Ο Ιωάννης Αντ. Χαντουμάκης έδινε με τον τρόπο ζωής του τον ορισμό της έννοιας ευπατρίδης. Πάντα κομψός, αξιοπρεπής, ευγενικός, γενναιόδωρος, εργατικός, κοινωνικός, αποτελούσε μια από τις σημαντικές μορφές του Ρεθύμνου. Κι ας μην επιδίωκε ποτέ την προβολή. Ήταν τόσο σεμνός αλήθεια.
Αφοσιώθηκε με πάθος στη διατήρηση του σπιτιού που αποτελεί ένα από τα σημαντικά μνημεία του Ρεθύμνου. Πικράθηκε, απογοητεύθηκε, πίστεψε πως οι άλλοι, ιδίως οι κρατούντες σκέπτονται όπως εκείνος. Ακόμα και στις απογοητεύσεις του όμως φορές που διαπίστωνε τόση αδιαφορία για την αρχαιολογική μας κληρονομιά, δεν έχανε την αρχοντιά και το επίπεδό του. Αντιμετώπιζε με αξιοπρέπεια τις δυσκολίες και αναζητούσε παρηγοριά στην όμορφη οικογένειά του για την οποία ένοιωθε τόση περηφάνια.
Άριστος μαθητής
Ο Γιάννης Χαντουμάκης, γεννήθηκε στον Κάτω Πόρο Ρεθύμνου. Ήταν το πρώτο παιδί της οικογένειας κι έμελε να υποδεχτεί οκτώ ακόμα αδέλφια.
Αν και παιδί είχε συνειδητοποιήσει τις δυσκολίες της ζωής και προσπαθούσε να βοηθά με κάθε τρόπο την οικογένειά του.
Τα πρώτα γράμματα διδάχτηκε στο σχολείο του χωριού του. Είχε μια έφεση στη μάθηση και φαινόταν ότι θα πάει μπροστά αν συνεχίσει στα γράμματα. Ήταν όμως μια κουβέντα. Ο πολύτεκνος πατέρας του στην αρχή, δεν ήθελε ούτε ν’ ακούσει. Τόσα στόματα περίμεναν τροφή. Είχε περιθώριο να σπουδάσει παιδί και μάλιστα το μεγαλύτερο που θα του έδινε μια ανάσα;
Ο δάσκαλός του Γιάννη, ο εξαίρετος εκπαιδευτικός Εμμανουήλ Ζαμπετάκης, μετέπειτα διευθυντής της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ηρακλείου, δεν ήθελε ούτε να σκεφτεί ότι ένας από τους καλύτερους μαθητές, που είχε ποτέ, θα χαραμιζόταν μένοντας αγράμματος.
Έγινε πιεστικός στον Αντώνη Χαντουμάκη. Θα άφηνε τέτοιο παιδί, που κάθε γονιός θα ονειρευόταν, χωρίς σπουδές; Θα καταδίκαζε ένα τόσο φωτεινό μυαλό να μην αναδείξει τις ικανότητές του;
Με τα πολλά ο πατέρας αποφάσισε να κάνει την υπέρβαση κι ας μην το επέτρεπε η οικονομική του κατάσταση. Έτσι ο Γιάννης, χάρις στο δάσκαλό του, βρέθηκε να φοιτά, στο 8τάξιο Γυμνάσιο Ρεθύμνου. Η στερημένη ζωή έκανε το νεαρό περισσότερο πρακτικό στις αποφάσεις του. Σπούδαζε και παράλληλα σκεφτόταν το μέλλον του. Δεν ήθελε να χάνει ούτε δευτερόλεπτο αναξιοποίητο. Απεφοίτησε το 1951 και μετά από επιτυχείς εξετάσεις διορίστηκε το 1952 ως διοικητικός υπάλληλος ΥΕΘΑ/ΓΕΣ και τοποθετήθηκε στη φρουρά Ρεθύμνης.
Στις 14 Ιανουαρίου 1953, κατετάγη στρατεύσιμος στο ΚΕ Τεθ/νων (Αρχηγός Πληρώματος Μ18) Καταστροφέων Αρμάτων.
