«Κλειδί» για την πρόληψη αλλά και την αντιμετώπιση του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού, αποτελεί η καλή και ποιοτική επικοινωνία των γονιών με τα παιδιά τους. Αυτό είναι που φαίνεται τα τελευταία χρόνια να φθίνει και να δημιουργεί επιπτώσεις στα παιδιά τα οποία κλείνονται στον εαυτό τους, εγκλωβίζονται αναζητώντας σιωπηλά χέρι βοήθειας.
Τον ρόλο του οικογενειακού περιβάλλοντος από τη μια αλλά και φυσικά το ρόλο των εκπαιδευτικών και τη συνεργασία μεταξύ των δύο, επεσήμανε στη διάρκεια σχετικής εκδήλωσης για το θέμα ο Γιώργος Μόσχος, από τον Συνήγορο του Παιδιού.
Ο Συνήγορος του Παιδιού κάνει διαρκώς παρεμβάσεις στα σχολεία και έχει την ευκαιρία, να συνομιλεί με μαθητές και μέσα από το διάλογο να «ξεκλειδώνει» τα παιδιά που μοιράζονται μαζί τους σκέψεις, φόβους ανησυχίες.
Ο κ. Μόσχος μιλώντας για την εμπειρία αυτή, τόνισε χαρακτηριστικά: «Ήδη από το 2004, όταν κουβεντιάζαμε μαζί με τα παιδιά, μας αναδείκνυαν και κάποια άλλα ζητήματα που πιθανώς δεν ακουμπάνε επαρκώς στους μεγάλους. Δηλαδή ότι έχουν μεγαλύτερη ανάγκη σχέσεων επικοινωνίας και εμπιστοσύνης με τους μεγάλους είτε είναι οι γονείς τους είτε είναι οι δάσκαλοί τους, είτε είναι τα ενήλικα πρόσωπα της ζωής. Τα παιδιά λοιπόν, μας αναδείκνυαν πάντοτε και τον τελευταίο καιρό ακόμα περισσότερο ότι δεν είναι η βία μεταξύ τους και το bullying το μεγάλο πρόβλημα της ζωής τους. Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι μεγαλώνουν σε μία κοινωνία που έχει πολλαπλές πιέσεις, ανασφάλειες, δυσκολίες και μερικές φορές και πολλές μορφές βίας τριγύρω τους και οι μεγάλοι είμαστε απόντες ή δεν μπορούμε να τα ακούσουμε με προσοχή. Η τελευταία χρονιά ήταν μία χρονιά που και λόγω της υπόθεσης Γιακουμάκη υπήρξε μία πολύ μεγάλη ευαισθητοποίηση της κοινωνίας για το θέμα του εκφοβισμού και της βίας μεταξύ ανηλίκων και νεαρών ενηλίκων».
Ο ίδιος τόνισε πως το τελευταίο διάστημα ο Συνήγορος του Παιδιού έγινε δέκτης πάρα πολλών «καταγγελιών», όμως όπως τόνισε χαρακτηριστικά κανένας από τους καταγγέλλοντες γονιούς δεν ανέλαβε την ευθύνη του για τα δικά του ίσως λάθη, που οδήγησαν σε μια τέτοια κατάσταση, τονίζοντας χαρακτηριστικά: «πίσω από τις καταγγελίες βλέπει κανένας πιθανώς και την απουσία του γονικού ρόλου. Δηλαδή πάρα πολλοί γονείς καταγγέλλουν το σχολείο, τους άλλους γονείς, χωρίς όμως να έχουν κάνει αυτοί οι ίδιοι τη δουλειά που χρειάζεται για να «οχυρώσουν» και να βοηθήσουν τα παιδάκια τους. Και πραγματικά είναι λάθος, εξαιτίας πιθανώς και της μεγάλης δημοσιότητας που έχει δοθεί στο bullying, να έχει πανικοβληθεί ο γονιός και να βλέπει παντού φοβικές καταστάσεις για τα παιδιά του. Αυτό όμως που έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια και πρέπει να μας απασχολήσει όλους, είναι η ανασφάλεια και η αίσθηση που έχουν τα παιδιά ότι ζουν σε μία κοινωνία που δεν μπορεί να τους διαβεβαιώσει τι θα συμβεί την επόμενη μέρα. Και όταν συμβαίνει κάτι ανεπιθύμητο στη ζωή τους που είναι είτε μία πράξη βίας από έναν συμμαθητή τους είτε ένα παιχνίδι που καταλήγει σε πρόκληση πόνου – και αυτό συμβαίνει είτε στον ρεαλιστικό κόσμο είτε στον διαδικτυακό κόσμο πολύ συχνά- ο ένας με τον άλλον κάνουν διάφορα: από φάρσες μέχρι ενέργειες που προξενούν πόνο το ένα παιδί στο άλλο, δυστυχώς δεν το μοιράζονται εύκολα τα παιδιά μ’ εμάς τους μεγάλους: τους γονείς, τους δασκάλους τους, τους ανθρώπους που έχουν την ευθύνη για τη ζωή τους. Πιο εύκολα θα το μοιραστούν μαζί τους στα πηγαδάκια, στα διαδικτυακά (φόρουμ, τσατ κ.λπ.) και αυτό πού καταλήγει; Στο ότι πραγματικά εμείς όταν πληροφορηθούμε το γεγονός πέφτουμε απ’ τα σύννεφα και ξαφνικά προσπαθούμε πυροσβεστικά να κάνουμε κάτι».
