Είναι αρκετές οι πτυχές του δράματος των τριών πρώτων ημερών του Ιουνίου 1941 που αξίζει να ξεδιπλώσουμε για να τιμήσουμε τους νεκρούς, με μια μεγαλύτερη αναφορά στην προσωπική τους ζωή. Γιατί πέρα από ένα όνομα σε μια πλάκα άφησαν και τις δικές τους στιγμές από τον βίο τους να τους θυμίζουν.
Θα σταθούμε πρώτα στη Λούτρα μια και η επικαιρότητα το επιβάλει καθώς σήμερα ήταν η αποφράδα μέρα που ανέβηκε τον δικό της Γολγοθά.
Για καιρό η προφορική παράδοση εστίαζε σε μια φήμη ότι θα μπορούσε το κακό να προληφθεί στην περιοχή, αλλά κάποιος, που είχε λάβει εντολή να ενημερώσει δεν το έκανε.
Όποιος ασχολείται, επί σειρά ετών, με την έρευνα και είναι σε θέση λόγω και επιστημοσύνης να συγκρίνει τα στοιχεία, θα συμφωνήσει ότι εκείνα, τα πρώτα χρόνια, που ακόμα το αίμα ήταν νωπό στις πληγές, οι πάντες μεταβάλλονταν σε εισαγγελείς που έκριναν, κατέκριναν και καταδίκαζαν αβασάνιστα
Μόλις μια δεκαετία τώρα διαπιστώνονται λάθη τραγικά που στοίχισαν ακριβά σε υπολήψεις και ζωές. Και το χειρότερο πως είναι αργά να γίνει η όποια επανόρθωση. Περισσότερο γιατί ο χρόνος έχει σκεπάσει πια με τη σκόνη της λήθης στο πέρασμά του πρόσωπα και γεγονότα. Οικογένειες έσβησαν για πολλούς λόγους. Οι πραγματικοί υπαίτιοι των συμφορών είχαν καλύτερη τύχη από τους πραγματικά άξιους, να ζήσουν καλύτερες μέρες. Δοσίλογοι και προδότες, με θανατικές καταδίκες, δις και τρις, έζησαν ειρηνικά τα τελευταία τους χρόνια, με απόλυτη οικονομική άνεση. Ελάχιστοι πλήρωσαν τα κρίματά τους με αυτοδικία οι περισσότεροι.
Στην περίπτωση της Λούτρας, αν και δεν έχει πια κανένα νόημα, αποδεικνύεται πολύ πρόσφατα, ότι ο εντολέας του μηνύματος ανέθεσε σε συγγενικό του πρόσωπο να ειδοποιήσει. Ήταν όμως προχωρημένη η ώρα. Έμεινε η αποστολή να εκτελεστεί με το χάραμα, αλλά ήταν πλέον αργά. Οι Γερμανοί είχαν ζώσει ασφυκτικά το χωριό. Πώς να δοθεί το σωτήριο μήνυμα;
Στις πρώτες αυτές εκτελέσεις για αντίποινα διαπιστώνεται ότι οι Γερμανοί βαδίζουν με βάση τα ντοκουμέντα που έχουν από φωτογραφίες κατά τη Μάχη της Κρήτης. Η εμμονή του Χίτλερ να ζητά πειστήρια των επιχειρήσεων μας επιτρέπουν να έχουμε αρκετό οπτικό υλικό.
Υλικό που χάρις στο μεράκι κάποιων ανθρώπων απολαμβάνουμε κι εμείς. Πρώτα ήταν ο αξεπέραστος Μάρκος Πολιουδάκης και σήμερα ένας νέος άνθρωπος, ο Δημήτρης Σκαρτσιλάκης, δεν φείδεται εξόδων προκειμένου να αποκτά σπάνιες φωτογραφίες από τα γερμανικά αρχεία που δεν αφορούν μόνο το Ρέθυμνο, κοντά βέβαια στα άλλα αντικείμενα που συλλέγει, κατάλοιπα μιας συγκλονιστικής εποποιίας που δοκιμάστηκε στο έπακρο η λεβεντιά των Κρητών.
Για τη Λούτρα που μας ενδιαφέρει στο σημερινό μας αφιέρωμα έχει συλλέξει πολύτιμο αρχειακό υλικό ο επιφανής ποιητής και λογοτέχνης μας, Κωστής Καλλέργης (ΚΙΓΚ), από τους διακεκριμένους παράλληλα λειτουργούς της Θέμιδας.