Απόφοιτος με άριστα τον Ιούλιο του 1953, της Σχολής Τεθωρακισμένων κρίθηκε κατάλληλος ως εκπαιδευτής (Αρχηγός Πληρώματος Μηχανοδηγήσεως, Οπλισμού, Διαβιβάσεων και Τακτικής) με σειρά επιτυχίας πρώτος μεταξύ 157 εκπαιδευόμενων και τοποθετήθηκε οριστικά στο κέντρο εκπαίδευσης τεθωρακισμένων στην Αθήνα. Μετά την αποφοίτησή του από τη Σχολή υπέβαλε αίτηση για να υπηρετήσει το υπόλοιπο της θητείας του στον Έβρο.
Πρώτη Αυγούστου 1953, μετατέθηκε στο 399 Σύνταγμα Καταστροφέων Αρμάτων, από το Κέντρο Εκπαίδευσης Τεθωρακισμένων.
Υπόδειγμα αξιωματικού
Ήταν υπόδειγμα αξιωματικού και οι ανώτεροί του τον είχαν πάντα σαν παράδειγμα. Κατάφερνε να κερδίζει το θαυμασμό χωρίς να χρησιμοποιεί μεθόδους που ευτελίζουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Κι έχει σημασία να το αναφέρουμε επειδή εκείνες τις δύσκολες εποχές που θριάμβευε η μισαλλοδοξία δεν ήταν εύκολο να διακριθείς αν δεν είχες δύναμη ψυχής να μη λυγίσεις στις δυσκολίες. Όλοι τον προέτρεπαν να κάνει καριέρα στο στρατό, αλλά εκείνος συνήθιζε να αποφασίζει μετά από ώριμη σκέψη.
Με διαγωγή εξαίρετη απολύθηκε στις 14 Απριλίου 1954 από το 399 Σύνταγμα καταστροφέων αρμάτων, με το βαθμό λοχία ιππικού τεθωρακισμένων, Αρχηγός πληρώματος Μ18.
Πολίτης πια επέστρεψε στην οργανική του θέση με το μετάλλιο Εθνικών Υπηρεσιών μετά Ειδικού Διπλώματος να αμείβει το ήθος και τη συνέπειά του. Ο Γιάννης Χαντουμάκης απείχε πολύ από τη νοοτροπία του δημόσιου υπαλλήλου που έχοντας εξασφαλίσει σταθερό μισθό δεν έδινε πια σημασία για τίποτα. Ακούραστος πάντα δεν έχανε σεμινάριο που θα του έδινε καινούργια εφόδια και θα πλούτιζε τις γνώσεις του. Οι συμμετοχές του αυτές συνοδεύονταν από εύφημες μνείες και τιμητικές διακρίσεις ιδιαίτερα στις Δημόσιες Σχέσεις.
Ένας ευτυχισμένος γάμος
Από τις καλές στιγμές της ζωής του ήταν ο γάμος του με την Αθηνά το γένος Νικολάου Βλαστού από το Ατσιπόπουλο. Απέκτησαν δυο αγόρια που πρόσθεσαν ευτυχία στην καλοστεριωμένη οικογένεια. Υπόδειγμα συζύγου και πατέρα ήταν ο Γιάννης Χαντουμάκης αλλά και καλού Ρεθεμνιώτη.
Ο ελεύθερος χρόνος του ήταν αφιερωμένος στον τόπο του και σε κοινωνική δράση. Από τους πρώτους που έκαναν τον εθελοντισμό τρόπο ζωής, συμμετείχε σε αρκετά σωματεία και συλλόγους προσφέροντας έργο. Τρία πράγματα όμως τον ενδιέφεραν ξεχωριστά πέρα από την οικογένεια και τα χαρισματικά του παιδιά. Το χωριό του, ο Ερυθρός Σταυρός και η Ενορία του της Κυρίας των Αγγέλων. Το συγγραφικό του έργο και οι πολύτιμες υπηρεσίες που πρόσφερε ως ταμίας του ΕΕΣ τμήματος Ρεθύμνου και ως Αντιπρόεδρος του Ε. Σ της ενορίας του αποδεικνύουν έμπρακτα την αγάπη του αυτή.
