Επί 16 μήνες συνεχώς υγειονομικοί και πολίτες βρισκόμαστε αντιμέτωποι, με μια καθημερινότητα που μόνο η επιστημονική «φαντασία» θα μπορούσε να εμπνευστεί, στην παγκόσμια προσπάθεια αναχαίτησης μιας πανδημίας που δυστυχώς ακόμη υφίσταται και με μάλλον απροσδιόριστο μέλλον. Στη νέα αυτή πραγματικότητα έχει δοκιμαστεί τόσο η σωματική όσο και η ψυχική υγεία όχι μόνο όσων βρέθηκαν να νοσούν από τον ιό SARS-CoV-2, αλλά και των Γενικών-Οικογενειακών Ιατρών που εμπλέκονται ενεργά μέχρι σήμερα στην προσπάθεια αυτή. Τα βιώματα πολλά και διαφορετικά για τον καθένα. Οι απορίες πολλές, «αχαρτογράφητα νερά» για την ιατρική κοινότητα, ιδίως τους πρώτους μήνες.
Πρωταρχικά, ως λύσεις για την αντιμετώπιση της πανδημίας προτάθηκε η τήρηση των υγειονομικών πρωτοκόλλων και περιοριστικών μέτρων, όπως αυτά προσαρμόζονταν με βάση τα εκάστοτε επιδημιολογικά δεδομένα και παράλληλα η προσπάθεια ανακάλυψης αποτελεσματικής θεραπείας. Το καθοριστικό ωστόσο μέτρο για την εξάλειψη ενός ιού είναι πάντοτε η ανάπτυξη και διάθεση αποτελεσματικών και ασφαλών εμβολίων, που θα διακόψουν τη μετάδοση και θα χτίσουν το λεγόμενο «τείχος άμυνας» για τον πληθυσμό, πράγμα που ευτυχώς έγινε με πρωτοφανείς ταχείς ρυθμούς και τον μαζικό εμβολιασμό να λαμβάνει ήδη χώρα σε όλο τον κόσμο. Τα εμβόλια ουσιαστικά προετοιμάζουν το ανοσοποιητικό σύστημα του ατόμου να αντιμετωπίσει ενδεχόμενη εισβολή του ιού. Στη φαρέτρα μας σήμερα διατίθενται τα εμβόλια mRNA των εταιρειών Pfizer και Moderna και αυτά του τροποποιημένου ιϊκού φορτίου των εταιρειών Astra Zeneca και Johnson & Johnson. Μέχρι τις 10 Ιουνίου 2021 το ποσοστό εμβολιασμών επισήμως για την χώρα μας ανέρχεται στο 38,5% του γενικού πληθυσμού με 1 δόση εμβολίου, ενώ το 24,1% είναι πλήρως εμβολιασμένοι. Έχουν ανοίξει συνολικά οι λίστες για τις ηλικιακές ομάδες από 18 ετών και άνω, ενώ είναι υπό συζήτηση και ο εμβολιασμός των παιδιών και εφήβων. Αναμένεται να ακολουθήσει ο εμβολιασμός σε ασθενείς περιορισμένους κατ’ οίκον που αποτελούν μια ιδιαίτερα ευπαθή ομάδα πληθυσμού.
Οι Γενικοί-Οικογενειακοί Ιατροί της Δημόσιας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) ανέλαβαν την διεξαγωγή των εμβολιασμών τόσο στην πόλη του Ρεθύμνου, όσο και στην περιφέρεια του νομού. Ο αριθμός των πολιτών που εμβολιάζονται αυξάνεται καθημερινά, ιδιαίτερα για συγκεκριμένο είδος εμβολίων που έχουν γνωστοποιήσει καλύτερο προφίλ ασφάλειας και με εμβολιαστικές γραμμές που λειτουργούν από τις 08.00 το πρωί έως τις 200.00, ακόμη και τις αργίες και τις Κυριακές. Βάρος δυσανάλογο των δυνάμεων τους καθώς εκτός της διεξαγωγής των εμβολιασμών πραγματοποιούν -πλέον της γενικότερης λειτουργίας των τακτικών ιατρείων και εργαστηρίων των Κέντρων Υγείας, των Περιφερειακών Ιατρείων με παροχή υπηρεσιών Προληπτικής ιατρικής, άμεσης αντιμετώπισης επειγόντων και εκτάκτων περιστατικών της ΠΦΥ, φροντίδας των χρονίως πασχόντων, των κατακεκλιμμένων ασθενών κατ’ οίκον και φυσικά των εφημεριών και διακομιδών τους- λήψεις PCR και rapid test για το ιό
SARS-CoV-2, διαχείριση ύποπτων ή επιβεβαιωμένων περιστατικών λοίμωξης COVID-19 και την κατ’ οίκον τακτική παρακολούθηση των θετικών στον ιό πολιτών.
