Του ΔΗΜΗΤΡΗ Ι. ΜΠΟΥΝΑΚΗ*
Β’ ΜΕΡΟΣ
Συνεχίζοντας το προηγούμενο άρθρο μας, της 30/12/2017, θα αναφερθούμε σήμερα και στα υπόλοιπα στοιχεία που σχετίζονται με το ημερολόγιο και χρησιμοποιήθηκαν κυρίως σε περασμένους αιώνες: το Κυριακόν γράμμα, την Θεμέλιο ημέρα, την Ινδικτιώνα, την Ιουλιανή χρονολογία, το «έτος κτίσεως» κόσμου, το «έτος κτίσεως» Ρώμης και λίγο στην χριστιανική χρονολόγηση. Θέλουμε να τονίσουμε ότι η αναφορά μας μερικές φορές στο παλαιό ημερολόγιο (π.η.) γίνεται εξ ανάγκης, αφού επί της εποχής του χρησιμοποιήθηκαν πολλά από τα στοιχεία αυτά, με βάση αυτό κυρίως γίνεται ακόμη και σήμερα ο υπολογισμός της ημερομηνίας του ορθόδοξου Πάσχα, αλλά και γιατί δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι το νέο ημερολόγιο (ν.η.) (που είναι πολύ πιο ακριβές) είναι απλά μια μεταρρύθμιση του π.η., είναι η «μάννα» του ν.η., και όχι ένα εντελώς διαφορετικό ημερολόγιο…
4. Κυριακόν Γράμμα.
Αν τοποθετήσουμε τις 365 ημερομηνίες των μηνών ενός απλού (μη δίσεκτου) έτους κατά σειρά, από την 1η Ιανουαρίου και μετά, κάτω από τα επτά γράμματα Α, Β, Γ, Δ, Ε, ς, Ζ το γράμμα στο οποίο πέφτουν οι Κυριακές λέγεται Κυριακό(ν) γράμμα.
Αριθμητικά το Κυριακό γράμμα (λ) είναι η ημερομηνία της 1ης Κυριακής του έτους, λ=1,2,…,7.
Το Κυριακόν γράμμα είναι διαφορετικό στο παλαιό και νέο ημερολόγιο λόγω της καθυστέρησης του π.η. (13 ημέρες μέχρι το 2100). Έτσι το 2018 με το π. η. έχει πρώτη Κυριακή την 1/1, άρα Κυριακόν γράμμα Α ή λ=1. Το 2018 με το ν.η. έχει πρώτη Κυριακή στις 7/1, άρα έχει Κυριακόν γράμμα» Ζ ή L =7.
Όταν το έτος είναι δίσεκτο, η 29η Φεβρουαρίου γράφεται μαζί με την 28η (κάτω από το γράμμα Γ) και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχουν, στα δίσεκτα έτη, δυο Κυριακά γράμματα, το πρώτο για τους 2 πρώτους μήνες και ένα δεύτερο για τους υπόλοιπους 10 που είναι μικρότερο κατά ένα από το πρώτο. Για παράδειγμα, το δίσεκτο έτος 2020 με το ν.η. έχει πρώτο Κυριακό γράμμα λ=5 (Ε, Κυριακή στις 5/1) και δεύτερο Κυριακό γράμμα λ΄=4 (Δ, Κυριακή στις 1/3).
Το Κυριακόν γράμμα ενός έτους μπορεί να υπολογιστεί συναρτήσει του έτους αυτού ή του κύκλου του Ηλίου του και χρησίμευε παλαιότερα (το πρώτο για τα απλά έτη, το δεύτερο για τα δίσεκτα) κυρίως για την εύρεση της Κυριακής του ορθόδοξου Πάσχα.
5. Θεμέλιος ημέρα.
Θεμέλιος ημέρα ενός έτους, είναι η ημέρα της εβδομάδας την παραμονή της πρωτοχρονιάς του έτους αυτού. Έτσι, θεμέλιος ημέρα για το 2018 με το ν.η. είναι η Κυριακή, ενώ με το π.η. είναι το Σάββατο. Η θεμέλιος ημέρα χρησιμεύει για την εύρεση της ημέρας της εβδομάδας μιας οποιαδήποτε ημερομηνίας του επόμενου χρόνου. Για παράδειγμα, η 74η ημέρα του 2018 στο ν.η. (15/3) είναι 74-70=4 ημέρες μετά την Κυριακή, άρα Πέμπτη. Η θεμέλιος ημέρα εξαρτάται προφανώς από Κυριακό γράμμα. Πράγματι, αν την συμβολίσουμε με Υ (=0 για Κυριακή, 1 για Δευτέρα,…,6 για Σάββατο) τότε αποδεικνύεται ότι είναι ίση με το υπόλοιπο της διαίρεσης (7-λ):7 (και αντίστροφα, το (πρώτο) Κυριακόν γράμμα λ είναι ίσο με το υπόλοιπο της διαίρεσης (6-Υ):7 αυξημένο κατά 1. Στο ν.η. αντί του λ χρησιμοποιούμε το Κυριακόν γράμμα L.
