Ήταν μια εποχή που η Κρήτη άχνιζε από το θυμό του μπαρουτιού αναζητώντας με πάθος τη λευτεριά της. Οι αγωνιστές άνθρωποι απλοί, αγράμματοι, άφηναν τα πάντα πίσω τους για να πολεμήσουν. Ο θάνατος στο πεδίο της τιμής ήταν περγαμηνή γενναιότητας αλλά και ο τραυματισμός υπέρβαση των ανθρώπινων αντοχών. Με πρόχειρα μέσα η περίθαλψη. Οι περισσότεροι που πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους ήταν εμπειρικοί γιατροί. Φάρμακα και υγειονομικό υλικό μόνο στη σφαίρα του ιδεατού. Σε ‘κείνη τη φάση που οι κακουχίες δοκίμαζαν σκληρότερα κι από το ζυγό, τους Κρητικούς, κάποιοι αφιέρωσαν τα νιάτα τους και τις φιλοδοξίες τους στον αγώνα.
Αν ήταν εποχή της δουλείας όλου του γένους, η αφιέρωση αυτή θα ήταν απλό καθήκον. Γιατί δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Να έχεις όμως τη δυνατότητα να εξελιχθείς επαγγελματικά στην ελεύθερη Ελλάδα κι εσύ να έρχεσαι στην Κρήτη για να προσφέρεις τις υπηρεσίες σου, είναι σίγουρα δείγμα μεγάλου ηρωισμού.
Κι όταν λέμε πως οι επιστήμονες της εποχής είχαν μεγάλες ευκαιρίες ανέλιξης, είναι επειδή οι σπουδές δεν ήταν προνόμιο των πολλών. Επομένως αυτοί που αποκτούσαν ένα επιστημονικό πτυχίο ήταν περιζήτητοι και ιδιαίτερα αξιοσέβαστοι.
Φωτεινό παράδειγμα που μας επιτρέπει να τεκμηριώσουμε τις απόψεις που καταθέτουμε στον πρόλογό μας ο γιατρός Ιωάννης Νικ. Δάνδολος, γόνος παλιάς βενετοκρητικής οικογένειας.
Γεννήθηκε το 1840 στο Ρέθυμνο και μετά τα πρώτα μαθήματα, συνέχισε σπουδές στο Γυμνάσιο της Σύρου και μετά γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1860. Φαίνεται ότι η ατμόσφαιρα επανάστασης που άρχισε να κυριαρχεί στο βασανισμένο νησί έπεισε το νεαρό επιστήμονα να σπουδάσει και ιατρική και τον Ιούλιο του 1867 φθάνει στην Κρήτη και αναλαμβάνει τη σύσταση και τη διεύθυνση ενός θεραπευτηρίου των επαναστατών στα Σελλιά Αγίου Βασιλείου. Σύμφωνα με την αναφορά στο σχετικό λήμμα της μνημειώδους αναφοράς σε Ρεθεμνιώτες που άφησαν εποχή ο κ. Γιώργος Εκκεκάκης, υποθέτει ότι την εποχή αυτή ο Ιωάννης Δάνδολος πήρε το πτυχίο του.
Ο πρώτος μάρτυρας της τραγωδίας
Στο σημείο αυτό θα πάρουμε το βιβλίο του αξέχαστου Θεμιστοκλή Βαλαρή, «Μια πόλη αναμνήσεις» και θα σταθούμε στο κεφάλαιο «Αρκάδι και το χριστιανικό Ρέθυμνο», που αναφέρει σχετικά:
«Ο Ιωάννης Δάνδολος, αδελφός της γιαγιάς μου (από την πλευρά της μητέρας μου) και πρώτος επιστήμων ιατρός που ήλθε στο Ρέθυμνο γύρω στο 1865, μου διηγείτο ότι την εποχή της ημέρας που τινάχτηκε το Αρκάδι, ήλθαν από το σπίτι του και τον πήραν είκοσι ζαπτιέδες, (στρατιώτες Τούρκοι) και τον πήγαν συνοδεία στο Αρκάδι για να περιποιηθεί τους τραυματίες.
Ως έφθασαν έφιπποι στην είσοδο του Αρκαδιού, αυτός εξεπέζεψεν από το άλογό του και ως επάτησε το πόδι του στο κατώφλι της πόρτας χώστηκαν τα μποτίνια του ολόκληρα στο αίμα.
(Σ.Σ Τα μποτίνια ήταν παπούτσια της εποχής εκείνης ψηλά, πάνω από τους αστραγάλους και με λαστιχένια πλαϊνά για να μπαίνει το πόδι εύκολα).
