Ο Κισσός βρίσκεται σκαρφαλωμένος στις νότιες πλαγιές του όρους Κέδρους (υψ. 1.777 μ.) 33 χιλ. από το Ρέθυμνο και σε υψόμετρο 630μ., ενώ ο Κισσού Κάμπος 32 χλμ. και υψόμετρο 450 μ.
Το 2011 αποτελεί τοπική κοινότητα Δήμου Αγ. Βασιλείου με 148 κατοίκους (Κισσός 48, Κισσού Κάμπος 100 κάτοικοι).
Το 2001 αποτελούσε Δημοτικό Διαμέρισμα Κισσού του Δήμου Λάμπης με 180 κατοίκους (Κισσός 99, Κισσού Κάμπος 81).
Στις 20-9-2015 εγγεγραμμένοι ψηφοφόροι 177 και ψήφισαν 113.
Ίδρυση – Ονομασία – Κάτοικοι
Ο Κισσός φαίνεται να ιδρύθηκε κατά τον 9ο-10ο αιώνα, όπως φανερώνουν τα βυζαντινά του μνημεία και οι παραδόσεις, ενώ ο οικισμός Κισσού Κάμπος το 1930. Οφείλει την ονομασία του, στους αρκετούς πετροκισσούς που υπήρχαν από παλιά στην περιοχή.
Αναφέρεται από το 1577 ως Κισσό και το 1583 με 222 κατοίκους.
Σε Οθωμανικό κτηματολόγιο και πληρωμές φόρων του 1670 αναφέρεται ο Κισσός με 72 ιδιοκτήτες και ήταν το τρίτο πληθυσμιακό χωριό της επαρχίας (με πρώτα τα Κουμόβρυσα με 106 οικογένειες, δεύτερες οι Μέλαμπες με 80 και τέταρτο το Σπήλι με 62).
Ανάμεσα στις 72 οικογένειες ήταν και οι Καλομάτης, Λουλουδοπούλα, Γαλάντος, Αρκολέον, Σαουνάτσος, Πελακάνος, Γαβαλάς, Ανυφαντάκης κ.ά.).
Δύο από τις παραπάνω Ανυφαντάκης, Γαβαλάς διατηρήθηκαν μέχρι και σήμερα.
Το 1884 ανήκει στον Δήμο Αγ. Πνεύματος (με έδρα τον Άρδακτο), με 181 Χριστιανούς και 27 Τούρκους και το 1900 με 214 κατοίκους.
Το 1928 στην Κοινότητα Αρδάκτου με 247 κατοίκους.
Το 1935 αναγνωρίστηκε Κοινότητα, έχοντας τους περισσότερους κατοίκους 254 το 1940, ενώ το 1981 τους 177 κατοίκους.
Η συμμετοχή των Κισσανών στους αγώνες της πατρίδας
Σ’ όλους τους αγώνες για τη λευτεριά της πατρίδας έδωσαν το «παρών» οι Κισσανοί, από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας όπου πρωταγωνίστησε ο Καπετάν Μαθιός Πετρουλάκης ή Πρεκατσούνης.
Στον Κισσό έμενε ο περιβόητος Μουσταφά αγάς, που φορούσε καμαρώνοντας το μαχαίρι του ηγουμένου Γαβριήλ, γεγονός που τον έφερε σε διαμάχη με τον παπά του χωριού Γιώργη Μαυρομιχελάκη.
Ο αγάς προσπάθησε χωρίς επιτυχία να δολοφονήσει τον παπα-Γιώργη, όμως το 1892 σε μια ενέδρα ο Καπετάν Στεφανής Σταματάκης από την Καρέ σκότωσε κοντά στο χωριό τον αγά παίρνοντας το μαχαίρι για τη δολοφονία αυτή ενοχοποιήθηκαν οι Κισσανοί Γ. Τσιγδινός και Χαρ. Ταταράκης, που δικάστηκαν 6 μήνες φυλακή.
