθώς κανένας δεν αμφισβητούσε την δυναμική προεδρίνα, καμάρι της τοπικής αυτοδιοίκησης που έζησε τόσο έντονα και πέθανε τόσο απροσδόκητα.
Για την πρώτη γυναίκα κοινοτάρχη μετρούσε πάντα ο ποιητικός λόγος του Παλαμά:
«Εμείς δεν γονατίσαμε σκυφτοί τα πόδια να φιλήσουμε του δυνατού…».
Κι αυτό που είχε ξεχωρίσει από το «Δωδεκάλογο του Γύφτου» το έκανε λάβαρο στη ζωή της.
Σαν να χτυπά καταπρόσωπο την σημερινή ανεπάρκεια σε δυναμική αγώνων ο ήχος της φωνής της όταν έλεγε:
«Άξιος της τύχης του είναι όποιος προσκυνά για να βολευτεί».
Σκέψου τι θα έλεγε η ασυμβίβαστη Μαρία αν ζούσε στις μέρες μας.
Άξια σε όλους τους τομείς
Όποιος τη γνώριζε από κοντά είχε να πει ότι η Καλλιρρόη Παρρέν θ’ αναγνώριζε στην προεδρίνα του Καλονύχτη τον εαυτό της.
Γιατί όσο δυναμική ήταν ασκώντας τα καθήκοντά της τόσο τρυφερή ήταν σαν σύζυγος και μητέρα. Κι όσο νοιαζόταν την κοινότητα να ξεχωρίζει και να προκόβει άλλο τόσο τιμούσε τη γενιά της σαν πρότυπο νοικοκυράς.
Κι είχε πάντα μια αφοπλιστική κουβέντα για κείνον που παίνευε τα έργα των χεριών της, απολαμβάνοντας την αρχοντική φιλοξενία της.
«Αν δεν ξέρεις να κρατήσεις το σπίτι σου δεν χρειάζεται να εκθέτεις τον εαυτό σου».
Η Μαρία Γαλερού, κρατούσε από ιστορική γενιά. Κι έμαθε από νωρίς τους κανόνες που θα την έκαναν άξιά της. Αεικίνητη, όμορφη, γεμάτη ψυχή για δράση, θαρρείς και δυναμίτιζε τους γύρω της. Μισούσε την απραξία και την μιζέρια. Είχε μάθει από νωρίς να ξεχωρίζει τους πραγματικά εμπερίστατους από τους δήθεν ταλαιπωρημένους, και να αποδίδει τα του Καίσαρος των Καίσαρι. Σιχαινόταν την αδικία και την πολεμούσε αλύπητα.
Αλλά αυτά που δεν μπορεί να καταγράψει η ανεπαρκής μου πένα, μπορούν να καταθέσουν αλησμόνητοι φίλοι που την ήξεραν τόσο καλά, αφού βρέθηκαν στα ίδια μετερίζια.
Οι παρακαταθήκες του Κιλελέρ
Θυμάμαι τι μου είχε καταθέσει στο πρώτο μου αφιέρωμα ένας ξεχωριστός άνθρωπος ο Κώστας Κοτζαμπασάκης, ανιδιοτελής συνδικαλιστής.
«Με συνοδεύουν πάντα τα λόγια της Μαρίας Ηλιάκη σαν να βρίσκεται πάντα ανάμεσά μας ακολουθώντας το δρόμο που άνοιξε το Κιλελέρ.
Αξέχαστη θα μου μείνει η θέση της σε μια διαδήλωση που κάναμε κάποτε στα νέα καταστήματα στα Χανιά διεκδικώντας θέματα της αγροτιάς.
Τη στιγμή που η Αστυνομία διετάχθη να παρεμποδίσει την πορεία που είχε εξαγγείλει το μεγάφωνο, ο κόσμος φοβήθηκε για κάποια σύγκρουση κι άρχιζε να χάνει το ηθικό του. Δεν είχε ανοίξει ακόμα ο δρόμος της ελεύθερης έκφρασης και κάθε διαδήλωση προϋπόθετε ταλαιπωρίες κι έκρυβε απειλές.
Τότε η Μαρία γύρισε και μας είπε αγέρωχη όπως πάντα:
«Μη φοβάστε. Έχουμε ασπίδα το δίκιο».
Και σαν να είχε μαγνητίσει τους πάντες ανακτήσαμε το θάρρος μας με κείνες τις φράσεις. Λες και μας αφύπνιζαν τη συνείδησή μας οι νεκροί του Κιλελέρ».
Η Μαρία της αστραπής
Κάποτε ρώτησα τον εκδότη μας Γιάννη Χαλκιαδάκη γιατί μου παρομοίαζε συχνά την Μαρία Ηλιάκη με τη Δασκαλοχαρίκλεια.
«Γιατί κάθε φορά που τη φέρνω στο νου μου τη συνδέω με τη γυναίκα που είχε τεράστια ψυχικά και βιολογικά αποθέματα.
Η Μαρία ήταν η λάμψη της αστραπής που ερχόταν συχνά πυκνά στο γραφείο για να της φιλοξενήσω κάποιο κείμενο.
Την πλήγωνε η επικαιρότητα, την έκανε να επαναστατεί ότι έθιγε την εθνική της ανεξαρτησία και δεν άντεχε με τίποτα την κοινωνική αδικία.
Νομίζω ότι χάνοντας τη Μαρία Ηλιάκη το Ρέθεμνος ορφάνεψε από την καλύτερη εκπροσώπηση της περηφάνιας και της αρχοντιάς του».
