Ημέρα μνήμης Γιώργη Εκκεκάκη από τους μεγάλους μας ιστορικούς ερευνητές, που χάρις στον εκλεκτό μας συμπολίτη κ. Χάρη Στρατιδάκη έγινε μια σπουδαία παρουσίαση του έργου του.
Δεν μπορούμε όμως, όσο κι αν με την εργασία του κ. Στρατιδάκη καλύπτεται ιδανικά ένα αφιέρωμα για τον επιφανή Κρητολόγο, να μην συμπληρώσουμε μερικές δικές μας αράδες πλάι στο φράση «Θυμάμαι το Γιώργο Εκκεκάκη…».
Και πόσα δεν έχω να θυμηθώ αλήθεια με μεγάλη ευγνωμοσύνη στη μνήμη του.
Ήταν από τους ανθρώπους που άφησε έντονο το αποτύπωμά του περνώντας από τον τόπο αυτό. Ήταν από τους λίγους που ασχολήθηκαν με τόσο πάθος για την ανάδειξη της ιστορίας του Ρεθύμνου και μάλιστα από πρωτογενείς πηγές.
Ο Γιώργος Εκκεκάκης έπαιρνε μέρος και σε διεθνείς δημοπρασίες με προσωπικό κόστος προκειμένου να προσθέσει στη συλλογή του κάτι ακόμα σπάνιο που να αναφέρεται στο Ρέθυμνο. Ας τον θυμηθούμε σήμερα μέσα από προσωπικές του στιγμές που δείχνουν και τη μεγαλοσύνη της ψυχής του. Γιατί ο Γιώργος Εκκεκάκης είχε μεγάλη καρδιά που έπνιγε στην απεραντοσύνη της όλες τις μικρότητες που αντιμετώπιζε στη ζωή του.
Πρόθυμος για συνεργασίες
Θυμάμαι μια εποχή που είχαμε εκδηλώσεις τύπου. Είχα πάρει το θάρρος να του προτείνω να εκθέσει σπάνια έντυπα από τον αρχειακό του πλούτο. Δεν δίστασε να δεχθεί. Είχε όμως έναν όρο. Να επιβλέψει στο στήσιμο και να είναι παρών σε όλη τη διάρκεια της έκθεσης. Τελικά μόνος του ασχολήθηκε χωρίς να εκφράσει την παραμικρή δυσαρέσκεια.
Η ανωριμότητα της ηλικίας μου τότε, περισσότερο το δέος που θα είχαμε στη διοργάνωση τόσο σπουδαία συμμετοχή με τρόμαξε. Άραγε δεν υπήρχε εμπιστοσύνη; Μόνο όταν τον παρατήρησα πως υποδεχόταν τους επισκέπτες κατάλαβα. Εκείνος ήθελε να σφυγμομετρήσει αντιδράσεις. Κι είχε ύφος ευτυχισμένου παιδιού όταν διαπίστωσε πόσο ενδιέφεραν τους επισκέπτες τα έντυπα γύρω από το ολοκαύτωμα της Ιεράς Μονής Αρκαδίου. Ιδιαίτερα όταν σχολίαζαν τα εκθέματα οι πρυτάνεις του επαγγελματικού μας χώρου.
Κάποια επισκέπτρια αδελφή δημοσιογράφου αγωνιστή έδειξε δυσαρέσκεια, επειδή τα εκθέματα του Γιώργη Εκκεκάκη επεσκίαζαν, υποτίθεται, το υλικό που αναφερόταν στον αδελφό της. Φοβήθηκα σύγκρουση.
Κι όμως εκείνος χαμογελώντας την πλησίασε και ζήτησε την καθοδήγησή της για μια καλύτερη χωροθέτηση του υλικού.
Κοιτούσα απορημένη κι εκείνος βιάστηκε να με καθησυχάσει με κείνο το βλέμμα του που έμοιαζε να λέει: «Άσε μωρέ… τι ψυχή έχει μια μικρή μετατόπιση του υλικού;…».