Μεγάλη όμως ήταν η συμμετοχή των κατοίκων στους πολέμους 1912-1918, όπου πήραν μέρος 25 άντρες με το Γαβαλάκη Ιωσήφ να πέφτει υπέρ πατρίδας, ενώ τιμήθηκε με πολεμικό Σταυρό ο Εμμανουήλ Γαραντωνάκης.
Στη Μικρασιατική εκστρατεία πολέμησαν 29 Κισσανοί, με τρεις νεκρούς (Γ. Ανυφαντάκης, Εμμ. Γαραντωνάκης, Εμμ. Νικολιδάκης), ενώ για 10 χρόνια πολέμησε ο Ευστράτιος Μαυρομιχελάκης. Συνεχίστηκε ακόμη στην Αλβανία όπου πολέμησαν 28 κάτοικοι του χωριού και στην Εθνική Αντίσταση, όπου εκτελέστηκαν 3 άντρες από τους Γερμανούς οι Ευτ. Γεωργακάκης, Κ. Τσιγδινός και Εμμ. Γαβαλάκης.
Εκκλησίες -Ιερείς
Μεταμόρφωση Σωτήρα (6/8) Ενοριακός ναός δίκλιτος (τ’ άλλο κλίτος η Αγ. Αικατερίνη) μ’ αγιογραφίες.
Αναφέρεται ότι χτίστηκε το 13ο-15ο αιώνα.
Γέννηση της Παναγίας (8/9) βρίσκεται βόρεια του χωριού, με αγιογραφίες και περίτεχνο καμπαναριό του 1901.
Αγ. Ιωάννης ο Θεολόγος (26/9) κατάγραφος ναός Β.Δ. του χωριού.
Αγ. Παρασκευή (26/7) σε μαγευτική τοποθεσία, κοντά σε πηγή όπου ανακαινίστηκε το 2003.
Αγ. Βασίλειος (1/1) νεότευκτη εκκλησία στον οικισμό Κισσού Κάμπος.
Αγ. Θωμαΐς (20/4) πετρόκτιστη ιδιωτική στον οικισμό Κισσού Κάμπος.
Αγ. Γεώργιος (23/4) Γραφικό εκκλησάκι ΝΔ του χωριού, παλαιότερα ανήκε στη Μονή.
Ιερείς
Γιώργης Μαυρομιχελάκης (Κισσός), Μανόλης Εφεντάκης (Κεντροχώρι), Γιώργης Παπαδάκης (Βρύσες), Γιώργης Σηφακάκης (Ροδάκινο), Βασίλης Σταυριανάκης (Δρύμισκος), Αγαμέμνων Χλιαουτάκης (Κεντροχώρι), Γιάννης Κακογιαννάκης (Βρύσες), Παύλος Στεφανάκης (Άρδακτος) Αντώνης Βρέντζος (Πλάτανος), Νικόλαος Τσιγδινός (Κισσός).
Ιερά Μονή Αγίου Πνεύματος
Ιστορική Μονή ανατολικά από τον Κισσό, ένα από τα σημαντικότερα κέντρα Παιδείας το 19ο αιώνα. Φαίνεται να ιδρύθηκε το 10ο-12ο αιώνα και σύμφωνα με την παράδοση από τη βυζαντινή αρχόντισσα Μαρία ή Αιγιδού (από τις πολλές αίγες που είχε).
Διέθετε μεγάλη περιουσία από το οροπέδιο Γιους Κάμπος μέχρι το Λυβικό Πέλαγος.
Ήταν κτήτορας της Μονής, δεν είχε οικογένεια και η ίδια μόνασε και πέθανε στη Μονή, ενώ αρχικά διέμενε σε ένα πύργο στον Κισσό.
Τον πύργο αργότερα τον χρησιμοποίησαν οι Τούρκοι και το 1897 οι χριστιανοί τον γκρέμισαν για να τους εκδικηθούν για τα δεινά που υπέστησαν.
