Σειρά στο αφιέρωμά μας έχει η οικογένεια Γερακάρη.
Και θα πρέπει να ξεκινήσουμε από το γεννήτορα τον ηρωικό Κωνσταντίνο, το όνομα του οποίου υπάρχει σε κεντρική οδό της πόλης.
Ο Κωνσταντίνος Γερακάρης, απόγονος των Κουφάκηδων, γεννήθηκε στον Πρινέ Μυλοποτάμου στις 5 Μαρτίου 1859 και σκοτώθηκε στη μάχη του Δρίσκου στις 28 Νοεμβρίου 1912.
Στην προσωπική του ζωή δεν επιδίωξε κάτι το εξαιρετικό γιατί τον είχε απορροφήσει εντελώς η αγωνία για την τύχη της πατρίδας του, της οποίας το συναξάρι δεν είχε τελειωμό. Η ενεργός συμμετοχή ήταν πάγια επιθυμία του σε κάθε κίνηση αντίστασης και σ’ αυτή την προσπάθεια ανάλωσε βίο και ευφυία που τον διέκρινε.
Η φύση εκτός από γενναιότητα τον είχε προικίσει και με μια επιβλητική εμφάνιση. Ήταν ψηλός, λεβεντόκορμος, με βλέμμα γεμάτο ειλικρίνεια και θεληματικότητα που κάποτε έπαιρνε μια χροιά αυστηρότητας όταν οι συνθήκες το απαιτούσαν. Ντυνόταν απλά, αλλά με ευπρέπεια, πάντα και ήταν όλα αυτά μαζί με τους λεπτούς του τρόπους, που τον επέβαλαν όπου κι αν βρισκόταν. Κέρδιζε τους ανθρώπους με την πρώτη ματιά.
Για την εποχή του ήταν ξεχωριστός για τη διάνοια και την τεχνική του μόρφωση, που ήταν εξαιρετικά καλλιεργημένη σε σχέση με τις συνθήκες που επικρατούσαν τότε και τους όρους διαβίωσης Ήταν οι χρόνοι που προείχε η επιβίωση και ο τρόπος που θα ερχόταν ψωμί στο τραπέζι. Η μεγάλη του θέληση ήταν αυτή που τον βοήθησε και να προσφέρει αλλά και να μορφώνεται. Ήταν αυτοδίδακτος.
Ο πατέρας του είχε καταφέρει να τον στείλει μόνο ένα χρόνο στο σχολείο που βρισκόταν στις Μαργαρίτες, μια ώρα δρόμο από τον Πρινέ. Όταν πια μη έχοντας πόρους υποχρεώθηκε να τον σταματήσει από το σχολείο, ο Κωνσταντίνος συνέχισε μόνος του να μελετά. Η έμφυτη ευθυκρισία του τον οδηγούσε σε σωστές επιλογές κι έτσι μπόρεσε να διευρύνει τους πνευματικούς του ορίζοντες με συνεχή μελέτη, ακόμα κι όταν η ζωή του άρχισε να γίνεται περισσότερο σκληρή και περιπετειώδης.
Έφθασε μάλιστα σ’ ένα σημείο να εκφράζεται όσο λίγοι στην εποχή του και με την έμφυτη ευφράδεια που διέθετε κατακτούσε τον ακροατή του κι έπειθε για τις απόψεις του. Στο γράψιμο μάλιστα είχε αποκτήσει ένα δικό του στυλ, επηρεασμένος από τον Αδαμάντιο Κοραή, του οποίου τα άπαντα δεν αποχωριζόταν ποτέ.
Η δίψα του για μάθηση τον έφερε κοντά σε μεγάλες προσωπικότητες του καιρού του όπως ο Εμμ. Ροΐδης, από τον οποίο δανειζόταν και τα βιβλία που ήθελε.
Οι πρώτες ασχολίες
Όταν έφθασε σε ηλικία να αναζητήσει τα προς το ζην, όποτε βέβαια οι επαναστάσεις το επέτρεπαν, γιατί δεν έμεινε ποτέ αμέτοχος, στράφηκε στο εμπόριο και στις μεταφορές με ιστιοφόρα πλοία.
Συνεργαζόμενος με άλλους έκανε εμπόριο προϊόντων (πορτοκάλια, κάστανα) σε λιμάνια της παλιάς Ελλάδας και της Τουρκίας νοικιάζοντας πλοίο. Αργότερα απέκτησε μερίδιο σε ιστιοφόρο. Είχε όμως μεγάλη επίδοση στη ναυτοσύνη και στο εμπόριο κι αργότερα κατάφερε να αποκτήσει επίσημο δίπλωμα πλοιάρχου.