«Να αναλογιστούν τις ευθύνες τους γονείς και εκπαιδευτικοί»
Για το λόγο αυτό ο κ. Μόσχος επέστησε την προσοχή των γονιών, τονίζοντας χαρακτηριστικά: «Ο στόχος μας είναι να βοηθήσουμε τους γονείς στο να αναλογιστούν τις προσωπικές τους ευθύνες στις σχέσεις με τα παιδιά τους, δηλαδή να βρίσκονται κοντά, να τα ακούν, να συζητούν μαζί τους, να μη θυμηθούν ξαφνικά ότι υπάρχουν σαν γονείς ψυχικά και μέχρι τότε να υπήρχαν μόνο υλικά. Γιατί γονείς υπάρχουμε, υλικά όσο μπορούμε δίνουμε και ξεχνάμε τον άλλον ρόλο μας: τη σχέση με το παιδί.
Δεύτερον: να βοηθήσουμε τα παιδιά να μιλούν και σε τρίτους. Αν οι δάσκαλοι ή κάποιοι ειδικοί ψυχικής υγείας που θα έρθουν στα σχολεία ή που θα βρίσκονται στην κοινότητα ή στο κέντρο πρόληψης ή διάφορες άλλες μονάδες που μπορούν να παράσχουν τη δυνατότητα ενός καλού ακροατή, μπορούν να ακούσουν το δυσκολεμένο παιδί, τότε πραγματικά θα έχει και άλλες διεξόδους που δεν θα το αφήσουν να φτάσει στην ενήλικη ζωή και να κρύβεται μέσα του και να φοβάται να δηλώσει ότι κακοποιείται ή ότι κάποιοι παίζουν σε βάρος του», ενώ σημείωσε τον καθοριστικό ρόλο των παιδιών ή ενηλίκων παρατηρητών, τονίζοντας πως: «πάρα πολύ σημαντικό για εμάς είναι το σχολείο να αναπτύξει μία λογική ευθύνης και στα παιδιά «μάρτυρες», στα παιδιά που είναι δίπλα. Γιατί μεγάλο κομμάτι από τις μορφές βίας θα μπορούσε να μειωθεί αν έβγαιναν οι ίδιοι οι συνομήλικοι και έλεγαν «Στοπ! Ας σταματήσουμε, δεν είναι σωστό, ο συμμαθητής μας νιώθει άσχημα. Η συμμαθήτριά μας έχει βρεθεί σε δύσκολη θέση. Πλάκα-πλάκα αλλά πρέπει κάπου να βάλουμε ένα φρένο.» Γι’ αυτό πρέπει να εκπαιδεύσουμε τα παιδιά, να το κάνουμε αυτό από νωρίς. Εμείς λοιπόν προτείνουμε το σχολείο, από το νηπιαγωγείο, να ξεκινήσει όσο γίνεται περισσότερο να έχει εκπαιδευτικές δράσεις βιωματικού χαρακτήρα που να μαθαίνουμε να σεβόμαστε ο ένας τον άλλον. Να μαθαίνουμε να συνυπάρχουμε, να λύνουμε τις ενδεχόμενες διαφορές μας ή συγκρούσεις μας αλλά και να ενεργοποιούμαστε όταν κάτι στραβό γίνεται δίπλα μας. Αυτή είναι η έννοια των δικαιωμάτων. Αυτό για μένα είναι τεράστιας σημασίας, βέβαια οι εκπαιδευτικοί για να το κάνουν αυτό πρέπει να βοηθηθούν κι απ’ την πολιτεία, να τους δώσει και τα εργαλεία κ.λπ».
Απαραίτητη η ενεργοποίηση όλων των φορέων
Κρίσιμη και καθοριστική χαρακτήρισε την ενεργοποίηση όλων των φορέων που μπορούν να υποστηρίξουν τα παιδιά είτε σε επίπεδο πρόληψης είτε σε επίπεδο αντιμετώπισης του φαινομένου ο κ. Μόσχος.