Η πρώτη αναφορά γίνεται το ΖΡΚΔ (1616) σε δημοσιευμένο στοιχείο και σε έγγραφο του 1640, σε διαθήκη του Μάρκου Σαγκουινάτσου, που ζητά να ενταφιαστεί στον Κισσό, στην εκκλησία Αγ. Πνεύματος, αφήνοντας και 1.000 υπέρπυρα.
Η Μονή επιβίωσε επί Τουρκοκρατίας και αναφέρεται το 1658, στον θάνατο ενός βοσκού.
Επίσης αναφέρεται σε έγγραφο του 1720 σε κτηματική διαφορά ανάμεσα στον Τούρκο Χασάν Κουλαφτάκη και τον ηγούμενο της Μονής Πάμφιλο. Το Τούρκικο Ιεροδικείο δικαίωσε τη Μ. Αγ. Πνεύματος. Όλα τα χρόνια της Τουρκοκρατίας βρισκόταν σε ακμή και αποτελούσε το «Κρυφό Σχολειό» της Κρήτης, ενώ οι μοναχοί έπαιρναν μέρος στους αγώνες.
Όλα όμως έσβησαν στις 15 Ιουνίου 1821 όταν ο Ντελή Μουσταφάς σε μια επιδρομή του με 200 Τούρκους έσφαξε όλους του μοναχούς και έκαψε τη Μονή, ενώ τα κτήματά της καταπατήθηκαν.
Η Αναγέννηση της Μονής-Σχολής
Το 1831, όταν ήταν ιεράρχης Λάμπης ο Νικόδημος Σουμπασάκης από τον Ασώματο, ξεκίνησε την αναστήλωση της Μονής και το 1836 ίδρυσε εκεί την ομώνυμη Σχολή, χρησιμοποιώντας πόρους από μοναστηριακές πηγές. Στη Σχολή αυτή του Αγίου Πνεύματος μέχρι το 1841 τα παιδιά μάθαιναν ψαλτήρι και Οκτώηχο αρχίζοντας από το «Σταυρέ, βοήθει μοι».
Η Σχολή φαίνεται να λειτουργούσε και μετά τον θάνατο του Νικόδημου το 1845, έστω και με πολλές δυσκολίες.
Εδώ, στο Άγιο Πνεύμα, από το έτος 1881 μέχρι το 1889, με τη σχετική ελευθερία και τα προνόμια που δόθηκαν στους κρητικούς με τη Σύμβαση της Χαλέπας, ύστερα από την επανάσταση του 1877-1878, λειτούργησε ένα από τα πέντε «Ελληνικά Σχολεία» που ιδρύθηκαν στην επαρχία Αγίου Βασιλείου. Από αυτά τα δύο -αυτό της Μονής του Αγίου Πνεύματος και της Μύρθιου- ήταν πλήρη με τρεις τάξεις το καθένα, ενώ τα υπόλοιπα τρία (Μελάμπων, Κοξαρέ και Σπηλίου) είχαν από μια τάξη το καθένα.
Το έτος 1890 λειτούργησε με μοναδικό διδάσκοντα τον τότε Επίσκοπο Ευμένιο Ξηρουδάκη, άνδρα φωτισμένο και λόγιο και χωρίς κανένα άλλο βοηθό. Το έτος 1892 προσελήφθη ελληνοδιδάσκαλος για την πρώτη τάξη ο Παναγιώτης Φωτάκης από τις Μέλαμπες.
Το 1893 η Μονή Πρέβελη θέλοντας να κατοχυρώσει την Μονή του Αγίου Πνεύματος με πατριαρχικό κύρος, συνέταξε κανονισμό της Σχολής, ενώ ταυτόχρονα εξασφάλισε σιγίλιο (εκκλησιαστικό έγγραφο με τη σφραγίδα του Πατριαρχείου).