Στο πλαίσιο αυτών των συνεταιρισμών γνωρίστηκε στα 20 χρόνια του με την οικογένεια του Αντώνη Κουντουράκη από την Κίσσαμο. Ήταν τόση η εκτίμηση που ένοιωσε η οικογένεια αυτή για τον νεαρό συνεταίρό της, που έγινε γαμπρός τους. Παντρεύτηκε τη μικρότερη θυγατέρα του Κουντουράκη, τη Μαρία, με την οποία απέκτησε έντεκα παιδιά. Να σημειωθεί ότι στο γάμο παρέστησαν όλοι οι παράγοντες και προύχοντες της Κεντρικής και Δυτικής Κρήτης. Δείγμα της κοινωνικής καταξίωσης και των δυο πλευρών.
Μέχρι που ήρθε η επανάσταση του 1878. Αμέσως μετά ο Γερακάρης εξορίστηκε από τους Τούρκους κι αναγκάστηκε να καταφύγει στην Αθήνα, όπου άνοιξε ένα μικρό εμπορικό κατάστημα για να εξασφαλίζει τον επιούσιο. Δυο χρόνια αργότερα η ανώμαλη κατάσταση τον υποχρέωσε να επιστρέψει στην Κρήτη, αλλά και πάλι δεν έμεινε πολύ. Αυτή τη φορά τον υποχρέωσε να ξενιτευτεί η νοοτροπία της κακώς εννοούμενης «καπετανιάς» που για μερικούς αποτελούσε «επάγγελμα». Ο Γερακάρης που απεχθανόταν τους αργόσχολους, για να μη γίνει περισσότερο δυσάρεστος, πήρε ξανά των ομματιών του και στην Αθήνα, όπου κατέφυγε και πάλι, άνοιξε στην οδό Σταδίου ένα καπνοπωλείο, για να εξασφαλίζει το ψωμί της οικογενείας του. Αυτό το μαγαζάκι όμως έγινε σύντομα ένα από τα σπουδαιότερα πατριωτικά κέντρα των Κρητών αλλά και των φίλων της Κρήτης.
Πατριώτης μέχρι αυτοθυσίας
Εκεί εύρισκαν καταφύγιο όλοι οι εξόριστοι και κυνηγημένοι Κρητικοί ή νέοι που ήρθαν στην Αθήνα να σπουδάσουν. Ο Γερακάρης βοηθούσε με κάθε τρόπο. Μοίραζε τη δική του «μπουκιά» στη μέση για να μην μένει αβοήθητος εκείνος που είχε την ανάγκη του. Κυρίως οι νέοι σπουδαστές είχαν κάθε ηθική και υλική βοήθεια από τον γενναιόδωρο συμπατριώτη τους.
Αποκορύφωμα του πατριωτισμού που διέκρινε τον Γερακάρη ήταν η πώληση του μικρού μαγαζιού του που ήταν η μόνη πηγή επιβίωσής του για να διατεθούν τα χρήματα στην επανάσταση του 1897 που μόλις είχε ξεσπάσει.
Και στην απόφασή του αυτή δεν έφερε καμιά αντίρρηση η σύζυγός του κι ας ήταν το καπνοπωλείο ένα μικρό υπόλειμμα από την μεγάλη της προίκα.
Η Μαρία Γερακάρη δεν υστερούσε σε πατριωτισμό και γενναιότητα. Κι ήταν πολλοί εκείνοι που την έφερναν παράδειγμα Ελληνίδας συζύγου, μητέρας, και μέλους της κοινωνίας.
Επέβαλε παντού την τάξη
Η γενναιότητα του Γερακάρη στις μάχες τον είχε καταξιώσει στην εκτίμηση των άλλων οπλαρχηγών. Θαύμαζαν κυρίως τον τρόπο του να επιβάλλεται στους άνδρες του έτσι που να δίνουν την εντύπωση τακτικού και οργανωμένου στρατού.
Στην πολύνεκρη μάχη της 5ης Μαρτίου 1897 στον Πλατανιά Ρεθύμνου, ο Γερακάρης συνέτριψε το τουρκικό στράτευμα αν και κινδύνευσε να κυκλωθεί. Κι έτσι συνέχισε τους αγώνες του, μέχρι που ήρθε η ώρα της δικαίωσης για την Κρήτη.