Από το αρχείο του θα δανειστούμε στοιχεία για τους εκτελεσθέντες που βασίζονται σε μια εργασία της Αρτεμησίας Τουτουντζιδάκη – Στρατάκη. Και βάζουμε αρχή από τον παπά Μανόλη Καλλέργη που ήταν τότε 36 χρόνων.
Όταν τον έβαλαν αρχικά μαζί με τους άλλους μπορεί και να δείλιαζαν να τον εκτελέσουν. Αυτοί ζητούσαν τον Διονύσιο Ψαρουδάκη που τον είχε εντοπίσει ο φακός τους να τρέχει στον Πηγιανό Κάμπο πολεμώντας σαν λιοντάρι τους αλεξιπτωτιστές.
Η τυχαία ανακάλυψη της παραδοσιακής φορεσιάς που έφερε κάτω από τα ράσα του τον πρόδωσε. Ωρυόμενος ο Γερμανός που πρόσεξε τη λεπτομέρεια αυτή τον τράβηξε ατιμωτικά από τα γένια και τον έφερε στη γραμμή των μελλοθανάτων κραυγάζοντας «Απ’ έξω μαντάμ και από μέσα καπετάν;».
Εκτός από τον ιερέα, τον ηρωικό ρασοφόρο, ένα ακόμα θύμα θρήνησε η οικογένεια Καλλέργη. Ήταν ο γιος του παπά ο Σπύρος Καλλέργης, 11 χρόνων, που βρήκε τραγικό θάνατο με δυο ακόμα φίλους του, τα αδέλφια Γιώργο και Σπύρο Τουτουντζιδάκη, 15 και 9 χρόνων αντίστοιχα, από έκρηξη νάρκης στον Λουτριανό Κάμπο στις 3 του Νοέμβρη 1944, με τις πρώτες ανάσες λευτεριάς.
Ο Μανόλης Αντωνογιωργάκης ήταν 41 χρόνων όταν τον συνέλαβαν. Το πρωί εκείνης της μέρας είχε διαδοθεί στο χωριό ότι θα περάσουν οι Γερμανοί να πάρουν άτομα για αγγαρεία. Προκειμένου να την αποφύγει είχε σκεφτεί να κρυφτεί στην καμινάδα του σπιτιού του. Η γυναίκα του όμως από φόβο μην σκοτώσουν και τα παιδιά της οι Γερμανοί αν τον ανακαλύψουν στον κρυψώνα που σκέφτηκε, τον απέτρεψε. Κι ήταν μια κίνηση που απέβη μοιραία γι’ αυτόν.
Ο Δημήτρης Μιχελιουδάκης ήταν 28 χρόνων. Μόλις είχε έρθει από το μέτωπο. Είχε ακόμα επιδέσμους στο κεφάλι από ανοικτό τραύμα που του είχε προκαλέσει τραύμα στην Αλβανία όπου πολεμούσε. Βρισκόταν με άδεια, λόγω του τραύματος, στο χωριό του όπου όμως ήταν γραφτό να αντικρίσει το εκτελεστικό απόσπασμα.
Ο Μανόλης Ορφανουδάκης, 39 ετών, είχε ξυπνήσει νωρίς εκείνο το πρωί. Βιαζόταν να πάει να θερίσει το χωράφι του, που ήταν στο διπλανό χωριό, στην Αγία Τριάδα. Ετοίμαζε το κολατσιό του. Και λίγο πριν να το βάλει στο βουργιάλι και να φύγει βιαστικά για να προλάβει τη μέρα μπήκαν οι Γερμανοί και τον άρπαξαν.
Ο Κωστής Παλιεράκης, 29 χρόνων, ήταν επίσης αδειούχος αλλά δεν πρόλαβε καλά-καλά να δει τους δικούς του. Όταν τον συνέλαβαν δεν κατάλαβε στην αρχή τον λόγο. Υπέθεσε ότι θα τον έπαιρναν για αγγαρεία και τους ακολούθησε. Απέφυγε βέβαια να τους αποκαλύψει ότι ήταν στρατιώτης. Τελικά ούτε κι αυτή η πρόνοια να κρατήσει μυστική την ιδιότητά του τον έσωσε.
