Στις αρχές του 20ου αιώνα στην Αγγλία ξεκίνησε ένα κίνημα, που διεκδικούσε τα δικαιώματα της γυναίκας και πρωτίστως εκείνα της ψήφου, τα οποία τελικά κατοχυρώθηκαν και διασφαλίστηκαν το 1928. Το κίνημα εξαπλώθηκε αργότερα σε όλη την Ευρώπη. Οι άνδρες χαρακτήριζαν εκείνες τις πρωτοπόρες γυναίκες με σκωπτικό ύφος ως σουφραζέτες! Η λέξη προερχόμενη από την γαλλική suffrage σημαίνει ψήφος. Το κίνημα τελικά καθιερώθηκε με τη λέξη «φεμινισμός» από την επίσης γαλλική λέξη femine γυναίκα. Οι φεμινίστριες επιδίωκαν την ισότητα, μεταξύ ανδρών και γυναικών και τη διεύρυνση του ρόλου της γυναίκας μέσα στην κοινωνία. Να σημειωθεί ότι και σήμερα υπάρχει η Γραμματεία Ισότητας στο υπουργείο Πρόνοιας σε θέση δημόσιου φορέα.
Πρώτη διδάξασα, υπέρμαχος του γυναικείου κινήματος και της γυναικείας χειραφέτησης στην Ελλάδα υπήρξε η συντοπίτισσά μας Καλλιρρόη Παρρέν Σιγανού. Γυναίκα με μεγάλη μόρφωση, άριστη κατάρτιση και καλλιέργεια. Συνέγραψε πολλά μυθιστορήματα, τα οποία μεταφράστηκαν στα γαλλικά… Το 1887 άρχισε την έκδοση της «Εφημερίδος των Κυριών» πολύ πρωτοποριακής και ριζοσπαστικής για την εποχή της. Το 1911 ίδρυσε στην Αθήνα το «Λύκειο Ελληνίδων».
Και όλα αυτά είναι λίγο πολύ γνωστά, εκείνο όμως που δεν είναι γνωστό είναι η πυγμή, το «τσαγανό» όπως λέγεται στη λαϊκή γλώσσα ο ανυπότακτος, αδάμαστος, ανένδοτος χαρακτήρας. Η Καλλιρρόη δε χάριζε κάστανα και δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί της.
Τούτο εμφαίνεται από το παρακάτω εριστικό γεγονός, όπως ήταν μια έντονη αντιπαλότητα και οξεία φεμινιστική αψιμαχία. Βρισκόμαστε στο έτος 1907 για να παρακολουθήσομε τα «άσφαιρα» πυρά που αντάλλασσαν, επί ένα ολόκληρο τετράμηνο, δύο εξέχουσες προσωπικότητες της πνευματικής elit των Αθηνών. Πρόκειται για μια άγνωστη δημοσιογραφική αψιμαχία, η οποία μας μεταφέρει την περιρρέουσα ατμόσφαιρα με τις άλλοτε επικρατούσες αντιλήψεις της κοινωνίας για τη θέση της γυναίκας σε αυτή, καθώς και τις εν γένει αποδεκτές απόψεις εκείνης της εποχής.
Ακόμη περισσότερο μας ενημερώνει για τις προσπάθειες που κατέβαλλε με σθένος και τον τρόπο με τον οποίο αγωνιζόταν για τη θέση της γυναίκας η 46χρονη πολύπειρη και τολμηρή δημοσιογράφος Καλλιρρόη Παρρέν. Επίσης πως αντίκριζαν την ανάλγητη πραγματικότητα της εποχής πολλοί άνδρες μεταξύ αυτών και ο 37χρονος τότε πολυγραφότατος δημοσιογράφος, θεατρικός συγγραφέας, φιλελεύθερος και επιφανής διανοούμενος Γεώργιος Τσοκόπουλος. Όλα ξεκίνησαν από ένα κριτικό και υποτιμητικό για τη γυναίκα χρονογράφημα του δημοσιογράφου σε εφημερίδα της εποχής με τον τίτλο: «Ωραιότητες και ασχήμιαι» (Νέον Άστυ 21 Φεβρουαρίου 1907). Περιέγραφε πως «παρήλασαν από μπροστά του στην οδό Κηφισίας (σήμερα Βασιλίσσης Σοφίας) οι μαθήτριες ενός Παρθεναγωγείου με τη στολή τους και δύο δύο στη σειρά. Εύρισκε πως τα πάντα ήταν όμορφα εν όψει της ανοίξεως και μόνον αι μαθήτριαι ήσαν εντελώς και καθ’ ολοκληρίαν άσχημαι!».