Επιζώντες τραυματίες ήταν ελάχιστοι και σχεδόν μόνο Τούρκοι, τους οποίους και περιποιήθηκε.
Κατά την ολιγόωρη παραμονή του εκεί, εγύρεψε τα ερείπια του Μοναστηριού, όπου και ηύρε μια πλεξούδα, την οποία του άφησαν οι Τούρκοι να πάρει μαζί του. Την εφύλαξε στο σπίτι του και μετά που πέρασαν τα χρόνια κι έγινε μουσείο στο Ρέθυμνο, την εδώρησε. Βρίσκεται ακόμα στο Μουσείο του Αρκαδίου νομίζω….»
Κι είχε δίκιο ο αξέχαστος συμπολίτης γιατί αυτή η πλεξούδα παραμένει ένα από τα σημαντικά εκθέματα του Μουσείου. Ένα ακόμα τραγικό απομεινάρι από τη συγκλονιστική πράξη εθελοθυσίας που έκανε το Αρκάδι φάρο λευτεριάς.
Δημοτικός γιατρός
Ο κ. Γιώργος Εκκεκάκης στο βιογραφικό του Ιωάννη Δάνδολου σημειώνει επίσης, ότι ήταν δημοτικός γιατρός στο Ρέθυμνο το 1884, οπότε και μίλησε κατά τα εγκαίνια της Δεξαμενής στο Μασταμπά Χαρακτηρίζεται «έγκριτος» το 1893 κ.λπ.
Ήταν πεθερός του γιατρού Γ. Πατσουράκη.
Παρουσιάζεται να έχει αρκετά περιουσιακά στοιχεία όπως σπίτι στην Πηγή.
Σημειωτέον ότι παραιτήθηκε από το βοήθημα που χορηγούσε στους αγωνιστές η Κρητική Πολιτεία. Οι χρονολογίες γεννήσεως και θανάτου είναι άγνωστες προς το παρόν, πρέπει όμως να γεννήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1840. Είναι πάντως περίεργο που σε επαγγελματικό οδηγό του 1920, αναφέρεται στο Ρέθυμνο γιατρός Ιωάννης Δάνδολος.
Το θεραπευτήριο στα Σελλιά
Για τη συμβολή του στη λειτουργία του θεραπευτηρίου στα Σελλιά, αναφέρει στο περιοδικό Κρητολογικά Γράμματα, ο Μανώλης Ε. Δετοράκης.
«Η μεγάλη Κρητική Επανάσταση του 1866-69, υπήρξε αναμφισβήτητα ένοπλη κινητοποίηση του Χριστιανικού λαού της Κρήτης, εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μεγάλης εθνικής σημασίας.
Όμως η έλλειψη ουσιαστικής προπαρασκευής και οργάνωσης και ικανοποιητικής επιμελητείας, η δυσμενής διπλωματική αντιμετώπιση του ζητήματος από τις Δυνάμεις με εξαίρεση τη Ρωσία και η ανεπαρκής στήριξη του αγώνα εκ μέρους της Ελλάδας προδίκαζαν το τραγικό τέλος της.
Ανάμεσα στα κύρια προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει η επανάσταση εκείνη, ήταν η υγειονομική περίθαλψη των αγωνιστών, αλλά και του άμαχου πληθυσμού. Οι καθημερινοί τραυματισμοί, τα λοιμώδη νοσήματα και η διαρπαγή των αποστελλομένων φαρμακευτικών και ιατρικών εφοδίων, δημιουργούσαν τεράστια προβλήματα νοσηλείας και διακομιδής, η δε ανυπαρξία οδικού δικτύου και μέσων μεταφοράς των ασθενών καθιστούσε το πρόβλημα ακόμη δυσχερέστερο. Η αναμενόμενη σωτήρια προσέγγιση των πλοίων στα Σφακιά, Σέλινο, Μπαλί, Αγία Πελαγία, Φόδελε, Ψαρή Φοράδα, Σπιναλόγκα κ.λπ. δεν ήταν τακτική κι έτσι ο εφοδιασμός των επαναστατών σε όπλα, πυρομαχικά και φάρμακα, αλλά και η παραλαβή των ασθενών και προσφύγων για μεταφορά στην Ελλάδα, παρουσίαζε μεγάλες δυσκολίες. Η υγειονομική περίθαλψη των τραυματιών και ασθενών σε μοναστήρια ή σε απρόσιτα σπήλαια κατά κανόνα από εμπειρικούς γιατρούς και όχι σπάνια από αγύρτες, πρόσθετε ένα ακόμα δραματικό στοιχείο στον άνισο εκείνο αγώνα.
