Της ΦΕΦΗΣ ΒΑΛΑΡΗ
Μου είπαν ότι έχουν γραφεί πολλά για την Καλλιρρόη και ότι είναι ένα χιλιοειπωμένο θέμα που έχει εξαντληθεί. Λάθος! Τέτοιος χείμαρρος δράσης σε πολλαπλά και ποικίλα επίπεδα, τέτοια πολύπλοκη φλογερή και ακάματη προσωπικότητα που σημάδεψε δυναμικά την κοινωνική εξέλιξη του νέου Ελληνικού Κράτους, την Παιδεία την Υγεία δεν εξαντλείται αλλά όλο και περισσότερο προβληματίζει, αναπτύσσεται και μας προσφέρει πολύτιμα διδάγματα ακόμα και σήμερα.
Μπορεί το έργο της ως πρωτοπόρου αγωνίστριας για τα δικαιώματα της γυναίκας και του παιδιού, ως πρώτης Ελληνίδας δημοσιογράφου ακόμα και ως βασικού παράγοντα ίδρυσης πλήθους ιδρυμάτων στον τομέα της υγείας όπως τα άσυλα Ανιάτων, της Αγίας Αικατερίνης, τα κινητά Νοσοκομεία στους πολέμους, τον τομέα της εκπαίδευσης όπως το Κυριακό Σχολείο, την Οικοκυρική Επαγγελματική Σχολή και πολλά άλλα, καθώς και οι αγώνες της για το δικαίωμα της γυναίκας στην Παιδεία με την ίδρυση Δημοσίων Γυμνασίων Θηλέων και το άνοιγμα των πυλών του Πανεπιστημίου στις γυναίκες και πλήθος άλλων πολύτιμων για την κοινωνία και την Πατρίδα μας δράσεών της, να είναι λίγο πολύ γνωστά και έχουν πραγματικά εκτιμηθεί.
Βέβαια η Καλλιρρόη ως συγγραφέας, έχει αναγνωρισθεί λιγότερο κι ας έχει στο ενεργητικό της 11 βιβλία, διηγήματα (τα περισσότερα με ψευδώνυμα), τρία θεατρικά έργα και την Ιστορία της γυναικός από κτίσεως κόσμου μέχρι σήμερα.
Όμως ποια ήταν η γυναίκα αυτή αλήθεια; Ποια μοναδική προσωπικότητα στήριζε όλη αυτή τη δημιουργία, την έμπνευση, την αστείρευτη αγωνιστικότητα;
Όλοι γνωρίζομε πως γεννήθηκε στα Πλατάνια Αμαρίου το 1859 κι έφυγε με τον πατέρα και τα αδέλφια της για την Αθήνα το 1867 μετά το ολοκαύτωμα του Αρκαδιού. Ο πατέρας της Στυλιανός Σιγανός, βοηθούσε τους επαναστάτες κι έχασε όλη του την περιουσία στον ξεσηκωμό αυτό. Στην Αθήνα αγωνίστηκε με πείσμα και με πολλές θυσίες ξαναέστησε το σπιτικό του με μόνη του φιλοδοξία να μορφωθούν τα παιδιά του. Ήταν ο δικός του ατσαλένιος χαρακτήρας αυτός που είχε κληρονομήσει η Καλλιρρόη. Από εκείνον και το παράδειγμά του είχε μάθει την αξία του καθήκοντος και της εργασίας. Διότι η Καλλιρρόη θεωρούσε την εργασία ως «…βάση εξανθρωπισμού, διότι φωτίζει τον νουν και εξευγενίζει την καρδίαν», ενώ η ίδια, εργάζονταν σε όλη τη ζωή της τόσο σκληρά που μερικές φορές είχε οδηγήσει το εαυτό της σε εξάντληση και υπερκόπωση.
Το 1878, Αρσακειάς πλέον και προικισμένη με γρήγορη αντίληψη και γερή μνήμη, η νεαρή Σιγανού ως δασκάλα, φεύγει στην Οδησσό και μετά στην Ανδριανούπολη και το 1886 παντρεύεται τον Ιωάννη Παρρέν, Κωνσταντινοπολίτη, ΓαλλοΑγγλικής καταγωγής που έχει πάρει την Ελληνική Ιθαγένεια και που ήταν διευθυντής για χρόνια του περίφημου «Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων».
Ο γάμος αυτός παίζει καθοριστικό ρόλο στην πορεία της. Ο σύζυγός της είναι μορφωμένος, έξυπνος, με ανοιχτό μυαλό κι εκτιμά τα πνευματικά της προσόντα, κατανοεί της ανησυχίες της και την ενθαρρύνει στην δράση της.