«Χρειάζεται οπωσδήποτε να ενεργοποιήσουμε όλους τους φορείς που μπορούν να βρεθούν κοντά στα παιδιά, να τα καταλάβουν, να τα υποστηρίξουν και βεβαίως να οριοθετήσουν τις συμπεριφορές. Κι εμείς, εκεί είναι η παρέμβασή μας και προς τα υπουργεία, δηλαδή, γονείς: να τους μάθουν να είναι κοντά στα παιδιά, δάσκαλοι και εκπαιδευτικό σύστημα: να έχει περισσότερη συμμετοχή, διάλογο, κατανόηση των δικαιωμάτων και του σεβασμού των δικαιωμάτων των άλλων, καθώς και εμπέδωση του πώς διαχειρίζομαι τη σύγκρουση στη δυσκολία και πώς βάζω όρια στην πλάκα για να μη φτάνει να γίνεται μερικές φορές τυραννία. Και οι κοινωνικές υπηρεσίες της κοινότητας να είναι κοντά στα σχολεία, κοντά στους γονείς, διαθέσιμα και βεβαίως διαρκώς να μην ντρεπόμαστε αν χρειάζεται να απευθυνθούμε εκεί πέρα», υποστηρίζοντας με έμφαση πως πρέπει επιτέλους και οι ενήλικες να σταματήσουν να θεωρούν ταμπού την επίσκεψη σε έναν ειδικό, αλλά και τις όποιες άλλες αντιλήψεις και νοοτροπίες που μόνο κακό κάνουν στα παιδιά, και καταλήγοντας ξεκαθάρισε: «Πρέπει επιτέλους να μπει ένα τέλος στα στεγανά και τις προκαταλήψεις, όπως ότι δεν θα παρέμβω στου γείτονά μου τα πράγματα. Δεν είναι έτσι, όταν συμβαίνει κάτι στραβό δίπλα μου θα πρέπει να το καταγγείλω ή να το σταματήσω. Στεγανά σύμφωνα με τα οποία οι άντρες που είμαστε κάποιοι και όποιο αγόρι έχει λίγο διαφορετική συμπεριφορά το καταδικάζουμε και το θεωρούμε ότι είναι αποφευκταίο. Προκαταλήψεις που είναι σεξιστικές, κάποιες αντιλήψεις μέσα στην κοινωνία τις οποίες σιγά-σιγά θα πρέπει να τις αφήσουμε πίσω και βεβαίως και την παραδοσιακή αντίληψη ότι «το ξύλο βγήκε απ’ τον παράδεισο» που το έχουμε ακόμα σε πάρα πολλά σπίτια και αντί να χτυπάμε τα παιδιά μας, να τα ακούμε περισσότερο και να είμαστε κοντά τους, ώστε να αφουγκραζόμαστε την πραγματικότητα της ζωής τους».
«Το παιδί αντιμέτωπο με τη βία στην οικογένεια και το σχολείο», ήταν ο τίτλος της ημερίδας που διοργάνωσε το απόγευμα της Δευτέρας ο Συμβουλευτικός Σταθμός Νέων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Π.Ε. Ρεθύμνης και το Κέντρο Πρόληψης των Εξαρτήσεων και Προαγωγής της Ψυχοκοινωνικής Υγείας Π. Ε. Ρεθύμνου, σε συνεργασία με τον Οργανισμό κατά των Ναρκωτικών (ΟΚΑΝΑ).
Η κυρία Ειρήνη Αντωνάκη υπεύθυνη του Συμβουλευτικού Σταθμού, ανέφερε: «Ο ρόλος του Συμβουλευτικού Σταθμού είναι η ψυχοκοινωνική συμπαράσταση κι ενίσχυση καθηγητών, μαθητών και γονέων. Οπότε κάνουμε συμβουλευτική βραχείας διάρκειας σε μαθητές κι αν μαζί με τον ψυχολόγο δούμε ότι χρήζουν ιδιαίτερης ψυχολογικής υποστήριξης, τα παραπέμπουμε σε ειδικούς φορείς. Παράλληλα, διοργανώνουμε προγράμματα πρόληψης και παρεμβατικά στα σχολεία ομαδικά για διάφορα θέματα που τους ενδιαφέρουν (διαχείριση άγχους, σχολικός εκφοβισμός, ασφάλεια και διαδίκτυο κ.λπ.). Επίσης διοργανώνουμε σεμινάρια κι ενημερώσεις σε εκπαιδευτικούς, σεμινάρια κι ενημερώσεις σε γονείς για να ανταποκρίνονται καλύτερα στο ρόλο τους, καθώς και ημερίδες για το ευρύτερο κοινό.
Σαν Συμβουλευτικός Σταθμός, θα θέλαμε να υπάρχει περισσότερη συνεργασία μεταξύ σχολείου – οικογένειας – κοινωνίας – φορέων για την προαγωγή της ψυχικής υγείας των μαθητών καλύτερα και την πρόληψη και αντιμετώπιση της βίας».