Επίκαιρος πάντα αρθρογράφος
Ήταν τόσο τακτικός, τόσο μεθοδικός σε όλα του. Κι ο γραφικός του χαρακτήρας ιδιαίτερα ξεχωριστός. Από μακριά διέκρινα κείμενα που έστελνε στην εφημερίδα για δημοσίευση. Γιατί συχνά αρθρογραφούσε για κοινωνικά θέματα αλλά και για εκδηλώσεις των φορέων στους οποίους υπηρετούσε.
Μια μέρα με τη γνωστή του ευγένεια που σε αφόπλιζε μου ζήτησε να τον ακολουθήσω σε ένα οδοιπορικό για να μου γνωρίσει μια περιοχή που θα μου έμενε αξέχαστη. Είχε προηγηθεί κι ένα δημοσίευμά του για ένα χωριό που δεν υπάρχει πια, τον Αρτό, οπότε δέχτηκα την πρόσκληση χωρίς να το σκεφτώ καν. Η εμπειρία από την επίσκεψη αυτή μοναδική.
Εκείνος με ενθουσιασμό μικρού παιδιού παρακολουθούσε τις αντιδράσεις μου βλέποντας το τοπίο, τα μνημεία, τα ίχνη ενός πολιτισμού που χάθηκε στους αιώνες. Από σκόρπια δημοσιεύματά του είχα μια ιδέα που συμπλήρωνε η ξενάγηση και ομολόγησα, προς μεγάλη του ικανοποίηση, ότι άξιζε τον κόπο να επισκεφθώ μια τόσο ενδιαφέρουσα περιοχή άγνωστη στους περισσότερους.
Τότε μου εκμυστηρεύτηκε την πρόθεσή του να εκδώσει ένα βιβλίο για τα χωριά Κάτω Πόρος, Αρτός και Νησί. Εκείνος βέβαια είχε όλη τη διάθεση αλλά μια έκδοση δεν ήταν πάντα εύκολη υπόθεση.
Μια ακόμα προσφορά του Ομίλου
Κι εδώ έκανε το όνειρο πραγματικότητα ο Όμιλος Βαρδινογιάννη. Έμαθε ο Βαρδής την επιθυμία του συμπολίτη μας που υπερεκτιμούσε, ήταν από κοντά και ο Επίτιμος Αρχηγός Γενικού Επιτελείου Ναυτικού Γεώργιος Θεοδωρουλάκης που ήθελε να δει στο τυπογραφείο αυτή την τόσο αξιόλογη δουλειά, κι ένα πρωί ο Γιάννης Χαντουμάκης ενημερώθηκε από εκπρόσωπο του Ομίλου για τη διαδικασία προκειμένου να εκδοθεί το έργο.
Έτσι αποκτήσαμε το 2008, ένα σπάνιο σε υλικό βιβλίο με τίτλο:
«Ιστορικά και Πολιτιστικά στοιχεία των χωριών Κάτω Πόρος, Αρτός και Νησί» που πλούτιζε με φωτογραφικό υλικό και τεχνική υποστήριξη στη φωτοσύνθεση, ο πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Κάτω Πόρου Γιάννης Σταθάκης και η κόρη του Κατερίνα.
Η αφιέρωσή του μας συγκίνησε από την πρώτη ματιά. Ο συγγραφέας αφιέρωνε το βιβλίο στους γονείς του Αντώνιο και Ελένη και στη σύζυγό του Αθηνά που παρά την ασθένειά της τον ακολούθησε στα κακοτράχηλα βουνά, καθισμένη πάνω σε 4Χ4 φίλων του και δεν τον άφηνε ποτέ από τα μάτια της.
Θυμόμαστε τη συντριβή του υπέροχου αυτού ανθρώπου όταν έχασε τη σύζυγό του. Μια ευχαριστήρια επιστολή μετά την νεκρολογία, που νοιώσαμε την υποχρέωση να της κάνουμε, είναι γεμάτη από αγάπη για τη σύντροφο που έδινε νόημα και ευτυχία στη ζωή του.
