Σημαντικά έργα ανάδειξης και προστασίας του ιστορικού σπηλαίου Μελιδονίου πραγματοποιήθηκαν το τελευταίο χρονικό διάστημα με χρηματοδότηση από τα έσοδα των επισκεπτών του φυσικού και ιστορικού μνημείου, τα οποία διαχειρίζεται ο Πολιτιστικός Σύλλογος του χωριού.
Η επίβλεψη των έργων έγινε από την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας Νότιας Ελλάδας.
Σωστός φωτισμός, διάδρομοι ασφαλείας για το κοινό και μια σειρά παρεμβάσεων, έχουν διαμορφώσει ένα «νέο περιβάλλον» για τον επισκέπτη του σπηλαίου, ο οποίος μπορεί να θαυμάσει την επιβλητική «Αίθουσα των Ηρώων» και να βιώσει το δέος που προκαλεί η θέα του ανακαινισμένου τάφου με τα οστά των θυμάτων του ολοκαυτώματος του 1824.
Σύμφωνα με τον διδάκτορα Γεωλογίας και τμηματάρχη της εφορείας Σπηλαιολογίας κ. Βαγγέλη Καμπούρογλου έχει αναπτυχθεί μια πολύ καλή συνεργασία με τα στελέχη του Πολιτιστικού Συλλόγου και της Κοινότητας Μελιδονίου για την ανάδειξη του σπηλαίου, στο πλαίσιο της οποίας, ο ίδιος με τον συνάδελφό του, διδάκτορα Γεωλογίας κ. Βασίλη Γιαννόπουλο, έχουν εκπονήσει αφιλοκερδώς την απαραίτητη γεωλογική, υδρογεωλογική και τεχνικογεωλογική μελέτη για την προστασία και ανάδειξη του χώρου.
Ο ίδιος τόνισε, ότι λόγω των πολυδάπανων έργων που απαιτούνται αλλά και των σοβαρών στατικών ζητημάτων που πρέπει να επιλυθούν, δεν έχει ακόμα κατασταθεί δυνατό να γίνουν επισκέψιμες οι αίθουσες «Raulin» και «Pashley», οι οποίες παρουσιάζουν τεράστιο αρχαιολογικό ενδιαφέρον.
Η «αίθουσα Raulin» είναι ο τόπος της αρχαίας λατρείας και των θυσιών με σπουδαία ανασκαφικά ευρήματα, ενώ η «αίθουσα Pashley» περιέχει χιλιάδες επιγραφές από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, γεγονός, που επιστημονικά αποτελεί μια σημαντική ιδιαιτερότητα του «Γεροντόσπηλιου», όπως τον ονομάζουν οι ντόπιοι.
Από την πλευρά της, μιλώντας χθες στην εφημερίδα μας η αρχαιολόγος και διευθύντρια της Εφορείας Σπηλαιολογίας κυρία Ελένη Παναγοπούλου τόνισε, ότι οι υπηρεσίες, των οποίων προΐσταται, παρακολουθούν στενά το έργο που συντελείται, συνεργάζονται με τους τοπικούς φορείς και είναι πάντα στη διάθεσή τους για να συνεχιστούν οι προσπάθειες ανάδειξης του σπηλαίου.
Διαχρονικό καταφύγιο και προσκύνημα
Σύμφωνα με την αρχαιολόγο κυρία Ειρήνη Γαβριλάκη, η οποία πραγματοποιεί ανασκαφές στο χώρο του σπηλαίου από το 1987, στο σπήλαιο Μελιδονίου εντοπίζονται αποδείξεις επισκεψιμότητας και χρήσης από τις αρχές της 3ης χιλιετίας π.Χ.