Πολυγραφότατος κι ανεξάντλητος
Όποτε έφερνε ύλη για την εφημερίδα ποτέ δεν είχα την έγνοια πως θα είχε κάνει το πόνημά του «φέιγ βολάν» όπως συνηθίζουν κάποιοι. Ο Γιώργης Εκκεκάκης ήταν η σπάνια περίπτωση συνεργάτη που μπορούσε να τροφοδοτεί όλο τον τοπικό τύπο με συνεργασίες πολύ κοντά στα ενδιαφέροντα κάθε εκδότη.
Κάποτε τον επισκέφθηκα για μια συμβουλή. Η γλυκύτατη κυρία Μαριέττα είχε πάντα τον τρόπο να με κάνει να νιώθω άνετα χτυπώντας το κουδούνι της. Βρήκα τον σπουδαίο αυτό άνθρωπο να αγιογραφεί. Κοιτούσα έκπληκτη. Εκείνος γέλασε. Τελικά δεν ήξερα τίποτα γι’ αυτόν. Ήταν και καλλιτέχνης; Ζήτησα μια συνέντευξη. Εκείνος στην παράκληση αυτή λίγο με βασάνισε.
«Ας πάρεις ό,τι θέλεις, μου είπε. Ζήτησε και θα στο δώσω. Τις συνεντεύξεις τώρα τι τις θέλουμε;».
Μια ζωή με αρκετές περιπέτειες
Μια μέρα φαίνεται πως στάθηκα πιο τυχερή γιατί θέλησε ο ίδιος να απαντήσει στις ερωτήσεις μου για το βιογραφικό του.
«Γεννήθηκα, άρχισε την αφήγησή του, στο Ρέθυμνο (κλινική Λυράκη) το 1934. Μέχρι 6 χρονών έζησα στο χωριό Μαρουλά, μέσα στο σχολείο όπου υπηρετούσαν οι δάσκαλοι γονείς μου. Ήρθαμε στο Ρέθυμνο το 1940, όπου πρωτογράφτηκα απευθείας στη Β’ τάξη (Καμαράκι) ως …ειδική περίπτωση. Δυο μήνες μετά την εγγραφή μου, εγκαταλείψαμε το ωραίο σπίτι μας στην πόλη και καταφύγαμε στην Πηγή, σε μια αποθήκη του εκ μητρός παππού. Εκεί έζησα την κατάληψη της Κρήτης και την Κατοχή, εκεί έβγαλα τις 4 πρώτες τάξεις του Δημοτικού. Εκείνη η τετραετία με σημάδεψε, αλλά και -αργότερα- με βοήθησε να ωριμάσω».
«Επανήλθαμε στο Ρέθυμνο το 1944, όπου συμπλήρωσα τις εγκύκλιες σπουδές μου το 1953. Η επιλογή της Φυσικής Αγωγής έγινε από πολύ νωρίς και συνειδητά. Ήμουν αρκετά καλός σε διάφορα αγωνίσματα στίβου και το εκμεταλλεύτηκα, γνωρίζοντας ότι ως γυμναστής θα είχα χρόνο για τα δικά μου διαφέροντα. Ως μαθητής δεν ήμουν κακός, αλλά είχα κακή σχέση με το σχολείο. Άρχισα να διαβάζω, στοιχειωδώς, μετά τα 16. Μέχρι τότε διάβαζα μανιωδώς όλα τα άλλα, εκτός από τα σχολικά βιβλία.
Ως Γυμναστής πρωτο-υπηρέτησα στην Έδεσσα (1959-1963), μετά την αποστράτευσή μου. Φεύγοντας, προτάθηκε ακόμα και η ανακήρυξή μου ως επίτιμου δημότη Έδεσσας!
(Σ.Σ Αξίζει να σημειωθεί ότι 6 από τις 11 αθλήτριες της Εθνικής Ομάδας στίβου ήταν μαθήτριες του από την Έδεσσα, ενώ υπήρχαν και αθλητές με πανελλήνια ρεκόρ και διακρίσεις σε διάφορες διοργανώσεις).
Ο διορισμός μου στο εδώ Γυμνάσιο το 1963 έγινε είδηση ακόμα και στον αθηναϊκό τύπο».
Δεν ξέρω αν υπήρξα ποτέ μανιώδης συλλέκτης. Είχα, πάντως, συνειδητοποιήσει νωρίς την αρνητική έννοια της λέξης «μανιώδης» και πάντα προσπαθούσα να το ελέγχω.