Οι παντοειδείς στερήσεις, οι δυσμενείς καταστάσεις δημιουργούσαν αδιέξοδο…»
Αγώνας για λίγη κινίνη
Ο Ιωάννης Δάνδολος, όπως αναφέρει παρακάτω ο Δετοράκης, έζησε από κοντά τα προβλήματα αυτά όταν αποφάσισε να αναλάβει το θεραπευτήριο των Σελλιών Αγίου Βασιλείου που φαίνεται ότι συστήθηκε τον Ιούλιο του 1867. Βοηθό είχε τον εμπειρικό γιατρό Λαμπρινό Ν. Λαμπράκη με πιθανή καταγωγή από την Κίσσαμο.
Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον έγγραφο στη Γενική Συνέλευση και Προσωρινή Κυβέρνηση της Κρήτης, δείχνει τι αντιμετώπιζαν οι γιατροί αγωνιζόμενοι κάτω από απερίγραπτες συνθήκες να ανακουφίσουν τον ανθρώπινο πόνο.
Σελιά 24/9/1867
«Πληροφορηθείς ότι εσχάτως απεστάλη προς Υμάς αρκετόν ποσόν κινίνης, σπεύδω να σας παρακαλέσω να μοι αποστείλητε τουλάχιστον 5 βάζα εξ αυτής, διότι και ως ίσως σας είναι γνωστόν επιπολάζουν διαλείποντες πυρετοί και κατά συνέπειαν εξώδευσα όσην είχον κινίνη ν και μάλιστα ηναγκάσθην και ηγόρασα παρά τινος χωρικού πέντε βάζα αντί 130 γροσίων. Εισέτι όμως υπάρχει μεγίστη ανάγκη καθόσον ακόμη επιμένουν οι πυρετοί και ουδείς άλλος υπάρχει προς τα μέρη ταύτα ιατρός και σχεδόν άπασαι αι επαρχίαι του τμήματος τούτου προστρέχουν εις εμέ και κινίνη δεν υπάρχει. Αν λοιπόν αποφασίσητε να μοι αποστείλητε όσον σας γράφω, δύνασθε να μοι το αποστείλητε είτε δια του εν Καλλικράτει καπετάν Παντελή είτε δι’ άλλου ασφαλούς και ει δυνατόν ταχέως. Κατόρθωσα προχθές και έλαβον παρά του ιατρού της Ρώσικης φρεγάτας της προσορμοσθείσης εσχάτως εις Φραγκοκάστελλον 3 βάζα και σχεδόν εξωδεύθη το ήμισυ.
Μένω με την διαβεβαίωσιν της εξαιρέτου προς υμάς υπολήψεώς μου.
Ο ιατρός
Ιωάννης Ν. Δάνδολος»
Λεπτομερείς καταστάσεις ασθενών
Ιδιαίτερον ενδιαφέρον από ιστορικοϊατρικής απόψεως παρουσιάζουν οι δυο λεπτομερείς καταστάσεις των ασθενών των μηνών Οκτωβρίου και Νοεμβρίου του 1867 που νοσηλεύτηκαν στο θεραπευτήριο των Σελλιών.
Η έκθεση περιλαμβάνει ονομαστικό κατάλογο 36 ασθενών μαχητών, με σημαντικές πληροφορίες για την καταγωγή, το σώμα που ανήκαν, την ηλικία, την ημερομηνία εισόδου και την κλινική διάγνωση του νοσήματος. Από τους 36, τρεις μόνο ήσαν Κρητικοί και οι λοιποί Έλληνες εθελοντές ηλικίας 16 έως 62 χρόνων.
Αυτά είναι και τα στοιχεία που κάνουν την εργασία αυτή του Μανώλη Δετοράκη εξαιρετικά ενδιαφέρουσα.
Από τις διηγήσεις του εξάλλου, που μας διέσωσε ο ανιψιός του Θεμιστοκλής Βαλαρής στο βιβλίο του «Μια πόλη αναμνήσεις», έχουμε πολλά και ενδιαφέροντα στοιχεία για το χριστιανικό Ρέθυμνο.