Μιλώντας στην πρόσφατη επετειακή εκδήλωση για το ολοκαύτωμα του 1824 στον ίδιο χώρο ανέφερε χαρακτηριστικά, ότι «Στα Νεολιθικά Χρόνια ως τις αρχές της 3ης χιλιετίας π.Χ., υπήρξε φιλόξενο καταφύγιο για ανθρώπους και ζώα, όπως δείχνουν τα πήλινα σκεύη και τα οστέινα εργαλεία αυτής της περιόδου. Γύρω στο 1700 π.Χ., αξιοποιήθηκαν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του και προφανώς η ανάμνηση κανονικών παλιότερων επισκέψεων και ανθρώπινης συναναστροφής σ’ αυτό, αφού βρίσκεται στον δρόμο μετακίνησης των κοπαδιών από τα ψηλότερα σημεία της Ίδης προς τη θάλασσα, και έγινε τόπος λατρείας της μινωικής θεάς προστάτιδας της φύσης. Προς τιμήν της ανάβονταν φωτιές στον βόρειο μυχό της αίθουσας αυτής, σ’ έναν κλειστό, δηλαδή, χώρο που καθοσίωνε η ύπαρξη εξαγνιστικού νερού και ενός μεγάλου πανάρχαιου σταλαγμίτη, ικανού να σωματοποιεί τη θεά στα μάτια και τις ψυχές των πιστών. Στα Ιστορικά Χρόνια, από το 1100 π.Χ. ως το τέλος της Αρχαιότητας, η λατρεία συνεχίστηκε αδιάλειπτα στον ίδιο αυτό βόρειο μυχό, στο όνομα μιας αντίστοιχης θεότητας που μας διαφεύγει, για χάρη της οποίας ειδώλια γυναικών και ομοιώματα ζώων ή γυναικεία αντικείμενα, σφοντύλια και διακοσμητικές περόνες, αφήνονταν στη βάση του σταλαγμίτη, ως μακραίωνη συνήθεια που δεν υπήρχε λόγος να αλλάξει. Γύρω στον 2ο αιώνα π.Χ., παρότι το περιεχόμενο της λατρείας απέκτησε μυστηριακό χαρακτήρα, το σπήλαιο συνέχισε να αποτελεί λατρευτικό προορισμό στη σκιά της Ίδης: οι πιστοί προσέρχονταν ακόμα κι από μακριά και χάραζαν επιγραφές στα τοιχώματα προς τιμήν του Ερμή, όπως η κόρη του Μηνά ή ο Ιππώναξ, ο γιος του Διοκλή, ή προσκυνητές από τη γειτονική Ελεύθερνα, ή μια ιέρεια Συβριτία. Την εποχή αυτή οι πιστοί περνούσαν από τον βόρειο μυχό, όπου υπήρχαν μεγάλα πήλινα αγάλματα, που ο ίσκιος τους συγχεόταν με τους ίσκιους του λιθωματικού υλικού προκαλώντας δέος, αλλά στόχος τους ήταν να φτάσουν στο κατώτατο όριο του σπηλαίου, δεκάδες μέτρα πιο βαθιά, εκεί που έμοιαζε να είναι πράγματι το όριο του Κάτω Κόσμου, όπου ο Ερμής συντρόφευε τις ψυχές. Κι εκεί προσκυνούσαν. Μάλιστα είναι η πρώτη φορά που απαντά το ρήμα «προσκυνώ» σε τέτοιο αρχαιολογικό περιβάλλον, απόδειξη κι αυτό της σπουδαιότητας του χώρου».
«Βιβλίο επισκεπτών»
Η «αίθουσα Pashley» αποτελεί ουσιαστικά ένα «βιβλίο επισκεπτών», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε στην εφημερίδα μας ο καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και πρόεδρος του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Γιάννης Τζιφόπουλος, ο οποίος μαζί με τον επίσης καθηγητή Νικόλαο Λίτινα, έχουν καταγράψει περίπου 1.500 επιγραφές στο εσωτερικό του σπηλαίου.
Ο καθηγητής κ. Τζιφόπουλος είναι υπεύθυνος για τη δημοσίευση των επιγραφικών ευρημάτων, έργο, το οποίο ετοιμάζεται και θα δημοσιευθεί όταν ολοκληρωθεί η σχετική έκδοση.
Για τη συγκεκριμένη ιδιαιτερότητα του σπηλαίου ο κ. Τζιφόπουλος μας επισήμανε, ότι οι επιγραφές των επισκεπτών καλύπτουν το σύνολο των ιστορικών περιόδων, ενώ χαρακτηριστικό είναι ότι ο κάθε επισκέπτης σεβόταν το χαραγμένο μήνυμα του προηγούμενου, με αποτέλεσμα να έχουν διασωθεί τα περισσότερα στο σύνολό τους.