Με την αγιογραφία άρχισα στις αρχές της 10ετίας του 1970 και ασχολήθηκα επί 20 χρόνια. Όλα τα έσοδα αφιερώθηκαν για τη συλλογή κρητικών βιβλίων από δημοπρασίες.
Στη ζωγραφική υπήρχε μια ευχέρεια (όχι ταλέντο). Ό,τι έγινε… έγινε.
– Σκέφτεστε να εκδώσετε τα σχέδιά σας; τον είχα διακόψει για να ρωτήσω. Αναφέρομαι στην ενότητα με τα ιστορικά θέματα που αποτυπώνουν γωνιές που έχουν χαθεί.
«Δεν θεωρώ τα έργα μου άξια έκδοσης» μου απάντησε.
– Αλήθεια τι σας οδήγησε στην ιστορική έρευνα; συνέχισα να ρωτώ.
«Στην έρευνα της τοπικής ιστορίας με ώθησε η συνειδητοποίηση της απύθμενης άγνοιάς μας. Αυτή η άγνοια οφείλεται σε συγκεκριμένες ιστορικο-πολιτικές συγκυρίες που δικαιολογούν το πράγμα, αλλά μέχρις ενός ορίου. Και πάλι καλά που οι νέοι μας έχουν ενδιαφέρον για το παρελθόν του τόπου.
Οι κινήσεις τους για το Βενετσιάνικο Ρολόι δείχνουν αυτό το ενδιαφέρον, όμως υπάρχει ο κίνδυνος το αποτέλεσμα να μην είναι ανάλογο του μνημείου.
Με την ευκαιρία: Ας μην ξεχνούμε ότι ο μόνος που σκέφτηκε να φωτογραφίσει το συγκεκριμένο μνημείο ήταν ένας Γερμανός στρατιωτικός των δυνάμεων κατοχής! Εμείς το γκρεμίσαμε χωρίς καν να το φωτογραφίσομε. Το ίδιο συνέβη με της Άμμος την Πόρτα, τους Τέσσερις Μάρτυρες κλπ. κλπ. Η έλλειψη της από μέρους μας πρόνοιας σε πολλά ήταν παροιμιώδης.
– Τι εντύπωση σας κάνει η θερμή ανταπόκριση της τοπικής κοινωνίας στην όποια προσφορά σας και η γενική αναγνώριση του έργου σας;
«Δεν ξέρω αν θα αποτιμηθεί θετικά η δική μου προσπάθεια διάσωσης και ανάδειξης των κρητικών βιβλίων, κυρίως. Αυτά που έφερα στο φως μπορεί να μην ανατρέπουν την Ιστορία μας, όμως βοηθούν στη συμπλήρωση κενών και στην αποκατάσταση λαθών.
Θα ευχόμουν προπάντων τούτο: Η παλαιοχριστιανική βασιλική που είχα την «τύχη» να υποδείξω (τον Απρίλιο του 2011) στην εδώ αρμόδια Υπηρεσία, να συνδέεται με την ματαίως επί αιώνες αναζητούμενη επισκοπική πόλη Άριον».
Χωρίς να το επιδιώξει ο Γιώργης Εκκεκάκης είχε συνδέσει το όνομά του με συγκλονιστικές ανακαλύψεις. Για παράδειγμα:
Το 1989, σε μια ελληνική δημοπρασία, δημοπρατήθηκε ένα χειρόγραφο 1.000 σελίδων. Όταν δημοπρατήθηκε κάλεσαν έναν Έλληνα εμπειρογνώμονα παλαιογράφο, ο οποίος καθόρισε την αξία του, ρίχνοντάς του μια ματιά. Μάλιστα είπε ότι αυτό πρέπει να γράφηκε στην Κρήτη γύρω στα 1600, το οποίο και καθόρισε, ότι πρέπει να έχει τιμή εκκίνησης 300.000 δρχ. Αυτό όμως συνέβη όταν αυτές οι 300.000 δρχ., ήταν περίπου οι αποδοχές ενός ολόκληρου χρόνου για τον Γιώργο Εκκεκάκη. Παρόλα αυτά το «χτύπησε» και το πήρε γιατί τον είχε μαγνητίσει η υπογραφή.