Η Καλλιρρόη είναι άνθρωπος πληθωρικός σε συναισθήματα, με εύκολα τα δάκρυα και εύκολο το γέλιο αλλά ταυτόχρονα με εκπληκτική δυναμική, αποφασιστικότητα ευφυΐα και ακεραιότητα. Λατρεύει τις ομορφιές της Φύσης και τις απλές της χαρές όπως τα ωραία ηλιοβασιλέματα, τα χρώματα, τη θάλασσα, τα λουλούδια κι όταν μαύρες σκέψεις την πλημμυρίζουν κάνει έναν περίπατο στο Ζάππειο. Ξέρει κι απολαμβάνει τις μικροχαρές της ζωής χωρίς όμως ποτέ να παραμελεί τον σκοπό της και την εργασία της. Δεν αντέχει την αδράνεια και την αεργία. Συχνά, παρορμητικά υπακούει στο συναίσθημα της στιγμής όμως πάντα επιβάλλεται στις παρορμήσεις της και υποτάσσεται στις απαιτήσεις του σκοπού της την δεδομένη στιγμή.
Αναρωτιέμαι πως μπορεί και παλεύει τις τόσες επιθέσεις, την ανηλεή κριτική, τις προσβολές που ακατάπαυστα τις εξαπολύουν και που αφορούν όλες της τις δράσεις μα και που αντιμετωπίζει με απόλυτη ψυχραιμία, νηφαλιότητα και ετοιμότητα κερδίζοντας έτσι και την εκτίμηση πολλών που στην αρχή την απαξιούσαν γελοιοποιώντας το έργο και τις προσπάθειές της και οι οποίοι κατόπιν άλλαζαν γνώμη στηρίζοντας τις απόψεις της. Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας ήταν ένας από αυτούς ενώ ο Ροΐδης παρέμεινε στην αντίπαλο όχθη. Ο Κ. Παλαμάς, ο Ξενόπουλος, ο Ραγκαβής, ο Βιζυηνός και πολλοί πνευματικοί άνθρωποι της εποχής αλλά και πολιτικοί πείσθηκαν από αυτήν για το «Γυναικείο Ζήτημα» που πρώτη είχε θέσει και προωθούσε και την στήριξαν στην δύσκολη και περίπλοκη πορεία της. Στο «φιλολογικό σαλόνι» στο σπίτι της, όπου γίνονταν συζητήσεις και παρουσιάζονταν απόψεις, περιγράφει ο Ξενόπουλος, «…οι ευτυχείς προσκεκλημένοι της απολαμβάνουν και τα γλυκίσματά της πάντοτε έργα των χειρών της…», ενώ την επαινεί για την εργατικότητα, την ευρεία της μόρφωση, την φυσική της ευγένεια και το αμίμητό της τακτ. Η ίδια δε προβάλλει την νοικοκυροσύνη και τον σεβασμό προς τον σύζυγο, ως παράδειγμα και ως ασπίδα προστασίας των γυναικείων διεκδικήσεων, όπως λέει η Μαρία Αναστασοπούλου στο βιβλίο της «Η συνετή απόστολος της γυναικείας χειραφεσίας, Καλλιρρόη Παρρέν, η Ζωή και το Έργο». Υποστηρίζει έτσι την μετρημένη χειραφέτηση με τρυφερή αφοσίωση και σεβασμό προς τον άνδρα της με σκοπό την αρμονία, την δίκαιη και ομαλή συνύπαρξη στην οικογένεια!
Η Καλλιρρόη αγαπά κάθε τι ωραίο και η «φιλοκαλία» της βασιλεύει όχι μόνο στο ντύσιμό της αλλά και στο περιβάλλον της. Η εμφάνιση και συμπεριφορά της λειτουργούν σαν εξισορροπητικοί παράγοντες για τις τόσο ριζοσπαστικές διεκδικήσεις της σχετικά με τη θέση της γυναίκας μέσα στην ελληνική κοινωνία. Το σεμνό παρουσιαστικό χωρίς εκκεντρική συμπεριφορά ήταν γι’ αυτήν χαρακτηριστικό χειραφετημένης γυναίκας. Αρνείται την επιδεικτική κατανάλωση, τον νεοπλουτισμό με την πολυτελή επίδειξη και ξεχωρίζει την καλαισθησία από την πολυτέλεια ενθαρρύνοντας όσους έχουν την ευχέρεια να αφιερώνουν τις οικονομίες τους «εις ευποιΐαν και έλεον των αναξιοπαθούντων πτωχών».
Ταυτόχρονα το πηγαίο χιούμορ της, ευφραίνει τους γύρω της και είναι πολύτιμος βοηθός σε δύσκολες ή αμήχανες περιστάσεις.
Ο διαρκής αγώνας της με το Κατεστημένο και το φιλελεύθερο πνεύμα της αμφισβήτησης με βάση την λογική, την έρευνα και το δίκαιο, καθώς και η επιμονή της να αναλύει τα πάντα, να τα διαχωρίζει σε κομμάτια και να τα παρουσιάζει από μια νέα προοπτική, αποκαλύπτεται ξεκάθαρα και μέσα από την αρθρογραφία της στους 30 τόμους της πασίγνωστης «Εφημερίδος των Κυριών» που εξέδιδε επί 31 περίπου χρόνια εβδομαδιαία, κατόπιν ανά δεκαπενθήμερο και μόνο στο τέλος μηνιαία, από το 1886 μέχρι το 1917.
