Οι ελληνικές εξαγωγές έχουν αυξηθεί σημαντικά μετά το 2009, ωστόσο χρειάζεται εντατικοποίηση των προσπαθειών από την πολιτεία και τις ίδιες τις επιχειρήσεις για να αξιοποιηθεί η σημαντική μείωση του κόστους εργασίας που καταγράφηκε κατά τη διάρκεια του προγράμματος προσαρμογής και να αυξήσει η χώρα περαιτέρω το μερίδιο αγοράς της στο διεθνές εμπόριο. Επιπλέον, η μεγέθυνση των ελληνικών επιχειρήσεων θα συμβάλει σημαντικά στην αύξηση της εξωστρέφειας της οικονομίας. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα της μελέτης που ολοκληρώθηκε πρόσφατα για το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών (ΕΒΕΑ) από την ΕΥ Ελλάδος.
Παρά τη σημαντική μείωση του κόστους εργασίας κατά την τελευταία δεκαετία, η βελτίωση των εξαγωγικών επιδόσεων της χώρας μας δεν ήταν η αναμενόμενη, καθώς η παραγωγικότητα ανά εργαζόμενο μειώθηκε σημαντικά σε απόλυτους αριθμούς, αλλά και σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα, οι ελληνικές εξαγωγές παραμένουν σχετικά μειωμένου τεχνολογικού περιεχομένου και χαμηλής προστιθέμενης αξίας, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να υστερεί ως προς τη συμμετοχή της στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στα χαμηλά επίπεδα επενδύσεων σε Έρευνα & Ανάπτυξη (R&D), αλλά και στις περιορισμένες άμεσες ξένες επενδύσεις που θα συνέβαλαν καθοριστικά στον εκσυγχρονισμό του παραγωγικού εξοπλισμού και στη μεταφορά τεχνολογίας και τεχνογνωσίας.
Επιπλέον, σύμφωνα με τη μελέτη, το θεσμικό πλαίσιο, τα γραφειοκρατικά εμπόδια, το ασταθές μακροοικονομικό περιβάλλον, το φορολογικό καθεστώς, οι αδυναμίες του χρηματοπιστωτικού συστήματος, και οι δυσκολίες σε σχέση με την επίλυση των συμβατικών διαφορών, δυσχεραίνουν περαιτέρω την ενίσχυση της εξωστρέφειας.
Σύμφωνα με τη μελέτη τα εσωτερικά εμπόδια, που πηγάζουν από τις αδυναμίες των επιχειρήσεων να προσαρμοστούν στις διεθνείς εξελίξεις και στις δυναμικές του διασυνοριακού εμπορίου, περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων χαμηλές τιμές ανταγωνισμού, έλλειψη καταρτισμένου προσωπικού και έλλειψη εσωτερικών δομών, Πρόβλημα ρευστότητας της επιχείρησης
Αντίστοιχα, τα εξωτερικά εμπόδια που θέτει η σύγχρονη εγχώρια ή διεθνής οικονομία περιλαμβάνουν γραφειοκρατία, υψηλή φορολογία, αρνητική εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό, πολιτική και οικονομική αστάθεια, προβλήματα χρηματοδότησης και ασφάλισης εξαγωγών και δυσκολία συνεννόησης με τους αρμόδιους κρατικούς φορείς, έλλειψη υποστήριξης από τα επιμελητήρια, προβλήματα με τους τοπικούς συνεργάτες, πιστοποίηση προϊόντος, και μειωμένη ζήτηση για το προϊόν.
Η πολιτεία θα μπορούσε να συμβάλει με τγ δημιουργία ενός απλού και σταθερού φορολογικού συστήματος με φορολογικά κίνητρα για την ενίσχυση των εξαγωγικών επιχειρήσεων και τις επανεπενδύσεις
Κλειδί για την ενίσχυση των εξαγωγών παραμένει η ανάγκη μεγέθυνσης (scale up) των ελληνικών επιχειρήσεων. Ο κατακερματισμός της παραγωγικής βάσης και η μέχρι σήμερα αδυναμία των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων να αποκτήσουν την κρίσιμη μάζα, ή να προχωρήσουν σε συνεργασίες, συμπράξεις ή συγχωνεύσεις, παραμένει η βασική αιτία της έλλειψης εξωστρέφειας.
Σήμερα, οι μικρομεσαίες (ΜμΕ) ελληνικές επιχειρήσεις αντιπροσωπεύουν το 99,9% του συνολικού αριθμού των επιχειρήσεων. Από αυτές, το 96,9% είναι οι πολύ μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες βρίσκονται στο 40% της παραγωγικότητας του μέσου όρου (Μ.Ο.) των ευρωπαϊκών (σε όρους φαινόμενης παραγωγικότητας ανά εργαζόμενο), ενώ οι μεσαίες βρίσκονται στο 75% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Δεν είναι, συνεπώς, τυχαίο ότι οι ελληνικές εξαγωγές στηρίζονται σε λίγες μεγάλες επιχειρήσεις: 273 επιχειρήσεις πραγματοποιούν το 50% των εξαγωγών, ενώ οι πέντε μεγαλύτερες εξ αυτών καλύπτουν το 25,9% των εξαγωγών.
Η επίτευξη μεγαλύτερων μεγεθών για τις ελληνικές επιχειρήσεις, θα ενισχύσει την παραγωγικότητά τους μέσα από οικονομίες κλίμακας, θα τους επιτρέψει να επενδύσουν στην έρευνα και την τεχνολογία και να προσελκύσουν εξειδικευμένο προσωπικό, και θα ενισχύσει τη διαπραγματευτική τους θέση. Το scale up θα δημιουργήσει μια θετική αμφίδρομη σχέση μεταξύ μεγέθους και εξωστρέφειας.