Ως ένα από τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα αριστουργήματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας, κατατάσσουν οι επιστήμονες το έργο του Βιτσέντζου Κορνάρου «Ερωτόκριτος», που χαρακτηρίζεται ως ένα αφηγηματικό ποίημα ή έμμετρο μυθιστόρημα.
Έτσι με αφορμή την ανακήρυξη του 2019 ως έτος Ερωτόκριτου, ξεκίνησε χθες το πρωί στην πόλη μας -και ολοκληρώνεται αύριο το μεσημέρι- το τριήμερο διεθνές επιστημονικό συνέδριο με θέμα «Ερωτόκριτος: αισθητική, ιστορία, κριτική». Το συνέδριο διοργανώνεται από το κέντρο κρητικής λογοτεχνίας και οι εργασίες του διεξάγονται στο φοιτητικό πολιτιστικό κέντρο «Ξενία», παρουσία Ελλήνων και ξένων επιστημών.
Κατά την διάρκεια της χθεσινής -πρώτης- ημέρας του συνεδρίου, οι επιστήμονες μίλησαν μεταξύ άλλων για την ποιητική του Ερωτόκριτου και τα τυπολογικά του γνωρίσματα, για την προφορικότητά του και το δημοτικό τραγούδι στη γραφή της ποίησης, καθώς και για την μουσική αισθητική στον Ερωτόκριτο και γενικότερα στην Κρητική Αναγέννηση.
Χαρακτηριστικά ο ομότιμος καθηγητής του πανεπιστημίου της Πάδοβας, Massimo Peri, που ήταν ένας από τους πρώτους ομιλητές του συνεδρίου, αναφέρθηκε στο στάδιο από την γραπτή στην προφορική λογοτεχνία και από τη μετρική στη μουσική. «Ο Ερωτόκριτος -ανέφερε μεταξύ άλλων- δεν είναι ο δύσκολος, αλλά έχει παραγνωριστεί, όπως έλεγε και ο μακαρίτης φίλος μου Στυλιανός Αλεξίου. Βέβαια, είναι πέντε αιώνες που έγινε και δεν μπορούμε να τα διαβάσουμε όλα με τα σημερινά μάτια. Εκεί υπάρχουν λέξεις που σημαίνουν άλλα πράγματα, από αυτά που εμείς νομίζουμε ότι εννοεί».
Γ. Μαυρομάτης: «Η σημασία του Ερωτόκριτου για τα ελληνικά γράμματα είναι πολύπλευρη»
Στην πολύπλευρη σημασία του Ερωτόκριτου στην Κρήτη, αλλά και στα ελληνικά γράμματα, αναφέρθηκε ο καθηγητής του πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Γιάννης Μαυρομάτης.
Ο κ. Μαυρομάτης στην εισήγησή του μίλησε για τον ποιητή, το πρότυπο και την χρονολόγηση του Ερωτόκριτου, καθώς και για το μέλλον των ερευνών που ακόμα γίνονται. «Έδειξα με συγκεκριμένα παραδείγματα -τόνισε μεταξύ άλλων ο Γιάννης Μαυρομάτης- πότε μπορούμε να χρονολογήσουμε το ποίημα, αλλά και ποιο κείμενο ακολούθησε ο Κορνάρος γράφοντας τον Ερωτόκριτο. Διότι ο Κορνάρος δεν αντιγράφει και δεν μεταφράζει. Απλώς παίρνει τον καμβά μιας γαλλικής μυθιστορίας, η οποία έχει μεταφραστεί στα ιταλικά και αυτό το κείμενο, ακολουθεί στις βασικές του γραμμές προσθέτοντας βέβαια και ορισμένα στοιχεία τα οποία ήταν γνωστά στο κοινό του, αφαιρώντας ωστόσο κάποια άλλα που δεν ήταν γνωστά στο ευρύτερο κοινό της Κρήτης».