Ο Κωστής Περακάκης, ετών 39, σαν να κατάλαβε αμέσως τι τον περίμενε, κούνησε το χέρι του αποχαιρετώντας τη γυναίκα του. Εκείνη όμως χωρίς να σκεφτεί τον κίνδυνο ακολουθούσε ξωπίσω κλαίγοντας και επαναλαμβάνοντας λαχανιασμένη το όνομα του άνδρα της. Κάποια στιγμή εκείνος της κούνησε το χέρι για στερνή φορά «Αντίο Μαρία μου της είπε. Αντίο για πάντα».
Ανάμεσα στους μελλοθάνατους και ο Θανάσης Σφακιανάκης, 41 ετών. Ήταν ο ταχυδρόμος του χωριού. Δεν ήξερε ποια ήταν η νέα του αποστολή έτσι που τον έσερναν. Ένιωθε πίσω του τον δεκάχρονο γιο του το Δημήτρη ν’ ακολουθεί . «Μπαμπά, μπαμπά» του φώναζε με λυγμούς αλλά εκείνος δεν μπορούσε ούτε να του απαντήσει για να τον παρηγορήσει.
Ο Μιχάλης Τερζιδάκης, ετών 25, ο νεότερος απ’ όλους ήταν επίσης στρατιώτης. Ακόμα δεν είχαν συνέλθει τα πόδια του από τα κρυοπαγήματα που έπαθε πολεμώντας στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας. Κούτσαινε ακόμα όπως ακολουθούσε τους δημίους του στη μαρτυρική πορεία προς τον θάνατο.
Ο Γιάννης Τουτουντζιδάκης, 56 χρόνων, είχε αργήσει εκείνο το πρωί να πάει στο Περβόλι του στη θέση «Κόκκινου». Εκεί στη στροφή του Αρσανιώτικου δρόμου έπεσε πάνω στο απόσπασμα. Ο επικεφαλής αξιωματικός τον κοίταξε για λίγα λεπτά σαν να τον ζύγιαζε. Πράγματι έδειχνε άνδρας με ψυχή και η γενειάδα του, πένθος για τον αδελφό του Διονύσιο ηγούμενο Αρσανίου, του πρόσθετε μεγαλοπρέπεια. Κι ήταν αρκετό στοιχείο για να ληφθεί ως πολεμιστής στη μάχη της Κρήτης και να συλληφθεί.
Ο Μιχάλης Τουτουντζιδάκης, 37 χρόνων, είχε κοιμηθεί το προηγούμενο βράδυ στο σπίτι του αδελφού του Γιώργη απέναντι από την εκκλησία της Αγίας Φωτεινής. Είχε βολευτεί στο κατώι γιατί εκεί ένιωθε περισσότερο ασφαλής. Το πρωί ξεκίνησε για το σπίτι του αλλά λίγο πριν φθάσει στην πόρτα τον πρόλαβαν οι Γερμανοί και σέρνοντας τον πήγαν με τους άλλους.
Όλοι τους οι ήρωες αυτοί φέρθηκαν σαν γνήσιοι Κρητικοί. Ακόμα και την τελευταία τους στιγμή ταπείνωσαν τον εχθρό τηρώντας μια αγέρωχη στάση. Όρθωσαν το κορμί τους και κοίταξαν με περιφρόνηση τις κάνες που τους σημάδευαν. Έπεσαν σαν τα κυπαρίσσια που υπάρχουν σήμερα εκεί στον τόπο της θυσίας τους.
Ένας μόνο κατάφερε να ξεγελάσει τον θάνατο. Ήταν ο Μανόλης Περακάκης 61 χρόνων. Από εξαιρετική εύνοια της τύχης η σφαίρα τον πέτυχε στο σαρίκι του. Ακόμα κι ο ίδιος απόρησε με το θαύμα της σωτηρίας του. Ήταν όμως γραφτό να μείνει ως ένας αξιόπιστος μάρτυρας της τραγωδίας και να ξέρουμε τις τελευταίες στιγμές εκείνων των ηρώων.