Μετά την αυτονόμηση η πρώτη Κρητική Κυβέρνηση εμπιστεύθηκε στον Κωνσταντίνο Γερακάρη την διεύθυνση εκ περιτροπής των υποκαταστημάτων του Κοινωφελούς Ταμείου Κρήτης, στο Ρέθυμνο, στο Ηράκλειο και στο Βάμο για μια δεκαετία.
Άξιος στην ειρήνη και στον πόλεμο
Όσο άξιος ήταν στον πόλεμο ο Κωνσταντίνος Γερακάρης άλλο τόσο πολύτιμος ήταν και σε καιρούς ειρήνης.
Ο γενικός θαυμασμός και η εκτίμηση στο πρόσωπό του τον έκριναν άξιο και το 1911 να εκλεγεί για δεύτερη φορά πληρεξούσιος της επαναστατικής συνέλευσης, ο δε δήμος Ρεθύμνου τον εξέλεξε πρώτο πάρεδρο και δημαρχεύοντα.
Η έκρηξη του πολέμου το 1912 δεν μπορούσε να τον αφήσει αμέτοχο. Σπεύδει να στείλει εθελοντές δύο από τα παιδιά του που μπορούσαν να κρατήσουν όπλα και σύντομα ακολουθεί και ο ίδιος, αφού συνεννοήθηκε με το Ρώμα με τον οποίο τον συνέδεε θερμή φιλία.
Κατατάσσεται λοιπόν στο Σώμα των Ελλήνων Ερυθροχιτώνων ως ανθυπολοχαγός (αργότερα προήχθη στο πεδίο της μάχης σε υπολοχαγό) και ξεκινά να «παίξει ακόμα μερικές τουφεκιές κατά των Τούρκων» όπως έλεγε ο ίδιος.
Μετά από κόπους αβάσταχτους, και πολεμικές περιπέτειες απερίγραπτες με άτακτους Τούρκους και τακτικό στρατό καταλαμβάνεται με αποφασιστική έφοδο ο Δρίσκος.
Το ηρωικό του τέλος
Ο παλαίμαχος αγωνιστής μόλις αντίκρισε τα Ιωάννινα είπε την ιστορική φράση: «Τι θαύμα είναι τα Γιάννενα. Αξίζει να σκοτωθεί κανείς για να τα πάρει».
Στις 28 Νοεμβρίου 1912, η στρατιά του Τζαβήτ Πασά ενισχυόμενη από τα πυροβολεία της Καστοριάς και του Μπιζανίου επιχειρεί γενική επίθεση κατά του Δρίσκου. Κι εκεί που σαν λιοντάρι μαχόταν ο ατρόμητος Πρινιανός αγωνιστής δέχτηκε μια εχθρική σφαίρα στο μέτωπο κι έπεσε νεκρός.
Έτσι δικαίωσε αυτό που είχε γράψει σε ένα λεύκωμα Κρητών το 1900 «Η ελευθερία είναι υπερτέρα της ζωής κατά την αξίαν».
Αν και ασχολήθηκαν με τη ζωή του και τη δράση του Κωνσταντίνου Γερακάρη, τόσοι λόγιοι όπως Χατζόπουλος, Καρβούνης, Κονδυλάκης, κι ενώ Ιωάννινα και Ρέθυμνο τίμησαν τον ήρωα με την ονοματοθεσία κεντρικών δρόμων οι νεότεροι στον τόπο του, αγνοούν τον παραδειγματικό βίο ενός τόσο σημαντικού ανθρώπου.
Ευτυχώς που οι ομοχώριοί του που έχουν επανειλημμένα αποδείξει την έμπρακτη ευγνωμοσύνη στους ήρωες προγόνους τους και η προτομή του ήρωα δεσπόζει απέναντι από το σπίτι του στον Πρινέ Μυλοποτάμου.
Νότης Γερακάρης: Ταγματάρχης Πυροβολικού
Γιος του ήρωα ο Νότης, για τον οποίο υπάρχουν ολοσέλιδα αφιερώματα, όταν πέθανε ήταν ο Ταγματάρχης Πυροβολικού, Νότης Γερακάρης. Αν και πολέμησε γενναία σε διάφορες μάχες σκοτώθηκε σε ατύχημα.
Παραθέτουμε αυτούσιες τις ελεγείες αυτές γιατί μας παρουσιάζουν ανάγλυφη την προσωπικότητα του άξιου γιου του Κωνσταντίνου Γερακάρη.