Προσέθετε δε πως ήταν πλέον εθνικόν γεγονός, ότι ήταν άσχημες και κατηφείς πενήντα μαθήτριες, πάνω στο άνθος της ηλικίας τους, από δεκατεσσάρων μέχρι δεκαοχτώ ετών. Αφού δεν είχαν έγνοιες και βάσανα, σύμφωνα με τον Τσοκόπουλο, έπρεπε να έχουν διαυγή μάτια, ωραίο μέτωπο και έντονα χρώματα. Αντ’ αυτών όμως είχαν μαραμένα πρόσωπα, μάτια άλαμπα και σώμα χωρίς ζωή! Κατέληγε δε στο συμπέρασμα, πως τα κορίτσια ήταν έτσι λόγω της διατροφής τους, επισημαίνοντας ταυτοχρόνως, ότι έπρεπε να αναπνέουν περισσότερο καθαρό αέρα, να γυμνάζονται περισσότερο και να αναπτύξουν καλύτερες σχέσεις με το νερό «Η νεότης έχει καθήκον να είναι ωραία. Τίποτε άλλο δεν ζητούμε απ’ αυτήν» έγραφε ο Τσοκόπουλος.
Για την Καλλιρρόη το απαξιωτικό άρθρο υπήρξε μια ανέλπιστη ευκαιρία ένα έναυσμα για να ξιφουλκήσει φραστικά και να υπεραμυνθεί των θέσεών της. Ούτω πως τρεις μέρες αργότερα σπεύδει να απαντήσει απερίφραστα, στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας. Παρουσίασε με τα πλέον μελανά χρώματα το λανθασμένο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας για αγόρια και κορίτσια. Σύστημα το οποίο δεν διαμόρφωνε υπεύθυνους πολίτες, δεν επέτρεπε, να αναπτύξουν δεξιότητες και δεν προετοίμαζε τα παιδιά, για να αντιμετωπίσουν τις ανασταλτικές αντιξοότητες της ζωής. Καυτηρίασε με τόλμη τον αναχρονιστικό και τον αναγκαστικό περιορισμό των κοριτσιών, να μένουν μέσα στα σπίτια τους. Επισήμανε τους κινδύνους από τις ψυχολογικές επιδράσεις και τις ψυχονευρώσεις, την καταστροφική αβουλία λόγω του εγκλεισμού των κοριτσιών μέσα στα σπίτια, εκείνη την καταστροφική παθητική αδράνεια. Ότι δε θα πήγαιναν ούτε μέχρι τον Πειραιά, όχι διότι δεν ήθελαν, αλλά διότι δεν μπορούσαν, είτε διότι δεν τους το επέτρεπαν. Όπως δεν μπορούσαν να χειραγωγήσουν τη συμπεριφορά τους, τη σκέψη τους, τον εαυτό τους. Ότι δεν είχαν ελεύθερη βούληση και ζούσαν σαν υποχείρια.
Αυτή την κατάσταση που επικρατούσε, την απέδιδε πρωτίστως στο εκπαιδευτικό σύστημα. Τα παιδιά αυτά συνέχιζε η Καλλιρρόη, ήταν καταδικασμένα να παραμένουν οκτώ με δέκα ώρες την ημέρα καθηλωμένα, επάνω στα θρανία, για δέκα ολόκληρα χρόνια με το κεφάλι σκυμμένο στο βιβλίο! Ήταν υποχρεωμένα να υπομένουν στα πλαίσια της εκπαιδευτικής διαδικασίας ένα στείρο, άγονο, σχολαστικισμό με την επιμονή στις ανούσιες λεπτομέρειες.
Το μόνο που τους έμενε, κατά την Καλλιρρόη, ήταν τα χλωμά μάγουλα, το μαραμένο μέτωπο, τα νεκρωμένα μάτια, το βαθουλωμένο στήθος, οι κυρτοί ώμοι και κάτι σημαντικότερο ότι αυτά τα κορίτσια είναι η εκφυλισμένη γενιά της αύριον.
Χωρίς να αναφέρει τα πραγματικά αίτια ο Τσοκόπουλος, εξακολουθεί να επιμένει και επανέρχεται και πάλι στα οφθαλμοφανή γεγονότα, για να τονίσει, πως τα κορίτσια των σχολείων περιέφεραν στους δρόμους πρόσωπα με χρώμα… κουνουπιδιού, μάτια φοβισμένα και πλάτες σκυφτές.
Η Καλλιρρόη εν συνεχεία του προσάπτει τον υποτιμητικό και το μειωτικό χαρακτηρισμό του Ανατολίτη, ο οποίος: θέλει τη γυναίκα απλώς «τυφλόν νευρόσπαστον και μηχανήν ετεροκίνητον του σπιτιού»!