Έτσι η Σχολή ονομάστηκε «Η εν τη Ιερά Επισκοπή Λάμπης και Σφακίων Σχολή στη ιεράς και Σταυροπηγιακής Μονής του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Πρέβελη». Τέλος, το έτος 1898 έγιναν οικοδομικές εργασίες στο Άγιο Πνεύμα (τέσσερις αίθουσες παραδόσεων, τέσσερις κοιτώνες χωρητικότητας 80 μαθητών, νοσοκομείο με έξι κλίνες, διευθυντήριο, γραφείο επισκοπείο και άλλοι βοηθητικοί χώροι). Η Σχολή καθίσταται ανώτερο πνευματικό ίδρυμα, στο οποίο εισάγονταν κατόπιν επιτυχών εξετάσεων απόφοιτοι των Δημοτικών Σχολείων. Ψυχή όλων αυτών των τελευταίων, της αναδιοργάνωσης και ανασυγκρότησης της Σχολής υπήρξε ο Επίσκοπος Ευμένιος Ξηρουδάκης, που αναφέρει την αρχική κατάσταση της Μονής πριν τις εργασίες: «Εν δυσίν ισογείοις δωματίοις, δι ων χείμαρροι αληθείς καθ’ άπαντα τον χειμώνα διέρρεον, ήσαν συμπεπυκωνμένοι επέκεινα των 70 μαθητών κυλιόμενοι εντός πηλού ακαθαρσίας, αληθούς βορβόρου…»
Το 1887 και για ένα διάστημα η έδρα της Επισκοπής Λάμπης μεταφέρθηκε από τη Λαμπηνή εδώ με διευθυντές της Σχολής το φιλόλογο από τον Άρδακτο Μιχάλη Πρεβελάκη και μετά τον Κεραμιανό Βασίλη Μαρκάκη (τον μετέπειτα Μητροπολίτη Κρήτης) που υποδέχτηκε στη μονή τον Πρίγκιπα Γεώργιο το 1899.
Μαθητές της σχολής υπήρξαν οι πρωθυπουργός Εμμ. Τσουδερός, ο βουλευτής Μανόλης Βολουδάκης, ο Μ. Παπαδάκης, ο παπα-Μανόλης Χαλκιαδάκης (βλέπε σχετικό έλεγχο) κ.ά.
Η ανοδική πορεία της Σχολής συνεχίστηκε μέχρι το 1909 και τελικά έκλεισε οριστικά και ερημώθηκε.
Η Μονή υπάγεται στην ενορία Κισσού και τελευταία επί μητροπολίτη Ειρηναίου έγιναν εργασίες αναστήλωσης και στο χώρο της μάλιστα στήθηκε μνημείο για τους 200 πεσόντες αγωνιστές στις 5-12-1868 του Δημ. Πετροπουλάκη.
Σχολείο -Δάσκαλοι
Το σχολείο ιδρύθηκε το 1899 ως τριτοβάθμιο, καταργήθηκε το 1905 και επανιδρύθηκε το 1918 ως Μονοτάξιο, έχοντας 33 μαθητές το 1932-33.
Χτίστηκε το 1939 με έξοδα του εφεδρικού Ταμείου.
Το 1989-1990 μόλις 11 μαθητές, για να συγχωνευθεί το 1991 με του Σπηλίου.