Κύριος σκοπός της η ανανέωση του τρόπου σκέψης και συνηθειών αλλά όχι η ωμή αντιπαράθεση των δύο φύλων που θα οδηγούσε στην ρήξη με καταστροφικά αποτελέσματα για την οικογένεια, τις ανθρώπινες σχέσεις αλλά και το ίδιο το Έθνος. Η Καλλιρρόη οραματίζεται και τολμά! Παλεύει για την μορφωτική ανύψωση της γυναίκας την καλύτερη της κατάρτιση, το δικαίωμά της στην εργασία και την οικονομική ανεξαρτησία αλλά και την πνευματική και ψυχολογική της προετοιμασία για την ένταξή της στην πολιτική ζωή και ως εκ τούτου όταν είναι ώριμη, στην απόκτηση του δικαιώματος της ψήφου. Θέτει την Ελληνίδα και προ των υποχρεώσεών όχι μόνο των δικαιωμάτων της διότι όλος ο αγώνας γίνεται για την ανανέωση της παλιάς και την δημιουργία μιας καλύτερης κοινωνίας μιας καλύτερης Ελλάδας!
Η Ελλάδα είναι η μεγάλη αγάπη της Καλλιρρόης που την διαπνέει το αίσθημα της Ελευθερίας! Μέσα από όλον της τον αγώνα για την γυναίκα και τα δικαιώματα του παιδιού προβάλουν τα οφέλη για την οικογένεια, την κοινωνία, την πατρίδα. Σε όλα της τα ταξίδια στην Αμερική, την Αίγυπτο και την Ευρώπη προβάλει κι εκπροσωπεί σε Συνέδρια, Εκθέσεις, ή παραστάσεις επάξια την Ελλάδα αποκομίζοντας γνώση, εμπειρία, πολύτιμες επαφές μα και ύμνους και επαίνους για την προσωπικότητα και το έργο της.
Αγανακτεί για την ξενομανία την οποία καταδικάζει με την στάση και την τσουχτερή της επιχειρηματολογία, καταλογίζει δε μεγάλο μέρος της ευθύνης στις γυναίκες και κυρίως τις μορφωμένες. Τους ζητά να γίνουν «ελληνικώτεραι» και την έλλειψη σεβασμού προς την εθνική γλώσσα που είναι «βάσις και το κρηπίδωμα του εθνικού μας βίου» την θεωρεί «τραύμα κατά του έθνους».
Έντονα αντιτάσσει στο προσωπικό συμφέρον την ευδαιμονία της κοινωνίας και της πατρίδος και κατηγορεί γι’ αυτόν τον ηθικό ξεπεσμό τους άνδρες πολιτικούς.
Το 1911 ιδρύει το Λύκειο των Ελληνίδων με σκοπό την ανάδειξη κάθε τι «ελληνικού» από την μουσική και τον χορό μέχρι το κέντημα και το έπιπλο που θα πραγματοποιούσε με την συνένωση των πνευματικών και καλλιτεχνικών δυνάμεων των Ελληνίδων, οι οποίες θα εργάζονταν «υπέρ της γυναικός, υπέρ της οικογενείας, υπέρ της φυλής και του έθνους»!
Η μεγάλη αυτή Ελληνίδα έφυγε στις 16 Ιανουαρίου του 1940 με το πολύπλευρο τριακονταετές και πλέον έργο της να έχει φέρει θετικότατα αποτελέσματα. Είναι η πρώτη Ελληνίδα που κηδεύεται δημοσία δαπάνη που έχει τιμηθεί με τον ασημένιο και τον χρυσό Σταυρό του Φοίνικος του Τάγματος του Ταξιάρχη και με το Αργυρό Μετάλλιο του Δήμου Αθηναίων. Ο Ερυθρός Σταυρός της απένειμε το Αργυρό Μετάλλιο επίσης.
Η απάντηση της ίδιας σε νεαρό δημοσιογράφο ας κλείσει αυτήν την αναφορά καρδιάς στο πρόσωπό της!
«Εδώ, εγώ, η άσημος και ταπεινή, δεν έκαμα βέβαια καμμίαν άλλην επανάστασιν παρά να αγωνίζομαι είκοσι τρία χρόνια τώρα με την πέννα μου δια να καταρρίψω τα Σινικά τείχη που έκλειαν τον δρόμον των γυναικών από το φως της επιστήμης και της Μεγάλης Τέχνης και προόδου εν γένει. Δεν εζήτησα, υψηλή ιδεολόγος ,όπως σείς, να κρημνήσω σπίτια και να βουλιάξω καράβια απάνω εις την σκηνήν δια το κοινωνικό ισοπέδωμα που ζητείτε. Εζήτησα είτε ως συγγραφεύς, είτε ως δημοσιογράφος , είτε ως δραματογράφος, να δυναμώσω το μυαλό και τα χέρια και την ψυχήν της γυναικός, δια να ιδρύη νέα σπίτια, επάνω σε γερά θεμέλια, και δια να σκορπίζη την χαράν και την ευτυχίαν….».
Αλήθεια σήμερα πως νοιώθουμε σαν γυναίκες, διαβάζοντας αυτά τα λόγια;