«Ο ύμνος του Σαλουίου Μήνα στον Ερμή»
Ανάμεσα στις επιγραφές που έχουν κάνει γνωστό το σπήλαιο Μελιδονίου παγκοσμίως είναι και ο ύμνος του Σαλουίου Μηνά στον Ερμή. Αναφέρεται από την Guarducci το 1939 στο αριστερό τοίχωμα του προθαλάμου, στην είσοδο.
Σύμφωνα με την αρχαιολόγο κ. Γαβριλάκη το σημαντικό αυτό κείμενο εντοπίστηκε για πρώτη φορά το 15ο αιώνα. Ο Κυριακός από την Αγκώνα, επισκεπτόμενος διάφορα σημεία του νησιού το 1445, έφτασε και στο Μελιδόνι. Το χειρόγραφό του χάθηκε και σώθηκαν μόνο πέντε από τις επιγραφές που είχε δει, ανάμεσα στις οποίες και αυτή του Σπηλαίου Μελιδονίου. Λίγες δεκαετίες αργότερα, ο μοναχός Urbano Bolzanio επισκέφθηκε και αυτός την Κρήτη. Από το οδοιπορικό του σώθηκε μόνο το απόγραφο της επιγραφής του Μελιδονίου. Η κ. Γαβριλάκη επισημαίνει, ότι «Αυτές οι επιγραφικές μαρτυρίες πρέπει να ώθησαν αρκετούς στο να επισκεφτούν στη συνέχεια το σπήλαιο. Και ο Marino Cavalli, Γενικός Προνοητής της Κρήτης μεταξύ 1571 και 1572, αναφέρεται στην επιγραφή του Σαλουίου Μηνά, δίνοντας παράλληλα την περιγραφή του σπηλαίου, όπως και οι Barozzi, Querini, και Belli το 16ο αι. Οι περιγραφές τους, μαζί με την πρόσφατη ιστορία του σπηλαίου, επηρέασαν και τους επισκέπτες του 19ου αι.: η Schwartz, ο Spratt, ο Pashley, ο Raulin, ο Perrot, ο Taylor πέρασαν από το Σπήλαιο Μελιδονίου και κατέγραψαν την εμπειρία τους. Μέλη του πληρώματος του πλοίου του Spratt, μάλιστα, χάραξαν τα ονόματά τους στα τοιχώματα του σπηλαίου».
Ωστόσο η επιγραφή αυτή δεν έχει εντοπιστεί κατά τις πρόσφατες αρχαιολογικές ανασκαφές. Η Ειρήνη Γαβριλάκη επισημαίνει ότι «Την επιγραφή αυτή, που ήδη στις αρχές του 20ου αι. βρισκόταν καταχωμένη από όγκους φερτού υλικού, προσπαθήσαμε να εντοπίσουμε κατά τη διάρκεια αυτών των τελευταίων εργασιών στο σπήλαιο, ανασκάπτοντας τομή τελικών διαστάσεων 3×6,5 μ., κατά μήκος του τοιχώματος αριστερά της εισόδου, όπου, σύμφωνα με την Guarducci, είχε χαραχτεί η επιγραφή. Σε βάθος 6 μ., συναντήσαμε κοκκινόχωμα και πραγματοποιήσαμε μικρή δοκιμαστική τομή βάθους τουλάχιστον 1 μ., διαπιστώνοντας την ύπαρξη πλούσιου αρχαιολογικού υλικού σε αυτό το βάθος. Χαρακτηριστικότερα ευρήματα είναι τα τμήματα λύχνων των ρωμαϊκών χρόνων. Δυστυχώς, ο Ύμνος δεν εντοπίστηκε, αν και στο τοίχωμα παρατηρήθηκαν σπαράγματα χαραγμάτων, ενώ το μεγάλο βάθος και η αστάθεια του υλικού δεν επέτρεψε να τον αναζητήσουμε περαιτέρω».
Τα ευρήματα από το ολοκαύτωμα
Το σπήλαιο Μελιδονίου αποτελεί τόπο ιστορικής αναφοράς τόσο γιατί καταγράφεται η χρήση του για περίπου 8.000 χρόνια, εκ των οποίων για περίπου τα 2.000 χρόνια ήταν χώρος συνεχούς λατρείας αλλά και για τη ζοφερή τραγωδία του 1824, όταν το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο 370 ατόμων, άμαχος πληθυσμός από το Μελιδόνι, τους οποίους η Τουρκική στρατιά υπό τον Χουσεΐν μπέη και τον Μουσταφά μπέη έπνιξαν και έκαψαν με εύφλεκτα υλικά, τα οποία έριξαν μέσα στο σπήλαιο φράζοντας την έξοδο αλλά και κάθε άλλη είσοδο καθαρού αέρα.
