Ακόμα δεν είχε πέσει η χούντα των συνταγματαρχών και οι μαθητές των γυμνασίων της πόλης κάναμε πρόβες στο γήπεδο της σοχώρας, για τις επιδείξεις στο τέλος της χρονιάς. Ήταν περίπου τέτοια εποχή το 1974. Οι επιδείξεις σημάδευαν τη λήξη της σχολικής χρονιάς και ήταν σημείο αναφοράς για δεκαετίες, σε όλο το μαθητόκοσμο της χώρας. Κάπου στην κερκίδα, κοντά στη δυτική πύλη στο γήπεδο της Σοχώρας, καμιά δεκαριά μαθητές μικροί και μεγάλοι, ακούγαμε συνωμοτικά από ένα μικρό κασετόφωνο, Μίκη Θεοδωράκη και το δίσκο του «Τα 18 λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας», σε ποίηση Γιάννη Ρίτσου. Κάθε μικρότερο μαθητή που πλησίαζε τον διώχναμε, φοβούμενοι ότι θα μας καρφώσει στον τότε γυμνασιάρχη, φόβητρο και όργανο της χούντας. Κάποια στιγμή τέλειωσαν οι μπαταρίες του κασετόφωνου και όλοι συνεισφέραμε με δυο τρεις δραχμές και τσακωνόμαστε ποιος θα τρέξει από το περίπτερο, έξω από το γήπεδο, για καινούριες. Δεν έφευγε κανένας μας, αν δεν ακούγαμε όλη την κασέτα! Ο Μίκης, σύμβολο αντίστασης και ελευθερίας τότε, όπως και ο Ρίτσος, ήταν για όλους μας κάτι το απίστευτο, το ονειρικό.
Στο σχολείο ένας εμπνευσμένος μουσικός, που έγραψε ιστορία στα μουσικά δρώμενα της πόλης μας, αυστηρός μα με πολλές γνώσεις, μας μύησε στα τραγούδια του Μίκη και στα έργα των μεγάλων συνθετών του Μπαχ, του Χέντελ, του Μπετόβεν, του Τσαϊκόφσκι, του Βάγκνερ και του Μότσαρτ. Σ’ ευχαριστούμε για ό,τι μας πρόσφερες σε τόσο δύσκολες εποχές κύριε Κώστα. Κάποιοι μαθητές τόλμησαν να διευρύνουν τις γνώσεις τους (εγώ δυστυχώς όχι) τα απογεύματα στη Φιλαρμονική, που ήταν κι εκείνη δικό του δημιούργημα. Και μετά η μεταπολίτευση… ο Μίκης και τα τραγούδια της αντίστασης ν’ ακούγονται παντού! Στις δεκάδες, εκατοντάδες πορείες, στις γιορτές, στο σπίτι, στα ραδιόφωνα. Τραγούδια με νόημα, που άγγιζαν ακόμα και την πιο δύσκολη χορδή της καρδιάς του κάθε μαθητή, φοιτητή, πολίτη, του απλού μεροκαματιάρη, εκείνου που ανεβασμένος στις σκαλωσιές της οικοδομής τραγουδούσε «είναι μεγάλος ο καημός» ή του άλλου που ξεφόρτωνε φορτηγά και έκανε μετακομίσεις «στο περιγιάλι το κρυφό», χωρίς να ξέρει ο ίδιος πως ταυτόχρονα μυείται στην ποίηση, μπολιάζεται αν και αγράμματος, με τα ιδιοφυή ποιήματα του νομπελίστα ποιητή μας Σεφέρη και του επίσης νομπελίστα Ελύτη, που ήταν μεταφρασμένα σε δεκάδες γλώσσες. Μικρές, αλλά μεγάλες, απλές μαγικές στιγμές, που σημάδεψαν βήμα – βήμα για πάντα, τις γενιές μας και τις μοναδικές στιγμές των μαθητικών και φοιτητικών μας χρονών.
