Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΞΥΔΑΚΗ*
Οι υπαίθριες και δασικές πυρκαγιές είναι ένα φαινόμενο, όπου τις τελευταίες δεκαετίες ταλανίζει τα μεσογειακά και παγκόσμια οικοσυστήματα, επιφέροντας τεράστιες κοινωνικό-οικονομικές επιπτώσεις στις πληγείσες περιοχές. Τις τελευταίες βδομάδες ο κρατικός μηχανικός έχει κληθεί να αντιμετωπίσει μεγάλο αριθμό συμβάντων, τα οποία χάρη στην έγκαιρη και αποφασιστική επέμβαση του προσωπικού της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, της Πολιτικής Προστασίας, καθώς και των εθελοντών, έχουμε καταφέρει να αποσοβήσουμε τα χειρότερα.
Ωστόσο στη χώρα μας φαινόμενα πυρκαγιών πάντα υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν, λόγω της ιδιαιτερότητας του κλίματος που επικρατεί τους θερινούς μήνες. Αυτό που προβληματίζει όμως σύσσωμη την επιστημονική κοινότητα, είναι η αύξηση των ακραίων «μέγα-πυρκαγιών», δηλαδή πυρκαγιών μεγάλης έντασης, που δημιουργούν το δικό τους μικροκλίμα και μπορούν μέσα σε λίγες ώρες να εξαπλωθούν και να θέσουν σε κίνδυνο πολλές περιοχές που βρίσκονται στη πορεία κίνησης του μετώπου.
Τέτοια περιστατικά έχουν παρατηρηθεί ήδη 2 φορές από την έναρξη της τρέχουσας αντιπυρικής περιόδου, η πρώτη το Μάιο στα Γεράνια Όρη με την περιβαλλοντική καταστροφή να είναι ανυπολόγιστη, αφού έγιναν στάχτη περί τα 71.000 στρέμματα και το δεύτερο περιστατικό να εντοπίζεται πριν λίγες μέρες στη Λεμεσό της Κύπρου, όπου δυστυχώς έχασαν τη ζωή τους και 4 πολίτες, στην προσπάθεια τους να ξεφύγουν από τη μανία της πύρινης λαίλαπας.
Η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη σε συνδυασμό με τη μείωση των βροχοπτώσεων, σηματοδοτεί την επέκταση των μηνών ξηρασίας, η οποία εκτιμάται ότι τα επόμενα χρόνια θα πάρει παράταση 2 ακόμη μηνών. Το γεγονός αυτό φέρνει τις κοινωνίες αντιμέτωπες με ακραίες πυρκαγιές και μπροστά σε ανυπολόγιστες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις. Ανυπολόγιστη όμως θα είναι η καταστροφή στα δασικά οικοσυστήματα, αφού εκτός από την καταστροφή χιλιάδων στρεμμάτων βλάστησης, θα επηρεαστεί και η πανίδα της περιοχής, με ότι αυτό συνεπάγεται για τις ανθρώπινες δραστηριότητες στην εκάστοτε περιοχή.
Όπως προαναφέρθηκε ο επαγγελματισμός και η ετοιμότητα που επιδεικνύει το Πυροσβεστικό Σώμα στο διάβα των χρόνων, είναι καθοριστικοί παράγοντες για την καταπολέμηση των πυρκαγιών. Όμως δεν ισχύει το ίδιο για όλα τα συμβάντα, αφού διάφοροι παράγοντες όπως η μορφολογία της περιοχής, η βλάστηση και οι καιρικές συνθήκες, δυσχεραίνουν το έργο πυρόσβεσης, με αποτέλεσμα κάποια περιστατικά να λαμβάνουν ανεξέλεγκτες διαστάσεις, με τις προσπάθειες καταστολής να είναι υπεράνθρωπες για την προστασία των πολιτών, των περιουσιών και των οικοσυστημάτων.