Η αρχαιολογική σκαπάνη έχει φέρει συγκλονιστικά ευρήματα στο φως.
Η αρχαιολόγος κ. Γαβριλάκη ανέφερε κατά την προχθεσινή επετειακή εκδήλωση ότι «Το 1999, κάνοντας μια δοκιμαστική τομή έξω από την είσοδο του σπηλαίου, ξαναζήσαμε την τρομερή σκηνή του αποκλεισμού που περιγράφει ο Pashley: βρήκαμε τα μεγάλα κομμάτια βράχου που έκλεισαν την είσοδο, μετά από την πρώτη πέτρα που έριξε ο Χουσεΐν μπέης. Αποκαλύψαμε το πρόχειρο δάπεδο από πλάκες και πέτρες που πάτησαν οι άμαχοι, ένα κατώφλι, τελικά, κι αυτό προς τον Κάτω Κόσμο. Μαζέψαμε ένα δρεπάνι κι ένα μαχαίρι που προφανώς ανήκε σε κάποιο από τα πρόσωπα του δράματος. Μετά από τον ασφυκτικό θάνατο των αμάχων, κανένας, μέχρι τις μέρες που ο Ρashley επισκέφτηκε το σπήλαιο, δεν είχε τολμήσει να μπει, εξαιτίας των τραυματικών αναμνήσεων και συμπτώσεων που ακολούθησαν. Όμως το 2008, τελευταία χρονιά της ανασκαφής, εμείς συλλέγαμε ακόμα θραύσματα από τα κεραμικά σκεύη που έφεραν μαζί τους οι έγκλειστοι, αλλά και οστά που δεν περισυλλέχθηκαν για να τοποθετηθούν στον κοινό τάφο τους: σε μια απομακρυσμένη γωνία του δευτέρου θαλάμου που ήταν δύσκολο να προσεγγίσουν τότε, εντοπίσαμε τα οστά μιας γυναίκας και δυο παιδιών -το ένα ήταν βρέφος, το άλλο μεγαλύτερο-, ενώ, στο απώτατο όριο του σπηλαίου, λίγο πιο πέρα από το σημείο που άνθρωποι της ελληνιστικής εποχής στέκονταν για να προσκυνήσουν την είσοδο του Κάτω Κόσμου, ένας ακόμα σκελετός κάποιου, που χωρίς ελπίδα κοίταξε να ξεφύγει από τη μοίρα του. Ανάμεσα στα οστά του, βρέθηκε το κλειδί του σπιτιού του να κλειδώνει και να ξεκλειδώνει για πάντα και τη δική μας ψυχή εδώ».
Σημείο αναφοράς
Το σπήλαιο Μελιδονίου αποτελεί ένα μοναδικό ιστορικό σημείο αναφοράς για το Ρέθυμνο και την Κρήτη.
Τόπος κατοίκησης και εργασίας, τόπος λατρείας, κρύπτη και θυσιαστήριο.
Μια οπή της γης πάνω στα Ταλαία Όρη, που είτε ως αρχαίος ναός, είτε ως βωμός των Χριστιανών, παραμένει «τόπος μυστικός» για όσα το ανθρώπινο χέρι δεν έχει ακόμα εντοπίσει και ο ανθρώπινος νους δεν έχει κατανοήσει.
Μυστηριακό το περιβάλλον του φυσικού μνημείου με τους επιβλητικούς σταλαγμίτες και σταλακτίτες, οι οποίοι αντανακλούν το «το φως της ιστορίας» που θα συνεχίσει να προκαλεί τα βήματα των ανθρώπων για να ανηφορίσουν το μονοπάτι, να σταθούν στην τρύπα του βουνού και να νιώσουν το δέος της μυσταγωγίας, που προκαλούν οι διαφορετικές και αλληλοσυμπληρούμενες συνιστώσες τους φυσικού περιβάλλοντος και της ανθρώπινης παρουσίας από την αρχαιότητα έως σήμερα.