Περιγραφή μιας άλλης εποχής
Αναφέρει σχετικά ο συγγραφέας:
«Όσον αφορά τις διηγήσεις του για τη ζωή και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες εκυλούσαν τα παλαιά δι εκείνον χρόνια, θυμούμαι ότι μου διηγείτο ότι, όταν οι Τούρκοι επήραν την Κρήτη από τους Βενετσιάνους και κατόρθωσαν να βγουν και να καταλάβουν την ύπαιθρο, υποχρεώσαν όλους που διατηρούσαν μεγάλα υποστατικά, να τα εγκαταλείψουν και να εγκατασταθούν στην πόλη μέσα και τούτο δια δύο λόγους. Πρώτον για να διαρπάσουν τα υπάρχοντά τους και δεύτερον για να τους έχουν ομήρους.
Εις τους άλλους νομούς συνέβη το ίδιο, με την διαφορά ότι τους πλείστους από αυτούς υπεχρεώσαν και ήρθαν στο Ρέθυμνο να εγκατασταθούν, γιατί ήταν ο πτωχότερος Νομός της Κρήτης και με ολίγα άγονα χωράφια ως αποζημίωση, εκαρπούντο οι Τούρκοι τα πλούσια ιδικά των.
Χαρακτηριστικό αυτών των οικογενειών ήταν το όνομά των που δεν κατέληγε σε -άκις
Θα αναφέρω μερικά ονόματα των οικογενειών αυτών: Βλαστοί, Καλλέργοι, Σκορδύληδες, Μουσούροι, Μοάτσοι, Σπανδάγοι, Τσουδεροί, Σαουνάτσοι, Δανδόλοι, Καφφάτοι, Τριφύλληδες, Ασκούτσηδες, Σκουλούδηδες, Αετοί και πολλοί άλλοι που δεν θυμάμαι.
Ακόμη σώζονται μερικά σπίτια που ανήκαν στις παλιές αυτές οικογένειες, σχεδόν όμως όλα με άλλους ιδιοκτήτες.
Αυτά τα σπίτια είναι επί της μιας πλευράς της οδού Αρκαδίου και όχι επί της προς τη θάλασσα πλευράς, διότι τότε η άμμος έφθανε και εκάλυπτε όλο το δρόμο και τα κύματα σπούσαν πάνω στα σπίτια, δια το λόγο δε αυτό και οι γωνιές των σπιτιών ήταν ενισχυμένες και με σκάρπα…»
Αξίζει να έχετε στη βιβλιοθήκη σας το βιβλίο αυτό του Θεμιστοκλή Βαλαρή «Μια πόλη αναμνήσεις». Ιδιαίτερα στο κεφάλαιο για το Δάνδολο μας περιγράφει λεπτομερώς τη γειτονιά από την πλατεία του Άγνωστου Στρατιώτη και συνέχεια της Αρκαδίου.
Και καταλήγει:
«Εννοείται ότι μέσα στην πόλη και γύρω στην Παναγία (τωρινή Μητρόπολη) και Αγία Βαρβάρα ήταν των περισσότερων οικογενειών τα σπίτια.
Κοντολογίς το τότε Χριστιανικό Ρέθυμνο άρχιζε από τη Γωνία Σκουλούδη να πάει στα μπεντένια (νυν οδός Κ. Γερακάρη) να πάει αρχή της εκκλησίας των 4ων Μαρτύρων και μια νοητή γραμμή να φτάνει ως την αρχή της οδού Σουλίου, τότε μπετσαξίδικα και από εκεί προς τη θάλασσα ως τη Γωνία Παπαδάκη Αυτό ήταν όλο κι όλο το χριστιανοκρατούμενο Ρέθυμνο.
Στην παλιά πόλη από το Μουσείο, τότε Λότζια, όπου έφτανε το λιμανάκι και μέσα ως την πλατεία Νομαρχίας ήταν τα μέγαρα των Βενετσιάνων πολλά των οποίων σώζονται ακόμη και εις τα οποία εγκαταστάθηκαν οι κατακτηταί Τούρκοι».
Με τις μαρτυρίες αυτές που είχε τη σοφία να καταγράψει ο Θεμιστοκλής Βαλαρής, ο αγωνιστής γιατρός Ιωάννης Δάνδολος, μας διασώζει το Ρέθυμνο που δεν ξέρουμε. Μια εικόνα που θα είχε χαθεί στη λήθη αν δεν την κρατούσε ατόφια η γραπτή και προφορική παράδοση.
Και δεν ήταν η μόνη προσφορά στον τόπο του Ιωάννη Δάνδολου. Ενός γνήσιου αγωνιστή που ποτέ δεν θέλησε να εξαργυρώσει με συντάξεις και προνόμια την πολύτιμη προσφορά του στην πατρίδα.