Δάσκαλοι που υπηρέτησαν ήταν οι: Φωτάκης Ευάγγελος, Παπαδάκης Πέτρος, Αλεξανδράκης Ιωάννης, Σπιταδάκη Μαρία, Παπουτσιδάκης Θανάσης, Ξεκαλάκης Γιώργης, Καλαφάτη Μαρία, Πεδιαδιτάκη Άννα, Σταματογιαννάκης Ιωάννης, Αντωνάκης Ιπποκράτης, Μαρκογιαννάκη Αθηνά, Παπαδογιάννης Γιώργης, Πετρουλάκης Ευθύμης, Ταταράκης Κωνσταντίνος, Δουκάκης Θεοχάρης, Γιαννούλης Θεόφιλος, Σπανουδάκη Αθηνά, Μαρούλη Αδαμαντία, Δερεδάκης Κωνσταντίνος, Δεληδάκης Νικόλαος, Λουλάκη Δέσποινα, Ψυλλάκης Ιωάννης, Βλαστός Μιχάλης, Ζαχαριουδάκης Εμμανουήλ, Ρουκουνάκης Γεώργιος, Βρυλάκη Πηνελόπη. Από τον Κισσό είναι οι δάσκαλοι Ιωάννης Αλεξανδράκης, Ευθύμης Πετρουλάκης, Γιώργης Τσιγδινός και Γιώργης Γαραντωνάκης όλοι τους με μεγάλη προσφορά σ’ αρκετούς τομείς.
Πολιτισμός-Μνημεία-Αξιοθέατα
Εκτός από την Ι.Μ. Αγ. Πνεύματος, υπάρχουν ακόμη τρεις βυζαντινές εκκλησίες με θαυμάσιες αγιογραφίες, αλλά και σημαντικά μνημεία και αξιοθέατα.
Ανάμεσα σε αυτά είναι οι νερόμυλοι στον Καλαμιάρη, του Κατουμή και Παλιέμυλος.
Επίσης περιοχές φυσικού κάλλους όπως το οροπέδιο «Γιους Κάμπος» σε υψόμετρο 750μ. στο οποίο ευδοκιμούν άνυδρα κηπευτικά και θαυμάσια όσπρια, το Κισσανό Φαράγγι με τον επιβλητικό Κόκκινο Δέτη, η πηγή της Αγ. Παρασκευής το δάσος στους Βατόλακκους κ.ά.
Αρκετοί επιστήμονες κατάγονται από τον Κισσό, ενώ τα τελευταία χρόνια πολλοί μεταδημότευσαν σ’ άλλα μέρη της Ελλάδας και στην Αμερική.
Από το 1977 δραστηριοποιείται στο χωριό ο Πολιτιστικός Σύλλογος «Το Άγιο Πνεύμα» με αρκετές εκδηλώσεις με προέδρους τους δασκάλους Γ. Τσιγδινό και Γ. Γαραντωνάκη.
Τέλος στα δυσάρεστα περιστατικά είχαμε στις 29-5-1926 το θάνατο από κεραυνό στο οροπέδιο Χαράλαμπου και Αικατερίνης Στρατιδάκη και του γιου τους Κωστή.
Ακόμη στις 4-5-1972 ανάμεσα στις 21 μαθήτριες που πνίγηκαν στη Γεωργιούπολη ήταν από τον Κισσό η Ειρήνη Εμμ. Στρατιδάκη και η Μαρία Ι. Τσιγδινού στη Γεωργιούπολη.
Οικογένειες
Αλεξανδράκης, Ανυφαντάκης, Απανωμεριτάκης, Βαβουράκης, Γαραντωνάκης, Γεωργακάκης, Εφεντάκης, Ζωνουδάκης, Λουκάκης, Μαθιουδάκης, Μαυρομιχελάκης, Μελαμπιανάκης, Μυγιάκης, Νικολιδάκης, Πεδιαδιτάκης, Πετρουλάκης, Στρατιδάκης, Τζαγκαράκης, Τσιγδινός.
Πηγές:
Γ. Τσιγδινού, «Μνημεία -Ιστορία Κισσού»
Κ. Η. Παπαδάκη «Τοπωνυμικά επ. Αγ. Βασιλείου».
Γ. Γαραντωνάκη «Συλλογική εργασία χωριά Αγ. Βασιλείου»
Ν. Ψιλάκη «Μοναστήρια της Κρήτης».
Λ. Κρυοβρυσανάκη «Ρεθεμνιώτικος Πανδέκτης».
Για συμπληρωματικά στοιχεία στο τηλέφωνο: 6934178701.