Όπως τόνιζε στον πρόλογο του θαυμάσιου βιβλίου του δεν ήταν από διάθεση προσωπικής προβολής η έκδοση αυτή, αλλά από φλογερή επιθυμία να γνωρίσουν καλύτερα ιστορικοί και ερευνητές τη δυσπρόσιτη παλαιότερα περιοχή, την ιστορία και την τοπογραφία της. Επίσης τον απασχολούσε αφάνταστα η καθημερινή σχεδόν εξαφάνιση οικισμών και η λεηλασία μνημείων. Άλλωστε ο ίδιος είχε προσπαθήσει τόσο για την προστασία του χώρου που κατοικούσε. Κανένας δεν ξεχνά με πόσες θυσίες κράτησε το παραδοσιακό του σπίτι στην οδό Θεσσαλονίκης, και τις αναπαλαιώσεις που έκανε αισθανόμενος το χρέος να διατηρήσει μια κληρονομιά τέχνης και πολιτισμού που καθηλώνει τον επισκέπτη.
Αν ξεφυλλίσουμε σήμερα το βιβλίο θα δούμε κι άλλες μορφές που σήμερα μας ατενίζουν από μια άλλη κοσμική διάσταση. Θα δούμε κείμενα κι εργασίες που διατηρούν μια διαχρονική αξία, αφού αναφέρονται στην αξία της κρητικής φύσης. Γιατί ο Γιάννης Χαντουμάκης με τη μεθοδικότητα που τον διέκρινε είχε σταχυολογήσει κείμενα που είχαν σχέση με το θέμα του και είχε διανθίσει ιδανικά την έκδοσή του.
Για το συγγραφέα και το βιβλίο του είχε γράψει ο εκλεκτός συγγραφέας κ. Νίκος Ντακάκης:
Τρίτη, 8 Ιουλίου 2008
Ιστορικά και Πολιτιστικά στοιχεία των χωριών Κάτω Πόρος, Αρτός και Νησί – Ιωάννης Αντωνίου Χαντουμάκης
Τον Ιωάννη Χαντουμάκη τον γνώρισα πριν από λίγες μόνο μέρες και μάλιστα ύστερα από δική του πρωτοβουλία. Μπήκε στον κόπο να φτάσει μέχρι το Μοναστήρι τ’ Αρσανιού, στον χώρο δηλαδή όπου θα γινόταν η παρουσίαση του βιβλίου μου «Η Αδελφότης των Στεναγμών».
Με πλησίασε ευγενικά, μου συστήθηκε και μου χάρισε ένα αντίτυπο του βιβλίου του «Ιστορικά και Πολιτιστικά στοιχεία των χωριών Κάτω Πόρος, Αρτός και Νησί». Ακόμη ένας, σκέφτηκα, που η αγάπη για τον τόπο του έγινε μεράκι αρχικά, βάρος ασήκωτο στη συνέχεια, που έπρεπε με κάποιο τρόπο να εκτονωθεί, να βγει στο φως του ήλιου, να κοινοποιηθεί, να επιμεριστεί και σαν αντίδωρο να μοιραστεί σε πολλούς για να πάψει να τον πλακώνει και να τον βασανίζει.