Σήμερα προσπαθώ να προσαρμοστώ στα δεδομένα της σύγχρονης εποχής, αφού είναι απαραίτητο συστατικό και για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα στη δουλειά μου. Τώρα πια δεν υπάρχουν καινούριοι νομπελίστες ποιητές και οι φωνές της αντίστασης έχουν μπει στο περιθώριο. Ίσως να έφταιξε και ότι η γενιά του πολυτεχνείου πέτυχε σε ατομικό επίπεδο, αλλά απέτυχε παταγωδώς ομαδικά στην πολιτική. Ίσως να φταίει ότι για ψύλλου πήδημα εκδίδονται ψηφίσματα εναντίον κάποιου παιδιού, που πάτησε κατά λάθος ένα αγριολούλουδο στο παιχνίδι του στην εξοχή ή γιατί κάποια μακαρόνια έχουν τρύπες, όπως έλεγε και ο καραγκιόζης των παιδικών μου χρόνων. Ίσως να φταίει ότι χάθηκαν χιλιάδες εργατοώρες μετά τη μεταπολίτευση, σε ανούσιες απεργίες, για χάρη των συνδικαλιστών, με απίστευτο κόστος για το ελληνικό κράτος, αλλά ποτέ κανένας δεν τολμά να μιλήσει γι’ αυτό το κόστος. Οι παλιότεροι έλεγαν πως «το περίσσιο χαλά το ίσιο», αλλά ποιος τους ακούει πια;
Σήμερα «οι εξαιρετικοί στίχοι», που ανεβάζουν ψυχολογικά επίπεδο τη νέα γενιά είναι του στυλ: «Έρωτά μου τοκογλύφε γλύφε το κορμί μου γλύφε» ή «Σκοτάδι, πισσοσκόταδο, μαύρο σκοτάδι πίσσα, σκοτάδι είσαι σκοτεινό, σκοτοσκοτεινιασμένο, σκοτάδι κατασκότεινο, και βράδυ βραδιασμένο». Ακόμα καλύτεροι είναι οι στίχοι «Αν είχανε φωνή οι γκαρσονιέρες, θα ‘πέφταν σαν ξερόφυλλα οι βέρες». «Φτου, φτύνω αίμα, έγινα φυματικός για σένα» ,«Είσαι της ζωής μου γούρι, μες στον καύσωνα παγούρι» ,«Έλα να κάνουμε σεξ, έλα να κάνουμε σεξ, αντέχει η αγάπη μας σαν ανοξείδωτο πυρέξ» «Είσαι τρελός που πας εμένανε με άλλη να συγκρίνεις – Είσαι τρελός, γυαλιά σπασμένα σου το λέω καταπίνεις».
Στο μεταξύ κυκλοφόρησε τραγούδι για το νέο υπουργό οικονομικών της χώρας μας τον κ. Βαρουφάκη. Απολαύστε στίχους!
Είναι ο υπουργός της Τρόικας ο Δήμιος. Δεν νερώνει το κρασί – τα χώνει και στο BBC.
Too Hot – Σαν καβαλάει τη μηχανή. Χωρίς γραβάτα στη Βουλή. Τοο Hot – Με μπουφανάκι δανεικό. Τοο Hot – θα λύσει το οικονομικό και όλοι θα πείτε αλληλούια. Έλληνες πείτε αλληλούια!