Πέραν της οργάνωσης, εξοπλισμού, εκπαίδευσης και κυρίως επαρκούς διάθεσης των εμβολίων, στο εγχείρημα αυτό είχαμε να αντιμετωπίσουμε από την αρχή έναν ισχυρό ανασταλτικό παράγοντα: τον δισταγμό και την άρνηση των πολιτών να εμβολιαστούν. Οι ανησυχίες σχετικά με τον «δισταγμό του εμβολίου» έχουν αναφερθεί και συζητηθεί ευρέως στην επιστημονική κοινότητα από την προηγούμενη δεκαετία, μαζί με ανησυχίες σχετικά με την ισότητα στην παροχή εμβολίων. Ωστόσο, τα ζητήματα πρόσβασης έχουν λάβει λιγότερη προσοχή. Ο κάτοικος σε μια ορεινή, απομακρυσμένη και απομονωμένη περιοχή δεν έχει την ίδια προσβασιμότητα σε εξειδικευμένες υπηρεσίες υγείας και κατ’ επέκταση στον εμβολιασμό. Ακόμη και η ενημέρωσή του για τη σημασία και τα θετικά οφέλη των εμβολιασμών υπολείπεται σε σχέση με πολίτες σε αστικό περιβάλλον. Για τα εμβόλια έναντι της νόσου COVID-19, παράγοντες όπως η ταχεία ανάπτυξη, η σχετική καινοτομία, η πολυπλοκότητα στην εξήγηση του τρόπου δράσης αυτών των εμβολίων, τα κενά γνώσης, όπως π.χ. για τα μακροπρόθεσμα δεδομένα ασφάλειας, οι αρνητικές ιστορίες, οι προσωπικές πεποιθήσεις και η παραπληροφόρηση έχουν οδηγήσει σε δημόσια αβεβαιότητα, παράγοντας τους γνωστούς «αρνητές» των εμβολίων. Η διαθεσιμότητα διαδικτυακών αφηγήσεων κατά των εμβολίων σημειώνεται ως η κύρια αιτία της αύξησης της διστακτικότητας των εμβολίων όσον αφορά τον COVID-19. Αντίθετα τα μηνύματα των μέσων ενημέρωσης που ενθαρρύνουν τον εμβολιασμό θα πρέπει να συνδυάζονται με πετυχημένες στρατηγικές του παρελθόντος και στηρίζουν τον εμβολιασμό στο χώρο όπου οι άνθρωποι συνήθως λαμβάνουν φροντίδα. Για την υγείας τους. Ωστόσο, η στάση απέναντι στον εμβολιασμό μπορεί να αλλάξει με την πάροδο του χρόνου και τα άτομα που αρχικά διστάζουν μπορεί να αλλάξουν γνώμη όταν πειστούν για την ασφάλεια, την αποτελεσματικότητα και την αναγκαιότητα ενός εμβολίου. Θα πρέπει επίσης να συνοδεύεται από καθοδήγηση κινήτρων από ιατρούς, Γενικούς-Οικογενειακούς Ιατρούς, τους οποίους οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν, σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, ως τις πιο αξιόπιστες πηγές πληροφοριών για την υγεία. Μελέτες έχουν αποδείξει ότι η στάση απέναντι στα εμβόλια έχει πολλές διακυμάνσεις ποικίλλοντας από θετικός στο διστακτικός, ουδέτερος ή αρνητής πολίτης και ότι τα ποσοστά εμβολιασμού αυξάνονται όταν ο πολίτης που είναι ουδέτερος ή διστάζει έχει εύκολη πρόσβαση σε υπηρεσίας ΠΦΥ και γνωρίζει και έχει αναπτύξει σχέση εμπιστοσύνης με τον Γενικό-Οικογενειακό του ιατρό. Σε πρόσφατη έρευνα στην Αμερική που δημοσιεύτηκε τον Μάιο του 2021 σε έγκριτο επιστημονικό ιατρικό περιοδικό (NEJM), δίνεται μεγάλη βαρύτητα στην εμπιστοσύνη των πολιτών στον Γενικό-Οικογενειακό ιατρό του, ιδιαίτερα για ανθρώπους μεγαλύτερων ηλικιών. Γι’ αυτό και για τους ηλικιωμένους και όσους έχουν δυσκολία στη μετακίνησή τους είναι σημαντικός ο εμβολιασμός τους να γίνεται στη Δημόσια Δομή Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας που βρίσκεται κοντά τους και φροντίζονται ήδη για τα νοσήματά τους από Γενικούς-Οικογενειακούς Ιατρούς τους οποίους γνωρίζουν και έχουν αναπτύξει σχέσεις εμπιστοσύνης, οι οποίες μπορεί να λειτουργήσουν ως μέσο ενθάρρυνσης. Για αυτούς το περιβάλλον είναι «οικείο». Άλλοι πολίτες διστάζουν στην «πρόσβαση» στο εμβόλιο λόγω απόστασης που καλούνται να διανύσουν από τον τόπο κατοικίας τους για να εμβολιαστούν. Ως λύση προτείνεται ο εμβολιασμός τους να διεξάγεται συγχρόνως με την προσέγγισή τους στη δομή υγείας που ανήκουν όταν προσέρχονται και για άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Αυτά τα συναντάμε καθημερινά και στους δικούς μας πολίτες, ιδιαίτερα οι έχοντες μεγαλύτερη ηλικία, όπου επιθυμούν και είναι πιο δεκτικοί αλλά και πιο ήρεμοι όταν ο εμβολιασμός πραγματοποιείται από το προσωπικό της οικείας για αυτούς δομή υγείας. Σημαντικό πρόβλημα λοιπόν, αποτελεί η απόσταση του εμβολιαστικού κέντρου από το σπίτι κατοικίας του πολίτη, με τον ίδιο να αρνείται να μεταβεί για εμβολιασμό και με αυξημένο κίνδυνο τελικά να νοσήσει στον ενδιάμεσο χρόνο. Οι Γενικοί-Οικογενειακοί Ιατροί σε συνεργασία με τους τοπικούς Φορείς έχουν γνώση και εμπειρία και γνωρίζουν πώς να δημιουργούν πρόσβαση στον εμβολιασμό και πώς να μεταφέρουν το μήνυμα της φροντίδας.
Κεντρικότερα, οι στρατηγικές για την αντιμετώπιση της διστακτικότητας των εμβολίων αναπτύσσονται σε οργανωτικό, διαπροσωπικό και ατομικό επίπεδο. Σε οργανωτικό επίπεδο, περιλαμβάνουν τις πάγιες εντολές με υπενθυμίσεις και ανακλήσεις και προτροπές στα σημεία παροχής φροντίδας. Σε διαπροσωπικό επίπεδο, οι στρατηγικές περιλαμβάνουν τις συστάσεις του Γενικού-Οικογενειακού Ιατρού δοσμένες με τρόπο που θα περάσει το μήνυμα και θα πείσει τον πολίτη. Σε ατομικό επίπεδο, σημαντικό ρόλο παίζει η κατάρτιση και η εκπαίδευση των υγειονομικών και η ανάπτυξη κατάλληλου εκπαιδευτικού υλικού για τους πολίτες. Η υπέρβαση των φραγμών ιδιαίτερα σε μειονοτικούς πληθυσμούς απαιτεί εκστρατείες ενημέρωσης με συμμετοχή των τοπικών κοινοτήτων που αναγνωρίζουν και αντιμετωπίζουν τις διαχρονικές αδικίες και τις συνεχιζόμενες ανισότητες, τονίζουν κατανοητά και πολιτιστικά κατάλληλα μηνύματα που αντιμετωπίζουν άμεσα τις ανησυχίες των ανθρώπων και αξιοποιούν τις υπάρχουσες κοινοτικές υποδομές.