Γράφει για τον Νότη ο Κ. Κυριακάκης:
«Υπήρξε ο ήρως πολεμιστής με τον αδαμάντινο χαρακτήρα και τις ευγενέστερες πατριωτικές εκδηλώσεις.
Υπήρξε ο δαφνηφόρος συνεχιστής μιας Αγίας Παραδόσεως υπερτάτου Πατριωτισμού!
Υπήρξε ο ατρόμητος σημαιοφόρος εις τον στίβον των Εθν. Αγώνων μιας Αγίας Κληρονομιάς που εγκατέλειψε εις την γενιάν του ξεψυχώντας ο θρυλικός αετός του Δρίσκου Κωνσταντίνος Γερακάρης.
Υπήρξε ο Γενναίος εις την Ειρήνην και εις τον Πόλεμον.
Υπήρξε ο νους με τις μεγαλειώδεις εμπνεύσεις πατριωτικής δράσεως κατά τας Εθνικάς εξορμήσεις αλλά κι ο νους ο λεπτός τους διπλωμάτου. Και από τας δύο πλευράς το έργον του ήτο μέγα, ήτο υπόδειγμα υπερόχου και μεγαλόπνοου ενέργειας.
Όταν η Ελλάς παρά το πλευρόν των συμμάχων εχάραττε χρυσάς σελίδας εις τα δέλτους της Εθνικής μας Ιστορίας, ένα από τα παλληκάρια που επροτάθησαν σαν τα ηρωικά στήθη τους δια να χαραχθεί η Λεωφόρος προς τα όνειρα της φυλής ήτο ο Νότης Γερακάρης νεαρός τότε ανθυπολοχαγός.
Και συνεχίζει ύστερα μαζί με τα αθάνατα Ελληνόπουλα την νικηφόραν ανά τα βάθη της Μικράς Ασίας περιφοράν της Ελληνικής σημασίας.
Κι όμως αυτός που τον εσεβάσθησαν αι εχθρικές σφαίρες ήταν γραφτό προχθές να γονατίσει μπροστά στο Νόμο της Ειμαρμένης και να εγκαταλείψει τη ζωή τόσο πρόωρα.
Η ζωή του ήταν ένα ποίημα ανδρείας και γι’ αυτό θα στέκει παράδειγμα φρονιματίζον την νεολαίαν.
Κι αν πέθανε ο Νότης Γερακάρης μέσα στην Κρητική ψυχή η μορφή του και το έργο του θα ζει παντοτινάγιατι υπήρξε ο εκλεκτός.
Αιωνία του η μνήμη
Κ. Κυριακάκης».
Και συμπληρώνει άλλος αρθρογράφος της εποχής:
«Τα αισθήματα της συγκινήσεως και καταπλήξεως όταν έλθουν εις σύγκρουσιν εξ εξαιρετικής τινός αιτίας αδρανουσιν και μένουσιν άναυδα.
Μια τοιαύτη συναισθηματική διαταραχή επισυνέβη εις μέγαν αριθμητικώς κύκλον συγγενών και φίλων και εξ ακοής θαυμαστών, εκ της Επαρχίας Μυλοποτάμου του Νομού μας της πόλεως μας της Κρήτης ολόκληρου, μηδέ των Αθηνών και Ελλάδος, αλλά και εξωτερικού εις αρκετήν έκτασιν υποληφθέντος εκ του όντως δραματικού, του θανάτου του Νότη Κωνστ. Γερακάρη Ταγματάρχου Πυροβολικού ε. α επισυμβάντος εν Αθήναις την επομένην των Χριστουγέννων λήξαντος έτους. Επτά ημέρας ο ευγενικός αυτός νέος ευρίσκετο κατάκοπος εις την διάθεσιν της στοργικής Επιστήμης και την όγδοην ημέρα παρεδίδετο άπνους πλέον εις τα χείρας της κατάπληκτου Επιστήμης μη δυνηθείση να σώσει τούτον και να τον παραδώσει και πάλιν εις την Κοινωνίαν ης η έστειλε το Μέλος.