Έλλειψη εμπνευσμένου δημιουργού; Συνθέτουμε κι όποιον πάρει ο χάρος; Κάνουμε την πλάκα μας κι όποιος αντέξει; Προσπαθώ να καταλάβω.. βέβαια και ποιος δεν θα ‘θελε αυτό το τραγούδι να είναι καθοριστικό για την ανάκαμψη της χώρας! Μπορεί όμως να είναι;
Δεν μ’ αρέσει να ισοπεδώνω τα πάντα. Ευτυχώς υπάρχουν και αναλαμπές. Τα πανηγύρια, οι γάμοι, το ξόδι σε κάποιον, δίνουν χώρο και ευτυχώς βρίσκουν την ευκαιρία να αναπνεύσουν, η παραδοσιακή μουσική και τα αθάνατα διαχρονικά τραγούδια, που ανάθρεψαν και γαλούχησαν τις προηγούμενες γενιές. «Τρώτε και πίνετε άρχοντες κι εγώ θα σας διηγούμαι…, σε ψηλό βουνό σε ριζιμιό χαράκι…, αγρίμια κι αγριμάκια μου, μάνα σαν έρθουν οι φίλοι μου»..
Πριν μερικά χρόνια κυκλοφόρησε νέος δίσκος του Θεοδωράκη αλλά και του Λευτέρη Παπαδόπουλου, αυτού του εκπληκτικού δημιουργού με τα δεκάδες εξαιρετικά τραγούδια και πήγαν και οι δυο άπατοι, όπως λέμε στη λαϊκή γλώσσα. Οι εταιρείες λανσάρουν συγκεκριμένα προϊόντα, για συγκεκριμένους λόγους και ο Θεοδωράκης με τον Παπαδόπουλο, όπως και πολλοί άλλοι βέβαια, τους πέφτουν πολύ βαρείς πλέον. Βλέποντας και κάνοντας ένα παραλληλισμό του τότε με το σήμερα, κάνω προσπάθεια να μη με πιάσει θλίψη. Αν απέτυχαν οι προηγούμενες γενιές στη διακυβέρνηση της χώρας με τόσο καλές πληροφορίες και παραστάσεις, τότε τι θα κάνουν οι καινούριες;
Έχει άραγε το τραγούδι τόση δύναμη ώστε να μπορεί να καθορίσει την πορεία μιας ολόκληρης γενιάς; ίσως να ρωτήσει κάποιος. Αν λάβουμε υπ’ όψιν μας τα ιστορικά στοιχεία από το 1821 και μετά, θα δούμε ότι η μουσική και τα τραγούδια, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην κουλτούρα και στην εξέλιξη της χώρας. Ας μην πάμε πολύ μακριά. Οι γηραιότεροι θα θυμούνται βέβαια την καθοριστική συμβολή της Σοφίας Βέμπο στον πόλεμο του 40, όπως και οι νεότεροι τη συμβολή των τραγουδιών του Θεοδωράκη στην αντίσταση κατά της χούντας, με αποκορύφωμα το πολυτεχνείο. Η εξέλιξη όσο και να μην αρέσει κάποιες φορές, δεν σταματά ποτέ, είτε κακή είναι, είτε καλή. Ξέρουμε ότι το ένα δεν αποκλείει το άλλο, αλλά όπως και να το κάνουμε, σε άλλους ποιοτικούς κόσμους ταξιδεύεις, όταν διαβάζεις και ακούς Σεφέρη, Ελύτη, Ρίτσο, Γκάτσο και σε εντελώς διαφορετικούς, όταν ακούς Παντελίδη Θώδη, Σαρρή και όλους τους σημερινούς «σταρ» τέλος πάντων.
Ας μη γελιόμαστε πάντως, αυτή είναι η πραγματικότητα και σίγουρα κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει το αποτέλεσμα, πριν η νέα γενιά πάρει τα ηνία της κοινωνίας στα χέρια της, για να οδηγήσει το εθνικό καράβι και να δείξει τι πραγματικά αξίζει, στις νέες φουρτούνες και περιπέτειες που έχει οδηγηθεί η χώρα μας. Μένει να ευχόμαστε το ταξίδι και ο προορισμός να έχουν καλό τέλος, γιατί κάθε άλλη επιλογή για τη χώρα δυστυχώς θα έχει καταστροφικές και ανυπολόγιστες συνέπειες, σε βαθμό ίσως που οι κοινοί θνητοί δεν μπορούμε να φανταστούμε.