Η αντιμετώπιση του δισταγμού για τα εμβόλια μεταξύ των εργαζομένων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης είναι ζωτικής σημασίας. Η αντιμετώπιση οποιασδήποτε παρεξήγησης και ανησυχιών και η συνεργασία με τις Διοικητικές Αρχές ώστε να ενεργήσουν ως υποστηρικτές και παράγοντες αλλαγής, να εκπαιδεύσουν μέσω διαδικτυακών σεμιναρίων, να παρακολουθήσουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να αντικρούσουν εσφαλμένους ισχυρισμούς, να βρουν τον σωστό εκπρόσωπο και να τονίσουν τη νομική ευθύνη, αποτελούν πιθανές λύσεις. Η Δημόσια Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ) με γενναία ενίσχυση ιατρονοσηλευτικού προσωπικού μπορεί να επεκτείνει την πρόσβαση σε εμβόλια και να ξεπεράσει τη διστακτικότητα των εμβολίων, δημιουργώντας ευελιξία στους χώρους, τους χρόνους και τις μεθόδους για τη χορήγηση εμβολίων COVID-19, καθώς και να εμπλέξει τους πιο αξιόπιστους φορείς σε κάθε κοινότητα. Οι επεμβατικές εκπαιδευτικές εκστρατείες που απευθύνονται σε πληθυσμούς που διατρέχουν κίνδυνο δισταγμό εμβολίου μπορούν να μειώσουν την παραπληροφόρηση και να αποφύγουν χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού. Οι συνεργασίες μεταξύ Περιφερειακών Ιατρείων, Κέντρων Υγείας και Κοινοτικών Φορέων μπορούν να ενισχύσουν τις εκπαιδευτικές προσπάθειες για τη δημόσια υγεία και τη μείωση του δισταγμού των εμβολίων. Για τα άτομα με πρόθεση εμβολιασμού, παρεμβάσεις όπως προκαθορισμένα ραντεβού και επιτόπου εμβολιασμός αυξάνουν αποτελεσματικά τα ποσοστά. Στρατηγικές των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που ενθαρρύνουν τους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης και την ιατρική κοινότητα να εκθέτουν τις απόψεις τους στα μέσα αυτά, δρουν αποτελεσματικά στην καταπολέμηση της αυξανόμενης απειλής παραπληροφόρησης και του δισταγμού εμβολιασμού. Παράδειγμα τα στοιχεία από τον εμβολιασμό κατά της γρίπης δείχνουν ότι η στρατηγική της από κοινού λήψη αποφάσεων έχει θετική επίδραση στα ποσοστά εμβολιασμού.
Το νέο δεδομένο που αναδύεται από την μέχρι τώρα πορεία της πανδημίας είναι η μετά COVID-19 εποχή. Πώς, ποιοι και πόσοι θα συμβάλουν ώστε η κοινωνία να επουλώσει γρήγορα τα «τραύματα» που προκλήθηκαν από την πανδημία; Πως διαμορφώνεται ο ρόλος του Κράτους; Θα μπορέσουμε να επιστρέψουμε στην λεγόμενη «κανονικότητα»; Αν ναι, με ποιο τρόπο και με τι νεότερο ώστε να φρενάρουμε ή/και να εξαλείψουμε τον ιό SARS-CoV-2;
Νέα δεδομένα μας έγιναν οικεία και εν μέρει σημαντικά για τη μετά COVID-19 περίοδο. Πως θα μπορούσαν να βοηθηθούν πολίτες και υγειονομικοί;
– Η τηλεδιάσκεψη, στο βαθμό που συμβάλλει στην ενημέρωση και στην ορθή πληροφόρηση.
– Χρήση της τηλε-ιατρικής και τηλε-συμβουλευτικής με ενίσχυση της ψυχοκοινωνικής υποστήριξης.
-Υποστήριξη του υγειονομικού προσωπικού με συνεχιζόμενη εκπαίδευση σε βασικές ψυχοκοινωνικές δεξιότητες.
– Κατ΄οίκον υπηρεσίες και ενίσχυση των κοινοτικών παρεμβάσεων.
Η πανδημία αποτελεί μοναδική ευκαιρία να αναγνωριστούν οι αδυναμίες του Συστήματος Υγείας, αλλά συγχρόνως να επανασχεδιαστεί το σύστημα έτσι ώστε να μπορέσει να λειτουργήσει αποτελεσματικά και αξιόπιστα κατά τη διάρκεια μιας υγειονομικής κρίσης, επικεντρώνοντας και ενισχύοντας το δημόσιο χαρακτήρα του και την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγεία ως πυλώνα του.
Η νέα υγειονομική πραγματικότητα, οι κοινωνικές αλλαγές που επιφέρει, η οικονομικά δύσκολη κατάσταση που διαμορφώνεται καθιστά απαραίτητο τον εμβολιασμό όλων των πολιτών, ώστε να μπορέσουμε να επανέλθουμε στην καθημερινότητά μας που τόσο έχουμε όλοι επιθυμήσει. Μια καθημερινότητα που συνειδητοποιήσαμε ότι δεν ήταν ποτέ δεδομένη και εύκολα μπορεί να ανατραπεί!
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου Γενικών-Οικογενειακών Ιατρών ΕΣΥ ΠΦΥ