Ο Τσοκόπουλος αντέδρασε με νέα ανεπίτρεπτη επιστολή στον τύπο. Χλευάζει την Παρρέν με βαρείς χαρακτηρισμούς ως νευρική, υστερική και ότι βρίσκεται στα πρόθυρα νευρικής κρίσης.
Τέσσερα χρόνια όμως αργότερα η Παρρέν, μετά από τη μαχητική πολυσχιδή της δράση, όταν καταξιώνεται και αναδεικνύεται σε πρωτοπόρο ηγέτιδα των εξελίξεων τότε ο Τσοκόπουλος αλλάζει τακτική κάνει ριζική στροφή 180 μοιρών και θα υποκλιθεί στις μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες και ρηξικέλευθες ιδέες της. Με αφορμή τα εγκαίνια του Λυκείου των Ελληνίδων στην Αθήνα (Οκτώβριος 1911) ο Τσοκόπουλος θα πάρει το λόγο και θα δηλώσει με εμφατικό τρόπο το θαυμασμό του για την Καλλιρρόη. Μετανοημένος και γοητευμένος από το πελώριο, ηθικό, πληθωρικό της ανάστημα και το μαχητικό της πνεύμα, θα καλέσει τους άνδρες να… προσευχηθούν γονυκλινείς ενώπιον μιας ηγερίας και να αξιωθεί, να δει μια μέρα, ώστε να εγκαινιαστούν σε όλη τη χώρα και άλλες παρόμοιες σαν αυτήν λέσχες – πολιτιστικοί χώροι και ωφέλιμα, κοινωνικά επιτεύγματα.
Ο Τσοκόπουλος δεν εύρισκε λόγια για να επαινέσει και εξυψώσει τη γυναίκα, η οποία βρήκε τρόπο να μεταβάλει τα όνειρα σε πραγματικότητα και παραδέχθηκε με απολογητικό ύφος ότι «μας έβαλαν γυαλιά οι γυναίκες κύριοί μου!».
Αυτή η φεμινιστική, οξεία αψιμαχία ήταν επόμενο να κάνει πάταγο στα σαλόνια της αθηναϊκής πνευματικής elit. Το θέμα πήρε εκρηκτικές διαστάσεις και συζητήθηκε με αδιάκριτα σχόλια και με αμφιλεγόμενες, αντικρουόμενες απόψεις εκατέρωθεν μεταξύ των δύο φύλλων.
Ο πολύς σατυρικός συγγραφέας Μπάμπης Αννινος έγραψε την επόμενη ημέρα στο περιοδικό του «Το Άστυ» με σκωπτικό ύφος «Η Καλλιρρόη κατέρριψεν ενδόξως το απόφθεγμα, το οποίον έχουν επιβάλλει ως έμβλημα τους όχι μόνον οι Άγγλοι αλλά και όλα τα πολιτισμένα έθνη «the right of the strong», «Η δύναμη (ανήκει) στον ισχυρό».
Καμιά άλλη γυναίκα στην εποχή της Καλλιρρόης δεν συγκέντρωσε, όσον εκείνη, το αδιάπτωτο ενδιαφέρον των δημοσιογράφων, τόσον των προκλητικών και κακόβουλων, όσον εκ παραλλήλου και των αντικειμενικών και καλλιεργημένων. Μπορεί να μην την αποδέχονταν όλοι ως μια εμβληματική προσωπικότητα, μπορεί ορισμένοι ακόμα και να της καταλόγιζαν κάτι επιλήψιμο, αλλά το τελικό συμπέρασμα είναι ότι υπήρξε ένα αναμφισβήτητο ταλέντο.
Η Καλλιρρόη διεκδίκησε τα δικαιώματα της γυναίκας με ήθος και μαχητικότητα. Την ώθησε να βγει από το σπίτι. Την ενθάρρυνε να βγει στην κοινωνία και να καταξιωθεί στις Τέχνες και στα Γράμματα. Την ανέδειξε ως πολιτιστικό, πολιτικό και κοινωνικό παράγοντα και κατέρριψε την επικρατούσα ιδεοληψία ότι η γυναίκα «είναι για το σπίτι».
Ειρήσθω εν παρόδω ότι η αείμνηστη συμπολίτισσα και άλλοτε πρόεδρος του Τοπικού παραρτήματος του Λυκείου Ελληνίδων Ιωάννα Βαλαρή αναγνωρίζοντας την χαρισματική προσωπικότητα είχε τιμήσει τη μνήμη της Καλλιρρόης Παρρέν δεόντως, επί σειράν ετών, με την οργάνωση πνευματικών και καλλιτεχνικών εκδηλώσεων, τόσο στο Ρέθυμνο όσο και στη γενέτειρα (Πλατάνια).