Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παραμένει προσηλωμένη στους όρους της συμφωνίας του Αυγούστου για το ελληνικό πρόγραμμα, όπως δήλωσε από τις Βρυξέλλες ο αναπληρωτής εκπρόσωπος Τύπου Αλεξάντερ Βίντερσταϊν.
Ερωτηθείς για τη διάσταση απόψεων μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμών και του ΔΝΤ στα δημοσιονομικά μέτρα, απάντησε ότι η Επιτροπή επιθυμεί «να εφαρμοστεί πλήρως και πιστά, βασισμένη σε μια δίκαιη αξιολόγηση».
Μάλιστα, τόνισε ότι η Επιτροπή εργάζεται σκληρά για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος και υπενθύμισε ότι οι επικεφαλής των θεσμών θα επιστρέψουν στην Αθήνα στις 2 Απριλίου.
Έκτακτη τηλεδιάσκεψη του EuroWorking Group με βασικό θέμα το ελληνικό πρόγραμμα και τις διαπραγματεύσεις έχει προγραμματιστεί για σήμερα Παρασκευή, στην οποία θα μετέχουν εκπρόσωποι των υπουργείων Οικονομικών της Ευρωζώνης και των θεσμών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στόχος είναι να ξεκαθαριστούν τα σημεία, στα οποία συμφωνούν οι δύο πλευρές και να εντοπιστούν τα ζητήματα στα οποία υπάρχουν ακόμα μεγάλες αποστάσεις.
Βασικός στόχος της τηλεδιάσκεψης είναι να οριστικοποιηθεί η «θέση» των επικεφαλής των κλιμακίων των θεσμών, που όπως έχει γίνει γνωστό θα επιστρέψουν αύριο Σάββατο 2 Απριλίου στην Αθήνα.
Μεγάλο «αγκάθι» στις διαπραγματεύσεις παραμένει το ζήτημα των «κόκκινων» δανείων, ένα ζήτημα που η Αθήνα θα ήθελε να αντιμετωπίσει σε δεύτερο χρόνο.
Οι δανειστές, όμως, εμφανίζονται αποφασισμένοι για συνολική συμφωνία «πακέτο», που θα περιλαμβάνει το ασφαλιστικό, το φορολογικό και τα «κόκκινα» δάνεια.
Προσέγγιση και στο ασφαλιστικό
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του «Έθνους», προσέγγιση της ελληνικής κυβέρνησης και των θεσμών καταγράφεται και στο «καυτό» θέμα του ασφαλιστικού.
Ειδικότερα σε μειώσεις εφάπαξ, μερισμάτων, επικουρικών και νέων κύριων συντάξεων προχωρεί η ελληνική πλευρά, για να κλείσει η σκληρή διαπραγμάτευση του Ασφαλιστικού.
Στο μέτωπο των επικουρικών, που αποδείχθηκε το μεγαλύτερο «αγκάθι» του πρώτου γύρου, η νέα ελληνική πρόταση αποδέχεται αύξηση εισφορών μίας ποσοστιαίας μονάδας (0,5% για εργοδότες και 0,5% για εργαζομένους) αντί μιάμιση του αρχικού σχεδίου, η οποία συνδυάζεται με στοχευμένες περικοπές στις επικουρικές όσων εισπράττουν από 1.400 ευρώ και πάνω (άθροισμα κύριας και επικουρικής) και με «κόφτη» στο 40% ως ανώτατη περικοπή.