Έτσι γράφτηκε το ματωμένο χρονικό στη Λούτρα. Αμέσως μόλις οι Γερμανοί απομακρύνθηκαν έχοντας τελειώσει την αποστολή θανάτου ο τόπος της θυσίας γέμισε από γυναικόπαιδα που έκλαιγαν σπαρακτικά τους ανθρώπους τους. Θρήνος και κατάρες γέμιζαν την ατμόσφαιρα. Τραγικές φιγούρες και τα παιδιά που ζούσαν μια τέτοια στιγμή αποκάλυψης. Αυτή που θα στοίχειωνε σε όλη τους τη ζωή.
Έτσι σώθηκε η Πηγή
Όλοι περίμεναν πως η Πηγή θα είχε συνέχεια. Κι όμως δεν έγινε τίποτα εκεί. Για χρόνια κυκλοφορούσε μια φήμη που είχαμε μεταφέρει σε επετειακή εκδήλωση χωρίς να προνοήσουμε για μια γνώμη πιο τεκμηριωμένη. Ο Μάρκος Πολιουδάκης είχε θυμώσει θυμάμαι ενώ ο Πηγιανός και μέγας Κρητολόγος Γιώργης Εκκεκάκης βρήκε την ευκαιρία να με διδάξει τους κινδύνους που ελλοχεύουν όταν μια πληροφορία δεν διασταυρωθεί από διαφορετικές πηγές. Τι είχαμε αναφέρει τότε:
Ζούσε στην Πηγή ένας εκλεκτός άνθρωπος, ο Μανόλης Χατζάκης, ο οποίος έτυχε να βρεθεί στο στρατόπεδο του Γκέρλιτς. Εκεί γνώρισε μια Γερμανίδα με την οποία απέκτησε ένα παιδ. Πέρασε ο καιρός επέστρεψε στον τόπο του, μόνος, γιατί η γυναίκα του αρνήθηκε να τον ακολουθήσει.
Όταν μπήκαν τον Ιούνη του 41 οι Γερμανοί στην Πηγή ανάμεσα στους άνδρες που συνέλαβαν για να εκτελέσουν ήταν και ο Χατζάκης. Όταν τους έβαλαν να σκάψουν τον λάκκο τους έπεσε από το σακάκι του το πορτοφόλι του. Αμέσως πλησίασε ο επικεφαλής αξιωματικός και το έπιασε. Έτσι μισάνοικτο όπως το βρήκε μια φωτογραφία τράβηξε την προσοχή του. Ρώτησε τον Χατζάκη τι σχέση είχε με τη γυναίκα και το παιδί που ήταν στη φωτογραφία και όταν έμαθε ότι επρόκειτο για τη γυναίκα και τον γιο του ο Γερμανός τον αγκάλιασε συγκινημένος. Ήταν ο γιος του.
Η ιστορία αυτή, κατά τον αξέχαστο Μάρκο, ήταν αρκούντως ρομαντική και κατάλληλη μόνο για ταινία. Απείχε όμως από την ιστορική αλήθεια.
Τη δική του εκδοχή διαβάσαμε στο βιβλίο του, τον πρώτο τόμο της Μάχης της Κρήτης στο Ρέθυμνο. (1993). Και είναι η εξής:
«Οι Πηγιανοί στάθηκαν οι πιο τυχεροί απ όλους στην περιφέρεια της μάχης. Μετά την απελευθέρωση των αιχμαλώτων αλεξιπτωτιστών και την παράδοσή των Αυστραλών και Ελλήνων στρατιωτών, η έδρα του Φρουραρχείου Πηγής μετατράπηκε σε έδρα του 2ου Συντάγματος αλεξιπτωτιστών με διοικητή τον Συνταγματάρχη Αλφρεντ Στούρμ.
Αυτός και το επιτελείο του ανάλαβε υπηρεσία και εγκαταστάθηκε στο καλύτερο σπίτι της Πηγής
Ο ι αλεξιπτωτιστές συγκέντρωσαν περί τους 50 άνδρες Πηγιανούς και μερικούς περιπλανώμενους στρατιώτες. Τους έκλεισαν στο πρώην στρατόπεδο των αιχμαλώτων αλεξιπτωτιστών και διέρρευσε η πληροφορία ότι θα τους εκτελέσουν.