Απόλυτα τον καταλαβαίνω και τον συμμερίζομαι πάνω σ’ αυτό. Από εκεί κι έπειτα ωστόσο αρχίζουν τα δύσκολα. Όταν έρχεται η ώρα της κρίσεως. Γιατί η πιο δύσκολη περίοδος για τον συγγραφέα ξεκινά με το που θα δοθεί η εντολή τυπωθήτω. Πράγματι από εκείνη τη στιγμή οι σημειώσεις του, τα κείμενά του, τα βιώματα, οι αγωνίες, ο κόπος και η δημιουργία του έχουν πάψει οριστικά και αμετάκλητα να είναι ιδιωτικά του μυστικά, καλά ή λιγότερο καλά κρυμμένα. Από την ώρα που ο αναγνώστης θα πάρει στα χέρια του το φρεσκοτυπωμένο χαρτί, αρχίζουν οι συζητήσεις και τα σχόλια και ο δημιουργός μπαίνει σε μια φάση αγωνιώδους αναμονής. Άραγε θα αρέσει; Πήγε χαλάλι ο μόχθος μου ή θα ακολουθήσουν κρίσεις και επικρίσεις; Θα βγαίνουν επιφωνήματα ενθουσιασμού ή θα ακούγονται μασημένα λόγια συγκατάβασης; Και το πρόβλημα επιτείνεται αν τυχαίνει ο συγγραφέας να είναι πρωτοεμφανιζόμενος και ως εκ τούτου άγνωστος στο ευρύ κοινό. Τότε κάποιοι, οι περισσότεροι, απλά τον αγνοούν και τον προσπερνούν αδιάφοροι και κάποιοι άλλοι από περιέργεια και με επιφυλακτικότητα μεγάλη ρίχνουν μια ματιά για να «γραντάρουν». Να δουν, δηλαδή, αν έχει κάτι να δώσει ή απλά ικανοποίησε κάποιο του απωθημένο. Κι αν μεν κρίνουν πως είναι της σειράς, αλίμονό του. Πάλι κι αν αξίζει, δυσπιστούν. Ευκαιριακό το θεωρούν και περιμένουν τη συνέχεια. Το στραβοπάτημα το πρώτο που θα τους δώσει το δικαίωμα να τον μειώσουν και να τον χλευάσουν. Λες κι ο μικρόκοσμος ο δικός τους δεν δικαιούται κάτι ξεχωριστό κι ο γνωστός, ο διπλανός δεν μπορεί να κρύβει για χρόνια μέσα του κι αιφνίδια να ξεδιπλώνει το όποιο του ταλέντο.
Με όλα τα παραπάνω κατά νου πήρα στα χέρια μου το βιβλίο του Χαντουμάκη και το άνοιξα. Με προσοχή ξεκίνησα την ανάγνωση και με σεβασμό το αντιμετώπισα όπως αρμόζει, άλλωστε, να συμπεριφέρεται ο καθένας μας στον κόπο του άλλου. Γρήγορα διαπίστωσα ωστόσο πως δεν είναι αρκετό ένα βιαστικό πέρασμα, έτσι από υποχρέωση, αφού το πόνημά του είναι ένας πραγματικός θησαυρός ειδικά για τους λαογράφους και τους ερευνητές. Κι αυτό γιατί περιγράφει με γλαφυρό τρόπο τα πέτρινα χρόνια της αγροτικής ζωής στο χωριό, περιβάλλον στο οποίο ανατράφηκε άλλωστε και ανδρώθηκε ο συγγραφέας. Δίνει πληροφορίες για τις συνήθειες, τα ήθη και τα έθιμα των κατοίκων, τις δοξασίες, τους θρύλους, και τις παράξενες ιστορίες της περιοχής.
Ακούραστος ο συγγραφέας δεν αρκείται στο να γράφει από μνήμης καθισμένος άνετα στην πολυθρόνα του γραφείου του, αλλά τρέχει, σκαρφαλώνει στα βουνά, αναζητά, ξετρυπώνει πληροφορίες και ιστορικά ντοκουμέντα, καταγράφει τις πηγές, τα βουνά, τα δύσβατα φαράγγια, τις σπηλιές και τα ποτάμια, φωτογραφίζει. Κι όλο αυτό το υλικό με δουλειά ατέλειωτη και με την υπομονή και τη μαεστρία της μέλισσας το αφομοιώνει, το μεταπλάθει και μας το σερβίρει ξανά, ακατέργαστο θαρρείς, σαν μέλι αγνό, για να αποτελέσει την πρώτη ύλη νέων δημιουργιών βασισμένων στην πλούσια συλλογή ιστορικών, πολιτιστικών και λαογραφικών στοιχείων του.
