Του ΜΑΝΟΛΗ ΚΑΛΛΕΡΓΗ*
Σε σκέψεις βασανιστικές μας έβαλε πάλι η κυρία Μαρία Μαραγκού και ο κύριος Ελευθέριος Οικονόμου με την έκθεση «Η ποίηση της μνήμης». Η ποίηση είναι έτσι κι αλλιώς από μόνη της ένα βάσανο. Η μνήμη πάλι, λες και πλάστηκε από τη Μνημοσύνη για να βασανίζει τους ανθρώπους.
«Ποίηση της Μνημοσύνης» θα την αποκαλούσα κατά προτίμηση. Η λέξη «Μνημοσύνη» μ’ αρέσει περισσότερο από τη λέξη «Μνήμη», διότι έχει έννοια ευρύτερη και εκφράζει πολύ καλύτερα τις «πέραν του σώματος αισθήσεις» τις οποίες προσπαθώ να προσεγγίσω. Η λέξη «Μνημοσύνη» κλείνει μέσα της κάτι από τη «Μεγαλοσύνη», το μεγαλείο της Μνήμης δηλαδή, καθώς πάνω της αναντίρρητα εδράζεται (πάνω σε λίγα κύτταρα δηλαδή) ολόκληρος ο ανθρώπινος πολιτισμός.
Σ’ αυτούς τους δύσκολους μάλιστα καιρούς που οι πιο ζόρικοι των ευρωπαίων το βαλαν σκοπό να μας κάνουν να ξεχάσομε τη μνήμη, την ιστορία και τον πολιτισμό μας, τι άλλο άραγε μας μένει παρά να προστρέξομε στην ποίηση μήπως εκείνη θα μας ενδυναμώσει όση μνήμη μας έχει απομείνει;
Η ιατρική μου ιδιότητα με βοηθά να εμβαθύνω ως εκεί που δεν μπορεί να φτάσει η όποια καλλιτεχνική μου φύση. Οι δύο φύσεις μου είναι «συμπληρωματικές» όπως θα έλεγαν οι μαθηματικοί. Ασύλληπτο μοιάζει αλλά και θαυμαστό, πως κάποια λίγα εκατομμύρια κύτταρα (τα οποία όμως εδράζονται σε συγκεκριμένο εγκεφαλικό σημείο) κουβαλούν επάνω τους την έννοια του «πολιτισμένου ανθρώπου», ο οποίος (σε αντιδιαστολή με το ζώο) θαυμάζει την τέχνη, επισκέπτεται εκθέσεις, συχνάζει σε βιβλιοθήκες, προσπαθώντας να απαντήσει στα μυστήρια της ζωής και του θανάτου, στο «γιατί ζω», γιατί θυμούμαι, γιατί πάντα και παντού θα με κρατεί αιχμάλωτο η Μνημοσύνη, αυτά και πολλά ακόμη.
Δεν ήταν τυχαία θεότητα η Μνημοσύνη: Ο Δίας ενώθηκε μαζί της για εννέα νύχτες και από την ένωση αυτή γεννήθηκαν λέει οι εννέα Μούσες, δηλαδή ολόκληρη η ομορφιά και η ποίηση της ζωής των ανθρώπων.
Η μνήμη εδράζεται -μας λέει η ιατρική- στον εγκεφαλικό φλοιό, ο οποίος έχει πάχος μόλις 2-4 χιλιοστά. Μέσα από τα μεγαλειώδη αυτά κύτταρα του εγκεφαλικού φλοιού εκτινάσσεται σε συγκεκριμένες μαγικές στιγμές η ποίηση, η οποία βέβαια απλώνεται και καταλαμβάνει άλλοτε άλλη έκταση του εγκεφάλου αλλά και του υπολοίπου σώματος χωρίς να εξαιρούνται ούτε τα σπλάχνα.
«Όταν ξυπνά του σώματος η μνήμη» θα αρθρώσει η ποίηση του μεγάλου Αλεξανδρινού. Κι εγώ, που δεν είμαι ποιητής, θα μιλήσω όσο μπορώ πιο δυνατά και θα πω: «Ω μνήμη, εσύ που κουβαλάς το παρελθόν και της ζωής κυοφορείς τα φανερά και τα κρυμμένα, ω ποίηση που γονιμοποιείς τη μνήμη και το παρελθόν και δίνεις νόημα στο μέλλον, τι άραγε μπορώ να κάμω για να σας συμφιλιώσω εσάς τις δυο, για να μην μπήγετε η μια τα νύχια στο κορμί της άλλης, για να μ’ αφήσετε να ζήσω λίγο ακόμη ειρηνικά;
Κι όταν θα φτάσει ξαφνικά -ίσως μια νύχτα βροχερή- εκείνο το φάντασμα που οι γιατροί ονόμασαν «Altzheimer» (τι όνομα φρικιαστικό) άραγε θα μπορέσει ο άνθρωπος (ο κακομοίρης) να προστρέξει στην Ποίηση την ευσπλαχνική, μήπως εκείνη μαλακώσει τις πληγές του;
Αν αυτό γίνει δυνατό, τότε «υπάρχει ελπίδα» (που λέει κι ο Αναγνωστάκης). Η ποίηση θα πάρει τότε όλη την πρωτοβουλία των κινήσεων. Σε ελάχιστο χρόνο -ας είναι και σταδιακά- πάνε οι έρωτες, πάνε οι αναμνήσεις, πάνε οι λύπες κι οι χαρές πάνε κι οι ιστορικές μελέτες. Μόνο η ποίηση και ίσως κι ένα δάκρυ -που ο προσεκτικός θεατής θα μπορέσει να διακρίνει- θα είναι οι μάρτυρες των ατελείωτων νυκτών, των λαμπερών ημερών και του ανέμου που σφυρίζει πάνω απ’ τη στέγη τους χειμώνες.
* Ο Μανόλης Καλλέργης είναι γιατρός