Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης την τελευταία δεκαετία έχουν πλήξει σε μεγάλο βαθμό την επιχειρηματικότητα.
Η περιορισμένη αγοραστική δύναμη, αποτέλεσμα των συνεχών επιβαρύνσεων των νοικοκυριών με μειώσεις μισθών και συντάξεων και αναντίστοιχη αύξηση των φόρων με την επιβολή ΕΝΦΙΑ, οδήγησαν την κατανάλωση σε βαθιά ύφεση τους τζίρους των καταστημάτων στο ναδίρ και τους επιχειρηματίες σε αδιέξοδο.
Σε όλο αυτό το σκηνικό της κρίσης τα αναπτυξιακά μέτρα που θα τονώσουν την αγορά μοιάζουν ανύπαρκτα ενώ αντιθέτως η αυξητική τάση της φορολόγησης και αποτελεί τροχοπέδη για το επιχειρείν.
Στην ανάγκη διαμόρφωσης ενός ευνοϊκότερου περιβάλλοντος για την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στάθηκε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας Κωνσταντίνος Μίχαλος. Ο δρόμος για την ανάπτυξη και την εξωστρέφεια των ελληνικών επιχειρήσεων, περνά μέσα από τη διαμόρφωση ενός ευνοϊκότερου, ευρύτερου περιβάλλοντος για την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας σημείωσε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας στη διάρκεια εκδήλωσης.
Ο ίδιος μίλησε για την προϋπόθεση ενός σταθερού, προβλέψιμου και φιλικότερου προς το επιχειρείν φορολογικού καθεστώτος με μείωση των φορολογικών συντελεστών και των ασφαλιστικών εισφορών, σε ανταγωνιστικά επίπεδα.
Αναφέρθηκε στην ανάγκη αποκατάστασης της χρηματοπιστωτικής κανονικότητας και απελευθέρωση κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα, με βιώσιμους και ανταγωνιστικούς όρους.
Ζήτησε δραστικές μεταρρυθμίσεις για αποτελεσματικότερη δημόσια διοίκηση και λιγότερη γραφειοκρατία: με αξιολόγηση παντού, με θέσπιση ποιοτικών και ποσοτικών στόχων παραγωγικότητας, με ενίσχυση των μέσων ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και αξιοποίηση του θεσμού της αυτοπληροφόρησης του δημοσίου.
Παράλληλα τόνισε πως είναι απαραίτητο ένα σαφές και σύγχρονο κανονιστικό περιβάλλον με ολοκλήρωση του εθνικού χωροταξικού σχεδίου και κωδικοποίηση των επιτρεπόμενων χρήσεων γης, με ουσιαστικό νομοθετικό προγραμματισμό και μείωση του ρυθμιστικού όγκου.
Επιπλέον, αναφέρθηκε στην ανάγκη λήψης ουσιαστικών μέτρων και πρωτοβουλιών για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής παραγωγής: για τη μείωση του ενεργειακού κόστους στη μεταποίηση, για την ανάπτυξη σύγχρονων επιχειρηματικών πάρκων και υποδομών εφοδιαστικής αλυσίδας, για την ολοκλήρωση του συγκοινωνιακού δικτύου της χώρας. Μίλησε για στενότερη διασύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και των ερευνητικών ιδρυμάτων της χώρας, με τις επιχειρήσεις και τον κόσμο της αγοράς, ώστε να ενισχυθεί η παραγωγή νέας γνώσης, αλλά και διάχυση και η εφαρμογή της στην παραγωγή, με τη μορφή της καινοτομίας.
Η επιμελητηριακή κοινότητα, σημείωσε ο ίδιος, αγωνίζεται για τη διασφάλιση κάθε μιας από αυτές τις προϋποθέσεις.
«Η χώρα μας διαθέτει ένα σπουδαίο δυναμικό. Διαθέτει επιχειρηματίες και στελέχη με όραμα, με ικανότητες, με κίνητρο και φιλοδοξίες. Διαθέτει ταλαντούχα νέα παιδιά, με νέες γνώσεις και φρέσκες ιδέες, που μπορούν να επιταχύνουν την ανάπτυξη των ελληνικών επιχειρήσεων. Αυτό που χρειάζεται, είναι να δώσουμε σε όλους αυτούς τους ανθρώπους τις ευκαιρίες και τη στήριξη που χρειάζονται για να πετύχουν. Και να οδηγήσουν την ελληνική οικονομία ξανά μπροστά» κατέληξε ο κ. Μίχαλος.