Πολλοί φιλοδοξούν και μπαίνουν τελικά στον πειρασμό να ασχοληθούν με το χωριό τους και να γράψουν γι’ αυτό. Επιχειρούν αρχικά μια πρόχειρη καταγραφή και δίνουν στη συνέχεια περισσότερο βάρος στα απλά καθημερινά προβλήματα της εποχής που συνδέεται με τη νεότητά τους κυρίως, αναπαράγοντας περιστατικά δραματικά ή κωμικά, στιγμιότυπα, σκηνές και πειράγματα στον τρελό του χωριού, φάρσες και γεγονότα που από πρώτη ματιά ενεργοποιούν το θυμικό και προκαλούν θλίψη ή θυμηδία στον αναγνώστη χωρίς επί της ουσίας να έχουν να προσφέρουν πολλά στον απληροφόρητο και άσχετο με την περιοχή. Αντίθετα, τον Χαντουμάκη τον διακρίνει μια αξιοπρόσεκτη μεθοδολογία τόσο στην έρευνα όσο και στην παράθεση ιστοριών και συμβάντων. Χωρίς να υστερεί στα τελευταία δίνει μεγαλύτερο βάρος στα περισσότερο ουσιώδη με αναλυτική περιγραφή της ευρύτερης περιοχής. Καταγράφει τα νερά, το κλίμα, την παραγωγή και το φυσικό περιβάλλον. Επεκτείνει την έρευνά του σε βάθος μέχρι τους Ρωμαϊκούς χρόνους, την Βενετοκρατία και την Τουρκοκρατία. Κάνει αναφορά στα γεγονότα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και στην Αντίσταση ενάντια στον κατακτητή. Και για όλα τα παραπάνω δεν αρκείται στην απλή καταγραφή σαν απόμακρος και τυπικός γραφιάς, αλλά προβληματίζεται, σχολιάζει και έχει απόψεις τις οποίες κοινοποιεί προτείνοντας παράλληλα λύσεις.
Πολλά θα μπορούσα να γράψω σχολιάζοντας το «Ιστορικά και Πολιτιστικά στοιχεία των χωριών Κάτω Πόρος, Αρτός και Νησί», αλλά δεν βρίσκεται πάντα το καλό στην ποσότητα. Ένα μόνο θα ήθελα να σημειώσω κλείνοντας. Πρόκειται για ένα βιβλίο καλογραμμένο και ευπαρουσίαστο που τιμά τους χορηγούς της έκδοσης, τους κατοίκους της περιοχής και βέβαια τον συγγραφέα.
Υπέρμαχος του «Εμείς»
Ήταν ο άνθρωπος που λάτρευε το Εμείς και ποτέ το Εγώ. Και το αποδείκνυε με τον τρόπο του και την προσφορά του. Ιδιαίτερα τον ενδιέφερε ο πάσχων συνάνθρωπος. Με βαθιά χριστιανική αντίληψη υπηρετούσε το φιλανθρωπικό έργο της εκκλησίας. Ήταν όμως και πρότυπο Ρεθεμνιώτη της παράδοσης. Το σπίτι του ήταν πάντα ανοικτό. Και έτυχε να τον δούμε, σε μεγάλες εκδηλώσεις, όπως ο Κρητικός Γάμος, που σκοπό είχαν να προβάλουν το Ρέθυμνο και τουριστικά, να στέκεται με την εξαίρετη σύντροφό του στην πόρτα και να κερνά τους αναρίθμητους περαστικούς με το χαμόγελο πάντα στα χείλη.
Αυτό το χαμόγελο τον διέκρινε πάντα. Κι ήταν κέρδος ψυχής να μιλάς μαζί του. Δίδασκε αρετή χωρίς μεγαλόσχημες φράσεις. Λάτρευε τη λαϊκή σοφία κι ήταν πάντα μετρημένος. Ακόμα και στις επισκέψεις του στην εφημερίδα για να φέρει το κείμενό του. Μετρούσε το χρόνο και τον διαχειριζόταν άψογα για να μη φέρει σε δύσκολη θέση κανέναν εργαζόμενο, καθυστερώντας τον από τη δουλειά του.
Άξιζε για το σπάνιο αυτό άνθρωπο, στον οποίο ο εθελοντισμός οφείλει τόσα πολλά, να κάνουμε ένα μικρό αφιέρωμα. Οι νέοι μας χρειάζονται πρότυπα. Και ο Γιάννης Χαντουμάκης που έφυγε για τη γειτονιά των Αγγέλων στις 17 Σεπτεμβρίου 2009, ήταν από τους αντιπροσωπευτικότερους Ρεθεμνιώτες των Γραμμάτων και Τεχνών.