Τι ήταν, λοιπόν, η χρονιά που φεύγει; Για την Ελλάδα ήταν η χρονιά της αλήθειας. Την πληρώσαμε, βέβαια, με ένα ακριβό μνημόνιο, αλλά, τουλάχιστον, τη μάθαμε.
Το χειρότερο γεγονός κάθε χρονιάς είναι το τέλος της. Όσα και αν συμβούν, τίποτα δεν είναι σκληρότερο από το να κλείνεις κεφάλαια στον χρόνο που έχεις πριν επιστρέψεις στην ανυπαρξία. Ασφαλώς το ίδιο γεγονός, το κλείσιμο της χρονιάς, είναι και το ευτυχέστερο. Επιβίωσες, βελτίωσες το σκορ σου σε έναν κόσμο που γίνεται όλο και πιο απαιτητικός. Από την άλλη, λες ότι εμείς, οι άνθρωποι, δυσφορούμε με το πώς κυλάει η ζωή μας, όμως ζούμε περισσότερο. Μπορεί, τελικά, να είναι αυτή η φάρσα των καιρών μας. Να μεγαλώνει μία ζωή που, από ένα σημείο και μετά, τη σέρνουμε με αλυσίδες. Ναι, η ζωή είναι μεγάλη, μην έχετε καμία αμφιβολία για αυτό. Μέσα σε ένα χρόνο συμβαίνουν πλέον τόσα που, κάποτε ήθελαν δεκαετίες για να μπουν στο ημερολόγιο. Η ζωή μας αποκτά μήκος, αλλά και εύρος για να ενσωματώσει αλλαγές και γεγονότα. Και αν γίνεται πιο κουραστική, είναι επειδή πια, χάρη στην τεχνολογία, μαθαίνουμε πράγματα που, στο προηγούμενο σύμπαν, θα αγνοούσαμε, ή δεν θα αισθανόμαστε ότι έχουν να κάνουν με μας. Ο κόσμος γίνεται όλο και πιο μικρός. Δεν ακούς, μόνο, την ανάσα του άλλου. Μπορείς και να τη μυρίσεις. Η κραυγή του θα σου σπάσει το τύμπανο, το δάκρυ του θα σου πικράνει τη γλώσσα.
Λες και γίναμε κομπάρσοι σε υπερπαραγωγή που πληρώσαμε από την τσέπη μας. Μπορεί να μην υπήρχε σενάριο, αλλά χορτάσαμε σασπένς. Με πρωταγωνιστές που ξεκίνησαν ως ζεν πρεμιέ και κατέληξαν καρτούν.
Τι ήταν, λοιπόν, η χρονιά που φεύγει; Για την Ελλάδα ήταν η χρονιά της αλήθειας. Την πληρώσαμε, βέβαια, με ένα ακριβό μνημόνιο, αλλά, τουλάχιστον, τη μάθαμε. Και αν δεν επενδύσουμε τις προσδοκίες μας σε πιο ακραίες μορφές λαϊκισμού, τότε η χρονιά αυτή ίσως και να αξίζει τα λεφτά της. Τώρα πλέον γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις και ανέξοδες υποσχέσεις. Το λυχνάρι δεν κρύβει τζίνι, αλλά θέλει λαδάκι για να ανάψει.
Ήταν συναρπαστική χρονιά, βέβαια. Λες και γίναμε κομπάρσοι σε υπερπαραγωγή που πληρώσαμε από την τσέπη μας. Μπορεί να μην υπήρχε σενάριο, αλλά χορτάσαμε σασπένς. Με πρωταγωνιστές που ξεκίνησαν ως ζεν πρεμιέ και κατέληξαν καρτούν. Χορτάσαμε κάλπες και συγκεντρώσεις. Γίναμε μπάλες μπιλιάρδου, ζαλιστήκαμε από τις καραμπόλες. Μας έπιασε ίλιγγος από τις κωλοτούμπες. Κατά μία εκδοχή, το 2015 ήταν η αντιστροφή του 2014. Όπως συμβαίνει πάντα, όταν το όνειρο βγαίνει από τον ύπνο και μετουσιώνεται σε πραγματικότητα.
Γίναμε καλύτεροι ή χειρότεροι; Γίναμε πιο κυνικοί και αυτό δεν είναι απαραιτήτως κακό. Δεν μας εκπλήσσει, δεν μας σοκάρει πλέον τίποτα. Ακόμα και η τραγωδία των προσφύγων σύντομα κωδικοποιήθηκε ως κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Και εδώ είναι το άσχημο νέο της χρονιάς: αυτό το αδιάφορο σήκωμα των ώμων, διώχνει από πάνω μας την ελπίδα. Πλέον συμπεριφερόμαστε λες και δεν ελπίζουμε σε τίποτα, ενώ ταυτοχρόνως φοβόμαστε πολλά. Τα έχει αυτά η αλήθεια…
* Ο Κώστας Γιαννακίδης είναι ραδιοφωνικός παραγωγός-αρθρογράφος