Δυο Πηγιανοί γνώστες της γερμανικής έσωσαν τους υπόλοιπους. Ο Μανόλης Χατζάκης που είχε ζήσει στη Γερμανία και φημολογούνταν τότε πως είχε συναντηθεί με τον γιο του που ήταν αλεξιπτωτιστής. Ο Χριστόφορος Χαμαράκης, ένας ευχάριστος τύπος που σκλάβωνε με το χαμόγελό του. Αυτός μου είχε διηγηθεί μετά τη μάχη το παρακάτω περιστατικό:
Τη δεύτερη μέρα της πτώσης των αλεξιπτωτιστών είδε στην Πηγή δυο γνωστούς του Αυστραλούς να συνοδεύουν έναν Γερμανό αιχμάλωτο, γυμνό από τη μέση και πάνω. Τους κάλεσε στο σπίτι του και τους πρόσφερε γάλα. Ο Γερμανός φαινόταν πολύ στενοχωρημένος και δεν μιλούσε. Ευχαρίστησαν κι έφυγαν για το στρατόπεδο που βρισκόταν στην άκρη του χωριού.
Όταν ο Χριστόφορος έμαθε ότι θα εκτελέσουν τους χωριανούς του ζήτησε να μιλήσει στον διοικητή των αλεξιπτωτιστών, βασιζόμενος στα άπταιστα γερμανικά που μιλούσε. Οι σκοποί τον παρουσίασαν στον συνταγματάρχη τους και τότε ο Χριστόφορος αναγνώρισε στο πρόσωπό του τον αιχμάλωτο που είχε φιλοξενήσει με τους Αυστραλούς στο σπίτι του.
Έτσι κατάφερε ο Χαμαράκης να σώσει τους χωριανούς του και μόνο δυο στρατιώτες κρατήθηκαν και τα ίχνη τους δεν ξαναβρέθηκαν. Ο ένας ήταν ο λοχίας Στρατής Βαλέργας από την Καρέ.
Αυτά αναφέρει ο Μάρκος Πολιουδάκης στο βιβλίο του. Έτυχε όμως για τις ανάγκες του ντοκιμαντέρ να μιλήσω η ίδια με τον επιφανή συμπολίτη μας και εκλεκτό επιχειρηματία κ. Γιώργο Χατζάκη στον οποίο έθεσα υπόψη τις εκδοχές που γνώριζα.
Κι εκείνος μου απάντησε ότι είχε από περιέργεια ρωτήσει ο ίδιος τον θείο του Μανόλη Χατζάκη. Κι εκείνος του είπε πως η σωτηρία των Πηγιανών οφείλετο σε ένα κεφάλι …ζουλοτύρι. Είχε δει κι αυτός έναν αιχμάλωτο Γερμανό και από συμπόνια τον φίλεψε ένα ζουλοτύρι δεμένο σε μια καρό πετσέτα. Όταν έγινε η σύλληψη και πήγε να ζητήσει με τα άψογα γερμανικά του την επιείκεια του διοικητή, τον είδε έκπληκτος να βγάζει από την τσέπη του την καρό πετσέτα και να τον ρωτά αν τη γνώριζε.
Εκείνος συγκινημένος παραδέχτηκε πως είναι δική του και τότε ο Γερμανός του αποκάλυψε ότι σ’ αυτόν είχε προσφέρει το τυρί και θα ήθελε να του ανταποδώσει τη χάρη. Ο Χατζάκης ζήτησε την αμνηστία όλων και πέτυχε να ικανοποιηθεί το αίτημά του. Έναν μόνο εκτέλεσαν οι Γερμανοί επειδή φορούσε ρολόι που ανήκε σε αλεξιπτωτιστή.
Ο χώρος δεν μας επιτρέπει να συνεχίσουμε. Θα ολοκληρώσουμε αύριο με τη συνέντευξη του Αδελιανού κ. Γιώργου Αλεξανδράκη. καθηγητή Φυσικής σε αμερικανικό πανεπιστήμιο και από τα ιδρυτικά μέλη του πανεπιστημίου Κρήτης.
ΠΗΓΕΣ:
Αρχείο Κωστή Γ. Καλλέργη (ΚΙΓΚ)
Αρτεμισίας Τουτουντζιδάκη-Στρατάκη: «Η μαύρη Τρίτη: 3 Ιουνίου 1941 Η «περίπτωση της Λούτρας»
Μάρκου Πολιουδάκη: Η Μάχη της Κρήτης στο Ρέθυμνο Α’ τόμος (1993)
Μαρτυρία Γιώργου Χατζάκη επιχειρηματία.