Ο πέμπτος κατά σειράν υιός του αειμνήστου Ήρωος του Μυλοποτάμου κατά το 1897 και του Δρίσκου του 1912 Κωνσταντίνου Γερακάρη, της 26ην Δεκεμβρίου δεν ηυρίσκετο εις την ζωήν. Απέστη από του κόσμου τούτου εις την ωραιοτέρανακμήν της ηλικίας του με αξιοζήλευτον παρελθόν, ποικίλης δράσεως, δυσανάλογον εις όγκον και αξίαν προς τα έτη της ηλικίας του, και αφήνει κάποιο κενόν δυσαναπλήρωτον εις τον κύκλον της δράσεως και των πεπρωμένων του. Από της μάχης της Δυϊράνης κατά το 1918 εις ην το πρώτον έλαβε το βάπτισμα του πυρός ως Ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού της Σχολής των Ευελπίδων, και κατά την οποίαν μάχην έστρεφε το πιστόλι του κατά λιποψυχήσαντος λοχίου του, μέχρι των πολλών μαχών της Μικρασιατικής εκστρατείας καταληξάσης εις οδυνηράν καταστροφήν, κατά την οποίαν μόνος αυτός εκ της Μεραρχίας του δεν παρέδωκε τα πυροβόλα του αλλά τα κατέστρεφε μόνος του αφού πρότερον ενδάκρυς τα κατησπάζετο έμπροσθεν των εν παρατάξει ανδρών του οίτινες των ηκολούθησαν πιστοί και αφωσιωμένοι μέχρι της Θράκης, όπου παρέδιδε τα κλείστρα των πυροβόλων του, από τους στρατώνος εις ον εν ειρήνη υπηρέστησε αλλά και από του Γραφείου του Στρατιωτικού διπλωματικού υπαλλήλου της Πρεσβείας του Βελιγραδίου ένθα επί 31/2 έτη υπηρέτησε, εσχάτως δε από της νέας εμπιστευτικής εργασίας ήτις τω ανετέθη δι’ ολας τας Πρεσβείας μας εις τα Βαλκάνια, από όλας αυτάς τας επάλξεις εξεπέμφθη αστροβόλως η δράσις του με την σημαίαν υψηλά, με ιδανικά υπερπατριωτικά, αποσπάσα των μεν εν πολέμω συμπολεμιστών του τον διάθεσιν της Πατρίδος με το μειδίαμα εις τα χείλη και την χαράν εις την ψυχήν.
Γνήσιος υιός του Πατέρα του αντιμετώπισε θαρραλέα και τα τρικυμία της ζωής και τον Θάνατον. Η υπέροχος σεμνότης του ηρώος τούτου και την τελευταίαν στιγμήν εξεδηλώθει με αφάνταστον μεγαλοπρέπειαν λέγων ολίγας στιγμάς προ της τελευταίας πνοής του… ολίγον ακόμη θα σας κουράσει η ψυχή ενός παλαιού πολεμιστού».
Αντώνιος Γερακάρης
Γιος του Κωνσταντίνου και ο Αντώνιος. Αυτός ήταν ανταποκριτής και συνεργάτης του περιοδικού «Κρητικός Αστήρ» με το ψευδώνυμο «Ελευθερνεύς». Το άρθρο του με τον τίτλο «Ένας άγνωστος ήρως του 1866» έχει και κρητολογικό ενδιαφέρον.
Γεώργιος Γερακάρης
Κι αυτός ήταν γιος του Κωνσταντίνου. Έγινε καθηγητής και διετέλεσε διευθυντής του Γυμναστηρίου και τεχνικός οργανωτής των Α Ρεθυμνίων στις 23 και 27 Απριλίου 1908.
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος και Γενικός Γραμματέας του Γυμναστικού Συλλόγου Ρεθύμνης έπαιζε και δίδαξε και βιολί.
Υπάρχει ένας ακόμα Γερακάρης, ο Μίνως, διευθυντής της Αγροτικής Τράπεζας μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του συλλόγου των εν Αθήναις Πειραιεί και περιχώροις εκ του νομού Ρεθύμνης Κρητών «Το Αρκάδι».
Σημειωτέον ότι είχε εκλεγεί τρίτος αυτός μετά τον Μενέλαο Σακόρραφο και τον Εμμανουήλ Τσουδερό.
Θα μείνουμε όμως στον Πρινέ Μυλοποτάμου και θα αναφερθούμε αύριο στην ιστορική επίσης οικογένεια Αποστολάκη.
Πηγές:
Γεωργίου Εκκεκάκη: «Ρεθεμνιώτες»
Εύας Λαδιά: Διάφορα άρθρα για τον Κωνσταντίνο Γερακάρη
Κ. Κυριακάκης: Νότης Γερακάρης