Πριν από χρόνια ένας φίλος ψυχολόγος μου διηγήθηκε την παρακάτω ιστορία. Έκανε την πρακτική του σε κάποιο μεγάλο νοσοκομείο της Αμερικής, όταν ο επιβλέπων καθηγητής του τον ρώτησε πόσους κατά τη γνώμη του ασθενείς θα κουράριζε κατά τη διάρκεια της καριέρας του ως ψυχοθεραπευτής. Ο ψυχολόγος απάντησε, κάνοντας μια γρήγορη εκτίμηση για 30 χρόνια εργασίας, περίπου χίλιους. Από αυτούς, συνέχισε ο καθηγητής, πόσους θα συναντήσεις με κατάθλιψη και τάσεις αυτοκτονίας; Ο ψυχολόγος εκτίμησε περίπου εκατό. Και τώρα, συνέχισε ο καθηγητής, πόσους από αυτούς τελικά θα χάσεις (θα αυτοκτονήσουν); Ο νεαρός ψυχολόγος απάντησε δέκα. Για σκέψου, τον ρώτησε λοιπόν ο καθηγητής του, να είναι αυτοί οι πρώτοι δέκα ασθενείς σου!
Είναι εύκολο σε καθεστώς συναισθηματικής φόρτισης να μη βλέπουμε τη μεγάλη εικόνα, ενώ η αντίδραση στην αποτυχία και ειδικά σε μια σειρά από αποτυχημένες προσπάθειες, συχνά είναι η παραίτηση. Το ίδιο φαίνεται να συμβαίνει και στην πολιτική. Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μια σταθερή παραίτηση και απαξίωση των πολιτών της χώρας όσο αφορά τη συμμετοχή τους στα κοινά και ιδιαίτερα στην εκλογική διαδικασία. Τα ποσοστά αποχής σε κάθε εκλογική αναμέτρηση διαδοχικά αυξάνονται. Δεν είναι παράξενο. Τα χρόνια της κρίσης οι πολίτες έχουμε οδηγηθεί σε απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις με όλο και πιο απογοητευτικά αποτελέσματα ως προς την ικανότητα των κυβερνόντων να βγάλουν τη χώρα από αυτή. Από το κακό στο χειρότερο! Γιατί ακόμη και ο πιο αισιόδοξος κυβερνητικός παράγοντας, ακόμη και η ίδια η κυρία Γεροβασίλη με το απαστράπτον χαμόγελο δε μπορεί να ισχυριστεί ότι η καθημερινότητά μας κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ Α’ και Β’ έχει βελτιωθεί! Τα αποτελέσματα είναι αντιστρόφως ανάλογα των εξαγγελιών τους. Ίσως να το αντιλαμβάνεται αυτό πλέον και η κυβέρνηση και ετοιμάζει «ηρωική έξοδο». Οι επίμονες ανακοινώσεις κυβερνητικών παραγόντων, ακόμη και του ίδιου του πρωθυπουργού, για τη διεξαγωγή εκλογών το φθινόπωρο του 2019, σε συνδυασμό με την «πρεμούρα» ψήφισης του εκλογικού νόμου και τη γενικότερη αναξιοπιστία στα λεγόμενά τους, μπορεί να είναι στην πραγματικότητα προάγγελος του αντιθέτου.
Για την επόμενη εκλογική αναμέτρηση όμως -όποτε κι αν συμβεί- προέχει η αύξηση του ποσοστού συμμετοχής σε αυτή. Πρέπει να ενισχύσουμε τη δημοκρατία μας. Κάτι τέτοιο δε φαίνεται να συμφέρει το κυβερνόν κόμμα. Γι’ αυτό άλλωστε αρνήθηκε επιμελώς τη ρύθμιση που θα έδινε δικαίωμα επιστολικής ψήφου στους Έλληνες και Ελληνίδες του εξωτερικού. Αλλά ούτε ο παραδοσιακός δρόμος της πόλωσης ανάμεσα σε κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση θα φέρει τους πολίτες στις κάλπες, όπως έδειξαν οι εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Οι ψηφοφόροι έχουν παραιτηθεί και θα συνεχίσουν να έχουν γυρισμένη την πλάτη στο πολιτικό σύστημα όσο πολιτικοί παλιάς κοπής επιμένουν στη λογική της δυνατότερης φωνής κι όχι της σοβαρότερης πρότασης. Παρατηρείστε ποιοι ανεβάζουν τους τόνους και θα καταλάβετε.
Ναι, οι ως τώρα κυβερνήσεις της κρίσης απέτυχαν. Σημασία όμως αυτή τη στιγμή έχουν τα διδάγματα από την αποτυχία τους και όχι ο εγκλωβισμός σε μια ακόμη υπόσχεση για «εξεταστική των πραγμάτων επιτροπή», που μόνο στείρες αντιπαλότητες μπορεί να υποδαυλίσει. Η χώρα χρειάζεται ένα νέο, ρεαλιστικό σχέδιο ανασυγκρότησης, ευρύτερες συμφωνίες και συνεργασίες για να πραγματοποιηθεί, ξεκάθαρο, δεσμευτικό πλαίσιο και κανόνες εφαρμογής και πάνω από όλα την πίστη ότι σε πείσμα όλων των μέχρι τώρα κακοδαιμονιών μας, θα τα καταφέρουμε.
Μπορεί να είναι οι πρώτοι δέκα… μπορεί να είναι και οι τελευταίοι. Από εμάς εξαρτάται.
* Η Μαργαρίτα Γερούκη είναι μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου στο Ποτάμι