Είναι ανέλπιστη καλοτυχία για την όμορφη πόλη μας, αυτό το πολιτιστικό φαινόμενο που αναφαίνεται από καιρό εις καιρόν στο συγγραφικό προσκήνιο, που συνεχίζεται ακατάπαυστα και τιμά δεόντως τον τόπο μας. Πρόκειται για τις αλλεπάλληλες εκδόσεις βιβλίων με το αξιομνημόνευτο παρελθόν των τοπικών κοινωνιών. Αυτές οι ανεξίτηλες αναμνήσεις με τις πολιτιστικές εκφάνσεις και τον πάλαι ποτέ τρόπο ζωή της γενέτειρας, υποδηλώνουν, αν μη τι άλλο, μιαν εκλεπτυσμένη ευαισθησία ενεργών συμπολιτών (φιλολόγων, διδασκάλων, διανοουμένων κ.λπ.) στο πνευματικό γίγνεσθαι και τεκμηριώνουν την αδιάπτωτη συνέχεια της ρεθεμνιώτικης πολιτιστικής παράδοσης. Διακατεχόμενοι οι συγγραφείς από αίσθημα ιστορικής ευθύνης, θέλουν να αποτυπώσουν, για να μείνουν χαραγμένα στη θύμηση, μαρτυρίες, μνήμες, προσφιλείς παραδόσεις και φωτογραφίες, ώστε να μην περιέλθουν στη λήθη.
Η συντοπίτισσα Καδιανή – Τζουλάκη – Δημητρακάκη σύζυγος του τραπεζικού στελέχους Αντώνη Δημητρακάκη είναι καταξιωμένη επιστήμων με σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (δίπλωμα της Φιλοσοφικής Σχολής, Τμήμα Κλασικών Σπουδών, φιλόλογος). Διαπνεόμενη από πηγαία αισθήματα για τη γενέθλια γη (Λαμπιώτες) και με ιστοριοδιφικό ζήλο ανέσυρε από αξιόπιστες πηγές, τόσο ιστορικών της ενετοκρατίας (Barocci, Pashley, Gerola) όσο και ημετέρων (Ψιλάκης, Καλακύρης, Βαρούχας) και από άλλες δυσεύρετες, βιβλιογράφικα στοιχεία και ανεξερεύνητα και τα ‘φερε στο φως. Η σεμνή συγγραφέας, μας ταξιδεύει, σε μιαν ιστορική αναδρομή για να εκθειάσει, τόσο το προγενέστερο, όσο και το πρόσφατο παρελθόν της ηρωικής γενέτειρας (βλ. σελ. 61). Αφήνει τη σκέψη να περιπλανηθεί εξερευνητικά, καταγράφοντας παραστατικά εμπεριστατωμένα και με ευαισθησία σε όλες τις διαστάσεις και σε όλες τις παραμέτρους, παραδόσεις, προηγούμενες αξιόλογες καταστάσεις, πλούσιες, ξεχωριστές ιστορίες, αλλά και βιωματικά στοιχεία που αντανακλούν προσωπικές εμπειρίες.
Αλλά από πού προέρχεται η ονομασία του χωριού Λαμπιώτες; Όπως και το χωριό Λαμπινή η ονομασία οφείλεται- στην Αρχαία πόλη Λάμπη ή Λάμπα και δεν προέρχεται από την αρχαία πόλη Λάππα σύμφωνα με τον Eckel. Το χωριό Λαμπιώτες, σύμφωνα με τα αδιάσειστα στοιχεία της συγγραφέως, η οποία έχει εγκύψει δεόντως στην ιστοριογραφία, οφείλουμε να δεχθούμε ως ορθό, εποικίσθηκε από τους κατοίκους της Αρχαίας πόλης Λάμπης.
Οι τοιχογραφίες – αγιογραφίες των Ι. Ναών στην περιφέρεια του χωριού, αν και διατηρούνται ελάχιστα από την αλλοίωση και τη φθορά του χρόνου, εν τούτοις τα ελάχιστα εναπομείναντα «δείγματα» μορφών και σχημάτων παραπέμπουν σε εκείνη την ξεχωριστή λαμπρότητα, την αίγλη και το μεγαλείο του Βυζαντινού πολιτισμού, που τόσο παραστατικά αναφέρει στο βιβλίο της η κ. Γλύκατζη Αρβελέρ «Γιατί το Βυζάντιο». Επομένως την πιστή φωτογράφηση των εικόνων από τη συγγραφέα, στη σημερινή δυσδιάκριτη, κακοποιημένη μορφή, θα την έλεγα ως λίαν εύστοχη.