6. Ινδικτίων ή Ίνδικτος (i, Indiction, Roman Indiction).
Λέγεται ο αριθμός που δείχνει την σειρά ενός έτους σε μια περίοδο (κύκλο) 15 ετών και συμβολίζεται με i. Ίσως να έχει σχέση με την περιοδική δεκαπενταετή απογραφή του φορολογικού εισοδήματος των αρχαίων Ρωμαίων. Αργότερα, από τον Μ. Κωνσταντίνο (312 μ.Χ.), έγινε χρονολογική μονάδα που άρχισε επίσημα την 1η Σεπτεμβρίου (αρχή της Ινδίκτου και του εκκλησιαστικού έτους) του 313 μ.Χ. και χρησιμοποιήθηκε από την εκκλησία αλλά και στα κρατικά βυζαντινά έγγραφα. Στην ορθόδοξη εκκλησία η μέτρηση με Ινδικτιώνες γενικεύτηκε από το 12ο αιώνα με αφετηρία το 3 π.Χ. Επειδή το έτος 1 μ.Χ. είχε Ινδικτιώνα i=4 (δηλαδή η Ινδικτιώνα άρχισε το 3 π.Χ.), η Ινδικτιώνα για ένα έτος Ε είναι ίση με το υπόλοιπο της διαίρεσης (Ε+2):15 (ή της διαίρεσης (Ε-313):15) αυξημένο κατά 1. Έτσι, για παράδειγμα, το έτος 2018 έχει Ινδικτιώνα 11 (αρχή το 2008) και περιόδους (κύκλους) 134 (όσο το πηλίκο της διαίρεσης), (αντίστροφα: αν γνωρίζουμε την Ινδικτιώνα ενός έτους και τους 15ετείς κύκλους του, τότε για να βρούμε το έτος που αντιστοιχεί, αφαιρούμε από την Ινδικτιώνα το 3 και την διαφορά προσθέτουμε στο γινόμενο του 15 επί τους κύκλους του έτους). Η Ινδικτιώνα δεν έχει άμεση σχέση με το ημερολόγιο και σήμερα δεν χρησιμοποιείται.
7. Ιουλιανή χρονολογία.
Πρόκειται για ένα ημερολογιακό σύστημα, σύμφωνα με το οποίο, για τον προσδιορισμό του χρόνου δεν χρησιμοποιούμε μήνες, ούτε έτη και ημερολόγια, αλλά έχουμε μια συνεχή αρίθμηση των ημερών εντός μιας περιόδου 7980=28x19x15 ετών. Η αρχή αρίθμησης είναι το μεσημέρι της 1ης Ιανουαρίου του 4713 π.Χ. και τέλος η 31 Δεκεμβρίου 3267 μ.Χ. Έτσι, το μεσημέρι της 1ης Ιανουαρίου 2018 αρχίζει η Ιουλιανή ημέρα με αριθμό 2458120 (με το π.η. 2458133). Η μέτρηση του χρόνου με την Ιουλιανή χρονολογία είναι πιο πρόσφορη για την καταγραφή αστρονομικών φαινομένων και επί πλέον μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως σύστημα αναφοράς προκειμένου να συγκριθούν απομακρυσμένα γεγονότα που έχουν καταγραφεί από διαφορετικά ημερολόγια. Εισηγητής της Ιουλιανής περιόδου υπήρξε τον 16ο αιώνα ο Γάλλος μελετητής Joseph Scalinger, ο οποίος θεώρησε το έτος 4713 ως «έτος δημιουργίας» του κόσμου. Με βάση τα υπόλοιπα των διαιρέσεων του 4713 με τους αριθμούς 19,28, 15 (1,9,3) δόθηκαν αντίστοιχα στο 1 μ.Χ., ο χρυσούς αριθμός 2, ο κύκλος Ηλίου 10 και η Ινδικτιώνα 4, που αναφέραμε παραπάνω στα αντίστοιχα στοιχεία.
8. Έτος κτίσεως κόσμου.
