Κατά τη βασική θέση της μουσικολογίας, μουσική είναι «η αναγνώριση, οργάνωση και συντονισμός του ανθρώπου με το περιβάλλον του».
Κατά τον Φιλόσοφο μαθηματικό Πυθαγόρα, θεμελιωτή της κλίμακας οκτάβας με το μονόχορδο (1/2=8η, 1/3=5η, 1/4=5η)» ουσία των πάντων».
Κατά τη γενική αρχαιοελληνική αντίληψη: «η δύναμη κίνησης ψυχής» κι οι αρχαιότερες μούσες ήταν η μνήμη, η μελέτη και η αοιδή (τραγούδι) γιατί κάθε είδους τέχνη χρειάζεται τον συνδυασμό τους.
Κατά την χριστιανική μας παράδοση, «η συνοδεία του λόγου» κι η ανάδειξη των ευαγγελικών κειμένων.
Κατά την προσωπική μου θεωρία «η αίσθηση ότι είμαστε ζωντανοί κι έχουμε αναφαίρετο δικαίωμα στο όνειρο με δέσμια υποχρέωση αγώνα για ένα καλύτερο κόσμο».
Πολλές χιλιάδες χρόνια πριν, ο Σείκιλος που έζησε στις Τράλλεις της Μικράς Ασίας κατά το 200 π.Χ. συνέθεσε το αρχαιότερο παγκοσμίως γνωστό τραγούδι, σε επιτύμβια κυλινδρική στήλη.
Στην κορυφή της στήλης, το επίγραμμα αναφέρει τον άνθρωπο που το έγραψε, καθώς και το σκοπό για τον οποίο το έγραψε: «Εικών ή λίθος ειμί, τίθησί με Σείκιλος ένθα μνήμης αθανάτου, σήμα πολυχρόνιον» (Εγώ η πέτρα είμαι μια εικόνα. Με έβαλε εδώ ο Σείκιλος ως διαχρονικό σήμα αθάνατης μνήμης).
Στη μέση υπάρχουν οι στίχοι του τραγουδιού μαζί με τα σύμβολα της μελωδίας, η οποία είναι του λεγόμενου φρυγικού τύπου (τόνος, ημιτόνιο, τόνος):Όσον ζης φαίνου, μηδέν όλως συ λυπού, προς ολίγον εστί το ζην, το τέλος ο χρόνος απαιτεί (όσο ζεις λάμπε, καθόλου μη λυπάσαι. Για λίγο διαρκεί η ζωή, ο χρόνος απαιτεί την πληρωμή του).
Αυτή την εκδοχή υποστηρίζει το ισπανικό τραγούδι του J.T. Serrat και στίχους του M. Hernandez «con tre heridas» κι είναι αδύνατο να μην ανατριχιάσω όταν το ακούω από την αυθεντική του εκτέλεση με την απλή δομή που επαναλαμβάνει την ίδια μελωδία σε δύο κλίμακες τρείς φορές κύκλο: «έχω τρείς πληγές, τη ζωή την αγάπη το θάνατο-έχω τρείς πληγές, την αγάπη το θάνατο τη ζωή-έχω τρείς πληγές το θάνατο τη ζωή την αγάπη-»
Το 1963 ο Μ. Χατζιδάκης για την ταινία «Οn the cool of the day», συνθέτει ένα τραγούδι με ξένα λόγια που τραγούδησε ένας αμερικάνος κι ερμήνευσε η Μ. Λίντα το 1964 με στίχους Ν. Γκάτσου με ασύγκριτη ανώτερη ποιότητα: «Κάνε το δάκρυ σου χαρά και τον καημό σου του γιαλού μαργαριτάρι τώρα που πάλι λαχταρά να ανοίξει το όνειρο τα πρώτα του φτερά…»
Το Νοέμβριο 1958 ο Μίκης Θεοδωράκης στο Παρίσι, με σβηστά φώτα στο διαμέρισμά του από μια αναπάντεχη διακοπή ρεύματος, ολοκλήρωσε μέσα στο σκοτάδι σε 20′ ένα τραγούδι για την ταινία Luna de mail (νύχτα γάμου) το οποίο τραγούδησαν οι Beatles στις 16 Ιουλίου 1963 στο στούντιο BBC.
Όσοι ακούσουν αυτό το τραγούδι σε στίχους Ν. Γκάτσου θα εκτιμήσουν την αγεφύρωτη διαφορά σε ποιότητα ερμηνεία της Μ. Λίντα: «Αν θυμηθείς όνειρο μου σε περιμένω να ‘ρθεις, με ένα τραγούδι του δρόμου να ‘ρθεις όνειρο μου, το καλοκαίρι που λάμπει τ’ αστέρι με φώς να ντυθεί».