Όταν όμως εμβάθυνα από περιέργεια και θαυμασμό στην προσωπική ζωή της Μαρίας κατάλαβα γιατί άξιζε τόσο τη σύγκριση με την ηρωίδα του Αρκαδίου.
Γιατί πέρα από αγωνίστρια ήταν και μια μάνα που ήπιε μέχρι ρανίδας το πικρό ποτήρι, νεκροφιλώντας παιδιά της.
Πρώτα ο Σπύρος
Δεν είχε κλείσει τα 18 του χρόνια όταν έφυγε ο Σπύρος της. Ένας λεβέντης. Εκείνη δεν άφησε το πένθος να την καταβάλει. Έδωσε διέξοδο στην οδύνη της για το δίκιο των αδυνάτων.
Κι είναι αξιοθαύμαστο όταν έβλεπε τα άλλα της παιδιά να κλαίνε αναζητώντας τον αδελφό εκείνη τους έλεγε με συγκλονιστική ψυχραιμία:
«Είναι δύσκολο. Αλλά πέστε μου τι αλλάζει με το κλάμα και με την άρνηση της ζωής. Μόνο με αγώνα ξεπερνάς τον πόνο όσο σκληρός κι αν είναι. Δεν γίνεται αλλιώς παιδιά μου. Όλα είναι αγώνας. Και η ζωή συνεχίζεται. Ψηλά το κεφάλι».
Σαν να ‘θελε η ζωή να την εκδικηθεί για την λεβεντιά της να δέχεται με αξιοπρέπεια και τη δοκιμασία, της ρίχνει νέο αστροπελέκι.
Χάνει τον άντρα της έναν σύντροφο αντάξιό της. Κοντά του εύρισκε το δικό της απάνεμο λιμάνι. Η απώλεια αυτή την κλόνισε. Νόμισε για μια στιγμή ότι η γη θα σταματήσει. Ο κόσμος νεκρώθηκε ξαφνικά.
Πώς να δεχθεί ότι αυτή η τρυφερή ψυχή που εκφραζόταν με στίχους, όποτε το επέτρεπε η σκληρή βιοπάλη πετούσε σε άλλη διάσταση. Πήρε πάλι κουράγιο από την ατσάλινη θέλησή της και προσπάθησε να ξαναβρεί τον δρόμο της. Κι έρχεται ο θάνατος ενός ακόμα γιου της να τη γονατίσει. Θαρρείς και μια βάσκανη μοίρα ζητούσε να την εξοντώσει, να την εκδικηθεί έτσι για τον αγέρωχο χαρακτήρα της.
Η ζωή συνεχίστηκε με τη Μανόλη της και τις θυγατέρες της. Ήρθαν και τα εγγόνια να γεμίσουν τη ζωή της που αποκτούσε ξανά χρώμα.
Μια ιστορική απάντηση
Η Μαρία Ηλιάκη άφησε πολλά άρθρα και επιστολές να μας διδάσκουν τα αγαθά της δημοκρατίας. Σε κάποια μάλιστα αναφέρεται στο ΠΑΣΟΚ της τότε παντοδυναμίας του και επισημαίνει προβλήματα που απασχολούσαν το εσωτερικό του. Σήμερα όποιος το διαβάζει το βρίσκει προφητικό. Η Μαρία δικαιώθηκε κι ας έμοιαζε Κασσάνδρα με όσα προείπε. Σαν να περιγράφει τη σημερινή κατάσταση.
Εκεί που έμεινε σαν θρύλος να αφηγούνται την αποκοτιά της οι ντόπιοι ήταν κάποιες εκλογές που παιδιά της δυσαρέστησαν τον τότε υποψήφιο Παύλο Βαρδινογιάννη. Έγινε επεισόδιο που πέρασε στις μαύρες σελίδες της προεκλογικής περιόδου, καθώς τα αίματα είχαν ανάψει.
Η Μαρία Ηλιάκη περίμενε να τελειώσουν οι εκλογές και στη συνέχεια με τίτλο «Πύρρειος Νίκη» έστειλε τους κεραυνούς της στον υπαίτιο του επεισοδίου με φράσεις που έκαιγαν:
«Έγραφε σε κάποιο σημείο: Ξέρω τι θα πει θάνατος, αφού τον έχω τόσο πολύ δοκιμάσει. Αλλά προτιμώ (σκληρός ο λόγος μα τον λέω) να τον ξαναδοκιμάσω παρά να πέσουν τα παιδιά μου στου κάθε πολιτικού το γραφείο…».
Ο θάνατος την βρήκε στο μετερίζι της να παλεύει. Αγωνιζόταν να ξεδιψάσει το χωριό της. Ένα έργο άρδευσης έγινε βασικός της στόχος για να συμπληρωθεί η βασική υποδομή της περιοχής της. Ούτε κι η ίδια θυμόταν πόσες πόρτες είχε χτυπήσει για να το πετύχει. Όταν το θέμα έφτανε στο νομαρχιακό συμβούλιο για έγκριση η Μαρία Ηλιάκη έφευγε από τη ζωή. Ήταν Οκτώβρης του 1983.
Και το νομαρχιακό συμβούλιο τιμώντας την μεγάλη αγωνίστρια που υπηρέτησε 24 χρόνια την τοπική αυτοδιοίκηση ενέκρινε παμψηφεί τη δαπάνη. Για να χαίρεται η ψυχή της, καθώς διάβαινε τα σύνορα του κόσμου οδεύοντας στην Αθανασία.