Graffiti λέγεται κατ’ ευφημισμόν η αναγραφή συνθημάτων επάνω σε τοίχους, εκλαμβάνεται δε «από τους παροικούντας την Ιερουσαλήμ» σαν ένας τρόπος προσωπικής διαμαρτυρίας. Στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για ρύπανση ήτοι για αποκρουστικό μουντζούρωμα επάνω σε πεντακάθαρες χτισμένες επιφάνειες, θλιβερό φαινόμενο των καιρών μας.
Η λέξη είναι αντιδάνειο της Ιταλικής και απορρέει από την ελληνικότατη ομηρική «γράφω», η οποία εισήλθε… διακριτικά και ενσωματώθηκε στο ξένο λεξιλόγιο.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι και νοοτροπίες οι οποίες διέπουν αυτές τις συμπεριφορές. Πρωτίστως ο πρώτος τυχόν περιθωριακός ενδιαφέρεται να εκφράσει κάτι, να διαμαρτυρηθεί, να προβάλλει την έντονή του αντίρρηση, την αμφισβήτηση, τη μη παραδοχή μιας επιλογής, μιας ενέργειας, μιας αποφάσεως.
-Συνήθως ο ανεπίτρεπτος λόγος εκφράζεται στο graffiti πικρόχολα, δηκτικά, εναντιωματικά, εριστικά, ενίοτε με ασάφεια και με βωμολοχία, αλλά σπανίως με πνεύμα.
Η στείρα αυτή συνθηματολογία προσπαθεί και θέλει, να προβάλλει εμφατικά απραγματοποίητα όνειρα, ενώ στο βάθος αποσκοπεί σ’ έναν κοινωνικό εκτραχηλισμό, με πλήρη απομάκρυνση από τα ηθικώς αποδεκτά όρια.
Το να θες να εκφράσεις την αγανάκτησή σου προς τον πολιτικό σου αντίπαλο μ’ αυτόν τον πρόστυχο τις περισσότερες φορές τρόπο. Να σχεδιάζεις και να γράφεις πάνω σε ξένον τοίχο, σε ξένη ιδιωτική περιουσία, είτε εις βάρος του δημοσίου, δηλαδή του συνόλου. Το να βρίζεις και να βρωμίζεις δημόσια κτήρια, τρένα, λεωφορεία. Να βάφεις και να λερώνεις πέτρινους αισθητικής αξίας ασοβάντιστους τοίχους, που σεβάστηκαν και οι Τούρκοι και οι αιώνες, είναι να θες να πουλήσεις μ’ αυτό τον τρόπο προϊόντα μίσους και βλακείας, δηλαδή τα πιο άχρηστα, δύσοσμα σκουπίδια.
Τα graffiti κατεβάζουν στα έσχατα το επίπεδο του πολιτισμού μας, γιατί με αυτά ξεκίνησαν οι «επαναστάτες» του 2008 και κατέκαψαν την Αθήνα, προχώρησαν στη διάλυση της Σταδίου και της Πατησίων με επιστέγασμα τη φρικιαστική πυρπόληση των υπαλλήλων.
Με graffiti ξεκίνησαν οι κουκουλοφόροι πρώτα σε βανδαλισμούς σε προτομές, σε αγάλματα, σε μνημεία και μετά στη λεηλασία και στον καθολικό όλεθρο της Σχολής Καλών Τεχνών.
Τρέμω στη σκέψη για τη συνέχεια σ’ αυτό το κατρακύλισμα και σε πιο βούρκο θα φτάσει τελικά αυτός ο κατήφορος. Αν επισκεφθείτε καμιά φορά το Μητροπολιτικό μας Ναό είτε τον Άγιο Φραγκίσκο, θα καταλάβετε τι εννοώ. Αυτό το graffiti δεν είναι διαμαρτυρία, δυσανασχέτηση, αντίρρηση είναι ακατονόμαστη κτηνωδία.
Ρώτησα ένα φίλο γιατρό στο κέντρο της Αθήνας αν του μένει καιρός, για να περπατήσει είτε αν κάνει γυμναστική. «Βεβαίως και κάνω συχνά», μου είπε «αναγκαστική και υποχρεωτική άσκηση. Βάφω τον τοίχο του σπιτιού μου και τον ξεβρομίζω κάθε τόσο από τα graffiti.»
Στα παιδικά μας χρόνια εκείνα της Κατοχής γράφαμε συνθήματα στους τοίχους, αλλά για την παράτολμη αυτή ενέργεια, υπήρχε λόγος βαθύτερος και συγκεκριμένος, κίνητρα ευγενικά και ηθικά.
Τέτοια ανοχή στη βρομιά αυτή μόνο σε πόλεμο δικαιολογείται.
Πώς τα έχουμε καταφέρει να γεμίζουν οι τοίχοι μ’ αυτές τις ελεεινότητες των ανεγκέφαλων και να δημιουργούν ένα περιβάλλον υποβαθμισμένο, χαμερπές και χυδαίο;
Ό,τι φτιάξαμε στην παλιά πόλη με την αναπαλαίωση και την αναστήλωση της, το καταστρέψαμε με τα graffiti.
Graffiti βλακείας παντού, όπου και να στραφεί το μάτι.
Πού βρίσκονται οι οικολόγοι, οι πολιτιστικοί μας σύλλογοι; Πού βρίσκονται οι αενάως διαμαρτυρόμενοι συνδικαλιστές, οι σύλλογοι προστασίας του περιβάλλοντος ή εκείνοι της διατήρησης συντήρησης και διάσωσης του φυσικού κόσμου των ζωντανών όντων; Πού βρίσκεται το παράφορο πάθος των καρναβαλιστών για το γλέντι;
Να πιάσομε όλοι μια βούρτσα στο χέρι. Όλοι μας ακόμα και η αντιπεριφερειάρχης και ο δήμαρχος με όλο το Συμβούλιο. Δεν είναι ντροπή. Ντροπή είναι αυτό το καραγκιοζιλίκι της πόλης ενός Γ. Χορτάτζη και ενός Πρεβελάκη στα μάτια των επισκεπτών.
Ντροπή είναι η μουντζούρα μας! Ντροπή είναι αυτή η δραματική αλλοίωση του ιστορικού, του πολιτιστικού χαρακτηριστικού χρώματος και του ιδανικού περιβάλλοντος της πόλης, η υποβάθμιση, ο ευτελισμός, το απαράδεκτο αυτό ρεζιλίκι.
Μανόλης Μπερβανάκης: Σφαιρική Γεωμετρία
Του ΓΙΩΡΓΗ ΕΜΜ.ΜΑΥΡΟΤΣΟΥΠΑΚΗ* Είναι αποδεκτό και επιβεβαιωμένο ότι η μαθηματική σκέψη είναι δυνατόν να συνυπάρξει με την ποιητική έμπνευση, έτσι...