Το χειρόγραφο υπέγραφε ο Ιερεμίας Τζαγκαρέλος, το οποίο και έγραψε στο μοναστήρι του Γουβερνέτου στα Χανιά. Από το μοναστήρι αυτό, ο Ιερεμίας έφυγε και με πολλά βάσανα ίδρυσε το μοναστήρι της Αγ. Τριάδας, το οποίο και είναι το μεγαλύτερο μοναστήρι της Κρήτης. Όταν ήταν στις δόξες του το μοναστήρι της Αγίας Τριάδας, ο Ιερεμίας από το φθόνο κάποιων, δηλητηριάστηκε και πέθανε, ενώ τα βιβλία του κλάπηκαν και εξαφανίστηκαν. Για την κλοπή των βιβλίων αυτών έγινε τόσο μεγάλος σάλος που έφτασε μέχρι τα αυτιά του Πατριάρχη της Αλεξανδρείας, ο οποίος απείλησε τους κλέφτες ότι αν δεν τα επιστρέψουν θα τους αφορίσει.
Από το 1625 περίπου που έγινε αυτό, τούτο το βιβλίο είναι το πρώτο που παρουσιάστηκε. Είναι το πρώτο βιβλίο που ήρθε στο φως από εκείνη την κλεμμένη συλλογή του Ιερεμία Τζαγκαρέλου. Το χειρόγραφο αυτό διασώθηκε από τον Γ. Εκκεκάκη, ο οποίος λίγο καιρό αργότερα το δώρισε στο μοναστήρι της Αγ. Τριάδας στα Χανιά, εκεί δηλαδή που θεωρούσε ότι ανήκε.
Το μεγάλο παράπονο
Σε μια εκδήλωση που γινόταν στο Μασταμπά, περίμενα να τον δω. Είχε δώσει σπάνιο υλικό στους διοργανωτές και τα πολύτιμα φώτα του. Ο ίδιος όμως δεν ήθελε να παραβρεθεί. Ακόμα κι όταν πήγε να τον παροτρύνει ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης μας κ.κ Ευγένιος που είχε φιλευτεί μαζί του από τότε που ήταν ακόμα Αρχιμανδρίτης στο Ηράκλειο εκείνος δεν ήρθε. Δεν ήθελε.
Ήταν πικραμένος. Δεν μπορούσε να ξεπεράσει κάποιες στιγμές που η αναξιότητα κάποιων να σέβεται αξίες τον είχε φέρει σε δύσκολη θέση. Αμέτρητες φορές μου είχε επαναλάβει πόσο τον πλήγωνε η μνήμη εκείνης της βραδιάς που θύμιζε νύχτα Πραιτωρίου.
Κι ενώ είχε απομονωθεί μετρώντας τις πληγές του από την ταλαιπωρία αυτή ποτέ δεν μου αρνήθηκε τη βοήθεια του όταν τον ενοχλούσα αρκετά συχνά για μια φωτογραφία, για μια πληροφορία.
Κι ήταν οι φωτογραφίες πεντακάθαρες όταν σπεύδουν κάποιοι που τις αντιγράφουν από διάφορες πηγές να βάζουν σημάδι μπας και χάσουν το μονοπώλιο της κατάκτησης αυτής.
Εκείνος ζούσε για να προσφέρει.
Σε μια από τις συζητήσεις μας τόλμησα να ρωτήσω γιατί δεν τον παρηγορεί η καθολική εκτίμηση της κοινωνίας στο πρόσωπό του για να ξεχάσει πια.
«Δεν μπορείς να φανταστείς μου είπε τι ένιωσα όταν μέσα στη νύχτα έζησα εκείνη τη φρικτή περιπέτεια. Τίποτα πια δεν με βοηθά να την ξεχάσω…».
Είχε δίκιο. Κρίμα που κανένας μας δεν μπόρεσε να τον βοηθήσει να ξεπεράσει μια εμπειρία που ήταν Γολγοθάς πριν την Ανάσταση. Ένας άνθρωπος όμως ήταν όαση στην έρημο της απογοήτευσης που ένιωθε για την αναλγησία της πολιτείας να καταλάβει, ενίοτε, τα αυτονόητα.
