Με τις χθεσινές καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης των κατηγορουμένων για την απαγωγή του επιχειρηματία Μιχάλη Λεμπιδάκη, η ακροαματική διαδικασία μπαίνει πλέον στη φάση της απολογίας τους, που θα ξεκινήσει το πρωί της Πέμπτης.
Στον καλό χαρακτήρα των κατηγορουμένων για την απαγωγή του Μιχάλη Λεμπιδάκη, αναφέρθηκαν χθες οι μάρτυρες υπεράσπισης στη διάρκεια των καταθέσεων τους, στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Ανατολικής Κρήτης.
Καλός, σωστός, οικογενειάρχης, φιλότιμος, εργατικός, φιλάνθρωπος, ήταν οι χαρακτηρισμοί που ακούστηκαν. Οι μάρτυρες όσων έχουν ομολογήσει την εμπλοκή τους στην απαγωγή, εξεταζόμενοι από την εφετειακή έδρα, δήλωσαν πως αιφνιδιάστηκαν όταν συνελήφθησαν ως εμπλεκόμενοι στην υπόθεση και πως δεν μπορούν ακόμα να πιστέψουν πως και γιατί έφτασαν σε αυτό το σημείο. Οι μάρτυρες όσων έχουν αρνηθεί τη συμμετοχή τους δήλωσαν βέβαιοι για την αθωότητα τους.
Πρώτοι κατέθεσαν οι μάρτυρες υπεράσπισης του 44χρονου ιδιοκτήτη της μάντρας, στη Γέφυρα της Ζουρίδας, σε χώρο της οποίας εκρατείτο ο επιχειρηματίας το τελευταίο διάστημα της ομηρείας του. Ένας φίλος του και ένας συνεργάτης του από τα Χανιά ανέφεραν ότι ο κατηγορούμενος όλα τα χρόνια που τον γνωρίζουν ήταν πολύ καλός, ευγενικός, άψογος και τίμιος στις συναλλαγές του, προσθέτοντας ότι δεν μπορούν να πιστέψουν πως ενεπλάκη στην υπόθεση.
Τα τελευταία χρόνια είχε κάποια οικονομικά προβλήματα, ωστόσο είχε κάνει διακανονισμό, τα είχε διευθετήσει και πάλευε να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του, σημείωσαν. «Δεν μπορούμε να πιστέψουμε ότι αυτός ο άνθρωπος έχει σχέση με την υπόθεση. Από την αδελφή του μάθαμε ότι εκβιαζόταν», είπαν.
Για τον 45χρονο Ρεθεμνιώτη επιχειρηματία, πρώτη μάρτυρας κατέθεσε η σύζυγος του. Η μάρτυρας που υπερασπίστηκε την αθωότητα του, αναφέρθηκε στη γνωριμία της μαζί του πριν χρόνια αλλά και στον γάμο τους λέγοντας ότι προερχόμενη από μια εξαιρετική οικογένεια Ρεθεμνιωτών η ίδια και μεγαλωμένη πριγκιπικά είχε υψηλά στάνταρς για τον άνθρωπο που θα παντρευόταν, ώστε να είναι αποδεκτός όχι μόνο από εκείνη, αλλά και από την οικογένεια της. Τα στάνταρ αυτά, πρόσθεσε, τα πληρούσε ο σύζυγος της, γι’ αυτό και τον παντρεύτηκε. Μπορεί να ήταν ένα λαϊκό παιδί, είχε όμως αρχές και αξίες, όπως ανέφερε, λέγοντας πως ο κατηγορούμενος είναι πρότυπο συζύγου και πατέρα. Ως οικογένεια δεν είχαν απολύτως κανένα οικονομικό πρόβλημα γι’ αυτό κι ο σύζυγος της δεν υπάρχει περίπτωση να εμπλέκεται στην απαγωγή, είπε, σημειώνοντας ότι το εισόδημα τόσο από ξενοδοχειακές μονάδες που έχει η δική της οικογένεια όσο και από μια πρότυπη ελαιουργική μονάδα που έχει ο σύζυγος της και ασχολείται με την τυποποίηση ελαιολάδου, ξεπερνάει ετησίως τα 6 εκ. ευρώ.
«Είναι εξαιρετικός σύζυγος και πατέρας. Είναι πολύ δοτικός. Έχουμε δυο υπέροχα παιδιά και ήθελε να τα μεγαλώσουμε με αρχές. Πάντα μου έλεγε την αλήθεια. Θα μου το έλεγε αν είχε κάπου εμπλακεί» υποστήριξε η μάρτυρας. Κι όταν η πρόεδρος της δικαστηρίου της είπε «μήπως είναι και νευρικός;» αφήνοντας αιχμές για την επίθεση που έκανε δυο φορές ο κατηγορούμενος μέσα στο δικαστήριο εναντίον μαρτύρων κατηγορίας, η σύζυγος του απάντησε: «Τον πνίγει το άδικο γι’ αυτό τoν είδατε έτσι».