Για τον λόγο αυτό είναι αναγκαία η προσπάθεια όλων μας, ώστε να περιορίσουμε τον αριθμό των πυρκαγιών και να κάνουμε τη δουλεία των ανθρώπων που μάχονται στη πρώτη γραμμή ευκολότερη. Αρχικά, η τοπική αυτοδιοίκηση με τις αρμόδιες υπηρεσίες θα πρέπει να έχουν έτοιμα και διαθέσιμα τα επιχειρησιακά σχέδια, καθώς και τα σχέδια εκκένωσης των περιοχών, να ενημερώνουν τους πολίτες σχετικά με τον Ημερήσιο Χάρτη Επικινδυνότητας Πυρκαγιάς που εκδίδει η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας και να βρίσκονται σε εγρήγορση, σε περίπτωση όπου τους ζητηθεί να ενισχύσουν τις πυροσβεστικές δυνάμεις, μιας και είμαστε ακόμη στα μέσα του καλοκαιριού. Τα Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών (GIS), τα οποία δημιούργησε στα πλαίσια της διαχείρισης των φυσικών κίνδυνων και καταστροφών η Περιφέρεια Κρήτης, είναι μία καλή αρχή που χρειάζεται όμως περισσότερη δουλεία και βελτίωση, με την εισαγωγή μεγάλης γκάμας δεδομένων και πληροφοριών, ούτως ώστε να μας προσφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, κυρίως στο κομμάτι της πρόληψης. Οι καθαρισμοί της ξερής βλάστησης και οι διανοίξεις αντιπυρικών ζωνών που γίνονται εν’ μέσω αντιπυρικής περιόδου είναι εν μέρη θετικές, όμως ο σχεδιασμός και η υλοποίηση τους πρέπει να γίνονται πριν την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου, κάνοντας χρήση παράλληλα των εργαλείων προσομοίωσης πυρκαγιών, για να παρατηρούνται και να αξιολογούνται εάν οι παρεμβάσεις που διενεργήθηκαν έχουν μειώσει τον κίνδυνο εξάπλωσης των σεναρίων της πυρκαγιάς που θα ληφθούν υπόψη. Επιπρόσθετα, είναι επιτακτική η ανάγκη για την δημιουργία περισσότερων πυροφυλακίων, τα οποία θα επιτηρούν τις τρωτές περιοχές στο σύνολο της ημέρας και κυρίως όταν ο δείκτης κίνδυνου πυρκαγιάς είναι άνω του 3.
Τέλος, από την πλευρά τους οι πολίτες με το που αντιληφθούν φωτιά ή καπνό πρέπει να καλέσουν άμεσα την Πυροσβεστική (199), αφού τα πρώτα λεπτά μίας φωτιάς είναι καθοριστικά για την εξέλιξή της. Επίσης, θα πρέπει ο καθένας από εμάς να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα πυροπροστασίας για την κατοικία του, ειδικότερα όταν εκείνη βρίσκεται σε περιοχές αυξημένου κινδύνου εκδήλωσης πυρκαγιάς. Αντίστοιχα μέτρα θα πρέπει να λαμβάνουν τόσο οι αγρότες όσο και οι κτηνοτρόφοι, καθαρίζοντας τα ξερά χόρτα εντός αλλά και περιμετρικά των ιδιοκτησιών τους ώστε, σε περίπτωση εκδήλωσης πυρκαγιάς, να μην υπάρχει μεγάλη ποσότητα καύσιμης ύλης, που να δυσχεραίνει την κατάσβεση. Αυτονόητο είναι πως δεν ανάβουμε υπαίθριες φωτιές καθ’ όλη την διάρκεια της αντιπυρικής περιόδου, ενώ σε τυχόν εργασίες που μπορεί να προκαλέσουν σπινθήρες ή εστίες φωτιάς που δεν γίνεται να αναβληθούν, θα πρέπει να ενημερώνεται πρώτα η Πυροσβεστική Υπηρεσία.
Είναι στο χέρι όλων μας να περάσουμε ένα υγιές και ασφαλές καλοκαίρι, μακριά από μεγάλες και φονικές πυρκαγιές.
* Ο Γιώργος Ξυδάκης είναι γεωγράφος, μεταπτυχιακός φοιτητής ΔΠΜΣ «Φυσικοί κίνδυνοι και Αντιμετώπιση καταστροφών»