Η σύζυγός του, κ. Μαριέττα Ασημομύτη, η αγαπημένη του μούσα με την έμφυτη καλλιέργεια και τη σπάνια φινέτσα. Η γυναίκα που ποτέ δεν του απαγόρευσε να ικανοποιήσει το πάθος του για τη συλλογή σπάνιων εντύπων κι ας ήταν μεγάλη επιβάρυνση για τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Και τώρα συνεχίζει να προστατεύει το μόχθο του.
Τιμές απ’ όλους
Οι τιμητικές δεν του έλειψαν. Εκείνος παρακολουθούσε από μακριά. Η ανεξικακία του ήταν μοναδική και σπάνια. Ακόμα κι όταν σε μια πολύτιμη δωρεά ξέχασαν να βάλουν το όνομά του εκείνος δεν έκανε καμιά κίνηση διαμαρτυρίας. Ούτε το έκανε γνωστό. Αυτό το μάθαμε από ένα άρθρο του Αντώνη Πλυμάκη στα «Χανιώτικα Νέα».
Ευτυχώς μια ομάδα φίλων του η κ. Ασπασία Παπαδάκη, η υπέροχη αυτή επιστήμων και αρκετοί άλλοι λόγιοι της πόλης συνεργάστηκαν για να αξιοποιήσουν το πολύτιμο αρχείο του. Κι έχουμε μια καλή εικόνα για τη σπουδαία του πνευματική κληρονομιά.
Μας είχαν πει ότι ένας ολόκληρος όροφος της Δημόσιας Βιβλιοθήκης θα φιλοξενήσει την ανεκτίμητη πνευματική δωρεά του Έγινε αυτό;;;; Απλά ρωτάμε…
Αν θέλουμε για παράδειγμα να δούμε κάτι από το έργο του που θα το βρούμε… Απλά ρωτάμε.
Πέρασαν κιόλας τρία χρόνια από την αναχώρησή του. Δεν μπορεί όμως να λησμονηθεί ο σπάνιος αυτός άνθρωπος που είχε τόσο πλούτο ψυχής, ώστε να γελά με τις μικρότητες των ανθρώπων που χωρίς επαρκείς γνώσεις αισθάνονται ανασφαλείς και μάχονται εκείνους που έχουν και τυπικά και ουσιαστικά προσόντα για να ξεχωρίσουν στον τομέα τους.
Ποτέ δεν αποθάρρυνε νεώτερους ερευνητές απαξιώνοντας την προσπάθειά του. Καταλάβαινε τις προθέσεις καθενός και έπραττε ανάλογα.
Και συμφωνούμε απόλυτα με τον κ. Χάρη Στρατιδάκη όταν κάλυψε όλους μας σε μια τιμητική εκδήλωση λέγοντας για τον Γιώργη Εκκεκάκη:
«Ο Γιώργος Εκκεκάκης αποτελεί την πρεπειά του Ρεθύμνου στον τομέα των γραμμάτων. Ανήκει στη στόφα των Ρεθεμνιωτών εκείνων που σε περασμένες εποχές λάμπρυναν την πόλη τους, την έβγαλαν έξω από τα σύνορά της και τεκμηρίωσαν την πρωτιά της στα γράμματα…».
Και με το δήμαρχο κ. Γιώργο Μαρινάκη που είχε πει σε μια ανάλογη εκδήλωση:
Η γοητεία που σ’ εμένα προσωπικά ασκεί το έργο του είναι η πολυσημία του. Ο Γιώργος Εκκεκάκης, έχτισε ασφαλείς γέφυρες επικοινωνίας με το παρελθόν μας, δημιούργησε σημεία αναφοράς για να τα επικαλεστούμε σε κάθε απόπειρα γνωριμία μας με τον ίδιο μας τον εαυτό, πέτυχε, εν τέλει, το ζητούμενο που είναι η ουσιαστική σύνδεση και αλληλεπίδραση του παρελθόντος με το παρόν και το μέλλον. Ο Γιώργος Εκκεκάκης θα παραμένει ο άσβηστος φάρος που θα καθοδηγεί στο δρόμο της υπεύθυνης έρευνας.
Θα αποτελεί όμως κυρίως πρότυπο ανθρώπου σπουδαίου που ποτέ δεν μίλησε ο ίδιος γι’ αυτό, αλλά τον έκρινε και τον καταξίωσε το πολύμοχθο και πολύτιμο έργο του».