Τον Δεκέμβρη που πέρασε, έτυχε να βρίσκομαι στη Λυών της Γαλλίας. Επισκεπτόμενος έναν ναό, διάβασα αναρτημένο το κείμενο της ευχής που απέστειλε ο Πάπας Φραγκίσκος στους κατοίκους της πόλης, για τη γιορτή της, στις 8 του μηνός. Έλεγε επί λέξει: «Σας εύχομαι να έχετε το κουράγιο να πηγαίνετε κόντρα στο ρεύμα και επίσης να έχετε το κουράγιο να ευτυχείτε».
Ομολογώ ότι σε πρώτη ανάγνωση το εξέλαβα ως μήνυμα ενός φωτισμένου πνευματικού ηγέτη, αφού καταφανώς ξέφευγε από τα τετριμμένα που συνηθίζουν να εύχονται οι επικεφαλής εκκλησιών. Το πρόβλημα ανέκυψε όταν διαπίστωσα ότι η φράση του Ποιμένα επανερχόταν στο μυαλό μου, λες και με παρακολουθούσε ως γρίφος που μου απαιτούσε να τον αποκωδικοποιήσω.
Το πρώτο σκέλος, την ευχή δηλαδή να έχει κάποιος το κουράγιο να πορεύεται κόντρα στο ρεύμα, το θεώρησα κατ’ αρχήν βατό, ως ευκολότερα κατανοήσιμο, αν και υπέκρυπτε μία δομική επαναστατικότητα: Την αντιστράτευση δηλαδή του ατόμου κατά της πλειοψηφικής κρατούσης ηθικής. Κατά των πλειόνων, όπως αυτοί συστοιχίζονται αξιωματικά, επιβάλλοντας την συν-αντίληψή τους, ως δόγμα. Πυρηνικό στοιχείο των δογμάτων, είναι βέβαια ο εξοβελισμός κάθε δυνατότητας κριτικής αμφισβήτησής τους. Η απαγόρευση νομιμοποίησης κάθε ελεύθερης έκφρασης, η οποία θα μπορούσε να αποδομήσει το κοινά παραδεκτό, την αδιατάρακτη ροή του ρεύματος, με στοιχεία διαλεκτικής αντιπαράθεσης. Εκεί το «εγώ» όχι ως προβολή ψευδεπίγραφης ατομικής, άρα εξω-κοινωνικής αυτονόμησης, αλλά ως ουσία εξατομικευμένης συνείδησης, συνθλίβεται και περιχαρακώνεται. «Δύστυχο καταμόναχο ένα μου…», αποκαλεί ο Ελύτης αυτή την αγωνιούσα μονάδα. Εκεί ακριβώς, ο θρησκευτικός ηγέτης, αντί-δογματικά καλεί έκαστο εξ ημών σε ανυπακοή. Σε διαλεκτική δηλαδή αποκαθήλωση κάθε συστήματος αξιών, που νομιμοποιείται ως φορέας εξουσίας, έστω και πνευματικής, διά της ασυλίας που του προσφέρει η πλειοψηφικότητα του ρεύματος ομολογίας του.
Αυτή την αναρχία της Αγάπης έρχεται να συναντήσει πάλι ο Ελύτης στους «Νέους Αλεξανδρείς του», από τον άλλο βέβαια δρόμο, που συναντά όμως στην κατάληξή του την παπική ευχή. Εδώ όμως «το ένα μου», ενδύεται την πολεμική στολή ευθείας προσβολής της Τάξης των Πολλών: «…. Ο χωρίς φίλον κανένα μήτε οπαδό, που εμπιστεύεται μόνον το σώμα του και το μέγα μυστήριο στ’ αγκαθόφυλλα μέσα του ήλιου αναζητεί, αυτός είναι ο απόβλητος από τις αγορές του αιώνος! Επειδή νου δεν έχει κι από ξένα δάκρυα κέρδος δε βγάνει και στο θάμνο που καίει την αγωνία μας μοναχά καταδέχεται να ουρεί. Ο αντίχριστος και ανάλγητος δαιμονιστής του αιώνος! Που όταν όλοι εμείς πενθούμε, αυτός ηλιοφορεί. Και όταν όλοι σαρκάζουμε ιδεοφορεί. Και όταν ειρήνη αγγέλουμε, μαχαιροφορεί. Καταπρόσωπό μου οι νέοι Αλεξανδρείς εχλεύασαν!».
Το δεύτερο σκέλος της ευχής του Πάπα, η ευχή του να έχουμε κουράγιο για να ευτυχούμε, είναι σκοτεινότερο και ουσιαστικότερο. Προτάσσει μια ανεξήγητη αντίφαση, που αν δεν δικαιολογηθεί, δε μπορεί ποτέ να ερμηνευθεί ο εξοχότερος σίγουρα γρίφος, που μου ετέθη: Μας ζητεί να έχουμε κουράγιο στο δρόμο για την ευτυχία. Πώς γίνεται αυτό; Και γιατί στην ευτυχία να πρέπει να οπλίζομαι με κουράγιο; Αν πρόχειρα έδιδε κάποιος τον ορισμό της λέξης «Κουράγιο», θα έλεγε ότι είναι το ψυχικό σθένος που επιστρατεύει ένας άνθρωπος, όταν αντιμετωπίζει στη ζωή του, αντιξοότητες, προβλήματα, δυσάρεστες και επώδυνες καταστάσεις.
Η ευτυχία όμως εκπροσωπεί για όλους μας, μια κατάσταση ευδαιμονίας, δηλαδή απόλαυσης αγαθών, επίλυσης όλων των προβλημάτων που θα μπορούσαν να σκιάσουν έναν βίο, καθιστώντας τον ανέφελο. Με απλά λόγια το να έχει κανείς ό,τι επιθυμεί. Γιατί λοιπόν κουράγιο στο δρόμο για την ευτυχία; Γιατί ο ιεράρχης επικαλείται το ψυχικό σθένος στην κατάκτησή της; Μήπως η ευτυχία, η καλή τύχη δηλαδή, όπως ερμηνεύεται στην ετυμολογική της προσέγγιση, είναι σκιά, μιας άλλης, ουσιώδους αντιστοίχησής της, για την οποία, όντως απαιτείται σθένος και αγώνας ώστε να την οικειοποιηθούμε; Γιατί αυτή, κατά τον Πάπα Φραγκίσκο, η ευτυχία αναγνωρίζεται μόνο στην ψυχική ανάταση του ανθρώπου, ως προϊόν μίας ισορροπίας που επέρχεται όταν ο άνθρωπος αυτοεκτιμάται από το πρίσμα όμως της κοινωνικής του διάστασης. Τότε πράγματι η ευτυχία του, ως απολογισμός όμως θετικής ζωής, προϋποθέτει κουράγιο.
Δηλαδή επίμονη, συστηματική, αγωνιώδη επιστράτευση όλων των ψυχικών αποθεμάτων του ανθρώπου, ώστε να κατακτήσει την πνευματική νηφαλιότητα που είναι τελικά η ζητούμενη ευτυχία.
Αυτό το δεύτερο σκέλος της Παπικής Ευχής, ομολογώ ότι μου επέτρεψε να καταλάβω καλύτερα, τον έξοχο στίχο του Καρούζου: «στοχάζομαι τη μεγάλη ωραιότητα, όπου ταξιδεύω».
*Ο Θωμάς Λεχωβίτης είναι δικηγόρος Ρεθύμνου