Ο «Μίκης» στην ταινία «Ζορμπάς» του Μ. Κακογιάννη το 1964 διασκεύασε τη «λυπητερή» μελωδία του λαγουτιέρη Κουτσουρέλη «τρέχουν τα μάτια δάκρυα, αφήστε τα κι αν τρέχουν, κιανένα δεν πειράζουνε μόνο τη γη πως βρέχουν» στο κλασικό «συρτάκι» με το οποίο «αναθράφηκε» η ελληνική τουριστική βιομηχανία.
Κατά τη γνώμη μου την αξία της μουσικής της ταινίας, δίνει η εισαγωγή με την αλλαγή ρυθμού που μεταμορφώνει τον πόνο σε έκσταση και αποκαλύπτει την ικανότητα του μεγαλοφυή συνθέτη να μεταπλάθει την παραδοσιακή μορφή. Όπως και την αξία του ο Μίκης την κέρδισε με το τρίπτυχο: μουσική-ποίηση-επανάσταση.
Τα ριζίτικα της Κρήτης έχουν απίστευτες μελωδίες («Αναντράνησαν τα μάτια μου», «Έλεγα οι πίκρες δεν γερνούν», «από την άκρη των ακριών» κ.λπ.). με «δωρική καταβολή» και δύσκολα διαστήματα 6ης που θέλουν δυνατά πνευμόνια, παρατεταμένο κράτημα για καθαρά «τονικά περάσματα ώστε να «βγει» ατόφιο.
Οι λυράρηδες Μουντάκης, Σκορδαλός, ο πρώτος με το ήθος και τον «συμπαγή διαπεραστικό ήχο» κι ο δεύτερος με τα « πετάγματα» και το άρτια ρυθμικό παίξιμο, εκπροσώπησαν τους «γλεντιστάδες» μιας «παρθένας» εποχής οι οποίοι και τους ανέδειξαν.
Η σημερινή γενιά όχι μόνο στην Κρήτη, είναι εξαιρετικά ταλαντούχα με φοβερούς δεξιοτέχνες κι ανώτερη κατα πολύ τεχνική και μέσα, όμως λείπει ο σεβασμός και η «ζεστασιά» στην παρέα, όπως λείπουν κι οι «διψασμένοι ακροατές».
Ευτυχώς που υπάρχει κι η κλασσική μουσική με τους γερμανούς: Μπαχ, Μάλερ, αυστριακούς: Χάιντεν, Μότσαρτ, Μπετόβεν, τους Ιταλούς μουσικής μπαρόκ: Βιβάλντι, Βέρντι, Πουτσίνι, τους Ρώσους: Τσαικόφσκι, Μποροντίν, Σκριάμπιν, Ραχμάνινοφ, Χατσατουριάν, τους γάλλους: Σοπέν, Ραβέλκλπ όπου αποτελεί την αναγάγει τη μουσική τέχνη σε επιστήμη και το κυριότερο τοποθετεί στο κέντρο τον συνθέτη κι όχι τον ερμηνευτή.
Η σύνθεση του Γ. Χρυσομάλη (Yanni) «ακρογιάλι» -είναι διεθνής κλάσης που δεν χορταίνω να την ακούω κι αξίζει κάθε άνθρωπος να τη «απολαύσει», ενώ οι στίχοι του Α. Σικελιανού: «όχι δεν είναι χίμαιρα, να καβαλάμε το όνειρο, τη θεία ετούτη μέρα…» σε μουσική του ταλαντούχου Γανωτή είναι αριστούργημα… άπειρη η λίστα..
Νιώθω απέραντη ευτυχία που γνωρίζω τον πλούτο που παρέχει ο τόπος κι η ιστορία μας, τη δυνατότητα μου να ανακαλύπτω μέσα από την «ερμηνεία ήχων», την κρυμμένη κραυγή αγωνίας της ύπαρξης μας και τον παλμό της ζωής.
«Ψιθύρισα ένα τραγούδι κι αυτό πέταξε… δεν ξέρω που… άλλωστε ποιός έχει τόσο δυνατή όραση να παρακολουθήσει την πτήση;».
Γνωστοί κι άγνωστοι σπουδαίοι άνθρωποι, Έλληνες και ξένοι δημιουργοί εκφραστές κοινωνικών αναγκών μας χάρισαν μουσική σαν μια «χαρμολύπη αστείρευτη ελπίδα που «ταΐζει» εν καιρώ κρίσης δωρεάν άφθονο φαγητό» για να μπορούμε να ζούμε και να ονειρευόμαστε.