Έχω μια ένσταση για το ατυχές ονομάτισμα του καποδιστριακού Δήμου Κουρητών. Τι ήταν οι Κουρήτες; Σύμφωνα με την παράδοση επρόκειτο για μυθολογικά όντα, για ευφυείς δαίμονες, οι οποίοι χτυπούσαν τις ασπίδες τους και χόρευαν ένα οργιαστικό χορό, για να μην ακούσει ο Κρόνος τα κλάματα του βρέφους. Σύμφωνα με μια προφητεία ο Κρόνος θα εκθρονιζόταν από κάποιο παιδί του και κατάπινε όλα εκείνα τα οποία γεννούσε η Ρέα. Επομένως οι Κουρήτες ήταν, πρόσωπα αποκρουστικά. Η εύστοχη ονομασία του Δήμου θα ήταν όπως και του παλαιού, ο οποίος λεγόταν Πανακρέων.
Προστάτης του χωριού είναι ο Άγιος Κήρυκος. Ο παιδικός Άγιος μαρτύρησε μαζί με τη μητέρα του Ιουλίττα, η οποία αποκεφαλίστηκε μετά από φρικτά βασανιστήρια. Η αναφορά της συγγραφέως σ’ αυτές τις δύο Άγιες προσωπικότητες συγκινεί βαθιά τον αναγνώστη για την ακλόνητη πίστη τους.
Είναι τραγικό το γεγονός ότι η Κρήτη πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος, με τις εκατόμβες νεκρών, στις επαναστάσεις και στους πολέμους. Η Καδιανή Τζουλάκη – Δημητρακάκη, με τον ερευνητικό της ζήλο, κατάφερε να συλλέξει από γραπτές πηγές και προφορικές παραδόσεις, πλείστα ονόματα και μαρτυρίες, και φωτογραφίες χωριανών της, που έχυσαν το αίμα τους για την ελευθερία της πατρίδας. Η συγγραφέας αναφέρεται με το δέοντα σεβασμό σε επαναστάσεις, σε μάχες, σε αιματηρούς, μεγαλειώδεις αγώνες, σε ανελέητες συγκρούσεις. Ανατρέχει σε άγνωστα ονόματα προγόνων αποτίοντας ένα ηθικό χρέος στη μνήμη τους, που αντανακλά τα διάχυτα αισθήματα της συγγραφέως στο γραφικό και ιστορικό χωριό της.
Τα τοπωνύμια του κάθε χωριού είναι στενά συνδεδεμένα με τη μορφή και τη βλάστηση του εδάφους με την ιστορία, τα έθιμα και τις παραδόσεις. Η Καδ. Τζ. Δημ. διασώζει ένα σημαντικό αριθμό τοπωνυμίων, που μέρα με τη μέρα χάνονται από το λεξιλόγιο των νεότερων.
Η συγγραφέας αναφέρεται επίσης στα έθιμα που χάθηκαν, είτε διασώζονται σε λανθάνουσα μορφή. Απογοητεύει το γεγονός ότι οι παγιωμένες συνήθειες των κοινωνιών που διαμορφώθηκαν από μακρά παράδοση, επιβιώνουν σήμερα στοιχειωδώς από γενιά σε γενιά.
Πολλά έθιμα χαρακτηριστικά, αλλά σήμερα ξεχασμένα, περιλαμβάνει ο γάμος, όπως ήταν η γραφική και πανηγυρική πομπή της συνεπαρσάς με τα ατίθασα άλογα και τους έμπειρους αναβάτες να αποδύονται σε ένα συναγωνισμό, ποιος θα φτάσει πρώτος στο σπίτι της νύφης, για να φέρει το χαρμόσυνο άγγελμα και να πάρει τον «τζεβρέ» βραβείο.
Η συγγραφέας εξ’ άλλου παραθέτει ακέραια πολλά επίσημα έγγραφα, νοταριακά (συμβόλαια) του Μανουήλ Βαρούχα, σχετικά με πωλήσεις κτημάτων, εκτιμήσεις, εμφυτεύσεις, συμβάσεις, ανταλλαγές ακόμα και προικοσύμφωνα και χειρόγραφα.
Αξίζει κάθε έπαινος στην προικισμένη φιλόλογο Καδιανή Τζουλάκη Δημητρακάκη, γιατί ενέσκηψε με σεβασμό, ανέσυρε μετά από εμπεριστατωμένη έρευνα και διέσωσε πλείστα στοιχεία του λαογραφικού μας πολιτισμού, αγνοημένα και ξεχασμένα. Με άψογο χειρισμό της γλώσσας, με σαφήνεια, διαύγεια και με βαθύ σεβασμό συγκέντρωσε και δημοσίευσε αυτήν την αληθινή εθνική ταυτότητα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν κάθε πτυχή της ιστορίας και της λαογραφίας της ευάνδρου γενέτειρας.
Εκτύπωση, βιβλιοδεσία, σελιδοποίηση: «Γραφοτεχνική Κρήτης».