Συνεχίζοντας πάντως ο κ. Μαυρομάτης, πρόσθεσε πως ο Ερωτόκριτος, είναι ένα από τα αριστουργήματα των αρχών της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ενώ στάθηκε ιδιαίτερα στο σημείο που αφορά στην επίδραση που έχει στην νεοελληνική λογοτεχνία.
«Πώς το αντιμετωπίζει το θέμα διαβάζοντας τον Ερωτόκριτο ο Σεφέρης, για παράδειγμα; Πόσο του άρεσε το κείμενο του Ερωτόκριτου; Και επίσης ο Σεφέρης μας λέει ότι ήταν δύσκολο να κατανοήσει κανείς το κείμενο και την ποιητική του Ερωτόκριτου, όταν δεν ξέρουμε ποια ακριβώς εποχή γράφτηκε, αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία. Τώρα νομίζω ότι είναι ένα εξαιρετικό κείμενο, από άποψη λογοτεχνίας, γλώσσας και μετρικής, που μπορεί να μελετηθεί και να ενταχθεί σε μία συγκεκριμένη περίοδο, η οποία είναι στα τέλη του 16ου και αρχές του 17ου αιώνα», υπογράμμισε ο χαρακτηριστικά ο καθηγητής του πανεπιστημίου Ιωαννίνων.
Μ. Πασχάλης: «Η σημαντικότερη επιτυχία του έργου είναι ότι δεν φαίνεται πως υπάρχει αφομοιωμένο ένα ξένο πρότυπο»
Ιδιαίτερη αναφορά στην σημαντικότερη επιτυχία του έργου του Βιτσέντζου Κορνάρου, έκανε μιλώντας στους δημοσιογράφους, ο ομότιμος καθηγητής του πανεπιστημίου Κρήτης, Μιχάλης Πασχάλης. Ο κ. Πασχάλης αναφέρθηκε στον τρόπο με τον οποίο ο Κορνάρος διατύπωσε τον Ερωτόκριτο, ώστε όπως είπε, να μην φαίνεται ότι υπάρχει αφομοιωμένο ένα ξένο πρότυπο.
Χαρακτηριστικά στο σημείο αυτό ο ομότιμος καθηγητής του πανεπιστημίου Κρήτης, τόνισε τα παρακάτω: «Αυτό που θα πω δεν ακούγεται συχνά. Η σημαντικότερη επιτυχία του έργου είναι ότι ο Ερωτόκριτος, έχει ξένο -δηλαδή ιταλικό- πρότυπο, όπως και όλα τα έργα της κρητικής λογοτεχνίας της ακμής τουλάχιστον. Με άλλα λόγια δηλαδή, είναι μια ιταλική απόδοση ενός γαλλικού μεσαιωνικού μυθιστορήματος, αλλά αυτό δεν φαίνεται, διότι είναι διατυπωμένο σε τέτοιο ελληνικό λόγο, ώστε ο οποιοσδήποτε Κρητικός θεωρεί ότι αυτό γράφτηκε από Κρητικό για Κρητικούς και μιλάει μόνο για την Κρήτη. Δεν μπορεί να καταλάβει δηλαδή, ότι υπάρχει αφομοιωμένο μέσα ένα ξένο πρότυπο. Αυτή είναι η τεράστια επιτυχία του. Γι’ αυτό ακριβώς, ένα έργο που λέει πράγματα, τα οποία ουσιαστικά στην σημερινή μας κοινωνία είναι κάπως ξένα, απηχούν μια άλλη αντίληψη παρελθούσης εποχής, πέρασε τόσο πολύ στην αγάπη του λαού, που το έμαθε απ’ έξω και το τραγουδά. Επίσης, βλέπουμε ότι έχει τα πρότυπα τα θεματικά, τα λογοτεχνικά και τα λοιπά που προέρχονται από την ιταλική αναγέννηση και κυρίως από τον 16ο αιώνα».