Ερωτώμενη η μάρτυρας για τις συχνές επισκέψεις του κατηγορουμένου συζύγου της στα Σφακιά και συγκεκριμένα στο χωριό Βρασκάς, το καλοκαίρι του 2017, όταν είχε στοχοποιηθεί από τις αστυνομικές αρχές, δικαιολόγησε την παρουσία του εκεί, λέγοντας ότι στο χωριό αυτό έχει σπίτι μια πρώτη του εξαδέλφη και είναι επόμενο να ανταλλάσουν οικογενειακές επισκέψεις.
Για τον ίδιο κατηγορούμενο κατέθεσε και μια συμβολαιογράφος, οικογενειακή φίλη του ζεύγους, η οποία δήλωσε τη βεβαιότητα της ότι ο 45χρονος είναι αθώος. «Γνωρίζω χρόνια τον κατηγορούμενο, είναι αυτοδημιούργητος, σωστός επαγγελματίας, κάνει αγαθοεργίες, όλοι τον εκτιμούν, κάνει παρέα με τους πάντες. Εάν δεν πίστευα στην αθωότητα του δεν θα ερχόμουν στο δικαστήριο να καταθέσω» είπε μεταξύ άλλων η μάρτυρας.
Για τον 23χρονο κατηγορούμενο από το χωριό Σκαλωτή Χανίων, κατέθεσε ως μάρτυρας υπεράσπισης ένας θείος του. Όπως ανέφερε, ο κατηγορούμενος μπορεί να μην είχε πολλά χρήματα αλλά πάντως δεν αντιμετώπιζε και κανένα οικονομικό πρόβλημα με την οικογένεια του για να σκεφτεί να κάνει απαγωγή. «Μια φορά πήγα και τον είδα στη φυλακή. Μου είπε «με μπλέξανε» και τίποτα περισσότερο. Αν πραγματικά έχει σχέση με την απαγωγή, τον έχουν μπλέξει. Σας ζητώ να δείξετε απέναντι του επιείκεια» είπε ο μάρτυρας.
Για τον καλό χαρακτήρα του νεαρού κατηγορούμενου κατέθεσε και αντιδήμαρχος των Σφακίων λέγοντας ότι τον γνωρίζει από μωρό και πρόκειται για εξαιρετικό και φιλότιμο παιδί, προσθέτοντας ότι επανειλημμένα είχε συμμετέχει σε απεγκλωβισμό και διάσωση ανθρώπων και ζώων που κινδύνευαν στα δύσβατα φαράγγια των Σφακίων.
Ως μάρτυρας υπεράσπισης του 61χρονου Ρεθεμνιώτη μεσίτη και τότε μέλους του ΣΑΟΡ, κατέθεσε η σύζυγος του σημειώνοντας ότι ναι μεν συμμετείχε σε μια πολύ κακή πράξη αλλά το ‘χει μετανιώσει. Ανέφερε ότι επί 30 χρόνια δεν είχε δώσει κανένα δικαίωμα, ήταν εργατικός και δημιουργικός αλλά τα τελευταία χρόνια άρχισε να αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα και αυτά τον οδήγησαν στην παράνομη ενέργεια.
Επισημαίνοντας στην μάρτυρα η πρόεδρος του δικαστηρίου ότι ενέπλεξε και την κόρη τους στην εγκληματική πράξη, η σύζυγος απάντησε: «Το ένα έφερε το άλλο». Στην απάντηση της αυτή, η πρόεδρος έκανε αυστηρή παρατήρηση λέγοντας: «Έχετε προσπαθήσει να υποβαθμίσετε τα πάντα σ’ αυτή την υπόθεση».
Για τον 46χρονο ξυλουργό και τότε αντιπρόεδρο του ΣΑΟΡ, κατέθεσε ο νυν πρόεδρος του ΣΑΟΡ εξαίροντας τον χαρακτήρα, την εργατικότητα, το φιλότιμο και την αλληλεγγύη που επεδείκνυε για τους φτωχούς συνανθρώπους μέσα από τον Σύλλογο Αλληλοβοήθειας Οφειλετών Ρεθύμνου. «Ήταν το καλύτερο μέλος μας, δεν μπορώ να πιστέψω την εμπλοκή του σ’ αυτή την υπόθεση», είπε.
Ως μάρτυρας υπεράσπισης του 40χρονου κατοίκου Ρεθύμνου, που είχε συλληφθεί ένα μήνα περίπου μετά την απελευθέρωση Λεμπιδάκη, καθώς είχαν βρεθεί αποτυπώματα του σε αντικείμενα στο κρησφύγετο της μάντρας, στη Γέφυρα της Ζουρίδας, κατέθεσε ο αδελφός του. Όπως ανέφερε, ο κατηγορούμενος σε καμία περίπτωση δεν θα συμμετείχε σε πράξη που αφορά τη στέρηση της ελευθερίας ενός ανθρώπου. Πρόσθεσε δε πως ο αδελφός του κάποιο διάστημα που χώρισε με τη σύντροφο του, διέμεινε στον χώρο της μάντρας όπου εκρατείτο ο επιχειρηματίας διότι εργαζόταν για τον ιδιοκτήτη της μάντρας και του είχε παρέχει στέγη προσωρινά, προσθέτοντας ότι εκεί εξάλλου είχε αφήσει σε κούτες και τα πράγματα του. Το γεγονός της διαμονής του στον χώρο, εξηγεί και το πως βρέθηκαν εκεί τα αποτυπώματα του, είπε.