Ένας παλαιός υπολογισμός των ετών επί βυζαντινής εποχής, βασιζόταν στο (υποθετικό) έτος «κτίσεως κόσμου» ως αρχή των ετών και είχε θεωρηθεί το έτος 5509 π.Χ. Μάλιστα η ΣΤ’ Οικουμενική σύνοδος του 680 μ.Χ. είχε δεχτεί ως αρχή δημιουργίας του κόσμου την 1η Σεπτεμβρίου 5509 (η οποία καθιερώθηκε επίσημα επί Λέοντος ΣΤ’ του Σοφού (886-912 μ.Χ.) και την οποία αποδέχθηκε και η καθολική εκκλησία της περίοδο της αναγέννησης. Το έτος αυτό διατηρείται και σε ορισμένα βιβλία του 16ου – 17ου αιώνα (Μ. Γλυτζωνίου, Επισκόπου Διονυσίου) για τον υπολογισμό του χρυσού αριθμού, του κύκλου του Ηλίου, της Επακτής και της Ινδικτιώνας ενός έτους, αντί του 4713 π.Χ. Βέβαια τα αποτελέσματα δεν είναι τα ίδια, εκτός της Ινδικτιώνας, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα. Το έτος 2018 είναι το έτος 5508+2018=7526 από «κτίσεως κόσμου».
9.Έτος κτίσεως Ρώμης – Χριστιανική χρονολόγηση.
Η χριστιανική χρονολόγηση των ετών που έχουμε σήμερα δεν καθιερώθηκε από την γέννηση του Χριστού ή έστω από τα πρώτα μεταχριστιανικά χρόνια. Στα προ Χριστού χρόνια, αλλά και τα πρώτα χρόνια μ.Χ., ήταν συνήθεια να θεωρούν κάποιο σημαντικό γεγονός ως αφετηρία των ετών. Έτσι οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν χρονολόγηση κυρίως με βάση τις αρχαίες Ολυμπιάδες, με αρχή την Ολυμπιάδα που αναδείχθηκε ολυμπιονίκης ο Κόροιβος, που αντιστοιχούσε στο έτος 776 π.Χ. (αν και έγιναν και προηγούμενες Ολυμπιάδες για τις οποίες όμως δεν υπάρχουν γραπτές αναφορές). Επίσης τα πρώτα μεταχριστιανικά χρόνια συνήθιζαν να μετρούν τα έτη από την «εποχή Διοκλητιανού» (29 Αυγούστου 284 μ.Χ.) παρόλο που ήταν ένας από τους σκληρούς διώκτες του Χριστιανισμού.
Μέχρι τον 6ο αιώνα μ.Χ. στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία η χρονολόγηση γινόταν από «κτίσεως Ρώμης», η οποία σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Σκύθη μοναχού και εκκλησιαστικού συγγραφέα Διονύσιου τον Μικρού (532 μ.Χ.), έγινε το 753 π.Χ.. Ο Διονύσιος ο Μικρός τοποθέτησε την γέννηση του Χριστού, δηλαδή το έτος 1 μ.Χ., στο έτος 754 από «κτίσεως Ρώμης». Έτσι π.χ. η μάχη του Μαραθώνα που έγινε το 490 π.Χ. είναι στο έτος 753-490+1= 264 από «κτίσεως» Ρώμης», ενώ το έτος 2018 είναι το έτος 753+2018=2771 από «κτίσεως Ρώμης». Να σημειώσουμε βέβαια ότι ο χρόνος κτίσης της Ρώμης (από τον μυθικό Ρωμύλο κλπ) υπολογίστηκε αυθαίρετα, στην πραγματικότητα είναι άγνωστος, αφού έχει σχέση με τους πρώτους βασιλιάδες της, των οποίων είναι άγνωστη η διάρκεια της βασιλείας τους.
Η χριστιανική χρονολόγηση που έχουμε σήμερα, από την γέννηση του Χριστού, προτάθηκε από τον Διονύσιο τον Μικρό (όπως αυτοαποκαλούνταν) και παρά το ότι δεν είναι ακριβής, όπως υποστηρίζουν πολλοί ερευνητές (έγινε 4 ή 7 χρόνια νωρίτερα), κυριάρχησε στη Δύση και καθιερώθηκε γενικότερα το 800 μ.Χ. από τον ηγεμόνα των φράγκων Καρλομάγνο. Η χριστιανική χρονολόγηση του Διονυσίου του Μικρού, ακόμη και αν είναι λανθασμένη, είναι μεγάλης σημασίας για την ανθρωπότητα, αφού έδωσε ένα σημείο αναφοράς για τις χρονολογήσεις όλων των γεγονότων, προ και μ.Χ. Σε αντίθεση με την Δύση, το χριστιανικό χρονολογικό σύστημα άργησε να εφαρμοστεί στην Ανατολική εκκλησία και έγινε αποδεκτό μόλις το 1628 επί Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου Α’ Λουκάρεως (γεννηθέντα στο Ηράκλειο Κρήτης!). Εδώ τελειώνει, η κατ’ ανάγκη, σύντομη αναφορά μας στα κυριότερα ημερολογιακά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν κυρίως σε περασμένους αιώνες. Ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης μπορεί να μου ζητήσεις επί πλέον πληροφορίες για τα θέματα αυτά.
Καλή Χρονιά και Χρόνια Πολλά
* Ο Δημήτριος Μπουνάκης, είναι καθηγητής Μαθηματικών