270.000 ψηφοφόροι, για την ανάδειξη αρχηγού ενός μικρού κόμματος -εν μέσω πανδημίας και γενικότερης απομάκρυνσης ή απέχθειας προς την τρέχουσα πολιτική και τους πολιτικούς- είναι ένα γεγονός άκρως εντυπωσιακό όσο και ενδιαφέρον.
Οι άνθρωποι αυτοί έφεραν στο πολιτικό επίκεντρο το ΚΙΝΑΛ – ΠΑΣΟΚ, όχι γι’ αυτό που είναι σήμερα το μικρό αυτό κόμμα, ούτε γι’ αυτό που ήταν στις μέρες της δόξας του. Αλλά για να εκφράσουν την επιθυμία τους να επανέλθει αυτόνομος στα πολιτικά πράγματα ο χώρος της κεντροαριστεράς, ο οποίος τα τελευταία χρόνια διασπάστηκε, εξανεμίστηκε και απορροφήθηκε σε μεγάλο ποσοστό είτε από την έκφραση της κεντροδεξιάς από τον Κ. Μητσοτάκη είτε από τη εκδοχή της αριστεράς του Α. Τσίπρα.
Το γεγονός ακόμα ότι η μεγάλη πλειοψηφία έδειξε την εμπιστοσύνη του, στον πρώτο γύρο, σ’ έναν νέο πολιτικό, τον Ν. Ανδρουλάκη, βγαλμένο μεν από τον «κομματικό σωλήνα», χωρίς εξαρτήσεις και ορατές συνεργασίες δε, με εκφραστές της μετά- παπανδρεϊκής και μετά- σημιτικής περιόδου του ΠΑΣΟΚ, δείχνει ότι αυτός ο πολιτικός χώρος αναζητά και πάλι την έκφρασή του μέσα από ανανέωση και «φρέσκια αντίληψη». Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι ο κ. Ανδρουλάκης στηρίχθηκε καταλυτικά από την ελληνική περιφέρεια -εκεί όπου υπάρχουν οι μεγάλες οικονομικές υστερήσεις, αλλά και οι μεγάλες προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης- και όχι από «το κράτος των Αθηνών», που μέτρησε συμφέροντα και «κονέ» για να στηρίξει τους άλλους δυο υποψηφίους, Γ. Παπανδρέου και Α. Λοβέρδο.
Η τελική επικράτηση του κ. Ανδρουλάκη την προσεχή Κυριακή θα ήταν σχεδόν λυμένο θέμα, αν ο Γ. Παπανδρέου -προφανώς για την υστεροφημία του- δεν εξαπέλυε μια σφοδρή επίθεση στον εσωκομματικό αντίπαλό του, επιμένοντας ότι αυτός, ο πρώην πρωθυπουργός, έχει την σφραγίδα της «ανανέωσης» στο κόμμα, κατηγορώντας τον κ. Ανδρουλάκη για «μαγειρέματα θέσεων» στην τρικομματική μνημονιακή κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ του 2012. Ξεχνώντας ότι ο κ. Ανδρουλάκης έγινε γραμματέας έναν χρόνο μετά. Φυσικά ο κ. Παπανδρέου και οι οπαδοί του έχουν διαγράψει από την μνήμη τους εκείνες τις απελπιστικές στιγμές τον Μάρτιο του 2010 στις Βρυξέλλες, όταν ο Έλληνας πρωθυπουργός περίμενε υπομονετικά να τελειώσουν τις διαβουλεύσεις τους Μέρκελ – Σαρκοζί – Γιούνκερ – Σόιμπλε για να του επιδώσουν απλώς το Μνημόνιο, το οποίο δεν διαπραγματεύτηκε ποτέ η κυβέρνηση Παπανδρέου…
Κοιτάζοντας το μέλλον ο κ. Ανδρουλάκης, στην περίπτωση που θα εκλεγεί την Κυριακή, θα έχει μπροστά του πολλά και δυσεπίλυτα προβλήματα να επιλύσει.
Αν όντως στοχεύει στην αυτόνομη πολιτική παρουσία και δράση του ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ, το κόμμα και ο αρχηγός του δεν θα έχουν την πολυτέλεια να ετεροκαθορίζονται στα μεγάλα προβλήματα και τις κρίσιμες αποφάσεις. Μια στείρα αντιπολίτευση, όπως αυτή που ασκεί αυτή την στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι ο ασφαλέστερος οδηγός για την επικράτηση αυτού του κόμματος στον κεντροαριστερό χώρο. Ο κ. Ανδρουλάκης και οι συνεργάτες του οφείλουν να εντοπίσουν, ανοίξουν, ψάξουν, κατανοήσουν πρώτα, τις κουκουλωμένες αλήθειες των μεγάλων θεμάτων, (εθνικών, οικονομικών, αναπτυξιακών μέσα στο πλέγμα της ΕΕ, κοινωνικών κλπ.) αν θελήσουν να κάνουν τη μεγάλη διαφορά. Το έργο είναι τεράστιο και ο χρόνος μικρός.
Το έργο αυτό επιβαρύνεται από το πραγματικό γεγονός ότι ο πιθανός αρχηγός του κόμματος, για αρκετά μεγάλο διάστημα θα παραμείνει …κωφάλαλος, αφού δεν είναι εκλεγμένος βουλευτής και δεν μπορεί να παρουσιάσει ο ίδιος τις θέσεις του στη Βουλή. Ο «αντ’ αυτού» που θα επιλεγεί είναι ένα κρίσιμης σημασίας ζήτημα για ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ της νέας εποχής.
* Η Κύρα Αδάμ είναι δημοσιογράφος